ΠΑΣΟΚ: Υπάρχει «ανθρώπινος» νεοφιλελευθερισμός;

Στο ερώτημα για το πώς έχει κατορθώσει μέχρι σήμερα να επιβιώσει ο Καραμανλής, η απάντηση βρίσκεται στην αντιπολιτευτική τακτική, αλλά και τη γενικότερη πολιτική του ΠΑΣΟΚ.

Σ το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, με τις κορώνες μέσα στη Βουλή, το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να δώσει εικόνα «αντιπολίτευσης» και να τσιμπήσει ποσοστά στις δημοσκοπήσεις. Όμως και σε αυτό το θέμα τα κενά του δεν είναι καθόλου δυσδιάκριτα. Κατ’ αρχήν, δεν είναι εύκολο να κρύψει ότι η γέννηση του σκανδάλου έγινε επί κυβερνήσεων Σημίτη, όταν με τις υπογραφές των Δρυ και Φωτιάδη αναγνωρίστηκαν τα «δικαιώματα» της μονής Βατοπεδίου επί της Βιστωνίδας, με βάση «τίτλους» που αναφέρονται στον… Ιωάννη Παλαιολόγο και Οθωμανούς πασάδες.

 

Επίσης δεν είναι εύκολο να κρυφτούν οι εντυπωσιακά καλές σχέσεις
ηγετικών στελεχών του (όπως ο Βενιζέλος…) με το Άγιο Όρος και
ειδικότερο με το Βατοπέδι. Ακόμα και σήμερα το ΠΑΣΟΚ αποφεύγει να
γενικεύσει την κριτική του στα «ιερά σκάνδαλα», να βγάλει θέματα όπως η
απαλλοτρίωση των μοναστηριακών γαιών, η φορολόγηση της αμύθητης
εκκλησιαστικής περιουσίας, ο περιορισμός της εξουσίας του ιερατείου
κ.λπ.


Ακόμα σοβαρότερα είναι τα προβλήματα του ΠΑΣΟΚ στην αντιμετώπιση
της κρίσης. Ο Παπανδρέου αναφέρεται στην ανάγκη για ένα «New Deal»
προσπαθώντας να πλασαριστεί στη θέση του Ρούζβελτ απέναντι στην κρίση
του 1929. Όμως, πολύ προσεκτικά, αποφεύγει να δώσει οποιοδήποτε
συγκεκριμένο δείγμα διαφορετικής πολιτικής από αυτήν του Καραμανλή. Το
«New Deal» του Ρούζβελτ –κάτω από την πίεση των εργατικών αγώνων–
περιλάμβανε μέτρα όπως η αύξηση των μισθών, οι μαζικές δημόσιες
επενδύσεις για την αύξηση της απασχόλησης, η ενίσχυση του κράτους
πρόνοιας ώστε να ενισχυθεί η προοπτική «κοινωνικής ειρήνης». Ήταν μια
αστική πολιτική, που χρησιμοποιούσε την κρατική παρέμβαση ως μοχλό για
να αναθερμάνει την οικονομία και να βρει διέξοδο από την κρίση. Ακόμα
και αυτή η αστική πολιτική (της ηγεσίας του Δημοκρατικού Κόμματος στη
δεκαετία του ’30) μοιάζει σαν «αριστερισμός» αν συγκριθεί με τις
σημερινές φλυαρίες του ΠΑΣΟΚ αλλά και όλης της σοσιαλδημοκρατίας. Που
δεν τολμάνε να υποστηρίξουν συγκεκριμένα το αίτημα των συνδικάτων για
αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, που δεν τολμάνε να
αντισταθούν στην ιδιωτικοποίηση της Ολυμπιακής (προτείνοντας το
ανεκδιήγητο «μικτό σχήμα»), που δεν τολμάνε να βάλουν ζήτημα
επανακρατικοποίησης των τραπεζών και δημοσίου ελέγχου στο
χρηματοπιστωτικό σύστημα ακόμα και όταν τα κράτη κάνουν θηριώδεις
«ενέσεις» σωτηρίας, όπως τα 28 δισ. ευρώ του Καραμανλή…


Η Άννα Διαμαντοπούλου έσπευσε να περιορίσει τις αναζητήσεις περί
«new deal», υπογραμμίζοντας την ανάγκη για «σύγχρονες απαντήσεις».
Δηλαδή για απαντήσεις που, τάχα, θα διασφαλίζουν την ικανοποίηση και
των εργαζομένων και των βιομηχάνων και των τραπεζιτών. Το δράμα για
τους «σύγχρονους σοσιαλδημοκράτες» είναι ότι τέτοιες απαντήσεις δεν
υπάρχουν. Αυτός ο παράγοντας βυθίζει όλα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα
στην ακόμα μεγαλύτερη υποταγή στους καπιταλιστές, στο βάλτο του
σοσιαλφιλελευθερισμού.

Καλύτερη απόδειξη είναι η τακτική τους στα συνδικάτα. Αντί να
λειτουργούν ως δυνάμεις ενεργοποίησης και συναγερμού μπροστά στις
δοκιμασίες που φέρνει η κρίση, λειτουργούν ως δυνάμεις παθητικότητας,
υποταγής, παράδοσης και στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη.
Νεοφιλελευθερισμός «με ανθρώπινο πρόσωπο» δεν υπάρχει. Το ΠΑΣΟΚ, όπως
και όλα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, δεν αποτελούν «εργαλεία»
αντίστασης των εργαζομένων ούτε στο συνδικάτο, ούτε στην πολιτική, αλλά
ούτε στη βουλή και στην κάλπη.

Λέξεις Κλειδιά