Η ελληνική συμμετοχή: Ρεκόρ στο ντόπινγκ, τον εθνικισμό και την υποκρισία

Γ ια την ελληνική κυβέρνηση, το Πεκίνο 2008, ήταν άλλη μια ευκαιρία να αμφισβητήσει το όνομα της γειτονικής μας χώρας και να απαιτήσει (κρυπτόμενη πίσω από τη ΔΟΕ) την απαγόρευση στη Δημοκρατία της Μακεδονίας να χρησιμοποιήσει στην τελετή έναρξης τη συνταγματική της ονομασία. Έτσι, υπενθύμισε την προσήλωσή της στο ολυμπιακό ιδεώδες του εθνικισμού και έδειξε ποιος κάνει κουμάντο στη «γειτονιά» των Βαλκανίων.


Πριν προλάβει όμως να χαρεί για αυτή την «τεράστια επιτυχία» ήρθαν οι απανωτές αποτυχίες στον αθλητικό τομέα και η ανακάλυψη της ντοπαρισμένης, Φανής Χαλκιά, που ήταν «χρυσή» Ολυμπιονίκης της Αθήνας και πρόεδρος των Ελλήνων Ολυμπιονικών – και έπεσαν όλοι απο τα σύννεφα! Υπενθυμίζουμε ότι η Χαλκιά όταν πήρε (από το πουθενά ερχόμενη) το χρυσό μετάλλιο στην Αθήνα 2004, είχε δηλώσει: «Ήθελα να δείξω ότι ο Έλληνας πρέπει να είναι ψηλά. Ότι είναι γεννημένος για πρώτος. Έχουμε μέσα στα κύτταρά μας γραμμένη την ιστορία των προγόνων μας και οφείλομε να νιώθουμε υπερήφανοι… Εμείς είμαστε για την κορυφή» («Ελευθεροτυπία» 26.8.2004). «Εμείς οι Έλληνες είμαστε πρωταθλητές… Όταν υπάρχει ελληνική ψυχή και πίστη στο Θεό, μπορείς να κατακτήσεις την κορυφή του κόσμου» («Ελευθεροτυπία» 27.8.2004).


Στις 17 Αυγούστου, όμως, στον έλεγχο ντόπινγκ της WADA στα κύτταρά της αντί των παραπάνω βρέθηκε η μεθυλτριενολόνη (Μ3)! Η ίδια ουσία που ανιχνεύτηκε στους 11 αρσιβαρίστες, στον κολυμβητή Δρυμωνάκο, και τους δρομείς Γκούση και τον Ρέγα («ομόσταυλο» της Χαλκιά με προπονητή τον Γ. Παναγιωτόπουλο). Έτσι, τα κρούσματα ντόπινγκ της Ελλάδας ενόψει του Πεκίνου ανήλθαν σε 15. Γεγονός, που ανάγκασε ακόμα και την αμαρτωλή ΔΟΕ να ζητήσει ποινικές ευθύνες και τον Ρογκ να μιλάει για «χρυσό στην ντόπα»!


Έπειτα από όλα αυτά, σύσσωμη η αθλητική και πολιτική ηγεσία επιδόθηκε σε ένα ρεσιτάλ υποκρισίας και άρχισε ο αγώνας δρόμου για το ποιος θα τα ρίξει σε ποιον, αρχίζοντας από τους αθλητές και τους προπονητές. Η πολύ σκληρή γλώσσα που χρησιμοποίησε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, Μίνως Κυριακού, δεν πείθει κανέναν. Το ότι θέλει «καθαρά μετάλλια ή τίποτα» προκαλεί το γέλιο. Ο κ. Κυριακού είναι ιδιοκτήτης του ΑΝΤ1, του συλλόγου Πανελληνίου, καταπατητής του Πεδίου του Άρεως και οργανωτής από χρόνια του γκραν πρι Στίβου «Τσικλητήρια». Στο παρελθόν τον έχουν καταγγείλει ότι απαγόρευε τους ελέγχους ντόπινγκ στα «Τσικλητήρια» για να προσελκύσει μεγάλα ονόματα. Την Χαλκιά, της οποίας το όνομα δεν ήθελε να προφέρει, την έχει καλέσει και έχει λάβει μέρος σ’ αυτούς τους αγώνες.


Το μεγαλύτερο όμως σκάνδαλο είναι να παριστάνουν τους αθώους η πολιτική ηγεσία (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) και ο ΣΕΓΑΣ. Το ντόπινγκ δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Ούτε ξεκίνησε με το σκάνδαλο Τζέκου-Κεντέρη-Θάνου το 2004. Οι ευθύνες βαρύνουν την ελληνική Πολιτεία ήδη από τη χούντα. Κορυφώθηκαν όμως τη δεκαετία του ‘90, όταν το όραμα της «ισχυρής Ελλάδας» του Σημίτη αποφασίστηκε να γίνει πράξη και στον αθλητισμό ενόψει και των Ολυμπιακών του 2004. Τότε ξεκίνησε το κυνήγι των μεταλλίων. Το ελληνικό κράτος αθλοθέτησε για το Πεκίνο το υψηλότερο ποσό από κάθε άλλη χώρα (ακόμη και από τις ΗΠΑ) για ενδεχόμενη κατάκτηση χρυσού μεταλλίου: 200.000 ευρώ.


Συμπέρασμα; Τα Ολυμπιακά Ιδεώδη, οι Αγώνες, η ΔΟΕ και όλα αυτά που συνεπάγονται, βλάπτουν σοβαρά την υγεία των εργαζόμενων, των φτωχών, των καταπιεσμένων αυτού του πλανήτη. Γι’ αυτό πρέπει να καταργηθούν και να πεταχτούν στα σκουπίδια. Και η Αριστερά, πρέπει να συμβάλλει σάυτό.

 

Διαβάστε επίσης: Η κληρονομιά των Ολυμπιακών το Πεκίνου