Ο ΓΑΠ και ο Βενιζέλος πηγαινοέρχονται στις Βρυξέλλες για να παραλάβουν τις αποφάσεις της ευρωπαϊκής ηγεσίας, οι οποίες, με άξονα την αντιμετώπιση του χρέους, θα αφορούν τη δραματική επιδείνωση της ζωής όλων των εργαζομένων στη χώρα και –παρεμπιπτόντως– και το μέλλον της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Στο μεταξύ η λέξη «contagion» (μετάδοση, επέκταση) συνοψίζει τους εφιάλτες της Μέρκελ και του Σαρκοζί. Μόνο που ο ιός της κρίσης του χρέους έχει πλέον «μεταδοθεί» στην Ισπανία και την Ιταλία, ενώ απειλεί ήδη τη Γαλλία.
Έτσι οι σκέψεις στα ευρωπαϊκά επιτελεία βαδίζουν από το σκληρό στο
σκληρότερο. Η γερμανική κυβέρνηση –που ορκιζόταν κάποτε στην ιερότητα
των ομολόγων– απαιτεί «κούρεμα» του ελληνικού χρέους τουλάχιστον κατά
50%! Η πρόταση αποσκοπεί στη σωτηρία του συστήματος και δεν κουβαλά
τίποτα καλό για τους εργαζόμενους και το λαό στην Ελλάδα. Θα συνοδεύεται
από απαίτηση για διαρκή και πρωτοφανή λιτότητα μέχρι το… 2030. Θα
συνοδεύεται από την επιβολή «εποπτείας», με την εγκατάσταση της τρόικας
και του Task Force στην Αθήνα, με εξουσίες επιτήρησης του
προϋπολογισμού, ελέγχου των υπουργείων και –κυρίως– επαγρύπνησης για τη
ραγδαία πορεία των ιδιωτικοποιήσεων.
Η υποχρέωση του ΓΑΠ να
μεταβεί ακαριαία σε καθεστώς πλεονασματικών προϋπολογισμών, προϋποθέτει
ακραίες επιθέσεις στον κόσμο: Προϋποθέτει νέα σκληρότερη
αντιμεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό, δρακόντειες περικοπές στις κοινωνικές
δαπάνες, νέες φοροεπιδρομές, καθυστερήσεις (ή ακόμα και αναστολές) στην
καταβολή μισθών και συντάξεων… Τα μέτρα που παρουσιάζονταν κάποτε ως
μπαμπούλας απέναντι στην απαίτηση του κόσμου για διαγραφή του χρέους,
έρχονται σήμερα ως ρεαλιστική προοπτική στα πλαίσια της «συντεταγμένης» ή
«λελογισμένης» χρεοκοπίας…
Ο διευθυντής της φιλοκυβερνητικής
εφημερίδας «Το Βήμα» σε πρόσφατο άρθρο του κάνει λόγο για «το αδηφάγο
και ατιθάσευτο κερδοσκοπικό τέρας» των τραπεζών που, για να διασφαλίζει
τα τεράστια κέρδη του, βάζει σε κίνδυνο ακόμα και τις ισορροπίες του
συστήματος. Και όμως απέναντι σε αυτό το «τέρας» οι ευρωπαϊκές ηγεσίες
δεν τολμούν ούτε τα σεμνότερα μέτρα περιορισμού. Αντίθετα: Γα τη σωτηρία
της Dexia διατέθηκαν αμέσως και σιωπηρώς περίπου 120 δισ. ευρώ, δηλαδή
περισσότερα από όσα οι μεγάλες δυνάμεις δάνεισαν στην Ελλάδα, με
αντάλλαγμα το διαβόητο μνημόνιο! Σήμερα οι Μέρκελ-Σαρκοζί επιμένουν στα
μέτρα «ανακεφαλαιοποίησης» των τραπεζών, για να ξεπεράσουν χωρίς ζημιές
τον κάβο του ελληνικού «κουρέματος»: Θα διαθέσουν προς αυτές πάνω από
110 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 15-20 δισ. υπολογίζεται ότι θα διατεθούν
στις ελληνικές τράπεζες…
Βεβαίως, αντίστοιχη ευαισθησία δεν
επιδεικνύεται προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Ο ΓΑΠ, η Μέρκελ και ο Σαρκοζί
δεν αποσαφινίζουν αν οι (υποχρεωτικές) επενδύσεις των ταμείων σε ομόλογα
θα προστατευτούν από το κούρεμα. Μόνο που είναι ακόμα νωπό το μελάνι
στις υπουργικές αποφάσεις που καλούσαν τα ταμεία να μετάσχουν στο
κούρεμα των ομολόγων κατά 20%, όπως προέβλεπαν οι αποφάσεις της 21ης
Ιουλίου (παρόλο που και τότε επισήμως διατυμπανιζόταν η εξαίρεση και
προστασία τους). Τα αποθεματικά των ταμείων βαδίζουν προς νέα αφαίμαξη
της τάξης των 12 δισ. ευρώ!
Οι οριστικές αποφάσεις των
ευρωηγεσιών θα παρθούν στη νέα σύνοδο κορυφής την ερχόμενη Τετάρτη και
πιθανότητα θα κριθούν και στη σύνοδο των G20 στις αρχές Νοέμβρη. Σε κάθε
περίπτωση θα τις συνοδεύει μια νέα «δανειακή σύμβαση», ένα νέο μνημόνιο
ακόμα σκληρότερο από το πρώτο. Και πατώντας πάνω στα χαλάσματα που ήδη
έχει δημιουργήσει η πολιτική κυβέρνησης-ΕΕ και ΔΝΤ, αυτό το νέο μνημόνιο
θα απειλεί να μετατρέψει την Ελλάδα σε κοινωνική έρημο. Μόνο που όλοι
αυτοί οι λογαριασμοί κινδυνεύουν να αποδειχθούν χωρίς τον ξενοδόχο…
Ποιος θα τα εφαρμόσει;
Ο ΓΑΠ διαθέτει πολλούς φίλους και θαυμαστές στις… Βρυξέλλες. Ο Χέρμαν
Βαν Ρομπάι δήλωσε (στην επίσημη συνέντευξή Τύπου!) «έκπληκτος για το
πολιτικό θάρρος του Έλληνα πρωθυπουργού», το οποίο, σημείωσε, «δεν
εκτιμάται όσο του αξίζει»!
Το ρεπορτάζ των «Νέων» υπογραμμίζει: «Οι Ευρωπαίοι εταίροι δηλώνουν
εντυπωσιασμένοι από το γεγονός ότι ψηφίστηκε το πολυνομοσχέδιο σε σχέση
με το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής…». Μόνο που ο ΓΑΠ θα
χρειαστεί φίλους στην Ελλάδα και όπως αποδείχθηκε στις 19 και 20 Οκτώβρη
το είδος αυτό τείνει προς εξαφάνιση.
Η Κοινοβουλευτική Ομάδα
του ΠΑΣΟΚ κατόρθωσε(!) να ψηφίσει το πολυνομοσχέδιο, με μοναδική απώλεια
τη Λ. Κατσέλη. Ο περιορισμός τους στον κρίσιμο αριθμό 153 (όριο
«κυβερνησιμότητας» κατά τον ίδιο τον ΓΑΠ), η δήλωση της Βάσως Παπανδρέου
(«είναι η τελευταία φορά που το κάνω»…), η εμφάνιση της ομάδας
Διαμαντοπούλου-Ραγκούση-Λοβέρδου (με το μάτι προφανώς στην «επόμενη
μέρα» στο ΠΑΣΟΚ…), υποδεικνύουν ότι –ακόμα και με κοινοβουλευτικά
κριτήρια– ήταν μια πολύ, μα πολύ, πύρρεια «νίκη» για το ΠΑΣΟΚ. Πολύ
περισσότερο αν συνυπολογίσει κανείς την τεράστια πίεση του
«πεζοδρομίου», των εκατοντάδων χιλιάδων απεργών, που έκανε την υπόθεση
της άμεσης ανατροπής από τα κάτω της κυβέρνησης ένα συζητήσιμο
ενδεχόμενο.
Αυτός ο πραγματικός συσχετισμός δυνάμεων που
παρουσίασε το μεγάλο διήμερο στις 19 και 20 Οκτώβρη (βλ. σελ. 8-9),
μετατρέπει σε εφιάλτη την υποχρέωση του ΓΑΠ να εγκρίνει τη νέα δανειακή
συνθήκη. Σε αυτή τη βάση επανέρχονται τα σενάρια για μετάβαση σε
κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» με ή χωρίς τη μεσολάβηση εκλογών. Η διαρροή
από τους κύκλους του πρωθυπουργού ότι σκέφτεται να ζητήσει την έγκριση
του νέου μνημονίου με 180 ψήφους, αποτελεί έμμεση, αλλά εκκωφαντική
ομολογία ότι το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί πλέον να σηκώσει το βάρος της
κυβερνητικής εξουσίας. Και ο φόβος της κάλπης –που σύμφωνα με τις
δημοσκοπήσεις θα έβγαζε συντριβή του ΠΑΣΟΚ και ένα ακόμα ασταθέστερο
πολιτικό συσχετισμό– σπρώχνει τον ΓΑΠ, την κυρίαρχη τάξη και τα ΜΜΕ προς
«ανώμαλες» αναζητήσεις: Προς μια συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, περισσότερο ή
λιγότερο «κρυμμένη» πίσω από την παρουσία τεχνοκρατών, που όμως δεν θα
διαθέτει λαϊκή έγκριση και δεν θα πληρεί ούτε τα στοιχειώδη
αστικοδημοκρατικά προσχήματα!
Το αίτημα για 180 ψήφους στη
συμφωνία με τους δανειστές απειλεί να φέρει στην επιφάνεια όλες τις
αντιφάσεις της στρατηγικής του Σαμαρά. Που δημαγωγεί «αντιμνημονιακά»,
ενώ υποστηρίζει όλες τις επιλογές της κυρίαρχης τάξης. Που αν αρνηθεί,
θα κινδυνεύει να διασπάσει το κόμμα του, ενώ αν δεχθεί, θα γελοιοποιηθεί
και θα αυτοκαταργηθεί.
Όμως, ο κίνδυνος της Δεξιάς δεν
εξαερώνεται. Χαρακτηριστική ήταν η έκκληση των Βορίδη-Σπηλιωτόπουλου για
ένα «αστικό μέτωπο κατά της Αριστεράς» (και του μαζικού κινήματος!),
που θα στήριζε «μια πατριωτική, μεταρρυθμιστική, κυβερνητική θέση». Ένα
τέτοιο μέτωπο πολιτικά θα στήριζε την «αστική δημοκρατία, ναι, αλλά με
μεταβατική λύση(!!)». Η εμφάνιση των νέων λύκων του αστισμού, που
αρχίζουν να μιλούν ανοιχτά ακόμα και για «μεταβατικές λύσεις» μπροστά
στα αδιέξοδα της «αστικής δημοκρατίας», είναι το καλύτερο παράδειγμα για
την κρίση του κυρίαρχου πολιτικού προσωπικού, για την έλλειψη
αυτοπεποίθησης των στελεχών του, για τον πανικό της κυρίαρχης τάξης
μπροστά στο ερώτημα: Ποιος μπορεί να εφαρμόσει τα μέτρα που θα χρειαστεί
να επιβάλουμε;
Τον πανικό δημιουργεί το βάθος της κρίσης,
αλλά όχι μόνο. Τον επιτείνει η μαζικότητα, ο θυμός, η αποφασιστικότητα
που έδειξε η απεργιακή έκρηξη στις 19 και 20 Οκτώβρη. Η νίκη αυτού του
κόσμου, με πρώτο σταθμό την ανατροπή της κυβέρνησης από τα κάτω, είναι ο
στόχος όπου αξίζει να συγκεντρώσουμε όλες τις προσπάθειες στους μήνες
που έρχονται.
Ευθύνες της Αριστεράς
Στο κρίσιμο απεργιακό διήμερο αναδείχθηκαν και οι ευθύνες και οι ανεπάρκειες της Αριστεράς.
Ο πολιτικά εγκληματικός ρόλος του «μαύρου μπλοκ» (και στη Μαρφίν και
στις 20 Οκτώβρη) είναι γνωστός και σωστά καταγγέλλεται. Όμως αυτός ο
παράγοντας δεν αρκεί για να εξηγηθεί η σιωπή σχετικά με το επόμενο βήμα,
μετά από μια συγκλονιστική απεργία και τις διαδηλώσεις εκατοντάδων
χιλιάδων σε όλες τις πόλεις.
Η Αριστερά οφείλει να μην αφήσει στην κυβέρνηση χρόνο και πεδίο
ανασύνταξης. Το αίτημα να φύγουν, να ανατραπούν, είναι η μοναδική
διέξοδος για πολλούς κλάδους εργαζομένων που αντιμετωπίζουν (ως νόμο
πλέον) την εφεδρεία, το πετσόκομμα των μισθών, την κατάργηση των
Συμβάσεων.
Η Αριστερά οφείλει να αναλάβει την ευθύνη και να προτείνει
επόμενο «σταθμό» μεγάλης αναμέτρησης, αλλά και σχέδιο προετοιμασίας και
στήριξής του. Οι δηλώσεις της Αλ. Παπαρήγα για «αναγκαία βήματα πίσω»
(που, τάχα, προετοιμάζουν το επόμενο βήμα εμπρός) ακούγονται ως
προειδοποιήσεις για (προσωρινή;) ανακωχή.
Η Αριστερά οφείλει να επιμείνει στην πολιτική προσπάθεια
ανατροπής της κυβέρνησης από τα κάτω. Οι συχνές εκκλήσεις της ηγεσίας
του ΣΥΝ για εκλογές δεν ταυτίζονται με αυτή την πολιτική. Οι εκλογές,
όποτε έρθουν, θα πρέπει να αξιοποιηθούν πολιτικά από την Αριστερά, η
οποία τώρα έχει ως κύριο καθήκον την οργάνωση των αγώνων.
Η Αριστερά, τέλος, οφείλει να δώσει στον κόσμο πειστική
εναλλακτική πολιτική λύση. Μια λύση που, για να είναι πειστική, οφείλει
να διαθέτει μαζικότητα που κατά συνέπεια κάνει τη συμπαράταξη πιο
αναγκαία από ποτέ. Μια λύση που, για να είναι εναλλακτική, οφείλει να
είναι ριζοσπαστική, να αποδέχεται τα αιτήματα των απεργών-διαδηλωτών και
να επιχειρεί να τα επιβάλει ενάντια στην προτεραιότητα των κερδών και
τον, τάχα, μονόδρομο της υποταγής στους δανειστές.