Γερμανία: Εκλογική νίκη της Αριστεράς

thumb_ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΟΜΜΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣΤου Πάνου Πέτρου


Την Κυριακή 30 Αυγούστου, διεξήχθησαν στη Γερμανία εκλογές σε τρία κρατίδια. Καθώς οι εθνικές εκλογές, στις 27 Σεπτέμβρη, πλησιάζουν, η 30η Αυγούστου ονομάστηκε σούπερ-Κυριακή. Μετά από μια «βαρετή» -κατά τους γερμανούς αναλυτές- προεκλογική περίοδο, τα αποτελέσματα προκάλεσαν πολιτικό σεισμό. Το δεξιό κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) καταποντίστηκε στα κρατίδια του Σάαρλαντ (34,5% από 47,5% το 2004) και της Θουριγγίας (31,2% από 43% το 2004), ενώ σημείωσε ελαφρά πτώση στη Σαξωνία (40% από 41,1% το 2004). Στο Σάαρλαντ και τη Θουριγγία οι Χριστιανοδημοκράτες έχασαν την αυτοδυναμία για πρώτη φορά μετά από 10 χρόνια, ενώ στη Θουριγγία σημείωσαν το χειρότερό τους ποσοστό από την επανένωση της Γερμανίας το 1991. Στα δύο κρατίδια το μεγάλο κόμμα της Δεξιάς όχι μόνο έχασε την αυτοδυναμία, αλλά δεν συγκεντρώνει καν αρκετούς ψήφους ώστε να σχηματίσει κυβερνήσεις συνεργασίας με το «φιλο-επιχειρηματικό» κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP).


Το SPD, που συμμετέχει στην κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» με τη Δεξιά, εμφανίζεται αισιόδοξο μετά τα αποτελέσματα. Όμως τα αποτελέσματα τα οποία χαροποίησαν τα επιτελεία του SPD δείχνουν την κατάντια της ιστορικής, πάλαι ποτέ κραταιάς «ναυαρχίδας» της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας. Στο Σάαρλαντ βούτηξαν από το 30,8 στο 24,5 και υπέστησαν ταπεινωτική ήττα από τη Δεξιά, στη Θουριγγία μπόρεσαν να συγκεντρώσουν το 18,5% που δεν είναι μεγάλο κατόρθωμα μετά το ιστορικό χαμηλό του 14,5% το 2004, ενώ στη Σαξωνία μετά βίας έπιασαν διψήφιο ποσοστό (10,3%).


Η μεγάλη βόμβα των φετινών εκλογών ήταν η απόδοση του Αριστερού Κόμματος. Τα ποσοστά του σε Θουριγγία (27,4%) και Σαξωνία (20,6%) ήταν κοντά στα αποτελέσματα που πετύχαινε το PDS (διάδοχος του κάποτε κυβερνητικού κόμματος στην Ανατολική Γερμανία που μετεξελίχθηκε σε κόμμα του «δημοκρατικού σοσιαλισμού») στα ανατολικογερμανικά κρατίδια. Όμως η βόμβα έσκασε στο δυτικό Σάαρλαντ, όπου η Αριστερά εκτινάχθηκε από το 2,3% του PDS το 2004 στο 21,3%! Το αποτέλεσμα αυτό καθιερώνει το Αριστερό Κόμμα ως «πανεθνική» δύναμη και του δίνει μεγάλη ώθηση στο δρόμο για τις εθνικές εκλογές.
Αν στη Σαξωνία το αποτέλεσμα επιτρέπει στο CDU να «απαλλαγεί» από το SPD και να συγκυβερνήσει με το FDP, στα άλλα δύο κρατίδια, όπου η Δεξιά ηττήθηκε κατά κράτος, οι συζητήσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης αναμένεται να κρατήσουν μέχρι και τις εθνικές εκλογές. Οι Πράσινοι παίζουν το ρόλο του ρυθμιστή. Συνομιλούν και με τους δύο «πόλους», καθώς αποφεύγουν συστηματικά να διαλέξουν «στρατόπεδο» ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά. Τόσο μια «κόκκινη-κόκκινη-πράσινη» συμμαχία (SPD, Αριστερό Κόμμα, Πράσινοι) όσο και ο λεγόμενος συνδυασμός «Τζαμάικα» (Μαύρη-Κίτρινη-Πράσινη συμμαχία με το CDU, το FDP και τους Πράσινους), που ήδη ισχύει στο Αμβούργο, είναι πιθανή. Το CDU υπενθυμίζει στους Πράσινους ότι είναι αστικό κόμμα και έχει ξεκινήσει μια υστερική εκστρατεία ενάντια στην «κόκκινη απειλή», έχοντας στο μυαλό του τις εθνικές εκλογές, όπου η κεντροδεξιά συμμαχία CDU-FDP πλέον δε δείχνει να έχει σίγουρη τη νίκη. Δεύτερη επιλογή του είναι ένας νέος «μεγάλος συνασπισμός» με το SPD.
Η ηγεσία των σοσιαλδημοκρατών έχει δηλώσει πως οι τοπικές συνεργασίες με το Αριστερό Κόμμα θα αποφασιστούν από τις τοπικές του οργανώσεις. Όμως σε πανεθνικό επίπεδο έχει αποκλείσει κάθε συνεργασία και στόχος είναι η συμμετοχή του SPD σε έναν νέο «μεγάλο συνασπισμό» ή στην καλύτερη (και εξωπραγματική) περίπτωση μια κυβέρνηση με το FDP και τους Πράσινους, κάτι που πιθανά να επιδεινώσει την παρατεταμένη κρίση του.


Το Αριστερό Κόμμα έχει δηλώσει πρόθυμο να συγκυβερνήσει σε τοπικό επίπεδο με το SPD (ο Λόταρ Μπίσκι δήλωσε για τους στόχους του κόμματος στις εκλογές: «Θέλουμε να κυβερνήσουμε»), κάτι που ήδη κάνει στο Βερολίνο. Όμως η συγκυβέρνηση στο Βερολίνο προκάλεσε τεράστια διαμάχη ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερή πτέρυγα του κόμματος (που έφτασε μέχρι το αυτόνομο κατέβασμα αγωνιστών της επαναστατικής Αριστεράς που συμμετέχει στο Die Linke στις τοπικές εκλογές) και το ενδεχόμενο νέων «κοκκινο-κόκκινων» κυβερνήσεων σε άλλα κρατίδια και, με τις εθνικές εκλογές να πλησιάζουν, μπορεί να προκαλέσει νέες εντάσεις μέσα στο κόμμα της Αριστεράς.