«Ριζοσπάστης»: στην υπεράσπιση του δολοφόνου

Ένα (πολύ) λάθος κείμενο

 

Νομίζαμε ότι το ΚΚΕ θα αρκούνταν στο να καταγγέλει το κίνημα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν πιστεύαμε ποτέ ότι θα έφτανε στο σημείο να υπερασπιστεί το δολοφόνο του Αλέξη Γρηγορόπουλου και την ίδια την Ελληνική Αστυνομία. Και όμως στον Κυριακάτικο «Ριζοσπάστη» (28/12) δημοσιεύτηκε το «λάθος άρθρο». Πρόκειται για ένα θλιβερό διήγημα με τίτλο «Το λάθος τηλεφώνημα ενός φονιά» που ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων ακόμα και από μέλη του ΚΚΕ.

 

Μέσα από ένα παραλήρημα-μονόλογο του δολοφόνου αστυνομικού, ο «Ριζοσπάστης» δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα:  «δεν το μετανιώνω… καλά να πάθει το κωλόπαιδο, το πλουσιόπαιδο που γύρευε να κάνει πλάκα σε μας… και όλοι εσείς που ουρλιάζετε και μυξοκλαίτε τώρα στα κανάλια, δεν ξέρετε τίποτα….ένα κομμάτι ψωμί έβγαζα κι εγώ, το παιδί της παραδουλεύτρας από το χωριό, με τον πατέρα χαμένο στο πιοτό… δέκα χρόνια στη σφηκοφωλιά, στα Εξάρχεια, με όλο εκείνο το αληταριό… και έρχονται αυτά τα κωλόπαιδα που δεν έχουν δουλέψει ποτέ στη ζωή τους, που δεν ξέρουν τι πάει να πει μεροκάματο… ή κάτι πρεζόνια είναι ή κάτι τύποι από τα Βόρεια προάστια… ή πραχτοράκια ή πεμπτοφαλαγγίτες… τα δικά μου παιδιά δεν έχουν σπίτι ιδιόκτητο, τρία αυτοκίνητα, νταντάδες και καθηγητές στο σπίτι… ό,τι και να δείξει η βαλλιστική εγώ δεν θα το παραδεχτώ δημόσια πως του την άναψα…».


Η συγκεκριμένη εφημερίδα είναι ίσως η μοναδική που με τόσο ξεκάθαρο τρόπο δικαιολογεί ανοιχτά τον δολοφόνο του μαθητή, προσπαθώντας να κάνει τον αναγνώστη να τον συμπαθήσει. Ο συγγραφέας θεωρεί άλλωστε ότι είναι πολύ φυσιολογικό ο αστυνομικός να θέλει να πει στον Ριζοσπάστη αυτά που δεν είπε στους ανακριτές. Το διήγημα στηρίζει καθαρά την αντιδραστική άποψη ότι οι αστυνομικοί είναι σκληρά εργαζόμενοι και παιδιά του λαού, που απλά κάνουν τη δουλειά τους. Ο συγγραφέας «ξεχνάει» ότι η αστυνομία είναι κατασταλτικός μηχανισμός του κράτους, δομημένος για να μισεί, να τρομοκρατεί, να χτυπά και πολλές φορές να σκοτώνει αυτούς που αντιστέκονται. Ότι ο πραγματικός ρόλος αυτού του μηχανισμού είναι να προστατεύει την άρχουσα τάξη. Στο άρθρο αντίθετα ο αστυνομικός  προσεγγίζεται ως άτομο, ψυχολογικά και όχι πολιτικά. Είναι ένα θύμα, ένας καταπιεσμένος που κατέληξε στο «σώμα» χωρίς τη θέληση του. Η δολοφονία είναι ένα  προσωπικό παραστράτημα.


Το διήγημα είναι γαρνιρισμένο και από μια στρεβλή ταξικότητα. Αντιστρέφει την πραγματικότητα. Οι εξεγερμένοι παρουσιάζονται σαν πλουσιόπαιδα από τα βόρεια προάστια  και οι αστυνομικοί σαν φτωχοί εργαζόμενοι. Τα λόγια του μπάτσου παραπέμπουν σε άλλα άρθρα του Ριζοσπάστη, που μιλούν «για νέους που προέρχονται από αστικά και μικροαστικά στρώματα που εκφράζουν με εκρήξεις τα αδιέξοδα του μικροαστικού περιβάλλοντος που ζουν». Αλήθεια από πότε η δίκαιη οργή των νέων που καταπιέζονται από πολύ υλικούς παράγοντες (φτώχεια, ανεργία, χαμηλές δαπάνες για παιδεία, ιδιωτικοποίηση, φροντιστήρια, έλλειψη ελεύθερου χρόνου, καταστολή) είναι μικροαστική; Και ποια «ταξικότητα» στην ανάλυση μπορεί να οδηγεί ένα κόμμα της Αριστεράς στο πλευρό της αστυνομίας; Το ερώτημα παραμένει. Μέχρι πού θα φτάσει το ΚΚΕ;


Κατερίνα Σεργίδου
 

Λέξεις Κλειδιά