Παρουσίαση των κεντρικών συζητήσεων της Διεθνούς Συνάντησης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς

Φωτογραφία

Οι συζητήσεις για την κρίση στην ευρωζώνη, την Αριστερά και τις αραβικές εξεγέρσεις στο διεθνές τριήμερο που διοργάνωσε το Rproject.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
.

Για την κυβέρνηση της Αριστεράς

 

Μέσα σ’ ένα κατάμεστο αμφιθέατρο, με τη συμμετοχή εκατοντάδων συντρόφων και συντροφισσών, πραγματοποιήθηκε η κεντρική πολιτική συζήτηση του διεθνούς 3ημέρου, το Σάββατο 2 Μάρτη, με θέμα τις πολιτικές επιλογές της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και το ζήτημα της κυβέρνησης της Αριστεράς.

Πρώτος εισηγητής ήταν ο Παναγιώτης Λαφαζάνης. Ξεκαθάρισε πως, όταν μιλάμε για Αριστερά, μιλάμε για την αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού και του καπιταλισμού συνολικά και την εναλλακτική στρατηγική του σοσιαλισμού. Γι’ αυτό στην Αριστερά δεν συνυπολογίζεται η σοσιαλδημοκρατία.

Ένας τέτοιος στόχος, η σοσιαλιστική ανατροπή, αφορά σε όλον τον πλανήτη και γι’ αυτό είναι αναγκαία και απαραίτητη η συμπόρευση και η συνεργασία των δυνάμεων της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα μπορεί ν’ ανοίξει το δρόμο αυτό για όλη την Ευρώπη. Αυτό σημαίνει η «κυβέρνηση της Αριστεράς» και γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε ξεκάθαρο ότι δεν μιλάμε για κεντροαριστερή, αλλά ούτε και για κεντρο-αριστερο-δεξιά κυβέρνηση. Απέρριψε τις κριτικές που μιλούν αφενός ότι κυβέρνηση της Αριστεράς σημαίνει υποχρεωτικά διαχείριση του συστήματος και αφετέρου το αντίστροφο, ότι για να υπάρξει κυβέρνηση πρέπει δήθεν η Αριστερά να διευρύνει τη συνεργασία με άλλες αστικές δυνάμεις του «κεντρώου χώρου».

Μίλησε για την άμεση ανάγκη δεύτερου κύματος ριζοσπαστικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ στο πολιτικό, στο προγραμματικό και στο κινηματικό πεδίο. Για τις δυνατότητες που σήμερα υπάρχουν για την ενίσχυση της απεύθυνσης προς τα αριστερά. Για την ανάγκη να μιλήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στο λαό ότι μπορεί να υπάρξει δρόμος και ζωή πέρα από τους εκβιασμούς της χρηματοδότησης από την ΟΝΕ.

Ο Ολιβιέ Μπεζανσενό, εκπρόσωπος του γαλλικού Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος (ΝΡΑ), μίλησε για τη μεγάλη σημασία που έχει το μήνυμα του ΣΥΡΙΖΑ σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Σήμερα, τόνισε, η κρίση περιορίζει τις αστικές δυνατότητες δικομματικής εναλλαγής και αναδύονται νέες πολιτικές δυνατότητες που διεκδικούνται από τη ριζοσπαστική Αριστερά, αλλά και από τους ρατσιστές, φασίστες.

Μίλησε για τη σημασία του διεθνισμού του εργατικού κινήματος σήμερα, ξεκαθαρίζοντας πως αυτό δεν σημαίνει να λέμε και να κάνουμε όλες οι δυνάμεις της Αριστεράς στην Ευρώπη τα ίδια, τονίζοντας πως το καθήκον στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού, όπως η Γαλλία, είναι αντιμπεριαλιστικό ακόμη κι όταν είναι μειοψηφική η θέση αυτή, όπως η καταδίκη της γαλλικής επέμβασης στο Μάλι.

Σημείωσε πως, καθώς σήμερα δεν υπάρχουν κεϊνσιανές λύσεις για το κεφάλαιο, το μεταβατικό πρόγραμμα για την ανατροπή της λιτότητας αποτελεί «κήρυξη πολέμου» για τους καπιταλιστές και γι’ αυτό μια κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι απλά μια αμιγώς εκλογική λύση.

Ο Ζοζέ Μαρία Ατέντας, εκπρόσωπος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στην Ισπανία, παρομοίασε την κατάσταση σαν τούνελ που όμως το φως στο βάθος υποδεικνύει δύο διεξόδους, μία αριστερά και μία δεξιά. Στην Ισπανία καταρρέει η αξιοπιστία του παλιού δικομματισμού, αλλά και ο θεσμός της μοναρχίας, καθώς το αστικό πολιτικό σχέδιο οδηγεί σε ολιγαρχική μετάλλαξη τη δημοκρατία. Ταυτόχρονα προκαλείται μαζική πολιτικοποίηση της κοινωνίας, την ώρα που η αυξανόμενη καταστολή δείχνει απ’ τη μια την πυγμή και απ’ την άλλη την υποχώρηση της ηγεμονίας του κεφαλαίου.

Ωστόσο, δεν έχει αναδειχθεί ακόμη το πολιτικό υποκείμενο της Αριστεράς. Μπορεί να είναι ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί και Μπέπε Γκρίλο. Μίλησε για τη σημασία του ΣΥΡΙΖΑ, όχι ως μοντέλο μίμησης, αλλά ως συμβολισμός της ανάγκης και της δυνατότητας να αναδειχθεί από τους εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες πολιτικό υποκείμενο της ριζοσπαστικής Αριστεράς με πλειοψηφική επιρροή.    

Ο Αντώνης Νταβανέλλος ξεκίνησε με τη διαπίστωση πως η συνεργασία της ευρωπαϊκής και διεθνούς Αριστεράς και του κινήματος δεν αφορά μόνο στην αλληλεγγύη, αλλά στην πολιτική συζήτηση με βάθος και την ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών. Σχετικά με το στόχο για κυβέρνηση της Αριστεράς τόνισε πως αποτελεί προϊόν της ταξικής πάλης στην Ελλάδα και αφορά στον πολιτικό αγώνα γύρω από το ζήτημα της εξουσίας. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση της Αριστεράς προϋποθέτει την ενότητα και την κοινή δράση όλης της Αριστεράς και παράλληλα την πλήρη ρήξη με οποιαδήποτε εκδοχή της κεντροαριστεράς – θέση που αποτελεί κατάκτηση του ΣΥΡΙΖΑ και δεν μπορεί να πάει πίσω απ’ αυτήν.

Ωστόσο το τελευταίο διάστημα έγιναν λάθος επιλογές, όπως η πολιτική του «ώριμου φρούτου», το «στρογγύλεμα» των θέσεων και η κατεύθυνση για «διευρύνσεις» που η αποτυχία τους φάνηκε στα γκάλοπ. Η εικόνα άλλαξε μετά από τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στα σημαντικά κινηματικά γεγονότα της απεργίας στο ΜΕΤΡΟ, στους ναυτεργάτες, στις κινητοποιήσεις των αγροτών και στη γενική απεργία της 20ής Φλεβάρη. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για την κυβέρνηση της Αριστεράς.
Απόδειξη αποτελεί η αρνητική εμπειρία της κυβέρνησης του ΑΚΕΛ στην Κύπρο, που υλοποίησε όχι μόνο το μνημόνιο, αλλά και τη συνεργασία με το Ισραήλ. Η κυβέρνηση της Αριστεράς, τόνισε, δεν μπορεί να προκύψει με διολίσθηση σε σχήματα εθνικής ενότητας –εκβιασμούς που σωστά απέκρουσε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Μάη-Ιούνη.

Μόνο πεδίο συμμαχιών υπάρχει προς το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ με βάση το πρόγραμμα της άμεσης και μονομερούς ανατροπής του μνημονίου και της λιτότητας, της επαναφοράς μισθών, συντάξεων, δημόσιας Υγείας και Παιδείας και εργατικών κατακτήσεων, της εθνικοποίησης των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας και κυρίως βαριά φορολογία στο κεφάλαιο.

Σημείωσε πως η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι ο τελικός σταθμός, αλλά ανοίγει το δρόμο για την πραγματική εξουσία με στόχο το σοσιαλισμό.

Αναφέρθηκε στο διεθνισμό, μέσα από τη σύγχρονη εμπειρία της μεταφοράς της «φλόγας» από την πλατεία Ταχρίρ στη Μαδρίτη και από εκεί στην πλατεία Συντάγματος, τονίζοντας πως μια ενδεχόμενη νίκη του κινήματος και της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε μια χώρα άμεσα θα πολλαπλασιάσει τις δυνατότητες στις άλλες χώρες.

Τέλος, αναφερόμενος στο ζήτημα του ευρώ και της ΟΝΕ, εξήγησε πως η θέση «καμιά θυσία για το ευρώ» σημαίνει πως η πάλη για ανατροπή της λιτότητας πρέπει να διεξαχθεί με «κάθε αναγκαίο μέσο» και άρα το ευρώ δεν αποτελεί όριο. Αν χρειαστεί να βγούμε από την ΟΝΕ όμως, θα πρέπει κάτι τέτοιο να είναι αποτέλεσμα και «απαίτηση» του μαζικού κινήματος και όχι «ρεαλιστική» συμβουλή προς τους αστούς ως εναλλακτική διαχείριση της κρίσης.  

   
Παρεμβάσεις καλεσμένων
Μετά τους εισηγητές ακολούθησαν οι προγραμματισμένες παρεμβάσεις από τους Τζιόρτζιο Κρεμάσκι (μέλος της ηγεσίας της FIOM, της ιταλικής ομοσπονδίας μετάλλου), Νίκο Γαλάνη (από την Πρωτοβουλία των 1000 και την Παρέμβαση), Νάσο Ηλιόπουλο (γραμματέας της νεολαίας του Συνασπισμού), Γιάννη Αλμπάνη (εκπρόσωπος της ΑΝΑΣΑ και της ομάδας Ρόζα), Άχμετ Σόκι, (εκπρόσωπος της αμερικάνικης Αριστεράς, μέλος της ηγεσίας της οργάνωσης ISO), Πάνο Λάμπρου (ΑΚΟΑ).

Στη συζήτηση παρενέβησαν επίσης σύντροφοι και συντρόφισσες της πορτογαλικής αντιπροσωπείας, μεταφέροντας το κλίμα, αλλά και πληροφορίες σχετικά με την τεράστια κινητοποίηση της πορτογαλικής κοινωνίας με διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων σε όλη τη χώρα, προκαλώντας τον ενθουσιασμό του κοινού.

Τέλος, ο Στάθης Κουβελάκης, καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Kings College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, αναφέρθηκε στη ρήση του ’68 «ας τολμήσουμε να παλέψουμε, ας τολμήσουμε να νικήσουμε», για να υπογραμμίσει την ανάγκη να ξεπεραστεί  το σύνδρομο της  «ήττας» που εκφράζεται είτε με «δεξιό τρόπο» ως κεντροαριστερά και κυβερνητισμός είτε με «αριστερό τρόπο» ως κινηματισμός χωρίς καμιά προοπτική κυβέρνησης.

 

Για την οικονομική κρίση και την ευρωζώνη

Μ ε μια πολύ επιτυχημένη και εξαιρετικά μαζική εκδήλωση ξεκίνησε στο Πάντειο η «διεθνής συνάντηση», με προσκεκλημένους αγωνιστές και διανοούμενους από τη νότια Ευρώπη.

Έπειτα από μια γενική εισαγωγή για τις αιτίες εμφάνισης της καπιταλιστικής κρίσης και της συνακόλουθης λιτότητας που έκανε ο Γάλλος οικονομολόγος Μισέλ Ισόν (Ινστιτούτο Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών & επιστημονικό συμβούλιο της γαλλικής ATTAC), o Ντανιέλ Αλμπαρασίν, επίσης οικονομολόγος και μέλος της «Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς» στην Ισπανία, εστίασε στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση στη χώρα του αλλά και στα καθήκοντα της επαναστατικής Αριστεράς εκεί.

Το ζήτημα του ευρώ
Ο Φρανσουά Σαμπαντό, ηγετικό στέλεχος του γαλλικού NPA, εξήγησε ότι η επίθεση των καπιταλιστών είναι ιστορικών διαστάσεων και δεν πρόκειται απλώς για μια παροδική εποχή «λιτότητας». Επειδή οι οικονομίες της Ευρώπης δεν είναι «ανταγωνιστικές» -είπε- οι άρχουσες τάξεις της ηπείρου εξαπολύουν επίθεση στα εργατικά δικαιώματα και κατακτήσεις, προκειμένου αυτές οι οικονομίες να μπορέσουν να σταθούν στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά.

Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, Κώστας Λαπαβίτσας, αφού παρουσίασε το φαινόμενο της χρηματιστικοποίησης στο σύγχρονο καπιταλισμό, επέμεινε στην ανάλυσή του για τον κεντρικό ρόλο της νομισματικής ένωσης. Αναφερόμενος στο ευρώ υποστήριξε πως «η αλλαγή του νομίσματος είναι μοχλός για την αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων», και επισήμανε πως όποιος δεν είναι έτοιμος να αμφισβητήσει το ευρώ στην πραγματικότητα δεν είναι διατεθειμένος να προχωρήσει στις ταξικές συγκρούσεις που θα χρειαστεί να κάνει μια πιθανή κυβέρνηση της Αριστεράς στα κρίσιμα μέτωπα, δηλ. στην αντιμετώπιση της ανεργίας, στην αναδιανομή του πλούτου και στη διαγραφή του χρέους.

Από την πλευρά του το μέλος της γραμματείας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Λάσκος, απάντησε πως δεν έχει πειστεί –κάθε άλλο– ότι ο νομισματικός πόλεμος που θα ακολουθούσε μια γενική εγκατάλειψη του ευρώ, θα οδηγούσε σε ενότητα και αλληλεγγύη των εργαζομένων στις διαφορετικές χώρες της Ευρώπης. Καταδίκασε δε ως αποτυχημένες για την Αριστερά τις τακτικές του «κυβερνητισμού», του «λαϊκομετωπισμού» και του «εθνοκρατισμού».

Παρεμβάσεις
Εξαιρετικά σημαντικές ήταν οι παρεμβάσεις που έγιναν από τα κάτω: Ο νομικός Δ. Μπελαντής επέμεινε κι αυτός στη σημασία της αμφισβήτησης του ευρώ (παρατηρώντας ωστόσο ότι, πλην των Ελλήνων, οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι διανοούμενοι και ακτιβιστές δεν τοποθετούνται επί του ζητήματος). Η ακτιβίστρια Ρακέλ Βαρελά (Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας της Λισαβόνας) υπενθύμισε ότι επανάσταση δεν νοείται στην Ευρώπη χωρίς τη συμμετοχή του γερμανικού προλεταριάτου, ενώ επισήμανε την αισιόδοξη πλευρά των εξελίξεων εστιάζοντας στην αλλαγή του «μέσου όρου» των ιδεών πλατιών μαζών στη νότια Ευρώπη. Τέλος πολύ σημαντικές ήταν και οι συμβολές της Ιταλίδας Λουτσία Πραντέλα (Ινστιτούτο για τη Μετανάστευση του Πανεπιστημίου της Βενετίας) –που προειδοποίησε για τα αντιδραστικά χαρακτηριστικά των απόψεων του Πέπε Γκρίλο–, αλλά και του Σταύρου Τομπάζου (Πανεπιστήμιο Κύπρου) –που μίλησε για το τραγικό γεγονός της προετοιμασίας της εισόδου στο μνημόνιο από ένα κομμουνιστικό κόμμα (το ΑΚΕΛ).

 

 

Η «ομαλότητα» δεν θα αποκατασταθεί σύντομα στον αραβικό κόσμο

Την τρίτη μέρα της διεθνούς συνάντησης,  πραγματοποιήθηκε η συζήτηση για τις αραβικές εξεγέρσεις.

Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ περιέγραψε τα όσα συμβαίνουν στον αραβικό κόσμο ως μια «μακροχρόνια επαναστατική διαδικασία». Στήριξε την εκτίμησή του στο γεγονός ότι πίσω από τον πολιτικό-δημοκρατικό χαρακτήρα που πήραν οι επαναστάσεις, κρύβονται βαθιές οικονομικές και κοινωνικές αιτίες που συσσωρεύονταν επί δεκαετίες και οι οποίες κατά τον ίδιο είναι αδύνατο να λυθούν, χωρίς μια ριζοσπαστική μεταμόρφωση των αραβικών κρατών.

Ανέλυσε τις αιτίες της κυριαρχίας του πολιτικού Ισλάμ στην αρχική μεταδικτατορική περίοδο (η οποία δεν θα έπρεπε να αιφνιδιάσει κανέναν, όπως είπε), εστιάζοντας στο κενό που άφησε η αποτυχία του αραβικού εθνικισμού και στην ανεπάρκεια της Αριστεράς να το καλύψει. Θύμισε επίσης ότι τα ισλαμικά κόμματα μπορεί να μην οργάνωσαν τον ξεσηκωμό, αλλά συμμετείχαν σε αυτόν.

Αν κάτι θα έπρεπε να αιφνιδιάζει, συμπλήρωσε, είναι το πόσο γρήγορα τα ισλαμικά κόμματα χάνουν την δημοφιλία τους, ανίκανα να διαχειριστούν την οικονομική κρίση.

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο ρόλο του ιμπεριαλισμού στην περιοχή. Κάνοντας παραλληλισμούς με τις αποστάσεις που κράτησε μεγάλη μερίδα της Αριστεράς από τις λαϊκές εξεγέρσεις στην Ουγγαρία το 1956, την Τσεχοσλοβακία το 1968 και την Πολωνία το 1980, τόνισε ότι δεν πρέπει η ίδια λογική «στρατοπεδισμού» (campism») σήμερα να μας οδηγεί στην καταδίκη λαϊκών εξεγέρσεων και την υπεράσπιση δικτατόρων όπως ο Άσαντ ή ο Καντάφι, επειδή ο ιμπεριαλισμός θα επιχειρήσει να επωφεληθεί από την ανατροπή τους.

Επισήμανε μάλιστα ότι η μεγαλύτερη εμμονή της Ουάσινγκτον είναι η σταθερότητα, η λεγόμενη «ομαλή μετάβαση», που θα διατηρεί άθικτους τους κρατικούς μηχανισμούς των καθεστώτων. Το μοντέλο αυτό, κατά τον Ασκάρ, επιδίωξε στην Αίγυπτο, την Υεμένη, αλλά και στη Λιβύη πριν την πτώση του Καντάφι και στη Συρία σήμερα.

Κλείνοντας, έκανε εκτεταμένη αναφορά στο εργατικό και αριστερό κίνημα, το οποίο «αγνοείται» από τα δυτικά ΜΜΕ. Αναφέρθηκε στις δυνατότητες: τη δύναμη της εργατικής συνομοσπονδίας UGTT και της αριστερής συμμαχίας του Λαϊκού Μετώπου στην Τυνησία, ή τη σημασία των απεργιών, των νέων συνδικάτων και της εκλογικής δύναμης του αριστερού νασερικού Σαμπάχι στην Αίγυπτο.

 «Ελληνικό ενδιαφέρον»
Ο Πέτρος Πακακωνσταντίνου ξεκίνησε βάζοντας και ένα επιπλέον «ελληνικό ενδιαφέρον» στη συζήτηση, πέρα από τα μαθήματα που έχουμε να πάρουμε: τις μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές σε μια περιοχή και μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την όξυνση των ανταγωνισμών Ελλάδας-Τουρκίας με φόντο τις ΑΟΖ, την προωθούμενη συμμαχία Ελλάδας-Ισραήλ και την προοπτική μιας αριστερής κυβέρνησης σε ένα τέτοιο τοπίο.

Όσον αφορά την ίδια την αραβική άνοιξη, σε παρόμοιο μήκος κύματος με τον Ασκάρ, εξήγησε πως δεν πρόκειται ούτε για ένα «1989» (με την επικράτηση μιας αστικής δημοκρατίας και του νεοφιλελευθερισμού), ούτε για ένα «1979» («αρπαγή» των επαναστάσεων από θεοκρατικά καθεστώτα), αλλά για ένα αραβικό «1848». Όπως και οι ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848, έτσι και η «αραβική άνοιξη», κατά τον Παπακωνσταντίνου, ακόμα και αν έχει τη λιγότερο επιθυμητή τελικά έκβαση, θα επιφέρει βαθιές αλλαγές στην περιοχή.

Πατώντας σε αυτή την εκτίμηση, επέμεινε πως το μεγαλύτερο λάθος είναι η τάση υποτίμησης των όσων συμβαίνουν στον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Τόσο από τη μεριά των φιλελεύθερων αστών (που «απαιτούν» από τους Άραβες να υλοποιήσουν σε λίγους μήνες όσα οι ευρωπαϊκές κοινωνίες κατέκτησαν σε δεκαετίες ή και αιώνες). Όσο και από μερίδα της Αριστεράς που βλέπει συνωμοσίες πίσω από τις λαϊκές εξεγέρσεις.

Θύμισε επίσης πως οι αριστερές ιδέες δεν είναι «ξένες» στον αραβικό κόσμο, αλλά υπάρχουν και υπήρχαν εδώ και δεκαετίες, τονίζοντας πως αν δεν υπερίσχυσαν, σε αυτό ευθύνεται η ίδια η Αριστερά και τα λάθη του παρελθόντος, τα οποία βλέπει να επαναλαμβάνονται (όπως η συμμαχία του Σαμπάχι με τους δυτικούς φιλελεύθερους, αλλά και με πρώην καθεστωτικούς).

Αίγυπτος
Ο Άχμεντ Σόκι εστίασε στην Αίγυπτο, την κατάσταση της οποίας γνωρίζει από κοντά. Ξεκίνησε από την τάση υποτίμησης των αραβικών εξεγέρσεων, αποδίδοντάς την στις μεγάλες προσδοκίες που γέννησε η αρχική της φάση, και εξήγησε ότι η συνέχεια θα είναι πιο δύσκολη και μακροχρόνια.

Έδωσε μεγάλη έμφαση στη ριζική αλλαγή που έφεραν οι επαναστάσεις στο πώς βλέπουν οι ίδιοι οι Άραβες πλέον τον εαυτό τους, μετά από δεκαετίες καταπίεσης, καταλήγοντας ότι δεν θα μπορέσει να υπάρξει για χρόνια «σταθερό» καθεστώς.

Περιγράφοντας την ταχύτητα της φθοράς των Αδελφών Μουσουλμάνων, είπε χαρακτηριστικά πως το Μάρτη του 2011 η αιγυπτιακή κοινωνία δεν τους ανεχόταν απλά, αλλά τους θαύμαζε. Αλλά το Νοέμβρη του 2011 έφτασε να τους απεχθάνεται.

Σε αυτό το φόντο και έχοντας παρουσιάσει την Αίγυπτο πριν την επανάσταση (π.χ. με τις απεργίες στη Μαχάλα) και μετά την ανατροπή του Μουμπάρακ (με την κοινωνική-πολιτική-συνδικαλιστική έκρηξη που ακολούθησε), επέμεινε πως, κοιτάζοντας τις αραβικές χώρες, δεν πρέπει να μένουμε στην επιφάνεια, αλλά να βλέπουμε τις μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν στη βάση της κοινωνίας.

Με βάση αυτή τη λογική, ισχυρίστηκε ότι όσοι παρακολουθούσαν τις διεργασίες πριν τις 25 Γενάρη του 2011, μπορούσαν να δουν πίσω από την «εικόνα» που μετέφερε ζωντανά ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου (σιδηρόφρακτη δικτατορία, από τη μια ο Φαραώ με το στρατό του κι από την άλλη οι σκλάβοι που χτίζουν τις πυραμίδες), και να περιμένουν ότι το καθεστώς θα έμπαινε σε βαθιά κρίση… «Η επανάσταση δεν προέκυψε από το πουθενά. Μπορεί να μην ξέραμε ότι θα ξεσπάσει στις 25 Γενάρη, αλλά καταλαβαίναμε ότι έρχεται…».

 

περισσότερες φωογραφίες εδώ και (σε λίγες μέρες) εδώ.

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία