Κ ατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στο χώρο των τραπεζών επιδιώκουν τραπεζίτες και κυβέρνηση, με τελικό στόχο τις ατομικές συμβάσεις και την πλήρη επισφάλεια στις εργασιακές σχέσεις.
Η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας εδώ και δύο μήνες, με τις πλάτες της κυβέρνησης, αρνείται να δώσει την απαραίτητη εξουσιοδότηση για να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για υπογραφή κλαδικής σύμβασης στο χώρο των τραπεζών Την ίδια στάση κρατούν και οι Alphabank, Eurobank και Κύπρου. Η Εθνική Τράπεζα μάλιστα, αμφισβητώντας στην πράξη το θεσμό της κλαδικής σύμβασης, προχώρησε σε μονομερή χορήγηση αυξήσεων στα όρια των αυξήσεων της εθνικής συλλογικής σύμβασης και την ίδια τακτική ακολούθησε και η Alphabank.
Απέναντι στη στάση των τραπεζιτών και της κυβέρνησης, που άλλωστε οι επιδιώξεις τους είναι γνωστές και έχουν προαναγγελθεί, η στάση της ΟΤΟΕ και των σωματείων των τραπεζών είναι εντελώς ανεπαρκής. Όλοι αναγνωρίζουν τους κινδύνους που επιφυλάσσει η κατάργηση της κλαδικής σύμβασης και σε επίπεδο εργασιακών σχέσεων στο χώρο των τραπεζών αλλά και γενικότερα, σε ό,τι αφορά το λόγο ύπαρξης κλαδικών ομοσπονδιών. Το θέμα είναι ότι η αντίδραση σε ένα τόσο σοβαρό χτύπημα στο δικαίωμά μας για συλλογική εκπροσώπηση με τους εργοδότες δεν μπορεί να περιορίζεται σε καταγγελίες μέσω δελτίων Τύπου και σε παραστάσεις διαμαρτυρίας από λίγους συνδικαλςιστές. Τη Δευτέρα 2/6 οι εργαζόμενοι στην Εθνική Τράπεζα πραγματοποίησαν πανελλαδική απεργία με αίτημα να δώσει η διοίκηση εξουσιοδότηση για την υπογραφή κλαδικής σύμβασης. Αυτή η απεργία έπρεπε να είναι παντραπεζική και πρέπει να έχει και συνέχεια για να προκαλέσει σοβαρό πρόβλημα στους τραπεζίτες και να έχει αντίστοιχα σοβαρές πιθανότητες να νικήσει. Το να παρακαλάμε για ψίχουλα δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα και δεν εμπνέει τον κλάδο.
Η οργάνωση μαζικού και αποτελεσματικού απεργιακού αγώνα με αιτήματα γενναίες αυξήσεις και μέχρι την υπογραφή κλαδικής σύμβασης είναι μονόδρομος.
Γεωργία Χασάπη,
εργαζόμενη στην ΑΤΕ