Οικονομική και πολιτική χρεοκοπία

Τ ο βαρύ πυροβολικό των κυρίαρχων της Ευρώπης καταφτάνει στην Αθήνα. Ο Πρόεδρος της ΕΕ, Χέρμαν Βαν Ρομπάι, και ο Πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν Κλoντ Τρισέ, έρχονται –λέει– για να «βοηθήσουν» και να δηλώσουν ότι η ΕΕ είναι αποφασισμένη «να μας σώσει».


Η αισιοδοξία τους δεν είναι συνολική. Την ίδια στιγμή ο Επίτροπος για τα οικονομικά, Όλι Ρεν, δηλώνει ότι «σηκώνει τα χέρια ψηλά» για τις οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Το γερμανικό «Spiegel» αποκαλύπτει ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η ομαλή «επιστροφή της χώρας στη χρηματοδότηση από τις αγορές» είναι αδύνατη και ότι το «κούρεμα» του χρέους είναι απλώς αναπόφευκτο. Και ο «Economist», αναφερόμενος στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, δηλώνει: «Είναι χρεοκοπημένοι. Παραδεχτείτε το».

Καταστροφική πολιτική
Στη βάση αυτής της απαισιοδοξίας
βρίσκεται η πραγματικότητα της κρίσης του καπιταλισμού: Σε διεθνές
επίπεδο αποδεικνύεται σοβαρότερη, βαθύτερη και πιο μακρόσυρτη από τις
προβλέψεις, ενώ σε ελληνικό επίπεδο η «βουτιά» του ΑΕΠ προς τα κάτω
(–6%) είναι κυριολεκτικά συγκλονιστική για όλα τα επιτελεία.


Σ’
αυτό το έδαφος η πολιτική του μνημονίου, η πολιτική της κυβέρνησης, της
ΕΕ και του ΔΝΤ, αποδεικνύεται πλήρως αποτυχημένη. Παρά τις δρακόντειες
περικοπές στις δαπάνες και στους μισθούς, παρά τις απάνθρωπες θυσίες που
επέβαλαν στη λαϊκή πλειοψηφία, τα νούμερα «δεν βγαίνουν», το χρέος
εξακολουθεί να αυξάνει ως ποσοστό του ΑΕΠ, μετασχηματιζόμενο σε βραχνά
που απειλεί πλέον κάθε ζωντανό στοιχείο στην κοινωνία.  Δεν υπάρχει
καμιά αντικειμενική δικαιολογία για όσους επεξεργάστηκαν και επέβαλαν
αυτή την πολιτική. Η επιμονή στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των
ντόπιων και διεθνών τοκογλύφων αποδεικνύεται καταστροφική και απόλυτα
παράλογη. Το ίδιο ισχύει και για τη «γενναιοδωρία» απέναντι στο κεφάλαιο
και τους πλούσιους: Την ώρα που –τάχα– η εξυπηρέτηση του χρέους και η
αντιμετώπιση των ελλειμμάτων γίνονται απόλυτα «κριτήρια» για τη δράση
της κυβέρνησης, η απαλλαγή των επιχειρήσεων από κάθε υποχρέωση φόρου
(γιατί αυτό κρύβεται πίσω από την κατάρρευση των εσόδων) είναι απίστευτη
πρόκληση. Πολύ περισσότερο προκλητική είναι η αξιοποίηση του
ασφαλιστικού για μια «άτυπη» χρηματοδότηση των επιχειρήσεων: Σύμφωνα με
τα στοιχεία του ΙΚΑ, πάνω από το 45% των επιχειρήσεων δεν πληρώνει πλέον
εισφορές.


Σε αυτό το τοπίο, ο Βαν Ρομπάι και ο Τρισέ δεν
έρχονται για να βοηθήσουν, αλλά, αντίθετα, για να διασφαλίσουν τα
συμφέροντα των πιστωτών. Οι ευθύνες των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης για
τη σημερινή κατάσταση είναι καθοριστικές. Σύμφωνα με τον Ντικ Χίρσελ,
επικεφαλής των οικονομολόγων του γερμανικού συνδικάτου Ver.Di: «Η
Γερμανία συνέβαλε στην κρίση περισσότερο απ’ ό,τι η Ελλάδα, η Πορτογαλία
και η Ιρλανδία μαζί…». Την ίδια στιγμή είναι γνωστό ότι οι ευρωπαϊκές
τράπεζες –κυρίως οι γερμανικές και γαλλικές– είναι ιδιαίτερα
«εκτεθειμένες» στα ομόλογα του ελληνικού χρέους. Αυτά τα συμφέροντα
έρχονται να διασφαλίσουν οι Ρομπάι και Τρισέ. Με το μόνο τρόπο που
γνωρίζουν: απαιτώντας νέα σκληρά μέτρα και προσήλωση στο νέο ευαγγέλιο
του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού, στο διαβόητο «Σύμφωνο για το ευρώ».


Νέα μέτρα
Η
κυβέρνηση του ΓΑΠ, πανικόβλητη μπροστά στο νέο φορτίο που πρέπει να
κουβαλήσει για λογαριασμό των βιομηχάνων και των τραπεζιτών, ζητά λίγο
χρόνο, πριν υποχρεωθεί να ανακοινώσει τα νέα μέτρα, προσπαθώντας στο
μεταξύ να αποσπάσει μια κάποια «συναίνεση» από το ευρύτερο πολιτικό
προσωπικό.


Παρ’ όλα αυτά, οι διαρροές στον Τύπο είναι
αποκαλυπτικές. Ο Παπακωνσταντίνου ετοιμάζει ένα πρόγραμμα με στόχο
αποκρατικοποίηση-μαμούθ ύψους 50 δισ. ευρώ, αλλά και ένα πρόγραμμα
σκληρότερης λιτότητας με στόχο άλλα 50 δισ. ευρώ μέσα στην τριετία
2012-15. Αυτό περιλαμβάνει: συντριβή των μισθών στο Δημόσιο με το
«ενιαίο μισθολόγιο», τρίτο κύμα περικοπών στις ΔΕΚΟ, κατάργηση όλων των
φοροαπαλλαγών που αφορούν τις λαϊκές τάξεις, δρακόντεια περικοπή των
κοινωνικών και προνοιακών δικαιωμάτων, 23% ΦΠΑ στο σύνολο των υπηρεσιών
και προϊόντων, «διεύρυνση» του κανόνα στις προσλήψεις από το 1:5 στο 1:7
ή ακόμα και στο 1:10, επιμονή στην αντιδραστική συνταγή για
«συγχωνεύσεις» σχολείων και νοσοκομείων.
Το πρόγραμμα είναι
απίστευτης σκληρότητας και απειλεί το σύνολο των εργατικών και
κοινωνικών κατακτήσεων. Όμως, ταυτόχρονα, είναι ένα πρόγραμμα που δεν
μπορεί να «σηκώσει» το πολιτικό σκηνικό, τουλάχιστον με τη σημερινή
μορφή του.


Πολιτική
Αυτό φαίνεται ήδη στο ΠΑΣΟΚ. Με
ποσοστά που κατρακυλούν γύρω στο 20% δεν θυμίζει σε τίποτα το κραταιό
σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που άντεξε σε θύελλες όπως της περιόδου του
σκανδάλου Κοσκωτά. Οι ερμηνείες των επιτελείων του ΓΑΠ (προβλήματα
«συντονισμού» του κυβερνητικού έργου) είναι κυριολεκτικά αστείες. Η
απόλυτη ταύτιση της κυβέρνησης με τα συμφέροντα των καπιταλιστών, με τα
συμφέροντα των πιστωτών, με τη γραμμή της ΕΕ και του ΔΝΤ, «ρευστοποιεί»
τους δεσμούς του ΠΑΣΟΚ με την κοινωνία και κυρίως τους –κρίσιμους για
κάθε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα– δεσμούς με τους εργαζόμενους και τα
συνδικάτα. Γι’ αυτό και όλα τα «γιατροσόφια» που έχει στη διάθεσή του ο
ΓΑΠ (ανασχηματισμός, πρόωρες εκλογές…) είναι καταδικασμένα σε αποτυχία.


Είναι
εντυπωσιακό το γεγονός ότι η ΝΔ δεν μπορεί να αξιοποιήσει την κρίση της
κυβέρνησης. Τα ποσοστά του Σαμαρά πέφτουν ακόμα και κάτω από το 20%.
Πρόκειται για φυσιολογική κατρακύλα. Το κόμμα που καθοδήγησε την
προηγούμενη επίθεση των καπιταλιστών, το κόμμα που δεν τολμά να
διαφοροποιηθεί σε κανένα αίτημα των τραπεζιτών και των βιομηχάνων, δεν
μπορεί να πείσει ότι εννοεί τις «αντιμνημονιακές» κορώνες του αρχηγού
του. Αυτό διευρύνει τις απώλειες προς τους άλλους διεκδικητές της δεξιάς
πολυκατοικίας (ΛΑΟΣ, Μπακογιάννη). Ταυτόχρονα, θέτει –ξανά– θέμα
ηγεσίας, όπως διαπίστωσε ο Σαμαράς στη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού
Κόμματος, όπου αντιμετώπισε ακόμα και τη χλεύη των ομοϊδεατών του. Αυτή η
εικόνα απομόνωσης ερμηνεύει τόσο της αιφνίδιες επιθέσεις στον
Καραμανλή, όσο και τις δηλώσεις ότι η ηγεσία Σαμαρά δεν θα δεχθεί
«θεόσταλτες εξωθεσμικές λύσεις».


Αυτή η αναφορά αναδεικνύει το
ποια είναι η συζήτηση στους κυρίαρχους κύκλους. Η επιμονή στο ακραία
αντικοινωνικό πρόγραμμα συνδυάζεται με την περιφρόνηση στο πολιτικό
προσωπικό, με την αναζήτηση λύσεων είτε υποχρεωτικής «συναίνεσης»
(κυβέρνηση συνασπισμού ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-μικρών «προθύμων»), είτε με την
προετοιμασία σεναρίων «έκτακτης ανάγκης» (κυβέρνηση
προσωπικοτήτων-τεχνοκρατών του κεφαλαίου).


Αντίσταση
Σε αυτές τις συνθήκες ο ρόλος της Αριστεράς είναι κυριολεκτικά κρίσιμος.


Έχει
να στηρίξει την απόρριψη του «Συμφώνου για το ευρώ». Καταγγέλλοντας
κάθε απόπειρα να περάσει στα γρήγορα από τη Βουλή, απαιτώντας
δημοψήφισμα και –κυρίως– οργανώνοντας έναν αποφασιστικό πολιτικό αγώνα,
με στόχο την ανατροπή αυτής της πολιτικής και των δυνάμεων που τη
στηρίζουν. Έχει να οργανώσει την καθημερινή αντίσταση των εργαζομένων
στο νέο πρόγραμμα λιτότητας: τις απεργίες, τις διαδηλώσεις, τις
καταλήψεις και ό,τι άλλο χρειαστεί, για να μην περάσουν οι περικοπές.
Έχει να αναδείξει την κρίσιμη σύνδεση ανάμεσα στους εργατικούς αγώνες
και τα κινήματα ενάντια στις «συγχωνεύσεις», τα κινήματα «Δεν πληρώνω»,
τα κινήματα αντίστασης όπως στην Κερατέα, αναπτύσσοντας το αποφασιστικής
σημασίας μέτωπο από τα κάτω.

Έχει ταυτόχρονα να αποδείξει ότι
υπάρχει άλλη λύση: ότι δεν είναι υποχρεωτική η «εξυπηρέτηση» του
χρέους, ότι οι τράπεζες μπορεί και πρέπει να τεθούν κάτω από
δημόσιο-κοινωνικό έλεγχο και ότι οι πλούσιοι μπορεί και πρέπει να
φορολογηθούν βαριά, ότι μια πολιτική «αναδιανομής» εισοδήματος υπέρ των
εργαζομένων και των φτωχών είναι και εφικτή και αναγκαία. Κυρίως όμως να
αποδείξει ότι υπάρχει άλλη συνολική λύση, ο σοσιαλισμός, μιας κοινωνίας
που πρέπει να οργανωθεί με κριτήριο τις ανάγκες και όχι τα κέρδη.

Λέξεις Κλειδιά