Ρώσικη επανάσταση και Στάλιν


Οι Οσέτοι θεωρούνται απόγονοι Αλανών, ιρανικού φύλου, γι’ αυτό και η γλώσσα τους ήταν παρόμοια με τα φαρσί, δηλ. τα περσικά. Τελικά βέβαια κυριάρχησαν τα ρωσικά, αλλά, όπως και στην περίπτωση της Ιρλανδίας, η χρήση μίας γλώσσας δεν αποκλείει τη διαφορετική εθνοτική συνείδηση. Η Οσετία προσαρτήθηκε στην τσαρική Ρωσία το 1801, μαζί με την υπόλοιπη Γεωργία.


Σε όλη την περίοδο μέχρι το τέλος του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου το γεωργιανό εθνικό κίνημα βρίσκεται υπό την ηγεσία των μενσεβίκων και είναι ενάντια στην επαναστατημένη Ρωσία. Οι Γεωργιανοί ηγέτες είχαν την αυταπάτη ότι οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της εποχής θα τους εξασφάλιζαν ανεξαρτησία. Έτσι πρώτα συμμάχησαν με τις δυνάμεις του άξονα (Γερμανία, Αυστροουγγαρία) και μετά την ήττα του τελευταίου, με τους Βρετανούς. Το τραγελαφικό της υπόθεσης είναι ότι οι Γεωργιανοί ηγέτες έψαχναν υποστηρικτές της ανεξαρτησίας τους ακριβώς σε αυτούς που ήθελαν να παλινορθώσουν το τσαρικό καθεστώς.

 

Τελικά, παρά τις προθέσεις τους, την τυπική ανεξαρτησία την εξασφάλισαν προσωρινά με τη νίκη των μπολσεβίκων σε βάρος των αντεπαναστατικών στρατιών: Το Μάιο του 1920 η Μόσχα αναγνώρισε επίσημα την ανεξαρτησία της Γεωργίας. Ωστόσο οι ηγέτες της χώρας δεν έπαψαν να προσβλέπουν στους ιμπεριαλιστές. Μάλιστα, ενώ ήταν η επαναστατημένη Ρωσία των μπολσεβίκων αυτή που τους παραχώρησε την ανεξαρτησία, οι Γεωργιανοί ηγέτες επέμεναν στην απαγόρευση της νόμιμης δράσης του Κ.Κ. Γεωργίας.
Η αντιμετώπιση των μπολσεβίκων υπήρξε δυστυχώς λανθασμένη, καθώς ανέθεσαν την υπόθεση στους Γεωργιανούς της ηγεσίας του κόμματος, δηλ. τον Στάλιν και τον Ορτζονικίτζε, θεωρώντας ότι θα είναι μαλακοί προς τους συμπατριώτες τους. Αυτοί, αντίθετα, επέδειξαν άμετρο αυταρχισμό στέλνοντας την 11η στρατιά και καταλαμβάνοντας ολόκληρη της Γεωργία το 1921. Η κίνηση αυτή έδωσε στους Γεωργιανούς εθνικιστές το καλύτερο επιχείρημα στη θέση τους ότι οι μπολσεβίκοι δεν διέφεραν από το τσαρικό καθεστώς και πως οι Ρώσοι θα είναι πάντα καταπιεστές και εχθροί των Γεωργιανών. Κι όμως, ο ίδιος ο Λένιν είχε προειδοποιήσει:

«Όσον αφορά το γεωργιανό έθνος, έχουμε να κάνουμε με μια τυπική περίπτωση κατά την οποία, μια γνήσια προλεταριακή στάση κάνει ζήτημα αναγκαιότητας για μας την εξαιρετική προσοχή, την περίσκεψη και την ετοιμότητα να συμβιβαστούμε. Ο Στάλιν που αμελεί αυτή την πλευρά του θέματος, ή που απρόσεκτα εκτοξεύει κατηγορίες περί «σοσιαλπατριωτισμού» (τη στιγμή που αυτός ο ίδιος είναι ένας πραγματικός και γνήσιος «σοσιαλπατριώτης» κι ακόμη περισσότερο ένας βάρβαρος μεγαλορώσος παλικαράς) παραβιάζει, στην ουσία, τα συμφέροντα της ταξικής αλληλεγγύης του προλεταριάτου».

Ο Τρότσκι περιέγραφε λίγα χρόνια αργότερα:

«Ο γεωργιανός λαός που η σύνθεση του ήταν σχεδόν πλήρως αγροτική ή μικροαστική αντιστάθηκε έντονα στη σοβιετοποίηση της χώρας τους. Όμως οι μεγάλες δυσκολίες που εμφανίστηκαν έγιναν πολύ μεγαλύτερες λόγω της μεθόδου μιλιταριστικής αυθαιρεσίας με την οποία επιβλήθηκε η σοβιετοποίηση στην Γεωργία».

Την περίοδο εκείνη η Νότια Οσετία ανήκε στην Γεωργία και είχε ξεσπάσει σειρά εξεγέρσεων των Οσέτων που ζητούσαν ανεξαρτησία από Γεωργία. Οι Γεωργιανοί, από την πλευρά τους τους κατηγορούσαν ότι συνεργάζονταν με τους μπολσεβίκους. Κάπου 5.000 Οσέτοι σκοτώθηκαν τότε κι άλλοι 13.000 εξοντώθηκαν από πείνα και ασθένειες. Τελικά η 11η στρατιά, που αναφέραμε πιο πάνω, επέβαλε το 1922 την Αυτόνομη Περιφέρεια της Νότιας Οσετίας.


Μετά το 1928 ο σταλινισμός εδραιώθηκε ως αντεπανάσταση και μαζί επέστρεψε η καταπίεση εθνοτήτων. Τα σύνορα μέσα στη χώρα χαράσσονται με γνώμονα το διαίρει και βασίλευε και είναι αυτή ακριβώς η εποχή που επιβάλλεται η επίσημη διαίρεση της Οσετίας σε βόρεια (που έμεινε στη Ρωσία) και σε νότια (η οποία παραχωρήθηκε στη Γεωργία). Επίσης τότε δημιουργήθηκε η αυτόνομη Αμπαχαζία στο πλαίσιο της Γεωργιανής Σοβιετικής Δημοκρατίας.


Μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο ο Στάλιν επέβαλε συλλογικές τιμωρίες σε ολόκληρους λαούς κατηγορώντας τους για συνεργασία με τους ναζί. Έτσι εκτόπισε από τα εδάφη τους τους Τσετσένους και τους Ινγκουσέτους. Όταν μετά το 1956 τους επιτράπηκε να επιστρέψουν βρήκαν… Οσέτους να κατοικούν στις περιοχές τους με αποτέλεσμα να υπάρξουν νέα εθνικιστικά μίση. Εν πάση περιπτώσει, η Νότια Οσετία βρέθηκε τις τελευταίες δεκαετίες να κατοικείται κατά τα 2/3 από Οσέτους και κατά το 1/3 από ένα σωρό άλλες εθνότητες (Αρμένιους, Εβραίους, Ρώσους, αλλά κυρίως Γεωργιανούς). Με εξαίρεση το 1918-22, οι δύο βασικές κοινότητες στη Νότια Οσετία ζούσαν ειρηνικά και υπήρχαν μάλιστα υψηλά ποσοστά μικτών γάμων (ο ίδιος ο Στάλιν είχε μικτή καταγωγή).

 

Διαβάστε επίσης: Η θερμή σύγκρουση ΗΠΑ-Ρωσίας στον Καύκασο