Αντιπολίτευση;
Ο κόσμος από τα κάτω!
Ο Καραμανλής αντιμέτωπος με τη λαϊκή οργή, χωρίς διαμεσολαβήσεις
Καθόλου τυχαία, η διαδικασία έγκρισης της «νέας» Ευρωσυνθήκης στη Βουλή, συνδυάστηκε με την αποπομπή του Σημίτη από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Ο αρχιερέας του «εκσυγχρονισμού» και της ΟΝΕ αισθάνθηκε την ανάγκη να υπερασπίσει τη νέα εκδοχή του Ευρωσυντάγματος και να συστήσει -ο πολύπειρος- την αποφυγή δημοψηφίσματος, προειδοποιώντας το πολιτικό σύστημα για τους κινδύνους που -όπως απέδειξε η Ιρλανδία- επιφυλάσσει ακόμα και η στοιχειώδης δυνατότητα του κόσμου να εκφράζει άποψη.
Ο Σημίτης δεν είχε και δεν έχει αυταπάτες. Γνωρίζει ότι χθες στην ΟΝΕ και στην έγκριση της συνθήκης του Μάαστριχτ, σήμερα στην έγκριση της Ευρωσυνθήκης, δεν παίζονταν και δεν παίζονται «τεχνικά κείμενα» και δευτερεύοντες συμβιβασμοί, αλλά μεγάλες πολιτικές. Γνωρίζει ότι κρίνονταν και κρίνονται η διαρκής λιτότητα, οι ιδιωτικοποιήσεις, η ελαστικότητα, ο ευρωμιλιταρισμός… Και με κυνισμό διαλέγει καθαρά στρατόπεδο: τάσσεται ανοιχτά στο πλευρό των τραπεζιτών και των βιομηχάνων, τοποθετείται ενάντια στους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.
Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να ισχυριστεί ότι με την αποπομπή Σημίτη
το ΠΑΣΟΚ ξεφορτώνεται το πιο απεχθές φορτίο της κυβερνητικής ιστορίας
του, την πιο δεξιά πολιτική φιγούρα που ανέδειξε στα 20 χρόνια που
έμεινε στην εξουσία. Εξάλλου, είναι ενδεικτική η λίστα των ελάχιστων
στελεχών που βρήκαν το κουράγιο -τουλάχιστον δημόσια- να τον
υποστηρίξουν: ο Β. Κοντογιαννόπουλος (υπουργός του Μητσοτάκη επί
δολοφονίας Τεμπονέρα), οι Γ. Παπαντωνίου, Ν. Χριστοδουλάκης και Αλ.
Παπαδόπουλος («τσάροι» της οικονομίας και μουτζαχεντίν του
νεοφιλελευθερισμού), ο Τ. Γιαννίτσης (αρχιτέκτονας του ασφαλιστικού που
«έθαψε» η μεγαλύτερη γενική απεργία της σύγχρονης ιστορίας)… Μεταξύ
τους και ο Ν. Μπίστης, η θλιβερή «μεταγραφή» εξ αριστερών, που η στάση
του προειδοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τους οπαδούς της κεντροαριστεράς
για τους κινδύνους απόλυτου εξευτελισμού (και εκφυλισμού) που ενέχει η
άποψή τους.
Σε αυτό το στοιχείο ποντάρουν επίσης οι δημοσκόποι που εκτιμούν ότι
μακροπρόθεσμα η «εκκαθάριση» των σημιτικών μπορεί να ενισχύσει τον Γ.
Παπανδρέου και τις πιθανότητες του ΠΑΣΟΚ να επανέλθει στην εξουσία. Δεν
είναι, λένε, μόνο η διάλυση ενός «συνομωτικού» αντιηγετικού κέντρου,
αλλά, κυρίως, η ενίσχυση των δυνατοτήτων για μια «αριστερή στροφή» του
κόμματος, που θα επέτρεπε μια επανασύνδεση με τη λαϊκή βάση που το
εγκαταλείπει και μετατοπίζεται προς τα αριστερά και κυρίως προς τον
ΣΥΡΙΖΑ.
Πραγματικότητα
Αυτοί οι ισχυρισμοί δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Πριν
λίγους μήνες ο Γ. Παπανδρέου –με την παρουσία και την ανοχή του Σημίτη-
κήρυξε, τάχα, την «αριστερή στροφή» του ΠΑΣΟΚ. Πριν ο Λαλιώτης προλάβει
να κεντήσει στοιχειωδώς τη «νέα» γραμμή, αποδείχθηκε άνθρακες ο
θησαυρός. Στη σύγκρουση για την ιδιωτικοποίηση των ΑΕΙ, στον ΟΤΕ, στη
γραμμή της ΠΑΣΚΕ για τη συμφωνία ντροπής με τον ΣΕΒ, έγινε καθαρό ότι
δεν υπάρχει κανένα περιθώριο αριστερής μετατόπισης του ΠΑΣΟΚ, ακόμα και
αν αυτό επιθυμεί η πλειοψηφία των μελών της βάσης του. Άλλωστε, στο
ζήτημα της Ευρωσυνθήκης η διαφωνία με τον Σημίτη περιορίστηκε στο
ζήτημα του δημοψηφίσματος, αφού τόσο ο Γ. Παπανδρέου όσο και το σύνολο
της ηγετικής ομάδας έκριναν θετικά και αποδέχθηκαν ο κατάπτυστο
περιεχόμενο του νέου Ευρωσυντάγματος.
Η αλήθεια αυτή ισχύει για όλα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Η
προσχώρησή τους στο νεοφιλελευθερισμό είναι πλέον δεδομένη, οι σχέσεις
τους με τους καπιταλιστές είναι ισχυρότερες (και θεωρούνται από τις
ηγεσίες ως πολυτιμότερες) από τις σχέσεις με τους εργαζόμενους ή τις
πολιτικές ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων.
Με αυτή την έννοια η κρίση που άνοιξε στο ΠΑΣΟΚ θα έχει μέλλον. Η
ηγεσία Παπανδρέου δεν θα ωφεληθεί από την αποπομπή των σημιτικών, καθώς
δεν μπορεί να κινηθεί προς τα αριστερά, ούτε ως μαχητική αντιπολίτευση
στη Ν.Δ., ούτε ως αξιόπιστη εναλλακτική λύση για τον κόσμο προς το
μέλλον. Αντίθετα, θα υποστεί τις συνέπειες των πρωτοβουλιών των
«εκσυγχρονιστών». Στον Τύπο ήδη εμφανίζονται τα σενάρια που μιλούν για
τη δημιουργία ενός νέου «χώρου» (μετά από την αναμενόμενη ήττα των
σοσιαλδημοκρατών στις ευρωεκλογές…) που θα επιχειρεί να διευκολύνει το
«διάλογο» με τη Ν.Δ. και να επεξεργαστεί απαντήσεις συνεργασιών στο
ενδεχόμενο έλλειψης αυτοδυναμίας.
Ένας άλλος ισχυρισμός, που τα ΜΜΕ επαναλαμβάνουν με επιμονή, είναι ότι
η κρίση του ΠΑΣΟΚ ενισχύει τον Καραμανλή. Πρόκειται για μια ακόμα
απολίτικη γενίκευση. Εδώ και καιρό ο κύριος εχθρός της Ν.Δ. δεν είναι
το ΠΑΣΟΚ, αλλά ο θυμός και η οργή του κόσμου. Σε όλες τις
δημοσκοπήσεις, στο ερώτημα «Ποιο από τα δύο κόμματα εξουσίας (Ν.Δ. και
ΠΑΣΟΚ) θεωρείτε καλύτερο για να διαχειριστεί το μέλλον;» η απάντηση που
αυξάνει με καλπάζοντα ρυθμό είναι: «Κανένα!»
Δημοσκοπήσεις
Στις μετρήσεις του φετινού Μαΐου, το άθροισμα της επιρροής Ν.Δ. και
ΠΑΣΟΚ περιορίστηκε στο 61,5%, χάνοντας 5 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε
ένα εξάμηνο και 10 μονάδες μέσα στα τελευταία δύο χρόνια… Αυτές οι
δημοσκοπικές «εικόνες» αντανακλούν την πολιτική εμπειρία των τελευταίων
χρόνων: η Ν.Δ. είχε αντιπολίτευση και μάλιστα σκληρή, αλλά αυτή δεν
ήταν η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, αλλά ο κόσμος με τη δράση του
από τα κάτω.
Το γεγονός ότι η κρίση του ΠΑΣΟΚ περιορίζει τις δυνατότητες
σοσιαλδημοκρατικής «διαμεσολάβησης» της οργής του κόσμου, μπορεί να
κρύβει δυσάρεστες εκπλήξεις στον Καραμανλή, αλλά και στο σύστημα
συνολικότερα. Η πίεση που δημιουργούν η ακρίβεια, η ελαστικότητα, οι
περικοπές κοινωνικών δαπανών, μπορεί να εκφραστεί με τρόπο εκρηκτικό
και με ραγδαίες πολιτικές μετατοπίσεις. Υπό μία προϋπόθεση. Ότι η
Αριστερά θα επιδιώξει να εκφράσει την ανάγκη του κόσμου για αντίσταση
και ανατροπή στο κινηματικό και στο πολιτικό πεδίο. Και αυτό σημαίνει
απόρριψη τόσο του «σεχταριστικού» απομονωτισμού του ΚΚΕ που περιμένει
τις νίκες… αργότερα, όσο και των σειρήνων της κεντροαριστεράς που
τραγουδάνε και πάλι στο εσωτερικό του Συνασπισμού…