Μπροστά στην 1η Πανελλαδική Σύσκεψη
Για ισχυρη ριζοσπαστικη αριστερα - για την ανατροπη του νεοφιλελευθερισμου
Η 1η Πανελλαδική Σύσκεψη (Π.Σ.) του ΣΥΡΙΖΑ στις 14, 15 και 16 Μάρτη στην Αθήνα, στο ΣΕΦ, συγκαλείται σε μια καλή στιγμή, σε μια συγκυρία που όλοι αναγνωρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί τη θετική έκπληξη των πολιτικών εξελίξεων. Το πιο σημαντικό είναι ότι στον κόσμο των «από κάτω» έχει εμπνεύσει την ελπίδα -για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια- ότι είναι εφικτό ένα γενικό πολιτικό ξέσπασμα που θα θέτει σε αμφισβήτηση τη σταθερότητα του πολιτικού σκηνικού που ονομάστηκε «δικομματισμός», ένα αριστερό ξέσπασμα που θα θέτει σε αμφισβήτηση την υποταγή ή τη συναίνεση στη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα που υπαγορεύουν οι δυνάμεις του κεφαλαίου.
Π ολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι το ανοδικό ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται
κυρίως στην κρίση του ΠΑΣΟΚ (π.χ., Κ. Λαλιώτης: «η άνοιξη του ΣΥΡΙΖΑ θα
συνεχίζεται όσο συνεχίζει το φθινόπωρο του ΠΑΣΟΚ»). Πράγματι, εκλογικά
η ραγδαία άνοδος των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ βασίζεται στη μετατόπιση προς
τα αριστερά χιλιάδων και χιλιάδων απογοητευμένων ανθρώπων από τη βάση
της σοσιαλδημοκρατίας. Όμως για να κατορθώσει ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει πόλος
συσπείρωσης αυτών των ελπίδων χρειάστηκαν δύο βασικά στοιχεία: α) να
συγκεντρωθεί στον ΣΥΡΙΖΑ ένα κρίσιμο δυναμικό της Αριστεράς και των
κινημάτων αντίστασης με βάση το αίτημα για ενότητα στη δράση και β) να
συγκροτηθεί μια φυσιογνωμία ριζοσπαστικής Αριστεράς, να ανατραπούν
πολιτικές, ανακλαστικά και συνήθειες που για χρόνια κρατούσαν τον
Συνασπισμό προσκολλημένο στην περιφέρεια του ΠΑΣΟΚ και, κατά συνέπεια,
στο όριο μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας του 3%.
Το ανοδικό ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται, λοιπόν, στην ανταπόκριση του
κόσμου στο συνδυασμό της ενωτικής τακτικής με τη ριζοσπαστική αριστερή
στροφή στο περιεχόμενο της πολιτικής. Αυτά κατακτήθηκαν σε μια μακρά
διαδικασία και σε πολλαπλά επίπεδα (κοινή δράση στο
αντιπαγκοσμιοποιητικό και στο αντιπολεμικό κίνημα, συγκρότηση του
Φόρουμ, Χώρος Διαλόγου, ΣΥΡΙΖΑ 2004, αντιμετώπιση της Ν.Δ. του
Καραμανλή, κίνημα για το άρθρο 16, επανασυγκρότηση ΣΥΡΙΖΑ 2007 κ.λπ.).
Σε αυτή τη διαδικασία η ΔΕΑ πήρε τις ευθύνες της: είτε με δύσκολες
αποφάσεις συμμετοχής, όταν τα «στοιχήματα» ήταν ακόμα αμφιλεγόμενα,
είτε με αποφάσεις αποστασιοποίησης, όταν η αριστερόστροφη πολιτική
ετίθετο σε αμφισβήτηση. Σε ό,τι μας αφορά, έτσι θα συνεχίσουμε. Γιατί
θεωρούμε ότι η επιβεβαίωση των ελπίδων του κόσμου από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι
μια ανοιχτή πολιτική μάχη.
Ο Αλ. Αλαβάνος έχει δηλώσει ότι οι επιτυχίες μας είναι «υπό δοκιμή». Τη
δήλωση αυτή οφείλουμε να την πάρουμε τοις μετρητοίς. Γιατί η οργανωμένη
σχέση μας με τον κόσμο των αντιστάσεων είναι ακόμα πολύ αδύναμη. Γιατί
επίσης ο ΣΥΡΙΖΑ –πέρα από τις εκλογικές επιτυχίες και τη διαρκή άνοδο
στις δημοσκοπήσεις– δεν έχει κατορθώσει ακόμα να οδηγήσει το κίνημα (με
μοναδική εξαίρεση εμμέσως στο άρθρο 16) σε κάποια χειροπιαστή νίκη, σε
κατακτήσεις που να «αλλάζουν την υπάρχουσα κατάσταση των πραγμάτων».
Αυτά σημαίνουν ότι το ανοδικό ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμα εύθραστο και
αβέβαιο.
Οφείλουμε να επαναβεβαιώσουμε την ενωτική τακτική, επιμένοντας στο
κάλεσμα για συνεργασία προς όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς, αλλά
–κυρίως– επεξεργαζόμενοι την τακτική και τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ με
στόχο την ένταξη του κόσμου από τα κάτω που έχει διάθεση να αντισταθεί
στο νεοφιλελευθερισμό. Οφείλουμε επίσης να επαναβεβαιώσουμε τη
ριζοσπαστική στροφή στην πολιτική μας μέσα στις νέες συνθήκες κρίσης
του «δικομματισμού». Αποτυχία ή στασιμότητα σε αυτό το ζήτημα θα
μπορούσε να βάλει σε γρήγορη αντιστροφή το ανοδικό ρεύμα. Αυτά είναι,
κατά τη γνώμη μας, τα κεντρικά ερωτήματα που πρέπει να απασχολήσουν την
Π.Σ.
Κυβερνητισμός
ή αντιπολίτευση;
Στις συνθήκες της πολιτικής κρίσης που δημιουργεί η γρήγορη και
ταυτόχρονη φθορά της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, τίθεται το ερώτημα των
κεντρικών πολιτικών στόχων που θα υιοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Στον Συνασπισμό
άνοιξε η συζήτηση για την «εναλλακτική λύση». Ο Αλ. Αλαβάνος πρότεινε
την προοπτική μιας κυβέρνησης «με κορμό τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής
Αριστεράς, με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ».
Οι κίνδυνοι της πρότασης αυτής είναι προφανείς. Στην υπάρχουσα πολιτική
συγκυρία η μοναδική ρεαλιστική οδός μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και μιας
«κυβερνητικής εναλλακτικής λύσης» είναι η τακτική της κεντροαριστεράς:
η διαμόρφωση προγραμματικής συμφωνίας και η πολιτική συνεργασία με το
ΠΑΣΟΚ. Η τακτική αυτή θα υποβάθμιζε την πολιτική εμπειρία των
ευρωπαϊκών κεντροαριστερών κυβερνήσεων, θα ήταν εκτός της πολιτικής
συμφωνίας του ΣΥΡΙΖΑ (Διακήρυξη του 2004 και του 2007), θα ήταν επίσης
σε αντίθεση με τις αποφάσεις του 4ου Συνεδρίου του ΣΥΝ. Ασφαλώς, ο Αλ.
Αλαβάνος (αλλά και πιο ρητά η πολιτική απόφαση του 5ου συνεδρίου του
ΣΥΝ) διευκρίνισαν ότι η πρόταση για «κυβερνητική λύση» δεν αφορά στροφή
στην κεντροαριστερά, δεν οδηγεί σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ. Όμως ακόμα
και μια «αυτόνομη» πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς τη διεκδίκηση κυβερνητικής
λύσης ενέχει ακριβώς τους ίδιους κινδύνους με τη στροφή στην
κεντροαριστερά. Χωρίς την προϋπόθεση της ανατροπής των καπιταλιστών
–που κατέχουν την πραγματική εξουσία–, η διεκδίκηση της κυβερνητικής
εξουσίας από την Αριστερά είναι εφικτή μόνο μέσα από τη
σοσιαλδημοκρατικοποίησή της. Έχουμε ήδη ξεκαθαρίσει ότι δε μας καλύπτει
το μοντέλο Πρόντι, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ότι δε μας εμπνέει ούτε
το μοντέλο Χριστόφια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δυνάμωσε όταν σήκωσε (με σημαντικό ρόλο του Αλ. Αλαβάνου) φωνή
αντιπολίτευσης. Αυτό ήταν και παραμένει το βασικό πεδίο συγκρότησης:
κοινωνική και πολιτική αντιπολίτευση με στόχο την ανατροπή του
νεοφιλελευθερισμού. Σκληραίνονας την αντιπολιτευτική τακτική της, η
Αριστερά –μαζί με τον κόσμο, τις ανάγκες και τους αγώνες του– οφείλει
να γενικεύσει την κριτική προς το σύστημα συνολικά.
Η συζήτηση για την «εναλλακτική λύση» στο επίπεδο της εξουσίας είναι
καλοδεχούμενη. Όμως, στις συνθήκες του υπερώριμου διεθνοποιημένου
καπιταλισμού, η Αριστερά, για να μείνει πιστή στις ανάγκες της μεγάλης
πλειοψηφίας των εργαζομένων και της νεολαίας, έχει μία μόνο εναλλακτική
λύση: τη διεκδίκηση του σοσιαλισμού, της δημοκρατικά οργανωμένης
εξουσίας των εργαζομένων, που αλλάζουν τον κόσμο με κριτήριο τις
ανάγκες και όχι τα κέρδη. Τα ιδεολογικά, ιστορικά και πολιτικά ζητήματα
που ανοίγει αυτός ο προσανατολισμός ασφαλώς και θα πρέπει να συζητηθούν
πλατιά και ανοιχτά στις διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως, στο επίπεδο της άμεσης πολιτικής, οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν
να παραμείνουν συγκεντρωμένες στο καθήκον από το οποίο απέχουμε ακόμα
κατά πολύ: την ανάπτυξη μιας σκληρής κοινωνικής και πολιτικής
αντιπολίτευσης με στόχο την ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού, με στόχο
νίκες για τον κόσμο μας στα μέτωπα του εισοδήματος, των εργασιακών
σχέσεων, των κοινωνικών δικαιωμάτων, των ιδιωτικοποιήσεων κ.λπ. Αυτή
είναι η πολιτική που «αλλάζει το τοπίο» με ουσιαστικό, σταθερό και
αποδοτικό τρόπο.
Πρόγραμμα
Άμεσα συνδεδεμένη με το ζήτημα της πολιτικής κατεύθυνσης είναι η
συζήτηση για το πρόγραμμα. Η συζήτηση που ήδη γίνεται στις τοπικές
συνελεύσεις και θα πρέπει να κλιμακωθεί μέσα από τις διαδικασίες της
Π.Σ.
Ασφαλώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί ακόμα να εκπονήσει ένα πρόγραμμα με την
αυστηρή και ουσιαστική έννοια του όρου. Αυτό θα προϋπέθετε μια
μεγαλύτερη από τη σημερινή ενοποίηση της δράσης μας στους χώρους της
εργασίας, της εκπαίδευσης και στις συνοικίες. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει και
μπορούν να γίνουν βήματα. Στη διαδικασία της Π.Σ. πρέπει να
ξεκαθαρίσουν κάποιες βασικές επιλογές.
α) Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να
ταυτιστεί σε μεγαλύτερο βαθμό με τα άμεσα αιτήματα του κόσμου που
εκφράζονται στις απεργίες και στις διαδηλώσεις. Για παράδειγμα, το
αίτημα για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις, μαζί
με το αίτημα για έλεγχο στις τιμές, θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση
μιας καμπάνιας και μιας απάντησης της Αριστεράς στα ζητήματα της
ακρίβειας και της μεταφοράς εισοδήματος από τους φτωχούς στους
πλούσιους. Ανάλογα «κέντρα» μπορούν εύκολα να διαπιστωθούν στα ζητήματα
των φόρων, των κοινωνικών δαπανών, των εργασιακών σχέσεων, των
ιδιωτικοποιήσεων κ.λπ.
β) Είναι σαφές ότι ο κόσμος μας χρειάζεται και διεκδικεί
μεταρρυθμίσεις. Όμως, στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού διεκδίκηση
μεταρρυθμίσεων σημαίνει πάλη για την επιβολή βασικών αιτημάτων των
εργαζομένων και της ν εολαίας στους καπιταλιστές και στις κυβερνήσεις,
που αρνούνται ακόμα και να συζητήσουν κάθε μέτρο στοιχειώδους
κοινωνικής ευαισθησίας. Με αυτή την έννοια, διεκδίκηση μεταρρυθμίσεων
δε σημαίνει εκπόνηση κάποιων «γενικών σχεδίων» που υπόσχονται ότι τάχα
θα ικανοποιήσουν και τις ανάγκες των καπιταλιστών και τα αιτήματα των
εργατών. Τέτοια «σχέδια» είναι ανέφικτα και ουτοπικά, αλλά είναι επίσης
αποπροσανατολιστικά και δεξιόστροφα. Ένα τέτοιο ζήτημα αντιμετωπίστηκε
στο Ασφαλιστικό (συζήτηση για το περιβόητο «κουμπαρά») και είναι σαφές
ότι ανάλογα προβλήματα υποβόσκουν στη συζήτηση για τα ΑΕΙ, τις
ιδιωτικοποιήσεις, την αντιμετώπιση της «φλεξικιούριτι» κ.λπ.
Η ΔΕΑ θα υποστηρίξει τόσο στην Π.Σ. όσο και στις τοπικές συνελεύσεις
κάθε πρόταση για καμπάνιες ή προγραμματικά «ξεκαθαρίσματα» που θα
φέρνουν τον ΣΥΡΙΖΑ πιο κοντά στα άμεσα αιτήματα των εργαζομένων, της
νεολαίας, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Λειτουργία
Κατανοώντας τον ΣΥΡΙΖΑ ως όργανο πολιτικής μάχης, είναι σαφές ότι δε
συμφωνούμε με όποια τάση υποβάθμισης της λειτουργίας του στην
κατεύθυνση ενός χαλαρού εκλογικού σχήματος. Ενάντια σε τέτοιες τάσεις
εκδηλώνεται σήμερα η ευαισθησία ενός πλατύτερου κόσμου της Αριστεράς
–κυρίως ανένταχτου δυναμικού– που θα πρέπει να γίνει σεβαστή στις
αποφάσεις.
Γνώμη μας είναι ότι ο κρίσιμος «κρίκος» είναι η συγκρότηση των Τοπικών
Επιτροπών, που θα πρέπει να αποκτήσουν μόνιμη δραστηριότητα (τοπική και
κεντρική), να αποκτήσουν διαδικασίες συζήτησης και τρόπους παρέμβασης.
Η ενοποίηση των δυνάμεων σε αυτό το επίπεδο είναι εφικτή και θα πρέπει
να προχωρήσει με βασικό κριτήριο την αξιοποίηση και την ανάδειξη του
δυναμικού του ανένταχτου κόσμου. Σε αυτή την ανάγκη οφείλει να
λογοδοτεί η συγκρότηση της νέας Συντονιστικής Γραμματείας, που θα
πρέπει να πάρει πανελλαδικά χαρακτηριστικά, αλλά και μέτρα όπως η
συμφωνία για τις τακτές πανελλαδικές διαδικασίες ή η έκδοση ενός
περιοδικού που θα συστηματοποιεί το διάλογο του κόσμου που
συσπειρώνεται στον ΣΥΡΙΖΑ.
Διαφωνούμε με τη θεσμοθέτηση της «έννοιας του μέλους του ΣΥΡΙΖΑ» που
προτείνεται από κάποιους συντρόφους (βλ. αντίστοιχο κείμενο υπογραφών).
Η έννοια αυτή δεν είναι εφικτό να περιγραφεί συγκεκριμένα σήμερα, δεν
είναι δυνατό να απαντήσει προωθητικά (και όχι δημαγωγικά) στα ζητήματα
των «υποχρεώσεων-δικαιωμάτων», δηλαδή σε κρίσιμες επιλογές καταστατικού
χαρακτήρα. Η προβληματική αυτή καταφανώς συνδέεται με μια θολή τάση
μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, στο πλαίσιο των αναζητήσεων της
«ανασύνθεσης της Αριστεράς». Η προβληματική αυτή είναι λανθασμένη.
Υποβαθμίζοντας τα στοιχεία των στρατηγικών και ιδεολογικών διαφορών,
υποστηρίζει «ενοποιήσεις» που οδηγούν, αντί σε ανασύνθεση, σε
αποσύνθεση.
Αντιμετωπίζουμε τον ΣΥΡΙΖΑ ως μια μορφή πολιτικού ενιαίου μετώπου για
την ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού. Σε αυτό το πλαίσιο η αυτονομία και
η ελευθερία δημόσιας διαφοροποίησης των οργανωμένων συνιστωσών είναι
αδιαπραγμάτευτη. Οι οργανώσεις που δρουν στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ δεν
είναι «πρόβλημα», είναι πλούτος και δύναμη, και αυτό έχει κατ’
επανάληψη αποδειχτεί στη μέχρι σήμερα διαδρομή. Μια γενική
«αντιοργανωτική» φιλολογία δεν απαντά σε κανένα πραγματικό ζήτημα και
αντιμετωπίζει δημαγωγικά τα υπαρκτά προβλήματα στις αναγκαίες πολιτικές
επιλογές και στην ανάπτυξη της δράσης μας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λειτούργησε μέχρι σήμερα και πρέπει να παραμείνει ως μια μορφή
ενιαίου μετώπου με ειδικά χαρακτηριστικά. Τα ειδικά χαρακτηριστικά
αφορούν κυρίως την ανάδειξη και την αξιοποίηση του ανένταχτου κόσμου,
που πρέπει να αποτελέσουν κεντρικό σημείο της προσοχής μας. Η 1η Π.Σ.
μπορεί και πρέπει να γίνει σταθμός για την παραπέρα ανάπτυξη του
ΣΥΡΙΖΑ. Για μια πραγματικά ισχυρή ριζοσπαστική Αριστερά που θα
λειτουργεί ως στήριγμα των αγώνων. Για την ανατροπή του
νεοφιλελευθεριμού.
03/03/2008
Η Κ.Ε. της ΔΕΑ