Στον απόηχο των βουλευτικών εκλογών, όλες οι πολιτικές δυνάμεις ετοιμάζονται για την εκλογική μάχη στην τοπική αυτοδιοίκηση, που θα διεξαχθεί την πρώτη Κυριακή του Οκτώβρη.
Για τους κάθε είδους, πιστούς στα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης συνδυασμούς, τα πράγματα είναι περίπου δεδομένα. Η προγραμματική σύγκλιση που υπάρχει στην κεντρική πολιτική σκηνή, στους Δήμους και τις Περιφέρειες γίνεται ακόμα πιο εμφανής. Η «καθεστωτική ομοφωνία» στην υλοποίηση της πολιτικής κατεύθυνσης που χαράζει η κεντρική διοίκηση, είναι το βασικό χαρακτηριστικό κάθε δημοτικής ή περιφερειακής αρχής που ανήκει στη ΝΔ, στον ΣΥΡΙΖΑ, στο ΠΑΣΟΚ ή σε δήθεν «ανεξάρτητους-ικανούς» υποψηφίους που προέρχονται από αυτά τα κόμματα.
Η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ να δημοσιοποιήσει τη στήριξη του στο Ανδρέα Παχατουρίδη, στο Περιστέρι, και ο αντι-Πελετίδης συνασπισμός όλων στην Πάτρα, ώστε να μην επανεκλεγεί για τρίτη θητεία ο δήμαρχος του ΚΚΕ, είναι τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Ο νέος εκλογικός νόμος Βορίδη, με τον οποίο θα διεξαχθούν οι εκλογές στις 8/10, προωθεί υπερσυγκεντρωτικές δημοτικές και περιφερειακές αρχές, ώστε από την κάλπη να προκύπτουν παντοδύναμοι δήμαρχοι και περιφερειάρχες, που ανενόχλητοι θα εφαρμόζουν αντικοινωνικές πολιτικές.
Συγκεκριμένα, επαναφέρει την εκλογή τοπικών αρχόντων με 43% από την πρώτη Κυριακή, περιορίζει τον αριθμό των εκλεγόμενων συμβούλων, θέτει πλαφόν εισόδου στα συμβούλια 3% και αυξάνει το κόστος συμμετοχής, αποκλείοντας μικρότερα, αλλά συνεπή στην υπεράσπιση διεκδικήσεων προς όφελος των τοπικών κοινωνιών, αριστερά σχήματα.
Από την άλλη, με το απαράδεκτο εκλογικό μέτρο, βάζει εμπόδια και στα διάφορα «αντάρτικα» κατεβάσματα δεξιών και ακροδεξιών ψηφοδελτίων, που κόβουν έδρες από τους επίσημους υποψήφιους της ΝΔ. Έτσι και αλλιώς όμως, οι περισσότεροι από αυτούς τους «ανεξάρτητους» παράγοντες, στη διάρκεια της προηγούμενης τετραετίας, προσχώρησαν στις δημοτικές πλειοψηφίες και ενσωματώθηκαν στην παράταξη του εκάστοτε δημάρχου.
Στη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο Εσωτερικών, ο Βορίδης «φίμωσε» τις αντιπολιτευόμενες δημοτικές παρατάξεις αφαιρώντας τους το δικαίωμα να προτείνουν στα δημοτικά συμβούλια (προ ημερήσιας διάταξης) αποφάσεις για κατεπείγοντα θέματα. Συγχρόνως, ναι μεν επέστρεψε στα δημοτικά συμβούλια αρμοδιότητες που είχαν παραχωρηθεί στις Οικονομικές Επιτροπές (μετά την απόφαση του ΣτΕ), αλλά διατήρησε τον αντιδημοκρατικό τρόπο συγκρότησης των Επιτροπών, όπως και των Επιτροπών Ποιότητας Ζωής, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι σε αυτές η πλειοψηφία θα ανήκει στην παράταξη του Δημάρχου.
Δήμοι Α.Ε.
Την τελευταία τετραετία, η μεγάλη πλειοψηφία των διοικήσεων του Α΄ και Β΄ βαθμού της αυτοδιοίκησης, σε πλήρη συντονισμό και σύμπλευση με την κυβέρνηση της ΝΔ, έχει προωθήσει μια πολιτική που απογείωσε το μοντέλο του Δήμου-επιχείρηση, κάνοντας πράξη τον βασικό στόχο της κυβέρνησης: «όλα στους ιδιώτες».
Οι ιδιωτικοποιήσεις, η υποβάθμιση και η ανταποδοτική λειτουργία κρίσιμων κοινωνικών υπηρεσιών έχουν επεκταθεί σε κάθε πεδίο δράσης των Δήμων. Οι υπηρεσίες πρασίνου είναι το κατεξοχήν παράδειγμα, με την αιτιολογία της υποστελέχωσης. Σκόπιμα οι διοικήσεις εγκαταλείπουν τις υπηρεσίες χωρίς προσωπικό προκειμένου να δικαιολογήσουν τις μεθοδεύσεις ανοίγματος της πόρτας στους ιδιώτες. Μια εγκληματική υποστελέχωση των δημοτικών υπηρεσιών, που έχει οδηγήσει σε δεκάδες θανάτους και χιλιάδες τραυματισμούς εργαζομένων την τελευταία δεκαετία. Που κρατά σε ομηρία τους συμβασιούχους που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, οι οποίοι/ες με προσωρινές διαταγές των δικαστηρίων παίρνουν συνήθως, μια ολιγόμηνη παράταση στη δουλειά.
Οι «αμαρτωλές» Αναπτυξιακές Εταιρίες στους ΟΤΑ, είναι ακόμα ένα παράδειγμα πώς με δημόσιο χρήμα και αδιαφανείς διαδικασίες, ευνοούνται οι κάθε είδους «ημέτεροι» των τοπικών αρχών. Τα περίφημα ΣΔΙΤ έχουν γίνει το «όχημα» για τις μπίζνες του κεφαλαίου, διαμέσου των Δήμων. Εταιρείες που δεν ελέγχονται από το δημοτικό συμβούλιο, με δικό τους προσωπικό και φυσικά καμία λογοδοσία σε αυτό.
Παράλληλα, έχει κλιμακωθεί και η πολιτική των «αναπλάσεων», όπου οι Δήμοι είτε με «χορηγίες», είτε με απευθείας αναθέσεις, είτε με δικούς τους πόρους παραχωρούν ελεύθερους χώρους στα επιχειρηματικά συμφέροντα, με καταστροφικές επιπτώσεις για το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Η τσιμεντοποίηση του Ελληνικού και τα προκλητικά πεπραγμένα της θητείας Μπακογιάννη στην Αθήνα, αναφορικά με τους δημόσιους χώρους, αποτελούν εμβληματικά υποδείγματα ενός σκληρού νεοφιλελεύθερου μοντέλου, που αλίμονο αν επεκταθεί παντού.
Σχεδιασμοί κομμάτων
Η ΝΔ προφανώς και θα επιδιώξει να επιβεβαιώσει την κυριαρχία των εθνικών εκλογών, διατηρώντας και διευρύνοντας τις Περιφέρειες και τους Δήμους που ελέγχει, προωθώντας την περαιτέρω συρρίκνωση των κεντρικών πόρων προς τους ΟΤΑ και την εμπέδωση της αυταρχικής εποπτείας του κεντρικού κράτους σε αυτούς. Είναι βέβαιο ότι το περίφημο «κοινωνικό πρόσωπο» που θέλουν να εμφανίσουν οι υμνητές της επιχειρηματικότητας, δεν θα αποτυπωθεί σε καμία ενίσχυση μέτρων κοινωνικής πολιτικής, αλλά σε νέα «εργαλεία» για σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις και δουλειές με δημόσιο χρήμα, καταστροφή του περιβάλλοντος και ελαστικές εργασιακές σχέσεις για τους εργαζόμενους στους ΟΤΑ.
Ενδιαφέρον θα έχει επίσης ο τελικός αριθμός (και τα αποτελέσματα) ακροδεξιών κατεβασμάτων, μετά την αυτοπεποίθηση του εθνικιστικού και φασιστικού χώρου, από την πρόσφατη εκλογική άνοδο. Ειδικά, τα παιχνίδια του μορφώματος Κασιδιάρη, που είχε παρουσία και στο δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας.
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές θα είναι σημαντικός κόμβος και για την κεντροαριστερά. Κανείς σήμερα δεν γνωρίζει την κατάσταση στην οποία θα βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ στις αρχές του φθινοπώρου και πώς θα οργανώσει τα ψηφοδέλτιά του πανελλαδικά. Ουσιαστικά πρόκειται για μια «καμένη» κάλπη για την Κουμουνδούρου, με την ελπίδα το κόμμα να έχει ανασυγκροτηθεί μέχρι τις Ευρωεκλογές του 2024. Την ίδια ώρα, πληθαίνουν οι φωνές εντός ΣΥΡΙΖΑ που ζητούν κοινή κάθοδο στις τοπικές εκλογές με το ΠΑΣΟΚ, σαν ένα πρώτο βήμα για τη μεταξύ τους συνεργασία στη λογική του «αντιδεξιού μετώπου».
Στο ΠΑΣΟΚ πάντως, που υπερτερεί έτσι κι αλλιώς στην τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω των ισχυρών ερεισμάτων που διατηρεί ακόμα και σήμερα, προσανατολίζονται σε αυτοτελή κάθοδο στις 13 περιφέρειες και στους μεγάλους δήμους της χώρας, υπηρετώντας το σχέδιο για ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ σε πρωταγωνιστικό φορέα του λεγόμενου «προοδευτικού χώρου» απέναντι στη ΝΔ του Μητσοτάκη.
Αριστερά
Στο δύσκολο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο που έχει διαμορφωθεί, η καλύτερη δυνατή παρέμβαση των σχημάτων της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, θα είναι ένα κρίσιμο στοιχείο, για να βάλουμε φραγμό στην αντιλαϊκή πολιτική των τοπικών αρχών.
Το ΚΚΕ επιμένει σε μια κομματική καταγραφή, με το άνοιγμα των ψηφοδελτίων του σε μεμονωμένα άτομα και όχι σε ευρύτερες συμμαχίες με την υπόλοιπη Αριστερά, που θα μπορούσε να αυξήσει τις πιθανότητες για την είσοδο της «Λαϊκής Συσπείρωσης» στον β΄ γύρο ορισμένων Δήμων.
Η ενίσχυση των τάσεων της αποχής και το εκλογικό όριο εισόδου, κάνουν τα πράγματα για την Αριστερά ακόμα πιο δύσκολα. Μετά από τέσσερα χρόνια θητείας, όλες οι δυνάμεις της Αριστεράς στα συμβούλια είχαν κοινή στάση στα περισσότερα ζητήματα, ενώ συναντήθηκαν σε κοινές μάχες στο δρόμο. Για να αποφευκτεί ο κατακερματισμός της αριστερής ψήφου, θα είναι απαραίτητες οι συνεργασίες και τα ενωτικά αριστερά ψηφοδέλτια. Όχι μόνο για αριθμητικούς λόγους, αλλά και για λόγους παρουσίας μιας πιο ισχυρής αριστερής-αγωνιστικής αντιπολίτευσης σε δήμους και περιφέρειες.
Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται σχήματα που λειτουργούν ήδη σε αρκετούς δήμους, όπως πχ στη Θεσσαλονίκη, την Αγ. Παρασκευή, του Ζωγράφου κ.α. (βλ. διπλανές στήλες), κατεύθυνση που χρειάζεται να γενικευτεί. Ήδη στην Αθήνα, βρίσκονται σε εξέλιξη διεργασίες για ένα ενωτικό κατέβασμα της ριζοσπαστικής- αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, λόγω και του κεντρικού πολιτικού χαρακτήρα που έχει ο μεγαλύτερος δήμος της χώρας.
Σχήματα που λειτουργούν συλλογικά, δημοκρατικά και «από τα κάτω», με αριστερό-ριζοσπαστικό λόγο, σε αλληλοτροφοδότηση με τα κινήματα και τις συλλογικότητες γειτονιές. Με διεκδικητικό πολιτικό πλαίσιο που συνδέει τους καθημερινούς αγώνες για τα τοπικά ζητήματα και τις ανάγκες των κατοίκων, με τις κεντρικές συγκρούσεις που απαιτούνται, για να πάνε τα πράγματα αλλιώς. Που μέσα από έναν ριζοσπαστικό (αλλά όχι γενικόλογα καταγγελτικό ή βερμπαλιστικό) προγραμματικό λόγο επιδιώκουν να παρεμβαίνουν για τα «μικρά και καθημερινά», τα οποία όμως λόγω της διαρκούς νεοφιλελεύθερης επίθεσης έχουν κεντρική πολιτική διάσταση.
Μόνο με μια τέτοια τακτική, κατά τη γνώμη μας, μπορεί να υπηρετηθεί αποτελεσματικά και η προσπάθεια για τη βελτίωση των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών, για να πάρουμε πίσω τα δικαιώματά μας, τις πόλεις μας, τις ζωές μας και παράλληλα να οικοδομήσουμε τον αριστερό εναλλακτικό πόλο απέναντι στην καταθλιπτική συναίνεση (και) στην τοπική αυτοδιοίκηση.