Η σύνδεση μεταξύ ιστορικού υλισμού και φυσικής επιλογής
Του Ian Angus
Mετάφραση: Βασίλης Γιαννούλης
Ο Ian Angus γράφει στο Climate and Capitalism (www.climateandcapitalism.com) και είναι ιδρυτικό μέλος του Διεθνούς Οικοσοσιαλιστικού Δικτύου. Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο International Socialist Review.
Τ ο 2009 είναι μια διπλή επέτειος για τον Κάρολο Δαρβίνο. Στις 12 Φεβρουαρίου έκλεισαν 200 χρόνια από τη γέννησή του και στις 24 Νοεμβρίου θα έχουν περάσει 150 χρόνια από την έκδοση του σημαντικότερου βιβλίου του, ενός βιβλίου που γεννά αντιπαραθέσεις ακόμα και σήμερα. Παρόλο που οι πολιτικές πεποιθήσεις του Δαρβίνου απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν ριζοσπαστικές, οι απόψεις του απέκτησαν κεντρικό ρόλο στη μάχη για την εδραίωση της υλιστικής επιστήμης, σαν τη βάση για την κατανόηση του κόσμου και συνέβαλαν στην εξέλιξη του Μαρξισμού.
«Η βάση από τη σκοπιά μας»
Μόνο 1.250 αντίτυπα τυπώθηκαν στην πρώτη έκδοση του έργου «Η Καταγωγή
των Ειδών» και πουλήθηκαν όλα την ίδια μέρα. Ένας από αυτούς που το
προμηθεύτηκε ήταν ο Ένγκελς, ο οποίος τότε ζούσε στο Μάντσεστερ. Τρείς
βδομάδες αργότερα έγραφε στον Μάρξ:
«Ο Δαρβίνος, τον οποίο διαβάζω αυτή την περίοδο, είναι εντυπωσιακός.
Υπήρχε μια πλευρά της τελεολογίας* που έπρεπε ήδη να έχει καταρριφθεί
και αυτό έγινε τώρα. Ποτέ προηγούμενα δεν είχε γίνει μια τόσο
μεγαλόπνοη προσπάθεια να παρουσιαστεί η ιστορική εξέλιξη στη Φύση και
οπωσδήποτε ποτέ με τόσο καλό αποτέλεσμα».
Όταν ο Μαρξ διάβασε την «Καταγωγή των Ειδών», ένα χρόνο αργότερα, ήταν
τόσο ενθουσιασμένος, που το αποκάλεσε «το βιβλίο που περιέχει τη βάση
της φυσικής ιστορίας από τη σκοπιά μας». Σε ένα του γράμμα προς τον
γερμανό σοσιαλιστή Φερντινάρντ Λασάλ έγραφε:
«Η εργασία του Δαρβίνου είναι πολύ σημαντική και ταιριάζει στις δικές
μου ιδέες με το ότι παρέχει μια βάση στις φυσικές επιστήμες για την
ιστορικότητα της πάλης των τάξεων... Παρ’ όλες τις αστοχίες, είναι εδώ
που για πρώτη φορά η τελεολογία στις φυσικές επιστήμες όχι μόνο δέχτηκε
το χαριστικό της πλήγμα, αλλά και το προφανές της νόημα είναι
εδραιωμένο εμπειρικά».
Το 1862 ο Μάρξ παρακολούθησε τις δημόσιες διαλέξεις για την εξέλιξη,
που έκανε ο υποστηρικτής του Δαρβίνου, Τόμας Χάξλεϊ, και ενθάρρυνε τους
συντρόφους του να πάνε μαζί του. Ο Βίλχελμ Λίμπκνεχτ, φίλος και
σύντροφος που επισκεπτόταν συχνα την οικογένεια του Μαρξ στο Λονδίνο,
έγραφε αργότερα: «Όταν ο Δαρβίνος κατέληξε σε συμπεράσματα από την
ερευνητική του δουλειά και τα δημοσίευσε, δεν μιλούσαμε για τίποτε άλλο
για μήνες παρά για τον Δαρβίνο και την τεράστια σημασία των
επιστημονικών του ανακαλύψεων».
Παρόλο που ο Μάρξ και ο Ένγκελς υπήρξαν κριτικοί σε διάφορα σημεία του
«άτσαλου αγγλικού στιλ επιχειρηματολογίας», που χρησιμοποιούσε,
διατήρησαν βαθιά εκτίμηση για την επιστημονική δουλειά του Δαρβίνου
καθόλη τη διάρκεια της ζωής τους. Στο σημαντικότερο βιβλίο του ο Μαρξ
περιέγραφε την «Καταγωγή των Ειδών» σαν ένα βιβλίο «που άφησε εποχή».
Το 1872 ο Μάρξ έστειλε ένα αντίτυπο του Κεφαλαίου στον Δαρβίνο, με την
υπογραφή: «εκ μέρους του ειλικρινούς θαυμαστή σας, Καρόλου Μαρξ».
Και το 1883, στον επικήδειο του Μαρξ, ο Ένγκελς θα αναφέρει: «Όπως ο
Δαρβίνος ανακάλυψε τους νόμους της ανάπτυξης της φύσης, ετσι και ο Μαρξ
ανακάλυψε το νόμο της ανάπτυξης της ανθρώπινης ιστορίας»
Κλέβοντας τη δόξα του Δαρβίνου;
Ο Κάρολος Δαρβίνος, κάποτε
χαρακτηρισμένος σαν ένας επικίνδυνος άθεος, είναι σήμερα όχι μόνο
αντικείμενο θαυμασμού, αλλά και μέρος μιας βιομηχανίας «δαρβινισμού»
που αποτελείται απο ακαδημαικούς και άλλους, οι οποίοι εκδίδουν μια
ατέλιωτη σειρά απο βιβλία για κάθε τμήμα της ζωής και της δουλειάς του.
Ο Μάρξ και ο Ένγκελς όμως παραμένουν εκτός της οπτικής τους, ώστε να
μην αποτελεί έκπληξη ότι αυτή η βιομηχανία υποστηρίζει οτι στην
πραγματικότητα δεν υπάρχει σύνδεση μεταξύ Δαρβινισμού και Μαρξισμού. Ο
Μαρξ και ο Ένγκελς, συνεχίζει ο ισχυρισμός, προσπάθησαν αβάσιμα να
δέσουν το άρμα τους στο άστρο του Δαρβίνου. Μεταξύ αυτών:
Ο Allan Megill, καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια
στις ΗΠΑ, ισχυρίζεται ότι «ο Μαρξ και ο Ένγκελς υπήρξαν πρόθυμοι να
απευθυνθούν στο Δαρβινισμό για λόγους προπαγάνδας», αλλά κάθε εντύπωση
ότι η δαρβινική εξέλιξη είναι παρόμοια με το Μαρξισμό είναι «εντελώς
λανθασμένη».
Η Naomi Beck, καθηγήτρια κοινωνικών επιστημών στο Σικάγο, ισχυρίζεται
ότι για τον Μαρξ και τον Ενγκελς «η θεωρία του Δαρβίνου λειτουργούσε
μόνο ως πρόσχημα και δεν ήταν στην πραγματικότητα συνδεδεμένη με τις
απόψεις τους». Η σύγκριση που έκανε ο Ένγκελς μεταξύ Μαρξ και Δαρβίνου
ήταν μια ευκαιριακή προσπάθεια να «εδραιωθεί το επιστημονικό κύρος του
Μάρξ σαν ίσοτιμο με εκείνο του Δαρβίνου».
Ο D.A. Stack αναφέρει ότι οι παρατηρήσεις του Ένγκελς στον επικήδειο
του Μαρξ ήταν μέρος μιας «παρωχημένης εκστρατείας προπαγάνδας να κλέψει
τη δόξα του Δαρβινισμού... Ο όρος Δαρβινισμός χρησιμοποιήθηκε σαν
τίτλος τιμής και τίποτε περισσότερο». Ο Ένγκελς απλά υπήρξε «υπερβολικά
ενθουσιώδης απέναντι στον Μαρξισμό, ώστε να του δώσει λίγη από τη δόξα
του Δαρβινισμού».
Είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς τι από όλα αυτά είναι χειρότερο.
Ο κυνισμός σύμφωνα με τον οποίο ο Ένγκελς χρησιμοποίησε την κηδεία του
συντρόφου και φίλου του για μια ζωή, ώστε να κερδίσει αμφίβολα πολιτικά
οφέλη, ή η άγνοια αυτών των συγγραφέων να κατανοήσουν τόσο της
επαναστατικές συνέπειες του Δαρβινισμού, όσο και τη σημασία των φυσικων
επιστήμων στη Μαρξιστική θεωρία;
Οποιοσδήποτε έχει μελετήσει σοβαρά το έργο των Μαρξ, Ένγκελς και
Δαρβίνου μπορεί να αντιληφθεί (ακόμα και αν διαφωνεί μαζί του) ότι ο
Μαρξ υπήρξε εξίσου έντιμος όσο και οξυδερκής, όταν έγραφε ότι η
Καταγωγή των Ειδων «περιέχει τις βάσεις της φυσικής ιστορίας από τη
σκοπία μας». Για να γίνει κατανοητό τι εννοούσε ο Μαρξ, πρέπει πρώτα να
κατανοήσουμε τι έγραφε ο Δαρβίνος και γιατί οι απόψεις του σήμαιναν μια
ριζοσπαστική ρήξη με τις κυρίαρχες ιδέες της εποχής του.
Ένας ασυνήθιστος επαναστάτης
Ο Κάρολος Δαρβίνος υπήρξε το λιγότερο ένας ασυνήθιστος επαναστάτης. Ο
πατέρας του ήταν διάσημος γιατρός και σπουδαίος επιχειρηματίας. Παππούς
του ήταν ο Josiah Wedgwood, ιδρυτής μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες
κατασκευής κεραμεικών στην Ευρώπη. Θα μπορούσε να έχει ζήσει μια ζωή
ξενοιαστη, αλλά αντί γι’ αυτό αφιέρωσε τη ζωή του στην επιστήμη.
Το 1825 ο πατέρας του τον στέλνει στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου για
να σπουδάσει ιατρική, αλλά ο Κάρολος δείχνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για
τη μελέτη της φύσης, ένα αντικείμενο που δεν διδάσκονταν σε κανένα
πανεπιστήμιο στη Μεγάλη Βρετανία. Μετά απο δύο χρόνια παράτησε το
Εδιμβούργο και έκανε αίτηση στο Καίμπριτζ, σκοπεύοντας να γίνει
Αγγλικανός ιερέας. Ένα επάγγελμα με κύρος το οποίο θα του επέτρεπε να
έχει ελεύθερο χρόνο, να συλλέγει έντομα ή να αναζητά απολιθώματα. Αυτό
δεν ήταν τόσο παράξενο, όσο ίσως φαίνεται στις μέρες μας. Εκείνη την
εποχή η μεγάλη πλειοψηφία των φυσιοδιφών στην Αγγλία,
συμπεριλαμβανομένων και των καθηγητών που δίδασκαν επιστήμες στην
Οξφόρδη και το Καίμπριτζ, ήταν Αγγλικανοί ιερείς. Οι άνθρωποι του
κλήρου δεν μελετούσαν τη φύση μόνο απο προσωπικό ενδιαφερον, αλλά και
σαν συμβολή στην κατανόηση του Θεού μέσα από τη μελέτη του έργου Του.
Ο Δαρβίνος φαίνεται να υπήρξε αξιόλογος φοιτητής θεολογίας, αλλά
εκεί που εντυπωσίαζε ήταν στα επιστημονικά μαθήματα. Μετά την
αποφοίτησή του το 1831, ένας από τους καθηγητές του τον πήρε μαζί σε
μια γεωλογική ερευνητική αποστολή στη Βόρεια Ουαλία. Αργότερα ο
καθηγητής του στη Βοτανική τον πρότεινε στον καπετάνιο του Βασιλικού
Ναυτικού Ρόμπερτ Φίτζροϊ, ο οποίος έψαχνε για έναν φυσιοδίφη
προκειμένου να ταξιδέψει μαζί του χωρίς μισθό, σε ένα ερευνητικό ταξίδι
στη Νότια Αμερική και το Νότιο Ειρηνικό.
Και έτσι ξεκίνησε. Στις 27 Δεκέμβρη του 1831, ο 22χρονος Κάρολος
Δαρβίνος επιβιβάστηκε στο βρετανικό ερευνητικό πλοίο Beagle. Σ’ αυτό το
ταξίδι διάρκειας πέντε ετών διεξήγαγε εκτεταμένες και αναλυτικές
γεωλογικές έρευνες, έγραψε χιλιάδες σελίδες επιστημονικών παρατηρήσεων
και συνέλεξε πάνω από 1.500 είδη έμβιας και απολιθωμένης ζωής.
Αίρεση
Όταν άφησε την Αγγλία, ο Δαρβίνος φαίνεται να ήταν πιστός χριστιανός
που συμφωνούσε με «τη συντριπτική πλειοψηφία των φυσιοδιφών, (οι
οποίοι) πίστευαν οτι τα είδη ήταν αναλλοίωτα δημιουργήματα και ότι
είχαν δημιουργηθεί ξεχωριστά από την αρχή». Οι μελετητές της Βίβλου
υποστήριζαν ότι τα είδη ήταν φτιαγμένα κατόπιν θείας εντολής. Μετα από
πέντε χρόνια ερευνών με το Beagle και δύο ακόμα χρόνια μελετών στο
σπίτι του, ο Δαρβίνος κατέληξε σε ένα αιρετικό συμπέρασμα. Τα διάφορα
είδη δεν ήταν αναλλοίωτα. Όλα τα ζώα προέρχονται από κοινούς προγόνους,
τα διαφορετικά είδη προέκυψαν από σταδιακές αλλαγές σε διάρκεια
χιλιάδων χρόνων και ο Θεός δεν είχε σε τίποτα να κάνει με αυτό.
Είναι δύσκολο σήμερα να εκτιμηθεί πόσο σοκαριστική ήταν αυτή η ιδέα για
τα μεσαία και υψηλά στρώματα της κοινωνίας την εποχή του Δαρβίνου. Η
θρησκεία δεν ήταν απλά το «όπιο του λαού», αλλά έδινε στους πλούσιους
την ηθική νομιμοποίηση για τα προνόμιά τους σε έναν κόσμο συνεχών
αλλαγών και αυξανόμενης ανισότητας.
Το μυστήριο των μυστηρίων
Παρ’ όλα αυτά, από τη δεκαετία του 1830 οι μορφωμένοι άνθρωποι,
συμπεριλαμβανομένου του Δαρβίνου, γνώριζαν ότι η ιστορία της
Δημιουργίας σύμφωνα με τις εξαγγελίες του χριστιανισμού δεν είχε
κυριολεκτική σημασία. Η επέκταση του καπιταλισμού τον 17ο αιώνα οδήγησε
σε έκρηξη των εξορύξεων και της κατασκευής μεγάλων καναλιών. Αυτά τα
έργα αποκάλυπταν γεωλογικά στρώματα και αρχαία απολιθώματα, τα οποία
αποδείκνυαν ότι η Γη ειχε ηλικία εκατομμυρίων ετών και όχι μόνο έξι
χιλιάδες χρόνια, όπως επέτρεπε η χρονολόγηση της Βίβλου. Αλλά υπήρχε
επίσης κάτι περισσότερο. Τα απολιθώματα έδειχναν ότι ζωντανοί
οργανισμοί, που σήμερα είναι άγνωστοι, ήταν κάποτε διαδεδομένοι, ενώ τα
σύγχρονα είδη ζώων εμφανίστηκαν σχετικά πρόσφατα και έρχονταν σε
αντίθεση με τον ισχυρισμό ότι ο Θεός δημιούργησε όλα τα είδη μονομιάς.
Την ίδια περίοδο ο ιμπεριαλισμός οδήγησε σε εξερευνήσεις σε όλα τα μήκη
και πλάτη της γης και στην ανακάλυψη μιας πολύ μεγαλύτερης ποικιλίας
φυτών και ζώων από όση κάθε Ευρωπαίος είχε ποτε φανταστεί. Πολύ
περισσότερα από όσα θα μπορούσαν να βρούν καταφύγιο στην Κιβωτό του
Νώε.
Μεχρι τη δεκαετία του 1830, οι επιστήμονες συμφωνούσαν στο ότι υπάρχουν
δύο πιθανές εξηγήσεις γι’ αυτή την πληθώρα των στοιχείων. Ο καθηγητής
του Καίμπριτζ William Whewell, επιστήμονας με μεγάλη επιρροή, συνόψισε
ως εξής τις επιλογές:
«Είτε πρέπει να δεχτούμε την υπόθεση της μεταλλαγής των ειδών και
πρέπει να υποθέσουμε ότι τα είδη μιας γεωλογικής περιόδου μεταλλάχθηκαν
σε άλλα είδη μιας άλλης περιόδου κάτω από την επιδραση μιας σειράς
μακροχρόνιων φυσικών παραγόντων, είτε διαφορετικά θα πρέπει να
πιστέψουμε σε πολλές πράξεις διαδοχικής δημιουργίας και εξαφάνισης των
ειδών, ξένες προς τις γνωστές λειτουργίες της Φύσης και τις οποίες γι’
αυτό το λόγο θα πρέπει να τις αποκαλούμε θαύματα».
Ο Whewell, όπως και οποισδήποτε επιστήμονας της εποχής που σέβεται
τον εαυτό του, δεν είχε αμφιβολία για την απάντηση: ζώα και φυτά μπορεί
να αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο απέναντι σε εξωτερικούς παράγοντες,
αλλά «το απώτατο όριο της διαφοροποίησης μπορεί να επιτευχθεί σε μια
μικρή χρονικά περίοδο. Με λίγα λόγια, τα είδη είναι που υπάρχουν
πραγματικά στη Φύση και η μετάβαση από το ένα στο άλλο δεν υπάρχει».
Αν τα διάφορα είδη δεν μεταβάλλονται με το χρόνο, μόνο θαύμα μπορεί να
εξηγήσει τα εύρηματα των απολιθωμάτων. Αλλά πώς έγινε αυτό απο το Θεό;
Πώς φαινόταν η διαδικασία της θεϊκής δημιουργίας στη Γη; «Η
αντικατάσταση των εξαφανισμένων ειδών από άλλα» ήταν, όπως έγραφε ο
αστρονόμος John Herschell, το «μυστήριο των μυστηρίων».
Ενω κάποιοι επιστήμονες και θεολόγοι επέμεναν ότι ο Θεός παρεμβαίνει ο
ίδιος κάθε φορά που απαιτείται η δημιουργία καινούργιων ειδών, άλλοι
ήταν πεπεισμένοι ότι ο Δημιουργός έφτιαξε το σύμπαν έτσι ώστε
καινούργια είδη να δημιουργούνται μέσω «δευτερογενών αιτίων», δηλαδή με
φυσικό τρόπο όποτε αυτό είναι απαραίτητο.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία να παρατηρήσουμε σήμερα είναι το
γεγονός ότι η φράση «ο Θεός το έκανε» δεν ήταν απλά μια αποδεκτή
απάντηση σε δύσκολα ερωτήματα, αλλά μέρος της κυρίαρχης επιστημονικής
μεθοδολογίας. Ακόμα και οι επιστήμονες, που θεωρούσαν οτι η Φύση
μπορούσε να εξηγηθεί πλήρως με φυσικούς νόμους, πίστευαν ότι ο Θεός
εδραίωσε αυτούς τους νόμους για να διασφαλίσει ότι το δημιούργημά του
θα λειτουργεί συμφωνα με τη θέλησή Του.
Η εξέλιξη πριν τον Δαρβίνο
Ακόμα και το ίδιο το γεγονός ότι η επιστημονική κοινότητα θεωρούσε
απαραίτητο να αρνηθεί κατηγορηματικά τη «μεταλλαγή των ειδών», δείχνει
ότι δεν συμφωνούσαν όλοι στο ότι τα είδη δεν αλλάζουν.
Ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα αποτελεί ο παππούς του Δαρβίνου, Έρασμος
Δαρβίνος, ο οποίος περιέγραφε κάτι σαν την εξέλιξη στο βιβλίο του
«Zoonomia» το 1794. Αυτός που παρουσίασε όμως μια πιο επεξεργασμένη
θεωρία της αλλαγής των ειδών με το πέρασμα του χρόνου ήταν ο Ζαν
Μπαπτίστ Λαμάρκ.
Ο Λαμάρκ ανέλαβε διευθυντής του τμήματος ασπόνδυλων του Εθνικού
Μουσείου Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι, όταν η γαλλική επαναστατική
κυβέρνηση αναδιοργάνωσε τα επιστημονικά ιδρύματα το 1790. Στις αρχές
του 19ου αιώνα, ισχυριζόταν ότι όλα τα ζώα, που ξέρουμε, είναι απόγονοι
λιγότερο σύνθετων οργανισμών.
Σε αντίθεση με τον Δαρβίνο, ο Λαμάρκ δεν είπε ότι υπάρχει κοινός
πρόγονος, αλλά ένα αρκετά σύνθετο μοντέλο σύμφωνα με το οποίο κάθε
είδος οργανισμού ακολουθούσε μια ξεχωριστή εξελικτική διαδικασία. Η
Φύση συνεχώς και ξαφνικά δημιουργεί καινούργιες εξελικτικές γραμμές,
ξεκινώντας από μονοκύτταρους οργανισμούς, οι οποίοι έχουν την τάση να
γίνονται πιο σύνθετοι ή πιο τέλειοι με τον καιρό. Τελικά, και αν αυτή η
πορεία δεν διακοπεί, φτάνουν στην κορυφή της τελειότητας, που είναι ο
ανθρώπινος οργανισμός.
Η αναρρίχηση όμως συχνά διακόπτεται από περιβαλλοντικές αλλαγές,
στις οποίες τα ζώα έπρεπε να αντιδράσουν. Οι καμηλοπαρδάλεις
αναπτύσσουν μακριούς λαιμούς, τεντώνοντάς τους στην προσπάθεια να
φτάσουν ψηλά φύλλα, ενώ τα ψάρια που ζουν σε σπηλιές τυφλώνονται, γιατί
δεν χρησιμοποιούν τα μάτια τους. Αυτές οι αλλαγές μεταβιβάζονται στους
απογόνους τους. Στην εργασία του Λαμάρκ αυτή ήταν μια δευτερεύουσα
διαδικασία, αλλά ο όρος «Λαμαρκισμός» από τότε σημαίνει την
«κληρονομικότητα επίκτητων χαρακτηριστικών».
Ο Λαμάρκ είχε αρκετούς υποστηρικτές τόσο στη Γαλλία όσο και στην Αγγλία την περίοδο 1820-1850.
Οντολογία και τελεολογία
Όπως έχουμε ήδη δει, οι επιστημονικές ανακαλύψεις στο τέλος του 18ου
και τις αρχές του 19ου αιώνα οδήγησαν σε ευρέως διαδεδομένες αντιλήψεις
γύρω από το «μυστήριο των μυστηρίων» του Χέρσελ. Οι περισσότεροι
επιστήμονες παρουσίαζαν εξηγήσεις γύρω από το πώς θα μπορούσε να
ερμηνευτεί η εξαφάνιση και η δημιουργία των ειδών. Ενώ αυτές οι
εξηγήσεις διέφεραν μεταξύ τους, ωστόσο βασίζονταν όλες σε κοινές
παραδοχές, όπως το δίδυμο της οντολογίας και τις τελεολογίας.
Η οντολογία είναι βασισμένη στον πρώτο νόμο της Λογικής. Κάθε
αντικείμενο ισούται πάντα με τον εαυτό του, ώστε το Α να είναι ίσο με
το Α. Αυτή είναι χρήσιμη ακόμα και απαραίτητη παραδοχή για πολλούς
σκοπούς, αλλά αδυνατεί να συλλάβει την πραγματικότητα της αλλαγής. Ότι
δηλαδή κατά την εξέλιξη του χρόνου όλα τα πράγματα αποσυντίθενται ή
μετασχηματίζονται ή συνδυάζονται, ώστε το Α να καταλήγει να μην είναι
πια Α.
Στη φυσική επιστήμη του 19ου αιώνα, οι βασισμένοι στην οντολογία
στοχαστές υπέθεταν ότι ο ορισμός ή η ιδέα των ειδών είναι πιο σημαντική
και γι’ αυτό πιο πραγματική από τους συγκεκριμένους οργανισμούς που
μπορούμε να παρατηρήσουμε. Το είδος είναι ένας σταθερός, αναλλοίωτος
τύπος, ενώ οι διαφοροποιήσεις, που παρατηρούμε στη Φύση, είναι τυχαίες
και παροδικές.
Όπως έχουμε ήδη δει, ο William Whewell πίστευε ακράδαντα ότι «τα είδη
έχουν πραγματική ύπαρξη στη φύση» και ότι η μετάβαση από το ένα στο
άλλο δεν υπάρχει.
Είναι φανερό ότι όσοι αρνούνταν την εξέλιξη είχαν την οπτική της
οντολογίας. Αλλά ακόμα και όσοι θεωρούσαν ότι ένας οργανισμός μπορεί να
δώσει ζωή σε έναν άλλο, είχαν επίσης την ίδια οπτική. Στη δικιά τους
εξέλιξη τα είδη δεν άλλαζαν, αλλά αντίθετα ένα είδος αντικαθίστατο
πλήρως από ένα άλλο.
Τελεολογία είναι η ιδέα ότι όλα τα πράγματα είναι σχεδιασμένα ή
οδηγούνται προς ένα τελικό σκοπό. Τα πουλιά έχουν φτερά, ώστε να
μπορούν να πετάνε, οι καμηλοπαρδάλεις έχουν μακριούς λαιμούς για να
μπορούν να φτάνουν τα ψηλά φύλλα και η Γη έχει δημιουργηθεί σαν ένα
μέρος για να ζει ο άνθρωπος.
Η ιδέα οτι η Γη και οτιδήποτε πάνω σε αυτή έχει σχεδιαστεί από το Θεό
για να επιτύχει τους θεϊκούς σκοπούς Του, ήταν κοινά παραδεκτή από τους
σημαντικότερους φιλοσόφους και επιστήμονες του 19ου αιώνα. Σοβαροί
διανοούμενοι ισχυρίζονταν ότι τα κοιτάσματα άνθρακα υπήρχαν στο
υπέδαφος της Αγγλίας, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τη
βιομηχανία, όπως επίσης το γεγονός ότι ο κύκλος ζωής των περισσότερων
φυτών είναι ίσος με μια πλήρη περιστροφή της Γης γύρω από τον ήλιο,
είναι μια απόδειξη θεϊκής σχεδίασης.
Ακόμα και ο Λαμάρκ, ο οποίος δεν περιλάμβανε το Θεό στη θεωρία του,
υποστήριζε ότι μια άγνωστη δύναμη οδηγούσε όλους τους οργανισμούς να
τείνουν στην τελειοτητα, μέχρι να τη φτάσουν σαν ανθρώπινοι οργανισμοί.
Φυσική επιλογή
Στο «Περί της Καταγωγής των Ειδών»
ισχυρίζεται ότι τρεις παράγοντες συνδυάζονται για τη δημιουργία
καινούργιων ειδών: η πίεση του πληθυσμού, η διαφοροποίηση και η
κληρονομικότητα και η φυσική επιλογή.
1. Πίεση του πληθυσμού. Όλοι οι οργανισμοί τείνουν να έχουν
περισσότερους απογόνους από όσους μπορούν να επιβιώσουν στο τοπικό
περιβάλλον. Πολλά άτομα του πληθυσμού είτε δεν καταφέρνουν να
επιβιώσουν, είτε δεν είναι ικανά να αναπαραχθούν.
2. Διαφοροποίηση και κληρονομικότητα. Υπάρχουν πολλές διαφοροποιήσεις
μεταξύ των ατόμων ενός δεδομένου πληθυσμού. Δύο άτομα δεν είναι ποτέ
ακριβώς ίδια. Οι περισσότερες από τις διαφοροποιήσεις κληρονομούνται
και αυτό σημαίνει ότι περνάνε στους απογόνους των δεδομένων ατόμων. Ενώ
πολλές από τις διαφοροποιήσεις δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία (το χρώμα
των ματιών για παράδειγμα), κάποιες από αυτές αυξάνουν ή περιορίζουν
τις δυνατότητες του ατόμου να επιβιώσει και να αναπαραχθεί.
3. Φυσική επιλογή. Τα άτομα με ευνοϊκές διαφοροποιήσεις τείνουν να
έχουν περισσότερους απογόνους από το μέσο όρο, ενώ αυτά με δυσμενείς
διαφοροποιήσεις λιγότερους. Σαν αποτέλεσμα, στη διάρκεια μεγάλων
χρονικών περιόδων τα άτομα με δυσμενή χαρακτηριστικά τείνουν να
μειώνονται σε αριθμό, ενώ αυτά με ευνοϊκά χαρακτηριστικά γίνονται
ολοένα και πιο συχνά.
Αυτό εισήγαγε μια εντελώς διαφορετική εξήγηση για το μακρύ λαιμό της
καμηλοπάρδαλης. Σε αντίθεση με τον Λαμάρκ, ο Δαρβίνος υποστήριξε ότι οι
πρόγονοι της καμηλοπάρδαλης είχαν λαιμούς σε διάφορα μεγέθη. Αυτές με
τους πιο μακριούς λαιμούς μπορούσαν να φτάνουν περισσότερα φύλλα από
εκείνες με κοντύτερο λαιμό. Έχοντας τραφεί καλύτερα, ήταν πιο δυνατές,
έτειναν να ζουν περισσότερο και είχαν περισσότερους απογόνους. Έτσι με
τον καιρό το μέσο μήκος λαιμού του πληθυσμού αυξήθηκε.
Σε αντίθεση με τον Λαμάρκ, ο Δαρβίνος δεν έκανε απλά υποθέσεις. Η
«θεωρία των απογόνων με τροποποίηση μέσω της φυσικής επιλογής» είχε
αναπτυχθεί και βελτιωθεί μέσα από εργασίες και πειράματα χρόνων. Στο
σπίτι του στο Κεντ, νότια του Λονδίνου, εξέθρεφε διάφορα ζώα για να
μελετήσει τη διαφοροποίηση και την κληρονομικότητα και πειραματιζόταν
με το μπόλιασμα φυτών και τη σπορά καρπών. Και πάνω απ’ όλα ζητούσε και
μάθαινε από ανθρώπους με πρακτική εμπειρία: κηπουρούς, υπεύθυνους
ζωολογικών κήπων, βοσκούς, εκτροφείς περιστεριών.
Αυτές οι υλιστικές μέθοδοι τον οδήγησαν σε μια εξολοκλήρου υλιστική
θεωρία σε μια εποχή που ο υλισμός δεν ήταν απλά αντιδημοφιλής στους
σοβαρούς κύκλους, αλλά θεωρούνταν υποτιμητικός και πολιτικά
επικίνδυνος. Ανάμεσα στο 1838 και 1848, όταν δούλευε τις ιδέες του, η
Αγγλία παρασυρόταν σε ένα πρωτόγνωρο κύμα μαζικής δράσης, πολιτικών
διαδηλώσεων και απεργιών. Ριζοσπαστικές ιδέες –υλιστικές και
αθεϊστικές– μόλυναν την εργατική τάξη, οδηγώντας πολλούς στην αναμονή
(ή το φόβο) επαναστατικών αλλαγών.
Ο Δαρβίνος δεν υπήρξε ποτέ ενεργά αναμειγμένος στην πολιτική, αλλά ήταν
ένα εξέχον μέλος της εύπορης μεσαίας τάξης και αυτή η τάξη δεχόταν
επίθεση. Όπως γράφει και ο John Bellamy Foster: «Ο Δαρβίνος ήταν
ισχυρός υποστηρικτής της αστικής τάξης. Η επιστήμη του ήταν
επαναστατική, αλλά ο Δαρβίνος σαν άνθρωπος όχι».
Προκειμένου να ρισκάρει να ταυτιστεί με τους ριζοσπάστες και ίσως να
απομονωθεί από τους συναδέλφους του επιστήμονες, το 1854, ο Δαρβίνος
έγραψε μια 270 σελίδων σύνοψη της θεωρίας του, πρόσθεσε και ένα γράμμα,
που ζητούσε από τη γυναίκα του να δημοσιεύσει το έργο όταν αυτός
πεθάνει, και το κράτησε κρυφό. Μεταξύ του 1840 και του 1854 έγραψε μια
δημοφιλή περιγραφή του ταξιδιού του γύρω από τον κόσμο, επιστημονικά
βιβλία για τους κοραλλιογενείς υφάλους και τα ηφαιστιογενή νησιά. Μόνο
στα τέλη της δεκαετίας του 1850, όταν η επιστημονική του φήμη είχε ήδη
εδραιωθεί και οι κοινωνικές αναταραχές της δεκαετίας του 1840 είχαν
ολοφάνερα περάσει, επέστρεψε στο θέμα για το οποίο τώρα είναι διάσημος.
Ακόμα και τότε είναι πιθανό να είχε καθυστερήσει μέχρι την επόμενη
δεκαετία, αν ένας άλλος νέος φυσιοδίφης, ο Άλφρεντ Γουάλας, δεν του
έστελνε μια έκθεση όπου διατύπωνε απόψεις παρόμοιες με τις δικές του.
Πιεσμένος από φίλους να δημοσιεύσει, ο Δαρβίνος άφησε στην άκρη «Το
μεγάλο βιβλίο των ειδών», το οποίο δούλευε, και ετοίμασε αυτό που
περιέγραφε σαν περίληψη. Το «Για την καταγωγή των ειδών μέσω της
φυσικής επιλογής, ή η προφύλαξη των ευνοημένων φυλών στον αγώνα για την
επιβίωση», όπως είναι ο πλήρης τίτλος, δημοσιεύτηκε το Νοέμβρη του
1859.
Γυρίζοντας την επιστήμη ανάποδα
Ο Μάρξ έγραφε για τη
διαλεκτική του Χέγκελ ότι «στεκόταν με το κεφάλι κάτω» και έπρεπε να
την αναποδογυρίσει για να καταλήξουν με τον Ένγκελς στη βάση της
θεωρίας τους, τον ιστορικό υλισμό.
Αυτό ακριβώς έκανε και ο Δαρβίνος με το «Περί της Καταγωγής των Ειδών».
Ξεπέρασε τις θεμελιώδεις παραδοχές της επιστήμης του 19ου αιώνα και
αναποδογυρίζοντάς τες κοίταξε τη φύση με άλλη οπτική.
Κατέρριψε την οντολογία. «Αντιμετωπίζω τον όρο “είδος” σαν ένα
δεδομένο, για χάρη της ευκολίας, που ορίζεται σαν ένα σύνολο ατόμων, το
καθένα από τα οποία μοιάζει με τα άλλα».
Τα είδη δεν είναι ένα πράγμα και οι αλλαγές δεν περιλαμβάνουν τη
μεταλλαγή ή την αντικατάσταση αυτού του πράγματος. Τα είδη είναι
πληθυσμοί υπαρκτών και διακριτών μεταξύ τους ατόμων. Οι διαφοροποιήσεις
δεν είναι εξαιρέσεις ή αποκλίσεις από τη βαθύτερη ουσία των ειδών. Η
διαφοροποίηση είναι η διακριτή πραγματικότητα της φύσης. Η αλήθεια, θα
έλεγε ένας μαρξιστής, είναι πάντοτε διακριτή. Τα είδη δεν είναι
σταθερά, αναλλοίωτα πράγματα. Έχουν όλα αληθινή ιστορία και μπορούν
μόνο να γίνουν κατανοητά, μελετώντας το πώς μεταβάλλονται στο χρόνο.
Κατέρριψε την τελεολογία. «Μακριά από το να φαντάζεται ότι οι γάτες
υπάρχουν για να πιάνουν ποντίκια», έγραφε ο στενός συνεργάτης του
Δαρβίνου Τόμας Χάξλεϊ, «ο Δαρβινισμός υποστηρίζει ότι οι γάτες υπάρχουν
επειδή πιάνουν ποντίκια. Το κυνήγι των ποντικών δεν είναι ο σκοπός,
αλλά η συνθήκη της ύπαρξής τους».
Οι ζωντανοί οργανισμοί άλλαξαν και συνεχίζουν να αλλάζουν σαν
αποτέλεσμα μιας φυσικής διαδικασίας, η οποία δεν έχει σκοπό ή στόχο. Η
καμηλοπάρδαλη δεν είναι με καμία έννοια «πιο εξελιγμένο» ή «πιο τέλειο»
ζώο από τους κοντινούς της προγόνους. Είναι απλά καλύτερα προσαρμοσμένη
στο περιβάλλον. Αλλαγές σε αυτό το περιβάλλον μπορούν να σημάνουν την
εξαφάνιση των πλεονεκτημάτων της σε οποιαδήποτε στιγμή.
Μέχρι το θάνατο του Δαρβίνου, το 1882, η εξέλιξη ήταν αποδεκτή από τη
συντριπτική πλειοψηφία των επιστημόνων. Όμως χρειάστηκε πολύ
περισσότερος χρόνος για να γίνει αποδεκτός ο υλιστικός πυρήνας της
θεωρίας του Δαρβίνου, ότι δηλαδή η διαφοροποίηση και η φυσική επιλογή
οδηγούν τα είδη στην αλλαγή. Ακόμα και μεταξύ των στενότερων συμμάχων
και υποστηρικτών του Δαρβίνου υπάρχουν αρκετοί που υποστηρίζουν την
ιδέα ότι τα καινούργια είδη εμφανίζονται με ξαφνικό τρόπο, ή την ιδέα
ότι η εξελικτική διαδικασία καθοδηγείται ή καθορίζεται από το Θεό.
Εξέλιξη και Μαρξισμός
Ο Δαρβίνος συνέβαλε στην κατανόηση της φύσης, όπως ο Μαρξ και ο Ένγκελς
συνέβαλαν στην κατανόηση της ανθρώπινης κοινωνίας. Κατέρριψε την
τελεολογία και την οντολογία και έθεσε υλιστικές βάσεις στην κατανόηση
της εξέλιξης των ειδών. Και αυτό ακριβώς εννοούσε ο Μαρξ, όταν έλεγε
ότι το «Περί της καταγωγής των ειδών» «περιέχει τη βάση της φυσικής
ιστορίας από τη σκοπιά μας».
Το 1844, και ενώ ο Δαρβίνος έγραφε κρυφά την πρώτη του εργασία πάνω
στη φυσική επιλογή, ο Καρλ Μαρξ στο Παρίσι ανέπτυσσε την κριτική του
στην κατεστημένη πολιτική και φιλοσοφική σκέψη. Έγραφε στις σημειώσεις
του: «Η ίδια η ιστορία είναι μέρος της ιστορίας της Φύσης και της
ανάπτυξης του ανθρώπου από τη Φύση. Οι φυσικές επιστήμες θα
ενσωματώσουν με τον καιρό τις επιστήμες του ανθρώπου, όπως και οι
επιστήμες του ανθρώπου θα ενσωματώσουν τις φυσικές επιστήμες. Θα
υπάρχει μία επιστήμη».
Ένα χρόνο αργότερα, ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραψαν τη «Γερμανική
Ιδεολογία», την πρώτη ώριμη ανάλυση του ιστορικόυ υλισμού. Άρχικά
συμπεριέλαβαν αυτό το απόσπασμα στο κείμενό τους, το οποίο είναι
παρόμοιο με τη δήλωση του 1844, αλλά πιο πλήρες: «Γνωρίζουμε μόνο μία
επιστήμη, την επιστήμη της ιστορίας. Κάποιος μπορεί να κοιτάξει την
ιστορία από δύο μεριές και να τη χωρίσει στην ιστορία της Φύσης και την
ιστορία του ανθρώπου. Οι δύο αυτές πλευρές όμως είναι παρ’ όλα αυτά
αδιαχώριστες. Η ιστορία της Φύσης και η ιστορία του ανθρώπου εξαρτώνται
η μία από την άλλη όσο υπάρχει άνθρωπος». Ωστόσο, διέγραψαν αυτή την
παράγραφο από το τελικό κείμενο, αποφασίζοντας να μην αναφέρουν κάτι το
οποίο δεν είχαν χρόνο να ερευνήσουν και να αναλύσουν σε βάθος.
Αυτό το απόσπασμα δείχνει γιατί ο Μαρξ και ο Ένγκελς ήταν τόσο
ενθουσιασμένοι από την εργασία του Δαρβίνου. Όπως γράφει ο Peter Heyer:
«Τόσο ο ιστορικός χαρακτήρας της Φύσης, όσο και ο φυσικός χαρακτήρας
της ιστορίας» ήταν θεμελιώδεις στην κοσμοθεωρία τους.
Δεκαπέντε χρόνια πριν το «Περι της καταγωγής των ειδών», ήταν
πεποισμένοι ότι η Φύση μπορεί να εξηγηθεί χρησιμοποιώντας τις ίδιες μη
οντολογικές και μη τελεολογικές (αυτό σημαίνει ιστορικές και υλιστικές)
αρχές που εφάρμοσαν στην ανάλυση των ανθρώπινων κοινωνιών. Με την
εκτεταμένη έρευνα και τις ισχυρές αποδείξεις γι’ αυτό τον ισχυρισμό, το
βιβλίο του Δαρβίνου ολοκλήρωνε τον ιστορικό υλισμό. Ήταν η υλιστική
εξήγηση του ιστορικού χαρακτήρα της Φύσης που ήξεραν ότι πρέπει να
υπάρχει. Όπως έγραφε και ο Ένγκελς στο «Ουτοπικός και Επιστημονικός
Σοσιαλισμός»:
«Η Φύση λειτουργεί διαλεκτικά και όχι μεταφυσικά... δεν κινείται
στην αιώνια ολότητά της σε έναν αέναο επαναλαμβανόμενο κύκλο, αλλά
κινείται διαμέσου μιας αληθινής ιστορικής εξέλιξης. Σε αυτή τη σύνδεση
ο Δαρβίνος πρέπει να αναφέρεται πριν απ’ όλους. Έδωσε στη μεταφυσική
θεώρηση της Φύσης το θανάσιμο πλήγμα με την απόδειξή του ότι τα
οργανικά όντα, φυτά, ζώα, αλλά και ο ίδιος ο άνθρωπος, είναι τα
προϊόντα της διαδικασίας της εξέλιξης που λαμβάνει χώρα εκατομμύρια
χρόνια».
Φύση και κοινωνία
Η κατηγορία που απευθύνεται στον Ένγκελς, ότι προσπάθησε να κλέψει τη
δόξα του Δαρβίνου και ότι στην πραγματικότητα δεν αποδεχόταν το
δαρβινισμό, βασίζεται στο ότι ο Ένγκελς δεν έκανε κάποια σοβαρή
προσπάθεια να ενοποιήσει τη μαρξιστική πολιτική με το επιστημονικό έργο
του Δαρβίνου.
Αν αποδεχτούμε αυτό το στενό ορισμό της πολιτικής, τότε η κατηγορία
είναι απόλυτα σωστή. Ο Ένγκελς όχι απλά απέτυχε να προτείνει ένα
πολιτικό πρόγραμμα βασισμένο στις απόψεις του Δαρβίνου, αλλά πεισματικά
αρνήθηκε ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι κατάλληλο.
Η ιδέα ότι η θεωρία της φυσικής επιλογής είναι κατάλληλη για την
κατανόηση και τη διακυβέρνηση των ανθρώπινων κοινωνιών προέρχεται απο
τον άγγλο φιλόσοφο Χέρμπερτ Σπένσερ, στον οποίο οφείλεται η φράση «η
επιβίωση του ισχυρότερου». Ισχυριζόταν ότι η φυσική επιλογή θα οδηγούσε
τελικά στη δημιουργία μιας τέλειας κοινωνίας, αλλά μόνο εφόσον αφεθεί
ελεύθερη να λειτουργήσει, ώστε να εξαλειφθούν όσοι δεν μπορούν να
προσαρμοστούν. Και με αυτή την έννοια ήταν αντίθετος στη δημόσια
εκπαίδευση, στον εμβολιασμό, στις ανοιχτές βιβλιοθήκες, στους νόμους
για την ασφάλεια της εργασίας ακόμα και στη φιλανθρωπική υποστήριξη των
ανήμπορων φτωχών.
Τέτοιες απόψεις, οι οποίες αργότερα πήραν τον τίτλο «κοινωνικός
δαρβινισμός», υιοθετήθηκαν με μεγάλη προθυμία από τους υπερασπιστές του
αχαλίνωτου καπιταλισμού. Ο Τζον Ροκφέλερ δήλωνε ότι δεν υπάρχει κάποια
κακία στην επιχειρηματικότητα, αλλά ότι η επικράτηση του ισχυρότερου
ήταν η εφαρμογή των νόμων της φύσης και των νόμων του Θεού.
Ο Ένγκελς επέμενε στην άρνησή του να εφαρμόσει βιολογικούς νόμους
στις ανθρώπινες κοινωνίες. Οι πολιτικοί δαρβινιστές, έλεγε ο Ένγκελς,
μπορούν να περιγραφούν «καταρχήν σαν κακοί οικονομολόγοι και κατα
δεύτερον σαν κακοι φυσικοί επιστήμονες και φιλόσοφοι».
Το 1845, στη «Γερμανική Ιδεολογία», ο Μαρξ και ο Ένγκελς ισχυρίζονται
ότι η ικανότητα να παράγει τα μέσα της επιβίωσής του διαχωρίζει τον
άνθρωπο από τα υπόλοιπα ζώα: «Οι άνθρωποι μπορούν να διαχωριστούν από
τα ζώα λόγω της συνείδησης, της θρησκείας ή για οποιοδήποτε λόγο
επιθυμείτε. Οι ίδιοι αρχίζουν να διαχωρίζονται από τα ζώα μόλις
αρχίσουν να παράγουν τα μέσα της επιβίωσης τους, ένα βήμα το οποίο
υπαγορεύεται από τη φυσική τους οργάνωση. Με τα να παράγουν τα μέσα της
επιβίωσης τους, δημιουργούν έμμεσα και την υλική τους ζωή».
Στο ημιτελές βιβλίο του «Η διαλεκτική της Φύσης», γραμμένο τη δεκαετία
του 1870 έγραφε: «Ας αποδεχτούμε για μια στιγμή τη φράση “η επιβίωση
του ισχυρότερου” για χάρη της συζήτησης. Τα ζώα το περισσότερο που
μπορούν να επιτύχουν είναι να συλλέγουν. Ο άνθρωπος παράγει,
προετοιμάζει τα μέσα της επιβίωσής του, με την πιο ευρεία έννοια των
λέξεων, τα οποία χωρίς αυτόν η φύση δεν θα μπορούσε να έχει παράξει.
Αυτό καθιστά αδύνατη κάθε προσπάθεια μεταφοράς των νόμων της ζωής των
ζωικών κοινωνιών στην ανθρώπινη κοινωνία».
Ο Ένγκελς ξαναδηλώνει ένα κεντρικό στοιχείο της μαρξιστικής οπτικής
της φύσης: οτι οι διάφορες μορφές και συνθέσεις της ύλης εμπλέκουν
διαφορετικούς επιστημονικούς νόμους. Οι νόμοι της φυσικής για την
κίνηση των ατόμων και των μορίων δεν είναι οι ίδιοι με αυτούς που
περιγράφουν την κίνηση μιας μπάλας του μπιλιάρδου.
Με παρόμοιο τρόπο, τα ανθρώπινα όντα είναι φυσικοί και βιολογικοί
οργανισμοί που υπόκεινται στους ίδιους φυσικούς και βιολογικούς νόμους
όπως και όλα τα άλλα ζώα, αλλά είναι ταυτόχρονα και κοινωνικά όντα που
παράγουν τα μέσα της επιβίωσής τους, ώστε η ζωή και η ιστορία τους να
μην μπορεί να εξηγηθεί πλήρως από τη φυσική και τη βιολογία.
Και όπως έγραφε: «Η αντίληψη της ιστορίας σαν μια σειρά από ταξικές
συγκρούσεις, είναι ήδη πολύ πιο πλούσια σε περιεχόμενο και βαθύτερη,
από την υποβίβασή της σε μια χωρίς ιδιαίτερο νόημα φάση της πάλης για
την επιβίωση».
Τα επιτεύγματα του Δαρβίνου
Η επικράτηση του υλισμού στην επιστήμη υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα
επιτεύγματα της ανθρωπότητας. Και μόνο γι’ αυτό το λόγο και παρόλους
τους δισταγμούς, τις καθυστερήσεις ή τις προκαταλήψεις του ο Κάρολος
Δαρβίνος δικαιούται να μνημονεύεται και να τιμάται από καθέναν που
διεκδικεί το τέλος των προκαταλήψεων και της άγνοιας σε όλες τις όψεις
της ζωής.
Ο Δαρβίνος δεν υπήρξε σε καμία περίπτωση ριζοσπάστης πολιτικά. Εκτός
από την σε όλη τη διάρκεια της ζωής του αντίθεσή του στη δουλεία και
στην ενασχόλησή του με τα ζητήματα της μικρής πόλης, στην οποία έζησε,
φαίνεται να είχε μειωμένο ενδιαφέρον για την πολιτική θεωρία και πράξη.
Παρ’όλα αυτά, όπως γράφει ο εξελικτικός βιολόγος Έρνστ Μάγιερ: «Στο
επιστημονικό του έργο συστηματικά καταρρίπτει τη μία μετά την άλλη τις
βασικές φιλοσοφικές ιδέες της εποχής του και τις αντικαθιστά με νέες
επαναστατικές ιδέες».
Κάνοντας αυτό, ο Δαρβίνος άθελά του συμβάλει και ισχυροποιεί τις πιο
επαναστατικές κοινωνικές θεωρίες που αναπτύχθηκαν ποτέ, τις ιδέες που
σήμερα γνωρίζουμε ως Μαρξισμό. Είναι προφανώς πιθανό, όπως επισημαίνει
ο Paul Heyer, κάποιος να είναι οπαδός του Δαρβίνου στη βιολογία, ενώ
απορρίπτει το Μαρξισμό, αλλά δεν είναι δυνατό να είναι συνεπής
μαρξιστής και να απορρίπτει το Δαρβίνο.
Και ο λόγος είναι απλός. Κεντρική στην οπτική του Μαρξ είναι το
συμπέρασμα ότι Φύση και Ιστορία συνταιριάζουν για να σχηματίσουν μια
ολότητα. Εφόσον ο άνθρωπος προέκυψε και συνεχίζει να εξαρτάται από τη
Φύση και συγχρόνως να τη μετασχηματίζει, η Ιστορία σαν επιστήμη θα
παραμένει ελλειπής έως ότου οι βάσεις της θεμελιωθούν γερά. Κανένας δεν
έχει συμβάλει σε αυτή τη θεμελίωση περισσότερο από το Δαρβίνο.
Η ιδέα ότι η φύση έχει ιστορία, ότι τα είδη έρχονται στη ζωή,
μεταβάλλονται και εξαφανίζονται μέσω φυσικών μηχανισμών, ειναι τόσο
επαναστατική και τόσο κεφαλαιώδους σημασίας στη σοσιαλιστική σκέψη, όσο
και η άποψη οτι ο καπιταλισμός δεν είναι αιώνιος, αλλά εμφανίστηκε μια
δεδομένη στιγμή και μια μέρα θα εξαφανιστεί.