Το δίλημμα «κούρεμα ή διαγραφή» ισοδυναμεί με το δίλημμα «αναδιαπραγμάτευση με αίσιο τέλος ή ρήξη»
Φωτογραφία
Ημερ.Δημοσίευσης
Μια εκτενέστερη μορφή του άρθρου, όπως και μια συστηματική κριτική στις «νέες ιδέες» της ηγετικής ομάδας των «οικονομολόγων» του ΣΥΡΙΖΑ θα βρείτε στο Rproject.gr.
Στη συζήτηση που γίνεται μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στη λοιπή Αριστερά, παρατηρείται ένα θεμελιώδες λάθος μεθοδολογίας, που αφορά την ιεράρχηση και τον «χρονισμό» ανάμεσα στη στάση πληρωμών και τη διαγραφή. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η συζήτηση και ο προβληματισμός εστιάζονται στη διαγραφή του χρέους (σε ποιο ποσοστό, με τι νομικά επιχειρήματα – ορισμός του «απεχθούς», αναφορά στο διεθνές δίκαιο κλπ) και υποβαθμίζεται η σημασία της στάσης πληρωμών, σαν να πρόκειται για ένα ζήτημα που, αν λυθεί θεωρητικά, λύθηκε και στην πράξη.
Στην πραγματικότητα, χρονικά και μεθοδολογικά η ιεράρχηση και ο «χρονισμός» είναι εντελώς ανάποδος. Χωρίς τη μονομερή χρήση του «όπλου» της στάσης πληρωμών, όλη η συζήτηση για τη διαγραφή του χρέους (ανεξαρτήτως ποσοστού, μεθόδου, τακτικής ή νομικών επιχειρημάτων) είναι ανώφελη.
Σενάρια
Ας αφήσουμε προς στιγμή στην άκρη τις διαφορετικές προσεγγίσεις. Διαγραφή όλου του χρέους πλην του χρέους προς τα ασφαλιστικά ταμεία, διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους (αλλά ποιου ακριβώς ποσοστού και με τι κριτήρια θα καθοριστεί;), διαγραφή του απεχθούς χρέους (αλλά ποια είναι τα κριτήρια για το απεχθές χρέος σε μια χώρα της Ευρωζώνης και όχι της Λατινικής Αμερικής ή του Τρίτου Κόσμου;), διαγραφή τμήματος του χρέους ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο (αλλά σε ποιο ποσοστό επί του ΑΕΠ το χρέος θεωρείται «βιώσιμο» από την Αριστερά; στο 120% που θέτουν τον πήχη οι δανειστές;).
Και ας εξετάσουμε το εξής σενάριο εργασίας: Ας υποθέσουμε ότι αναδεικνύεται κυβέρνηση της Αριστεράς που θέλει να διαπραγματευτεί στα σοβαρά (χωρίς να υποχωρήσει σε όλα στο τέλος…) κάποιο από τα παρακάτω σενάρια για το χρέος. Αναστολή πληρωμής τόκων και χρεολυσίων, διαγραφή μεγάλου μέρους του ονομαστικού χρέους ή οποιονδήποτε συνδυασμό των δύο.
Το πρώτο ερώτημα στο οποίο αμέσως σκοντάφτουμε είναι: Ποιο είναι το «όπλο» στα χέρια της κυβέρνησης της Αριστεράς, ώστε να υποχρεώσει αυτούς με τους οποίους θα διαπραγματευτεί να δεχτούν κάτι απ’ όλα αυτά, από τη στιγμή που τα έχουν ήδη απορρίψει; Από τη στιγμή που δεν δίνουν τίποτε από τα δύο στον Σαμαρά και τον Βενιζέλο; Ποιο είναι το όπλο που θα κρατάει στα χέρια της αυτή η κυβέρνηση για να εξαναγκάσει τον συνασπισμένο ευρωπαϊκό και διεθνή καπιταλισμό να υποχωρήσει;
Η «πυρηνική βόμβα» του οικονομικού ντόμινο στις καπιταλιστικές αγορές ομολόγων (και όχι μόνο) δεν υπάρχει πια. Από τα 317 δισ. ευρώ του χρέους (στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2013) μόνο κάτι λιγότερο από 30 δισ. ευρώ είναι στα χέρια ιδιωτών, το υπόλοιπο είναι είτε διακρατικό (προς τις χώρες-μέλη) είτε στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και άλλων κεντρικών τραπεζών (όχι μόνο ευρωπαϊκών) είτε προς το ΔΝΤ.
Μονομερείς αποφάσεις
Επίσης, η «πυρηνική βόμβα» ενός διεθνούς ντόμινο με «μεταδότη» της αναταραχής τις τράπεζες δεν υπάρχει πια. Η ΕΚΤ φρόντισε να απαλλάξει τις μεγάλες γερμανικές, γαλλικές, ιταλικές τράπεζες από τα βάρη τους σε ελληνικά ομόλογα. Απομένει λοιπόν μόνο το «όπλο» του ανατρεπτικού πολιτικού ντόμινο. Που με έναν μόνο τρόπο μπορεί να υπάρξει: μονομερείς πολιτικές αποφάσεις που θα λειτουργήσουν σαν πίεση στη διαπραγμάτευση. Μεταξύ αυτών, κορυφαία είναι η στάση πληρωμών σε χρεολύσια και τόκους του κρατικού χρέους.
Στην πραγματικότητα όμως, η στάση πληρωμών θα είναι αναπόφευκτη και με πρακτικούς όρους: ενώ θα έχει ξεκινήσει η διαπραγμάτευση, πολύ γρήγορα η κυβέρνηση της Αριστεράς θα «σκοντάψει» πάνω σε πληρωμές λήξεις ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου. Τι θα κάνει; Θα συνεχίσει να τα πληρώνει, ενώ διαπραγματεύεται φόρμουλα με αναστολή της πληρωμής τους; Και θα έχει έστω να τα πληρώσει; Φυσικά όχι, αν σκεφτούμε ότι θα έχει (βάσει των δεσμεύσεων) καταργήσει το μνημόνιο, άρα δεν θα υπάρχουν δανειακές δόσεις τουλάχιστον για την περίοδο της διαπραγμάτευσης.
Άρα λοιπόν, όχι μόνο η πολιτική λογική, αλλά και η απλή λογική λέει ότι ύστερα από την ιδρυτική πράξη της κατάργησης του μνημονίου και ενώ θα γίνεται (ή δεν θα γίνεται…) κάποια διαπραγμάτευση, το επόμενο βήμα είναι η (αναγκαστική) στάση πληρωμών σε χρεολύσια και τόκους. Χωρίς αυτό, καμία διαπραγμάτευση δεν θα έχει νόημα και η υποταγή στους δανειστές θα είναι άμεση και οδυνηρή.
Και αυτό που ελάχιστοι έχουν κατανοήσει στην Αριστερά είναι ότι στάση πληρωμών έχουμε όταν δεν πληρωθεί στην ώρα του έστω και ένα ευρώ τόκων ή χρεολυσίων. Με λίγα λόγια, τη ρήξη τη φέρνει πρόωρα ο «πελαργός» της στάσης πληρωμών και όχι το πολύ μεγάλο ποσοστό της διαγραφής του χρέους.
Μπορεί να υπάρξει «κούρεμα» μεγάλου ποσοστού του χρέους χωρίς ρήξη, αν αυτή ενταχτεί σε ένα σκληρό μνημόνιο και ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα διεθνούς οικονομικής επιτήρησης. Ρήξη όμως που δεν ξεκινάει από τη στάση πληρωμών δεν υπάρχει. Από τη στιγμή που θα υπάρξει στάση πληρωμών, τι ποσοστό του χρέους θα διαγραφεί είναι πλέον θέμα συσχετισμών και όχι θεωρητικών αναζητήσεων.
Αν πάντως η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν προβεί στην ιδρυτική μονομερή ενέργεια της κατάργησης του μνημονίου ΠΡΙΝ το ξεκίνημα της διαπραγμάτευσης και στη συνέχεια δεν αρνηθεί να πληρώσει τόκους και χρεολύσια ενόσω γίνεται η διαπραγμάτευση, αυτό θα σημαίνει πολύ απλά ότι και η κατάργηση του μνημονίου και η αναστολή πληρωμής τόκων και χρεολυσίων θα γίνουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης αντί για όπλα πίεσης στη διαπραγμάτευση.
Επιπτώσεις
Σε αυτή την περίπτωση, δεν θα μιλάμε απλώς για λάθος διαπραγματευτική τακτική, αλλά για λάθος με στρατηγικά καταστροφικές επιπτώσεις, για δύο επιπλέον λόγους:
• Γιατί έτσι ακυρώνεται η πραγματική «πυρηνική βόμβα» που θα διαθέτει στα χέρια της η κυβέρνηση της Αριστεράς: το πολιτικό ανατρεπτικό «ντόμινο». Το μήνυμα όχι στις άρχουσες τάξεις και τις καγκελαρίες τους, αλλά στην εργατική τάξη και τους λαούς της Ευρώπης, ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς τολμά να αμφισβητήσει την ίδια τη βάση της διαπραγμάτευσης, τολμά να έρθει σε ρήξη με την Ευρωζώνη και το διεθνές σύστημα. Διότι αυτό –και μόνο αυτό– το μήνυμα μπορεί να δημιουργήσει όρους ανατρεπτικού πολιτικού «ντόμινο» και όχι βέβαια το μήνυμα προς τις άρχουσες τάξεις των χωρών του Νότου ότι η ελληνική κυβέρνηση τολμά να διαπραγματευτεί, αλλά χωρίς προκαταβολικά να προχωρήσει σε αμφισβήτηση του πλαισίου της διαπραγμάτευσης.
• Γιατί το μήνυμα προς την ελληνική εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα θα είναι ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς διαπραγματεύεται «εντός πλαισίου» και με «σεβασμό» των πλαισίων και όχι αλλάζοντας εξαρχής το πλαίσιο και με την αποφασιστικότητα που απορρέει από το στόχο ανατροπής της λιτότητας.
Προς το παρόν ας κρατήσουμε το εξής συμπέρασμα: Αν καταργήσουμε το μνημόνιο, η στάση πληρωμών είναι αναπόφευκτη –αυτά είναι τα δύο άρρηκτα δεμένα πρώτα βήματα. Και στάση πληρωμών σημαίνει ρήξη με το εγχώριο και διεθνές σύστημα.
ΣΥΡΙΖΑ
Ποια είναι η κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ; «Κούρεμα» ή διαγραφή;
Μην ψάχνουμε παρακαμπτήριο. Ή παίρνουμε την πολιτική απόφαση να διαγράψουμε το χρέος ή όχι.
Αν πάρουμε αυτή την απόφαση, η σειρά των βημάτων είναι σαφής.
Πρώτα κατάργηση του μνημονίου ΠΡΙΝ την όποια διαπραγμάτευση και για την αλλαγή του πλαισίου διαπραγμάτευσης. Ύστερα στάση πληρωμών σε χρεολύσια και τόκους του κρατικού χρέους. Όλα τα υπόλοιπα θα καθοριστούν από αυτά τα δύο θεμελιώδη πρώτα βήματα.
Και με το ίδιο το χρέος τι κάνουμε; Η θεμελιώδης απόφαση δεν είναι πόσο ποσοστό πρέπει να διαγραφεί (με τον όρο βέβαια ότι μιλάμε για το μεγαλύτερο ποσοστό), αλλά αν θα πρόκειται για διαγραφή ή για «κούρεμα». Δεν είναι τυχαίο ότι οι αντίπαλοί μας, η τρόικα, οι δανειστές, η Ευρωζώνη μιλούν για «κούρεμα». Εννοούν μείωση του χρέους ή μείωση των βαρών αναχρηματοδότησής του με τη συναίνεση των δανειστών και άρα με τους όρους τους, δηλαδή με σκληρά μνημόνια, σκληρές διασφαλίσεις και μακροχρόνιο οικονομικό έλεγχο.
Αντίθετα, η διαγραφή παραπέμπει σε ανατροπή της λιτότητας και των μνημονίων, άρα σε ρήξη με το εγχώριο και διεθνές σύστημα και σε μονομερείς ενέργειες της Αριστεράς. Δεν είναι το ποσοστό της μείωσης του χρέους που μας χωρίζει, αλλά η τάφρος των αντίθετων και ασυμφιλίωτων ταξικών συμφερόντων.
Από αυτή την άποψη, το γεγονός και μόνο ότι οι κεντρικοί εκφραστές του ΣΥΡΙΖΑ μιλούν για «κούρεμα» του χρέους είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικό. Το δίλημμα «κούρεμα ή διαγραφή» ισοδυναμεί με το δίλημμα «αναδιαπραγμάτευση με αίσιο τέλος ή ρήξη;», «ανατροπή της λιτότητας ή αναδιαπραγμάτευση των όρων της;».
Είναι αλήθεια ότι η γραμμή της αναδιαπραγμάτευσης με αίσιο τέλος «δεν αισθάνεται καλά τελευταία», αλλά εδώ πρέπει να σταματήσει αυτό το κείμενο και να αρχίσει ένα άλλο…