To ποδόσφαιρο ως μέθοδος χειραγώγησης

thumb_09-ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΤο πρωτάθλημα τελείωσε, αρχίζει το EURO

 

Η δεύτερη διαδοχική συμμετοχή της εθνικής ομάδας στα τελικά του EURO κάνει πολλούς ανθρώπους να φαντασιώνουν νέους «εθνικούς» ποδοσφαιρικούς θριάμβους. Βέβαια αυτή τη φορά οι πιθανότητες να πιαστούν στην παγίδα οι μεγάλες ομάδες είναι πολύ πιο λίγες. Μπορούν και αυτές να παίζουν εκείνο το καταστροφικό ποδόσφαιρο που θριάμβευσε στα πρόσφατα Μουντιάλ και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα. Όμως το αγωνιστικό πλαίσιο του φετινού EURO καθορίζεται από τις συνολικές πολιτικοοικονομικές εξελίξεις στο ποδόσφαιρο.

Τ α πρωταθλήματα σε όλον τον κόσμο αλλά κυρίως στην Ευρώπη έχουν πια ένα κοινό χαρακτηριστικό: κερδίζει ο πλουσιότερος σύλλογος. Αυτό είναι ολοφάνερο στην Ελλάδα, όπου ο Ολυμπιακός έχει τον υψηλότερο προϋπολογισμό, αλλά το ίδιο ισχύει και σε μια σειρά άλλες χώρες.

Σασπένς;


Στην Αγγλία λίγο παλιότερα υπήρχε έντονο σασπένς για το ποια ομάδα θα πάρει το πρωτάθλημα, αφού ο τίτλος μπορούσε να καταλήξει ακόμη και σε σύλλογο που μόλις είχε ανέβει από τη χαμηλότερη κατηγορία. Αυτό το στοιχείο της αβεβαιότητας έκανε εξαιρετικά ενδιαφέρον το αγγλικό πρωτάθλημα. Γι’ αυτό ακόμη και οι ογκώδεις «ξυλοκόποι» των βρετανικών γηπέδων ήταν πρώτης τάξης εμπορικό ποδοσφαιρικό προϊόν για τις τηλεοράσεις όλου του κόσμου. Αυτή η εποχή τελείωσε. Σήμερα η Πρέμιερσιπ είναι πρακτικά χωρισμένη σε μικρές υποκατηγορίες. Για παράδειγμα η Έβερτον, η Άστον Βίλα και η Τότεναμ δεν είναι στην κατηγορία των υποψήφιων πρωταθλητών και το μόνο που «παίζει» είναι να βρεθούν από τη πέμπτη μέχρι τη δέκατη θέση. Οι μοναδικές εκπλήξεις μπορούν να κυμανθούν σε αυτά τα περιθώρια. Αντίστοιχη κατηγοριοποίηση μπορεί να σκεφθεί κανείς και για το ελληνικό πρωτάθλημα. Ο Μ. Στιλ, ένας αριστερός σχολιαστής στην «Ιντιπέντεντ», πρότεινε με σαρκασμό οι πρόεδροι των ομάδων να δημοσιοποιούν, από την αρχή της χρονιάς, τον προϋπολογισμό τους και έτσι ο «πλειοδότης» να ανακηρύσσεται κατευθείαν πρωταθλητής γλιτώνοντας τους παίκτες και τους θεατές από τη… γραφειοκρατία των αγώνων.


Ο μόνος τρόπος να αλλάξει τη μοίρα της μια ομάδα, λέει ο Στιλ, είναι να εξαγορασθεί από κάποιον πανούργο δισεκατομμυριούχο. Και είναι αλήθεια: Η απόγνωση των οπαδών του Παναθηναϊκού να βρουν κάποιον που θα «βάλει τα λεφτά που βάζει ο Κόκκαλης» τους οδήγησε στην αγκαλιά του Βγενόπουλου. Στην Αγγλία οι οπαδοί της Μάντσεστερ Σίτι γέμισαν από χαρά όταν η ομάδα τους πέρασε στην ιδιοκτησία του ανυπολόγιστα πλούσιου και απόλυτα σκοτεινού πρώην πρωθυπουργού της Ταϊλάνδης. Αν την ομάδα έπαιρνε κάποιος από τους δικτάτορες της Μιανμάρ πιθανά να ζητωκραύγαζαν: «Καταπληκτικά νέα: ο πρόεδρος άρπαξε τα λεφτά που προορίζονταν για τα θύματα του κυκλώνα και τα ξόδεψε, όλα, για την αγορά ενός και μόνο σέντερ μπακ!». Κι αν η ιστορία της Μιανμάρ είναι υποθετική, η αρπαγή του ρωσικού πλούτου από τον Ρ. Αμπράμοβιτς είναι πολύ πραγματική και είναι αυτή που έκανε την Τσέλσι μία από τις τρεις πρώτες ομάδες στην Αγγλία και την Ευρώπη.

Κέρδη


Οι μεγάλοι καπιταλιστές επιζητούν να «επενδύσουν» (δηλ. να κερδοσκοπήσουν) σε ομάδες με πολλούς και αφοσιωμένους οπαδούς. Οι τεχνοκράτες της αγοράς θεωρούν αυτούς τους οπαδούς ως τους πλέον πιστούς πελάτες που μπορεί να έχει ένα brand, μια εταιρεία. Και οι οπαδοί αυτοί δεν περιορίζονται μόνον στην ίδια την πόλη (ή την ίδια τη χώρα) της ομάδας, καθώς πολλές φορές επεκτείνονται σε ολόκληρο τον κόσμο (η Μάντσεστερ Γιουν. και η Μπαρτσελόνα έχουν κατά καιρούς επιδοθεί στην προσπάθεια απόκτησης τέτοιων «πιστών πελατών» σε χώρες όπως π.χ. η Κίνα).


Και είναι αυτή η αφοσίωση των οπαδών-πελατών που γίνεται το αντικείμενο της πιο άγριας εκμετάλλευσης: πανάκριβα εισιτήρια διαρκείας, μπουτίκ, ειδικά προϊόντα για παιδιά-οπαδούς, συνδρομητική τηλεόραση για «να βλέπεις την ομάδα σου», πιστωτικές κάρτες, γήπεδα-εμπορικά κέντρα κ.λπ. Ξέρουν ότι ακόμη και οι φτωχότεροι οπαδοί θα κάνουν τεράστιες θυσίες και θα περικόψουν άλλες βασικές τους ανάγκες για να «στηρίξουν» την ομάδα.


Αλλά οι επενδύσεις πρέπει να αποδώσουν και μέσα στο γήπεδο γιατί αλλιώς δεν θα έρθουν τα κέρδη.
Έτσι επιστρατεύεται η… χημική βιομηχανία. Είναι αλήθεια ότι στο ποδόσφαιρο η συγκάλυψη της ντόπας είναι πιο οργανωμένη από τα άλλα αθλήματα όπου τα σκάνδαλα παίρνουν μορφή χιονοστιβάδας. Αλλά πού και πού ανοίγουν χαραμάδες αποκαλύψεων: Η υπόθεση ντόπας στη Γιουβέντους λίγα χρόνια πριν κατέδειξε ότι η διοίκηση Ανιέλι πότιζε υποχρεωτικά τους ποδοσφαιριστές της με μια απίστευτη ποσότητα κρεατίνης (που εισήγαγε από την Ελλάδα...) σε σταθερή εβδομαδιαία βάση. Η δήλωση παικτών της κλάσης π.χ. του Ντελ Πιέρο, που ανέφεραν δημόσια ότι δέχτηκαν την εβδομαδιαία ένεση για να μη χάσουν τη θέση τους την ομάδα, συμπληρώνοντας ότι δεν υπάρχει παίκτης μη – ντοπαρισμένος στις άνω βαθμίδες των επαγγελματικών κατηγοριών, είναι ενδεικτική.


Από την άλλη βέβαια, αυτή η ραγδαία και άγρια εμπορευματικοποίηση είναι που κάνει πολλούς οπαδούς να αισθάνονται αποξενωμένοι από την ομάδα τους, να νιώθουν σαν να τους έχουν πάρει το σύλλογο από τα χέρια. Γι’ αυτό και κατά καιρούς έχουν ξεσπάσει επεισόδια αντίστασης στην αγορά του συλλόγου (π.χ. Λίβερπουλ).

EURO


Οι εθνικές ομάδες μοιάζουν να διαφέρουν από τους συλλόγους. Στα παγκόσμια και τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα υπάρχει πάντα η ελπίδα για γνήσιο σασπένς, αφού οι ομάδες δεν βασίζονται στο μπάτζετ τους. Οι επιτυχίες της Ελλάδας και παλιότερα της Δανίας είναι χαρακτηριστικές. Ταυτόχρονα ο λίγος χρόνος προετοιμασίας και η κούραση των μεγάλων παικτών από τις εξαντλητικές υποχρεώσεις σε εθνικές και ευρωπαϊκές διοργανώσεις τους κάνουν εύκολη «λεία» σε πολύ μετριότερους αλλά πιο ξεκούραστους παίκτες. Γράφαμε λίγο παλιότερα στην «Ε.Α.»: «Στην Κορέα και την Πορτογαλία οι μεγάλες ομάδες και οι μεγάλοι παίκτες εξαφανίστηκαν. Το γήπεδο ξαφνικά έγινε πολύ μικρό, δεν υπάρχει πλέον χώρος και χρόνος για δεξιοτεχνία, για συνδυασμούς, για “παιχνίδι”. Τα σύγχρονα συστήματα στηρίζονται στην ταχύτητα, τη δύναμη και την αντοχή, απαιτούν δεκαθλητές και όχι ποδοσφαιριστές». Δεν είναι τυχαίο ότι φέτος στην αποστολή της εθνικής στο EURO συμμετέχει π.χ. ένα μπακ του Παναθηναϊκού με του οποίου τις γκάφες γελάνε ακόμη και φανατικοί οπαδοί των «πρασίνων». Ο λόγος; Στα εργομετρικά τεστ έχει με διαφορά τα καλύτερα αποτελέσματα.


Φυσικά τίποτε δεν είναι αγνό ούτε στις εθνικές ομάδες. Στις εθνικές δόξες επενδύουν μεγάλες ελληνικές και πολυεθνικές (!) καπιταλιστικές επιχειρήσεις που στις διαφημίσεις τους δηλώνουν «μαζί με την εθνική». Οι ίδιοι οι παίκτες αμείβονται παχυλά για αυτές τις διαφημίσεις, καθώς και για τις πιθανές επιτυχίες, αλλά πλέον και οι σύλλογοι δεν μένουν παραπονεμένοι για τις επενδύσεις τους: Με απόφαση της UEFA οι σύλλογοι των οποίων παίκτες χρησιμοποιούνται από εθνικές ομάδες θα αποζημιώνονται με 4.000 ευρώ ημερησίως ανά ποδοσφαιριστή. Ποια ομάδα έχει τους περισσότερους διεθνείς στο EURO; Ούτε η Ρεάλ, ούτε η Τσέλσι, αλλά ο «τσιγκούνης» στις μεταγραφές Παναθηναϊκός που (πριν από τη μεταγραφή Πόστιγκα) είχε 10 παίκτες στη διοργάνωση (όσους και η Λιόν) πράγμα που σημαίνει 40.000 ευρώ την ημέρα αποζημίωση. Βλέπετε ο εθελοντισμός και η αφιλοκερδής προσφορά στο έθνος αφορά μόνον τους μισθωτούς των 700 ευρώ.

Εθνικισμός


Όμως το μεγάλο πρόβλημα με τις εθνικές ομάδες δεν είναι τα κέρδη των αφεντικών. Η ιδεολογική χρήση του ποδοσφαίρου σε επίπεδο συλλόγων συνίσταται στη διάσπαση της εργατικής τάξης σε φαντασιακά αντίπαλα στρατόπεδα, η εκτόνωση της ταξικής οργής ενάντια στους φτωχούς της άλλης ομάδας, η διαρκής ενασχόληση με την «ομάδα» ώστε όλος ο ελεύθερος χρόνος να εξαντλείται σε ανώδυνες για το σύστημα συζητήσεις σχετικά με το αν έπρεπε π.χ. να απολυθεί ο Λεμονής ή όχι (είναι χαρακτηριστικό ότι ειδικά στην Ελλάδα κυκλοφορούν τόσες αθλητικές εφημερίδες όσες πουθενά αλλού στον κόσμο). Σε επίπεδο εθνικών ομάδων η ιδεολογική λειτουργία του ποδοσφαίρου συνίσταται στη φαντασιακή ενότητα του έθνους: πλούσιοι και φτωχοί, διευθυντές και εργάτες, τραπεζίτες και υπερχρεωμένοι, όλοι μαζί γινόμαστε δήθεν ένα στη μεθυστική υποστήριξη της ομάδας που μας ενώνει. Αλλά και που μας χωρίζει από άλλους. Η επιτυχία της εθνικής στην Πορτογαλία συνοδεύτηκε από ένα μαζικό ξέσπασμα πανηγυρισμών. Το ξέσπασμα αυτό ενέχει στοιχεία αναζήτησης μιας –έστω προσωρινής– απόδρασης από τη γκρίζα και εντατικοποιημένη καθημερινότητα. Όμως η σχηματοποίηση αυτού του ξεσπάσματος κάτω από τη γαλανόλευκη περιέχει πολύ αντιδραστικά στοιχεία. Δεν είναι τυχαίο που μέσα σε αυτήν την τάση, βρήκαν ευκαιρία να εμφανιστούν οι ακροδεξιές εθνικιστικές και ρατσιστικές οργανώσεις.

 

Ασφαλώς τα συνθήματα «Δεν θα γίνεις Έλληνας πότε, Αλβανέ, Αλβανέ», δεν αφορούν την πλειονότητα του κόσμου που βγήκε να πανηγυρίσει. Όμως μέσα σε αυτό το ρεύμα οι φασίστες «μπορούν» να παρεμβαίνουν. Η δολοφονία του Αλβανού μετανάστη στη Ζάκυνθο μετά την ήττα της Ελλάδας από την Αλβανία ήταν η κορυφή ενός παγόβουνου που περιλάμβανε επιθέσεις σε όλη την επικράτεια με αποτέλεσμα τουλάχιστον 70 μετανάστες να βρεθούν σε νοσοκομεία και εκατοντάδες άλλοι να τραυματιστούν. Και το ίδιο ακριβώς συμβαίνει παντού: Οι επιτυχίες της Τουρκίας στο Μουντιάλ του 2002 έβγαλαν χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους, όμως σε αυτούς τους εθνικούς πανηγυρισμούς οι φασίστες ήταν σαν το ψάρι στο νερό. Πολύ σύντομα το σύνθημα «η Τουρκία είναι η καλύτερη» μετατράπηκε στο «Κάτω το ΡΚΚ» και στο «Θάνατος στους Κούρδους».

Όπιο


Η απάντηση έπρεπε τότε να έρθει από την Αριστερά. Με σεβασμό στο αίσθημα χαράς του κόσμου αλλά και με ένα σταθερό «όχι» στην γενίκευση, στην ιδεολογικοποίηση, στην τάση να ενισχυθούν οι συντηρητικές αξίες. Η απάντηση αυτή δεν ήρθε. Η Λ. Κανέλλη ανάλυε κατ΄ επανάληψη από τα κανάλια το πώς τα «συστήματα» Ρεχάγκελ υλοποιούν την ελληνική ψυχή στο γήπεδο, ενώ η «Αυγή» (που δεν έχει κάνει έκτακτη έκδοση για μεγάλα πολιτικά ή εργατικά γεγονότα) εξέδωσε έκτακτο φύλλο τη Δευτέρα μετά τον τελικό, με υπέρτιτλο «Κούρσεψε τη Λισσαβόνα ο Χαριστέας»! Σήμερα η επανάληψη αυτού του λάθους, μετά τη στήριξη της κυβέρνησης στο Μακεδονικό και μετά τα τόσα ανοιχτά μέτωπα της ΝΔ με το λαό, θα είναι αυτογκόλ για την Αριστερά και σανίδα σωτηρίας για τον Καραμανλή.


Το ποδόσφαιρο πλέον είναι χώρος κερδοφορίας και ιδεολογικής χειραγώγησης των μαζών κάτω από τον απόλυτο έλεγχο των καπιταλιστών και του κράτους. Η παραδοσιακή ανάλυση που το παρομοίαζε με «όπιο του λαού» αποδεικνύεται πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητα από ποτέ. Γιατί τελικά στην μπάλα κερδίζει πάντα ο πλουσιότερος. Μέσα και έξω από το γήπεδο.


Πέτρος Τσάγκαρης

Λέξεις Κλειδιά