Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα (για το διάστημα 2011-15) προβλέπει την αφαίρεση 28,6 δισ. ευρώ από το λαϊκό εισόδημα και τις κοινωνικές δαπάνες, που θα κατευθυνθούν στην «εξυπηρέτηση» του χρέους, μαζί με τα 50 δισ. ευρώ που προβλέπεται να συγκεντρωθούν από το πιο θηριώδες πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων στην ιστορία του ελληνικού καπιταλισμού.
Ο Παπακωνσταντίνου βάζει ξανά στο στόχαστρο τους μισθούς στο Δημόσιο (αφαίρεση 2,2 δισ. ευρώ), τις δαπάνες για τα Ταμεία (ληστεία 5 δισ.), τη λαϊκή κατανάλωση (πρόσθετοι φόροι 6 δισ.), τα νοσοκομεία και τα σχολεία, που πρόκειται να αφεθούν στην τύχη τους.
Ανταγωνιστικότητα
Το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων θα
τσακίσει την απασχόληση στο Δημόσιο, ενώ με διαδικασίες-εξπρές θα
επιχειρηθεί το ξεπούλημα σε ΔΕΗ, ΕΛΤΑ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΛΑΡΚΟ, ΔΕΠΑ, ΟΠΑΠ,
Ελληνικό, λιμάνια, αεροδρόμια, αυτοκινητόδρομους κ.λπ. Για να
επιβεβαιωθεί η «σταθερότητα» σε αυτή την κατεύθυνση, συγκροτείται
ανεξάρτητο «Ταμείο Αξιοποίησης» της δημόσιας περιουσίας, με συμμετοχή
του ιδιωτικού τομέα και την υψηλή εποπτεία της τρόικας.
Οι
δρακόντειες θυσίες δεν επιβάλλονται, ασφαλώς, στο σύνολο του «έθνους».
Για την ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» προβλέπεται η μείωση (!) της
φορολόγησης των κερδών και η μείωση των εργοδοτικών εισφορών, ενώ, για
να μην τηρούνται ούτε τα προσχήματα, προβλέπεται η γενικότερη μείωση της
φορολόγησης του πλούτου, ακόμα και του λιμνάζοντος ή κερδοσκοπικού
(μείωση φόρου στην πραγματικά μεγάλη ακίνητη περιουσία, κατάργηση πόθεν
έσχες, «κίνητρα» επαναπατρισμού κεφαλαίων κ.ο.κ.).
Πρόκειται
για ένα άγρια νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα, που θα το ζήλευε ακόμα και η
Θάτσερ, ενώ καλείται να το επιβάλει μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Το
Μεσοπρόθεσμο είναι ένα πρόγραμμα «εμπροσθοβαρές»: για τη διασφάλιση της
5ης δόσης του δανείου του Μνημονίου 1, ένα μεγάλο τμήμα των χτυπημάτων
πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα στο β΄ εξάμηνο του 2011. Και εδώ αρχίζουν τα
προβλήματα για την παραπαίουσα (από τις συνέπειες του Μνημονίου 1)
κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αλλά και για το σύνολο του πολιτικού προσωπικού της
κυρίαρχης τάξης, που βρίσκεται αντιμέτωπο με το ερώτημα «Ποιος και
πώς;» θα επιβάλει το πρόγραμμα αυτό στους εργαζόμενους και στο λαό.
Συναίνεση
και στο βάθος…
Στο ερώτημα αυτό εδράζεται ο παροξυσμός της
συζήτησης σχετικά με τις πολιτικές «συναίνεσης». Τα παπαγαλάκια του
συστήματος απαιτούν από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να δώσουν στον ΓΑΠ
«χείρα βοηθείας», ώστε να συνεχίσει την προσπάθεια για την επιβολή του
Μεσοπρόθεσμου. Το σχήμα αυτό –που μέχρι σήμερα αναγνώριζε μια
πρωτοκαθεδρία στον Παπανδρέου– στηριζόταν στην καταγραφή του ΠΑΣΟΚ ως
πρώτου κόμματος. Όμως όλες οι δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν πλέον την
κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, και μάλιστα πριν περάσουν στην πλατιά συνείδηση οι
συνέπειες του Μεσοπρόθεσμου. Σε αυτήν τη βάση ξεσπούν οι εσωτερικές
συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ, σε αυτήν τη βάση ανοίγει η συζήτηση για το
ενδεχόμενο να ζητηθεί η έγκριση του Μεσοπρόθεσμου με 180 στη Βουλή, σε
αυτήν τη βάση ο ΓΑΠ υποχρεώνεται να συζητά για «κοινά αποδεκτούς»
υπουργούς, ακόμα και για κοινές διαπραγματεύσεις με την τρόικα.
Στη
δημόσια συζήτηση υποτίθεται ότι ο Αντ. Σαμαράς αντιστέκεται στη
«συναίνεση». Λέμε υποτίθεται, γιατί στην πραγματική πολιτική η ΝΔ είναι
άκρως συναινετική. Ακόμα περισσότερο που ο Αντώνης Σαμαράς προτείνει ένα
πιο επιθετικό Μνημόνιο (με μηδενική φορολόγηση του κεφαλαίου, πιο
«τολμηρές» αποκρατικοποιήσεις, πιο αδίστακτο χτύπημα των εργατικών
δικαιωμάτων κ.λπ.) ως δρόμο για την έξοδο του ελληνικού καπιταλισμού από
την κρίση. Όμως η ηγεσία της ΝΔ δεν πείθεται να αυτοκτονήσει πολιτικά:
έχοντας (σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις) προσπεράσει ήδη το ΠΑΣΟΚ, δεν
ζητούν εκλογές και προσεύχονται να αντέξει ο Παπανδρέου να ψηφίσει το
Μεσοπρόθεσμο. Για να κληρονομήσουν μετά εύκολα την κυβερνητική εξουσία
ως «ώριμο φρούτο », και μάλιστα με το αζημίωτο, αφού θα τηρήσουν το
Μεσοπρόθεσμο στη βάση της δήλωσης «θα σεβαστούμε όλες τις δεσμεύσεις της
χώρας».
Αυτοί οι πολιτικοί υπολογισμοί δεν πείθουν τους
μουτζαχεντίν του συστήματος, που με διαδοχικά άρθρα στον Τύπο απαιτούν
κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας», κεντρικούς πολιτικούς ρόλους σε
«ανεξάρτητες προσωπικότητες» της αγοράς και των τραπεζών κ.λπ. Σε κάθε
περίπτωση, οι πολιτικές «συναίνεσης» θα είναι κινήσεις κορυφής, δεν θα
έχουν τίποτα κοινό με στιβαρές πολιτικές που γνωρίσαμε σε περιόδους της
Μεταπολίτευσης. Η κατεύθυνση του Μεσοπρόθεσμου έχει τη συγκατάθεση μόνο
του μικρού τμήματος της κορυφής της κοινωνικής πυραμίδας, ενώ ήδη
συγκεντρώνει την οργή και την εχθρότητα της μεγάλης πλειοψηφίας της
βάσης. Έτσι δεν πρέπει καθόλου να αποκλειστεί ένας ιδιόμορφος
συνδυασμός: της αναζήτησης συναίνεσης στο πεδίο της κοινοβουλευτικής
-πολιτικής κορυφής μαζί με μια στροφή σε μέτρα πραγματικού πολιτικού
αυταρχισμού απέναντι στον κόσμο. Το γεγονός ότι στον Τύπο (ακόμα και
στον κεντροαριστερό) διατυπώθηκαν σκέψεις ακόμα και για πραξικόπημα (!)
ως τελική λύση του πολιτικού αινίγματος ασφαλώς δεν μπορεί να ληφθεί
υπόψη κατά γράμμα, αλλά επίσης δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Όπως
δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι το νομοθετικό πλαίσιο
όπως τροποποιήθηκε στην περίοδο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας»
δίνει στην πολιτική εξουσία πολλά όπλα, που αυτήν τη φορά μπορούν να
χρησιμοποιηθούν κατά του «εχθρού λαού».
Ανατροπή
Για
τον κόσμο, για τους εργαζόμενους και τη νεολαία, η πρόκληση του
Μεσοπρόθεσμου ξεχείλισε το ποτήρι. Έκανε πλατιά κατανοητό τον ισχυρισμό
–που παλιότερα στήριζε μόνο η Αριστερά– ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από
τον αγώνα για την ανατροπή της πολιτικής της κυβέρνησης, της ΕΕ και του
ΔΝΤ. Αυτό το βήμα στις συνειδήσεις εκφράζεται με τη μαζικότητα των
αγανακτισμένων στις πλατείες. Εκφράζεται με τη σκλήρυνση των μορφών
εργατικής αντίστασης, π.χ. στις ΔΕΚΟ ή στα ΜΜΕ. Εκφράζεται με τη
γενίκευση της αποδοκιμασίας (φραστικής ή έμπρακτης) ενάντια στους
πολιτικάντηδες που στήριξαν το Μνημόνιο. Εκφράζεται με τις δημόσιες
διαφοροποιήσεις πασοκικών οργανώσεων ή τις μαζικές αποχωρήσεις από την
ΠΑΣΚΕ. Έμμεσα και στρεβλά εκφράζεται και στις δημοσκοπήσεις, όπου ο
δικομματισμός καταγράφει ιστορικό χαμηλό, με το άθροισμα ΠΑΣΟΚ και ΝΔ να
εμφανίζεται μικρότερο από την επιρροή του καθενός από τα δύο κόμματα
στις προηγούμενες εκλογές.
Αυτό το βήμα θα έχει συνέχεια. Στις
εβδομάδες που έρχονται θα είναι απόλυτα εφικτή μια κάθετη κλιμάκωση της
λαϊκής πάλης που θα βάλει επί τάπητος την ανατροπή της κυβέρνησης
Παπανδρέου. Ατμομηχανή γι’ αυτές τις προοπτικές είναι το κίνημα του
κόσμου στις πλατείες. Που μπορεί να συναντηθεί με τη μεγάλη δύναμη του
απεργιακού εργατικού κινήματος και να συγκροτήσει ένα πραγματικό φόβητρο
για την κυβέρνηση και τους υποστηρικτές του Μνημονίου.
Για να
μην ξεχνιόμαστε, το Μεσοπρόθεσμο προϋποθέτει ραγδαίες ιδιωτικοποιήσεις
στις ΔΕΚΟ. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος θα πρέπει να ισοπεδώσει τις
παρατεταμένες απεργίες και, πιθανότατα, τις καταλήψεις στη ΔΕΗ, στην
ΕΥΔΑΠ κ.λπ. Ο ΓΑΠ έχει μπροστά του έναν παρατεταμένο πόλεμο με καθόλου
δεδομένη την καθοριστικής σημασίας έκβασή του.
Πρόγραμμα
συμπαράταξης
Το δικό μας στρατόπεδο θα πρέπει οπωσδήποτε να
εκφραστεί πολιτικά. Στις πλατείες οι συνελεύσεις βάζουν ήδη κάποια
θεμέλια πολιτικής συγκρότησης της αντίστασης. Όμως δεν είναι αρκετά. Το
κενό οφείλει να καλύψει η συμπαραταγμένη δύναμη της Αριστεράς, που
πρέπει επειγόντως να πάρει τις σχετικές πρωτοβουλίες. Για να δώσει
κατεύθυνση νίκης στο κίνημα των αγανακτισμένων. Για να υποβοηθήσει την
απολύτως κρίσιμη σύνδεση των πλατειών με τις απεργίες. Για να εκφράσει
πολιτικά όλο αυτόν τον κόσμο σε όποια αναμέτρηση, φράζοντας το δρόμο
στον Σαμαρά ή σε όποιον νεόκοπο «μεσσία» ανασυγκρότησης του πολιτικού
σκηνικού με στόχο τη σταθεροποίηση του συστήματος.
Τα προγραμματικά θεμέλια για αυτή την αναγκαία συμπαράταξη τα δίνει ήδη η κίνηση του κόσμου μας:
- Αυξήσεις στους μισθούς, στις συντάξεις, στις κοινωνικές δαπάνες.
- Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις – Επανακρατικοποίηση των τραπεζών.
- Φορολογείστε τους πλούσιους.
- Καμιά θυσία για το χρέος.
- Καμία πειθαρχία στο ευρώ και στην ΕΕ.
- Να φύγει τώρα η κυβέρνηση Παπανδρέου, μαζί με το Μνημόνιο, την ΕΕ και το ΔΝΤ.