Η πολιτική προσέγγισης με το Ισραήλ εντάσσεται βέβαια στο πλαίσιο του ανταγωνισμού του ελληνικού καπιταλισμού με τον τουρκικό. Οι εγκέφαλοι της εξωτερικής πολιτικής της Αθήνας σκέφτηκαν ότι, αφού ο Ερντογάν έγινε «κακό παιδί» για τις ΗΠΑ, είναι καιρός να πλασαριστεί η Ελλάδα ως ο καλός πράκτορας των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων στην περιοχή. Τα «Νέα» έγραψαν χαρακτηριστικά στις 17/8: «Δεν είναι λίγοι όσοι εκτιμούν ότι η συμπόρευση της Ελλάδας με το Ισραήλ θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν φιλοδυτικό άξονα στην περιοχή, σε μια στιγμή μάλιστα που οι ΗΠΑ αμφισβητούν όχι μόνο τις προθέσεις της Τουρκίας, αλλά και -σύμφωνα με δημοσίευμα των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς»- την προμήθεια αμερικανικών οπλικών συστημάτων στη γειτονική χώρα λόγω της στάσης της απέναντι στο Ισραήλ και το Ιράν».
Η αιτία της ρήξης στις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ ήταν βέβαια η αντιπαράθεση Άγκυρας-Ισραήλ, αλλά επίσης και άλλες δύο πολύ σοβαρές εξελίξεις: α) η άρνηση της Άγκυρας να παραχωρήσει το έδαφός της για τον πόλεμο στο Ιράκ και β) το γεγονός ότι η Άγκυρα αψηφά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και κάνει ανοίγματα στη χώρα του «διαβόλου», το Ιράν, με το οποίο μάλιστα συνήψε πρόσφατα συμφωνία σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Εθνικισμός
Θα ήταν κωμικό, αν δεν ήταν δραματικό, το γεγονός ότι κατά την επίσκεψη Νετανιάχου ο Παπανδρέου κουνούσε το δάχτυλο προς την Άγκυρα λέγοντας πως «η Τουρκία οφείλει να κατανοήσει ότι πρέπει να παίξει ένα ρόλο που να σέβεται την περιοχή, τους λαούς της περιοχής, ώστε να μπορούμε να εμπεδώσουμε σχέσεις ειρήνης και συνεργασίας […] Πρέπει να έχουμε καλές γειτονικές σχέσεις βασισμένες σε αρχές του διεθνούς δικαίου, αλλά και των ευρωπαϊκών κεκτημένων, σεβασμό των συνόρων, των ανθρωπίνων και θρησκευτικών δικαιωμάτων». Αντί να τα απευθύνει όλα αυτά στον Νετανιάχου που στεκόταν δίπλα του, χρησιμοποίησε το εθνικιστικό χαρτί και έστειλε «το μήνυμα» στην Άγκυρα. Για τον Νετανιάχου, ο Παπανδρέου είχε μόνο θετικά να πει ακόμη και για τα εγκλήματά του: «Η άμεση και άνευ προϋποθέσεων απελευθέρωση των ελληνικών πλοίων που συμμετείχαν στο στολίσκο της 31ης Μαΐου είναι μια πολύ θετική εξέλιξη», υπογράμμισε ο Έλληνας πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι «τα βήματα που έχει κάνει η ισραηλινή κυβέρνηση στην κατεύθυνση κυκλοφορίας αγαθών στην Λωρίδα της Γάζας είναι θετικά και αναμένεται να συμβάλλουν στην ανακούφιση του παλαιστινιακού λαού». Καλύτερη άφεση αμαρτιών δεν μπορούσε να υπάρξει. Γι’ αυτό ο σιωνιστής ηγέτης δεν μπορούσε παρά να σχολιάσει: «Συμφωνώ απολύτως με κάθε λέξη που είπε ο κ. Παπανδρέου».
Η Άγκυρα
Κι όμως την ίδια στιγμή η κυβέρνηση της Τουρκίας επέτρεψε να τελεστεί λειτουργία στην Παναγία Σουμελά στον Πόντο έπειτα από 88 χρόνια. Ταυτόχρονα πρότεινε αμοιβαίο περιορισμό των εξοπλισμών και αφοπλισμό των αεροσκαφών στο Αιγαίο, ενώ, λίγο αργότερα, ανέφερε ότι εγκαταλείπει την πάγια στρατηγική του casus belli για τα 12 μίλια (οι προηγούμενες τουρκικές κυβερνήσεις θεωρούσαν ιδιαίτερη απειλή την προοπτική επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια –κάτι τέτοιο θα απέκλειε την Τουρκία από τη θάλασσα στο Ν. Αιγαίο– και απειλούσαν ότι μια τέτοια κίνηση θα ήταν αιτία πολέμου).
Τα φιλειρηνικά ανοίγματα της Άγκυρας έχουν να κάνουν φυσικά με την εξυπηρέτηση των τουρκικών στρατηγικών στόχων που έχουν αλλάξει σημαντικά, όπως έχουμε αναλύσει και παλιότερα σε αυτή την εφημερίδα. Όμως μια αληθινά σοσιαλιστική (και συνεπώς φιλειρηνική) ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να αδράξει την ευκαιρία και να προχωρήσει σε περαιτέρω κινήσεις μείωσης των εξοπλισμών που θα εξοικονομούσαν πολλά δισ. για τον ελληνικό λαό που αυτή τη στιγμή ματώνει. Ο Παπανδρέου έκανε ακριβώς το ανάποδο. Από τη μια, συνέχισε τις πολεμικές παραγγελίες. Και από την άλλη, θέτοντας τις υπηρεσίες του στη διάθεση των ΗΠΑ που θέλουν να ενταθούν οι πιέσεις προς την Άγκυρα, κάλεσε τον Νετανιάχου στην Αθήνα, σε μια καθαρά ψυχροπολεμική κίνηση προς την Τουρκία.
Παρά την πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα και τα οικονομικά νταραβέρια, η έλλειψη διάθεσης για κινήσεις καλής θέλησης εκ μέρους της Αθήνας είναι εμφανής και σε άλλα μέτωπα. Ενώ όλοι συγκινήθηκαν με την τέλεση της λειτουργίας στην Παναγία Σουμελά στην Τραπεζούντα, η ελληνική κυβέρνηση λέει ότι δεν συνδέει αυτό το θέμα με τη δημιουργία τεμένους στην Αθήνα. Πράγματι οι εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνοι που ζουν στην Αθήνα δεν έχουν ούτε ένα τέμενος αλλά ούτε και νεκροταφείο. Αυτή η κατάσταση είναι μοναδική σε όλη την Ευρώπη: Σύμφωνα με επερώτηση του –τότε– βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Π. Κοροβέση, «στη Σουηδία λειτουργούν πέντε τζαμιά, 150 χώροι προσευχής και δέκα μουσουλμανικά νεκροταφεία, στη Γαλλία υπάρχουν 2.000 χώροι προσευχής και 12 τζαμιά, ενώ τα κοιμητήρια (εκτός ενός αμιγώς μουσουλμανικού που ιδρύθηκε το 1930) υποχρεώνονται να διαθέτουν χώρους για την ταφή των μουσουλμάνων, στο Όσλο της Νορβηγίας το τέμενος δημιουργήθηκε το 1980, στην Πολωνία (Γκντανσκ) το 1989, στη Ρωσία (Μόσχα) το 1912, στη Σκοτία (Γλασκόβη) το 1983, στην Πορτογαλία (Λισαβόνα) το 1988, στη Μάλτα το 1978, στην Ιρλανδία (Δουβλίνο) το 1978, ενώ στην Αγγλία υπάρχει το μεγαλύτερο μουσουλμανικό νεκροταφείο της Ευρώπης αλλά και πολλά τζαμιά».
Η στάση της Αριστεράς
Η κριτική της ελληνικής Αριστεράς απέναντι στην εξωτερική πολιτική Παπανδρέου υπήρξε και πάλι θολή με αφορμή την επίσκεψη Νετανιάχου. Από τη μια εμφανίστηκαν απόψεις, όπως αυτές που διατύπωσε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΝ Πάνος Σκουρλέτης όταν δήλωσε πως ο «όλος κυβερνητικός σχεδιασμός αποδυναμώνει διπλωματικά τη χώρα μας έναντι του αραβικού κόσμου». Είναι αστείο να υποστηρίζει η Αριστερά ότι οι Έλληνες καπιταλιστές δεν ξέρουν προς τα πού γέρνουν τα συμφέροντά τους. Οι διεφθαρμένοι μονάρχες των αραβικών χωρών δεν νοιάζονται για τους Παλαιστίνιους (στην πραγματικότητα θα ήθελαν πολύ να απαλλαγούν από αυτούς) και η ρητορική τους εναντίον του Ισραήλ έχει μόνον να κάνει με την προσπάθειά τους να καλμάρουν τους πληθυσμούς τους και να επιβιώσουν ως καθεστώτα. Όσον αφορά το Ιράν, θα προτιμούσαν επίσης να υπάρξει μια επιτυχής ισραηλινή επιδρομή, αφού η σιιτική Τεχεράνη είναι επίσης πηγή αστάθειας για τις αιματοβαμμένες δικτατορίες τους. Έτσι ο Παπανδρέου δεν είχε πρόβλημα να συναντηθεί με την υποταγμένη στη Δύση ηγεσία των Παλαιστινίων στη Δ. Όχθη, αλλά και να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον «πρόεδρο» της Αιγύπτου Χ. Μουμπάρακ, τον «πρόεδρο» της Παλαιστινιακής Αρχής Μ. Αμπάς και με το γενικό γραμματέα του Αραβικού Συνδέσμου Αμρ Μούσα, ενόψει της επίσκεψης Νετανιάχου.
Ένα άλλο κομμάτι της Αριστεράς, έχει την τάση να γυρίζει πάντα στα εθνικιστικά μονοπάτια, παρά τις ραγδαίες και πασιφανείς εξελίξεις. Κριτικάροντας την επίσκεψη Νετανιάχου η Α. Παπαρήγα σωστά διαπίστωσε ότι ο Παπανδρέου επιθυμεί να υπηρετήσει τα σχέδια των ΗΠΑ στην πολιτική τους έναντι της Τουρκίας. Όμως αμέσως υπενθύμισε ότι η Αθήνα έχει ήδη εκχωρήσει αρμοδιότητες άμυνας και ασφάλειας στην Τουρκία. Δυστυχώς ο εθνικιστικός αντιτουρκισμός με πρόφαση τον αντιιμπεριαλισμό, είναι ένα κατάλοιπο της ελληνικής Αριστεράς από προηγούμενες περιόδους. Αν ήταν τότε λάθος γιατί έκοβε τις διεθνιστικές γέφυρες με τους Τούρκους εργαζόμενους, σήμερα είναι δύο φορές λάθος, καθώς τις στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ στην περιοχή τις αμφισβητεί η Άγκυρα και όχι η Αθήνα. Αν κάποιος ψάχνει να βρει τον συνεργάτη των ιμπεριαλιστών στην περιοχή, καλύτερα θα πρέπει να κοιτάξει προς την Ελλάδα του Παπανδρέου κι όχι στην Τουρκία του Ερντογάν.
Και σίγουρα η επίσκεψη Νετανιάχου δεν απέδειξε ότι οι Έλληνες καπιταλιστές είναι δευτεροκλασάτοι στην περιοχή, όπως ισχυρίστηκε η Αλ. Παπαρήγα. Απέδειξε το πόσο αδίστακτοι είναι. Το ίδιο αδίστακτοι που είναι και στο εσωτερικό της Ελλάδας. Αν είναι σαφές ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι επικίνδυνη για τον ελληνικό λαό, η συμμετοχή της στις ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις την καθιστά εξίσου επικίνδυνη για άλλους λαούς, από την Παλαιστίνη έως το Ιράν.