Ο πραγματικός ρόλος του Γέλτσιν

Από τον κρατικό καπιταλισμό στον καπιταλισμό της αγοράς

 

Πέθανε πριν από μερικές μέρες ο Μπόρις Γέλτσιν, ο άνθρωπος που συνέδεσε το όνομά του με τη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1991 και έγινε ο πρώτος πρόεδρος της «μετακομμουνιστικής» Ρωσίας. Στην κηδεία του παρευρέθηκαν πολιτικοί από πολλές χώρες, με πιο γνωστούς τους πρώην προέδρους των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους και Μπιλ Κλίντον. Το αναμενόμενο θα ήταν να υπάρξουν αφιερώματα στον Τύπο για την εποχή εκείνη και το ρόλο του Γέλτσιν. Όμως το θέμα πέρασε με μάλλον αμήχανα σχόλια από την πλειοψηφία των ΜΜΕ, ακόμα και των εντύπων της Αριστεράς.

Για τον αστικό Τύπο η αμηχανία αυτή είναι εύκολα εξηγήσιμη. Όταν κατέρρευσε η ΕΣΣΔ και ο Γέλτσιν ανέλαβε πρόεδρος της Ρωσίας, τα διεθνή ΜΜΕ τον παρουσίαζαν ως τον «ελευθερωτή» που έδιωξε τον «κομμουνισμό» και έφερε την αγορά που, υποτίθεται, θα πρόσφερε ευημερία, ελευθερία, δημοκρατία... Τα χρόνια που ακολούθησαν σημαδεύτηκαν από τη δραματική οικονομική καταστροφή που πλήρωσαν πολύ βαριά οι εργαζόμενοι της Ρωσίας ενώ μια χούφτα «ολιγάρχες» έγιναν πάμπλουτοι. Ενδεικτικό της δραματικής χειροτέρευσης της ζωής των κατώτερων τάξεων ήταν η συρρίκνωση του συνολικού πληθυσμού της Ρωσίας τη δεκαετία του ’90 και η ελάττωση του μέσου προσδόκιμου ζωής - ειδικά για τους άντρες η μείωση έφτασε στα δέκα χρόνια!

Ο θάνατος του Γέλτσιν, αντί για αμηχανία, θα έπρεπε να είναι μια
ευκαιρία για την Αριστερά να υπενθυμίσει τη χρεοκοπία της
φιλοκαπιταλιστικής προπαγάνδας της δεκαετίας του ’90. Όμως το πρόβλημα
είναι η σταλινογενής προέλευση της πλειοψηφίας της Αριστεράς -ειδικά
στην Ελλάδα-, που την οδηγεί να μη θέλει ή να μην μπορεί να αρνηθεί την
πεποίθηση ότι στη Ρωσία πριν από το Γέλτσιν υπήρχε ενός είδους
«σοσιαλισμός». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά την
κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, αυτή η Αριστερά να μην μπορεί ακόμα να
εξηγήσει τι ήταν αυτό που χρεοκόπησε στην Ανατολή. Αυτή η εξήγηση είναι
όμως απαραίτητη για πολλούς λόγους. Ο πιο προφανής είναι ότι, αν δεν
ξεμπερδέψει με τις αυταπάτες για τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», η Αριστερά
δεν θα μπορέσει να προβάλει πειστικά σήμερα το γνήσιο σοσιαλιστικό
όραμα ως διέξοδο από την καπιταλιστική βαρβαρότητα.


Την εξήγηση για το τι συνέβη με την κατάρρευση των καθεστώτων του
«υπαρκτού σοσιαλισμού» μπορεί να μας δώσει μόνο η μαρξιστική προσέγγιση
που ανέλυσε και χαρακτήρισε τα καθεστώτα αυτά ως κρατικό καπιταλισμό.
Είναι μια προσέγγιση που στηρίζεται στη μάχη που έδωσαν οι
επαναστατικές δυνάμεις με επικεφαλής τον Τρότσκι ενάντια στη σταλινική
γραφειοκρατία ήδη από τη δεκαετία του ’20.


Αυτό που συνέβη την περίοδο ’89-91 δεν ήταν η κατάρρευση του
«κομμουνισμού», αλλά η περιπετειώδης μετάβαση από ένα είδος
καπιταλισμού, τον κρατικό καπιταλισμό, σε ένα άλλο είδος καπιταλισμού
που στηρίζεται περισσότερο στην αγορά. Οι άρχουσες τάξεις της Ρωσίας,
αλλά και όλων των ανατολικών χωρών, σήμερα σίγουρα δεν ταυτίζονται με
την κομματική γραφειοκρατία που κυβερνούσε πριν. Τμήματα αυτής της
γραφειοκρατίας (της «νομενκλατούρας », όπως ήταν γνωστή) σίγουρα
πέρασαν στην παρακμή, όμως άλλα κομμάτια εκμεταλλεύτηκαν αυτή τη
μετάβαση για να αυξήσουν την οικονομική τους δύναμη, αρπάζοντας και
μοιράζοντας την ενιαία κάποτε κρατική ιδιοκτησία. Κανείς από τη
νομενκλατούρα δεν έγινε εργάτης για να βγάλει τα προς το ζην, ούτε
κανένας εργάτης «πρόκοψε» με τη δουλειά του και έγινε καπιταλιστής. Η
σημερινή άρχουσα τάξη της Ρωσίας αποτελεί γέννημα-θρέμμα της παλιάς
νομενκλατούρας  και σπλάχνο από τα σπλάχνα της. Ο Γέλτσιν ήταν ηγετικό
στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος πριν γίνει υπέρμαχος του
καπιταλισμού, ενώ και ο μετέπειτα εκλεκτός του Γέλτσιν και σημερινός
πρόεδρος της Ρωσίας Πούτιν ήταν στέλεχος της διαβόητης μυστικής
υπηρεσίας KGB του προηγούμενου καθεστώτος.

Kρατικός
καπιταλισμός


Ο κρατικός καπιταλισμός πέρασε μια περίοδο μεγάλης ανάπτυξης,
εκμεταλλευόμενος άγρια τους εργάτες και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Ήταν,
μαζί με τις ΗΠΑ, βασικός νικητής στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και έστειλε
πρώτος τον Γκαγκάριν στο Διάστημα, δείχνοντας τη δυνατότητά του να
ανταγωνίζεται το δυτικό μπλοκ στη μάχη για παγκόσμια κυριαρχία. Όμως,
ακριβώς επειδή ήταν καπιταλισμός, το καθεστώς αυτό μπήκε σε οικονομική
κρίση από τη δεκαετία του ’70 και μετά. Οι ρυθμοί ανάπτυξης έτειναν στη
στασιμότητα και καμιά ένταση της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης των
εργατών δεν μπορούσε να φέρει κάποια σημαντική αλλαγή στο οικονομικό
πεδίο. Αυτό είχε ως συνέπεια η Ρωσία να μην μπορεί από ένα σημείο και
μετά να ακολουθήσει ούτε το στρατιωτικό ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ. Η
νομενκλατούρα, για να βγει από το αδιέξοδο, υιοθέτησε την περεστρόικα,
με επικεφαλής τον Γκορμπατσόφ. Ήταν μια πολιτική που στόχευε στο να
αναβαθμίσει το ρόλο της αγοράς, ώστε να κλείσουν οι πιο ζημιογόνες
επιχειρήσεις για να βρουν ελεύθερο έδαφος να προχωρήσουν ο υπόλοιπες.
Αυτό συνοδεύτηκε από τη λεγόμενη γκλάσνοστ, δηλαδή μια τακτική
φιλελευθεροποίησης στην πολιτική ζωή, ώστε να κερδηθεί η λαϊκή
υποστήριξη και να καμφθούν οι χαμένοι της νομενκλατούρας.


Όμως αυτή η πολιτική άνοιξε το καπάκι της λαϊκής δυσαρέσκειας και για
πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες άρχισαν μαζικές απεργίες και
διαδηλώσεις για τη διεκδίκηση κοινωνικών δικαιωμάτων. Ένα τμήμα της
γραφειοκρατίας αποφάσισε να επιβάλει την επιστροφή στην «τάξη» με
πραξικόπημα το 1991. Εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές κατέβηκαν στους
δρόμους της Μόσχας και οδήγησαν στην κατάρρευση το πραξικόπημα. Ο
Γέλτσιν απέκτησε λαϊκή επιρροή ακριβώς γιατί εκείνη την εποχή τάχτηκε
δημαγωγικά μαζί με τον κόσμο στους δρόμους.


Δεν χρειάζεται κανένας «δάκτυλος» και καμιά συνωμοσία του διεθνούς
καπιταλισμού για να καταλάβουμε την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Οι εργάτες
ήταν αυτοί που πλήρωναν τα σπασμένα τόσο επί «κομμουνισμού» όσο και στο
σημερινό καθεστώς. Γι’ αυτό και το παλιό καθεστώς δεν βρήκε καμιά λαϊκή
υποστήριξη την περίοδο του ’91. Αντίθετα, ο κρατικός καπιταλισμός, σε
συνδυασμό με την «κομμουνιστική» φρασεολογία της νομενκλατούρας ,
δημιουργούσε μαζικά στον απλό κόσμο την αυταπάτη ότι η λύση ήταν η
αγορά και ο καπιταλισμός της Δύσης. Ταυτόχρονα η κρίση του καθεστώτος
ήταν τόσο μεγάλη, που δημιουργούσε έντονες φυγόκεντρες τάσεις μέσα στην
ίδια τη γραφειοκρατία. Έτσι, ταυτόχρονα με την άνοδο του Γέλτσιν,
είχαμε την απόσχιση πολλών χωρών της πρώην ΕΣΣΔ (χώρες της Βαλτικής,
Ουκρανία, Γεωργία, Αζερμπαϊτζάν κ.ά.), στις οποίες η τοπική
νομενκλατούρα προσπάθησε να επανασταθεροποιήσει την εξουσία της με τον
εθνικισμό και τη μετάβαση στην οικονομία της αγοράς.

Άρχουσα τάξη


Η ρώσικη άρχουσα τάξη αποδέχτηκε αυτές τις αλλαγές και προσδέθηκε σε
ένα τυχοδιώκτη δημαγωγό και γνωστό αλκοολικό, όπως ήταν ο Γέλτσιν,
ακριβώς λόγω της κρίσης και της αδυναμίας της. Το άνοιγμα στην αγορά
και η αναζήτηση βοήθειας από τις ΗΠΑ και τις χώρες της Ε.Ε. φαινόταν ως
η μόνη οδός που μπορούσε να βγάλει τη Ρωσία από το οικονομικό αδιέξοδο.
Ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της Ρωσίας δεν τροποποιήθηκε επειδή έγινε
αυτή η αλλαγή. Η ρώσικη άρχουσα τάξη υποχρεώθηκε να υποχωρήσει από τον
παγκόσμιο ρόλο που έπαιζε την εποχή της ΕΣΣΔ, ακριβώς για να μπορέσει
να επανασταθεροποιήσει την εξουσία της και τα συμφέροντά της στη
συνέχεια. Η πολιτική του Γέλτσιν δεν ήταν «προδοτική», όπως θεωρεί ένα
κομμάτι της Αριστεράς, αλλά αντίθετα ήταν μια πολιτική που προσπαθούσε
να υπηρετήσει τα συμφέροντα των κομματιών της παλιάς νομενκλατούρας 
που πέταξαν το μανδύα του «κομμουνιστή» και έγιναν αφεντικά «δυτικού
τύπου».


Ο Γέλτσιν, παρά τη δημαγωγία του για ελευθερία και δημοκρατία, δεν
δίστασε το 1993 να βομβαρδίσει το κοινοβούλιο, του οποίου είχε
εμφανιστεί ως υπερασπιστής στην απόπειρα πραξικοπήματος του 1991.
Μπορεί να επέτρεψε την απόσχιση των πρώην αποικιών της ΕΣΣΔ, αλλά εκεί
που θεώρησε ότι ο ρώσικος στρατός έχει τη δύναμη να επιβληθεί
ακολούθησε μια πολιτική της πιο βάρβαρης καταστολής. Το 1992 και ακόμα
πιο έντονα το 1993 έστειλε το στρατό για να τσακίσει το αποσχιστικό
κίνημα της Τσετσενίας, μιας μικρής χώρας του Καυκάσου, που είχε όμως
στρατηγική σημασία για τον έλεγχο των δρόμων του πετρελαίου. Τα
εγκλήματα του ρώσικου στρατού στην Τσετσενία μόνο με την εισβολή των
ΗΠΑ στο Ιράκ μπορούν να συγκριθούν. Ολόκληρες πόλεις ισοπεδώθηκαν από
τους βομβαρδισμούς και εκατοντάδες χιλιάδες σκοτώθηκαν ώστε η Ρωσία να
ελέγξει την Τσετσενία - κάτι που κατάφερε τελικά με νέο πόλεμο ο
διάδοχος του Γέλτσιν, Πούτιν. Αξιοσημείωτη ήταν η πλήρης ανοχή της
Δύσης σε αυτή τη γενοκτονία, αφού ταίριαζε άλλωστε με τη νέα
αμερικανική πολιτική ενάντια στην «ισλαμική τρομοκρατία».


Η εποχή του Γέλτσιν σημαδεύτηκε από απίστευτη φτώχεια και καταπίεση των
εργαζομένων και των εθνοτήτων της νέας Ρωσίας. Επέτρεψε όμως στο τμήμα
της παλιάς νομενκλατούρας  που επιβίωσε από την κρίση και μεταλλάχτηκε
σε δυτικού τύπου καπιταλιστές να ξανασταθεροποιήσει την εξουσία του.
Χάρη ιδιαίτερα στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου, ο Πούτιν, που
διαδέχτηκε τον Γέλτσιν στην προεδρία το 1999, κατάφερε να ξανακάνει τη
Ρωσία μια σημαντική καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική δύναμη, που
μάλιστα σήμερα διεκδικεί να επανακτήσει ένα μέρος της σφαίρας επιρροής
της πρώην ΕΣΣΔ.


Οι ταξικές ανισότητες στη σημερινή Ρωσία είναι τεράστιες, όπως και σε
όλο τον πλανήτη. Οι εργαζόμενοι της Ρωσίας σήμερα δεν τρέφουν πια
αυταπάτες ότι η οικονομία της αγοράς θα φέρει καλύτερες μέρες σε σχέση
με την εποχή της σταλινικής καταπίεσης και του κρατικού καπιταλισμού. Ο
θάνατος του Γέλτσιν συνοδεύτηκε από δημοσκοπήσεις που έδειξαν ότι η
μεγάλη πλειοψηφία των Ρώσων θεωρεί το έργο του αρνητικό. Απάντηση σε
αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση η νοσταλγία για τον ανύπαρκτο
«σοσιαλισμό» του παρελθόντος. Η εργατική τάξη της Ρωσίας έχει ως μόνο
δρόμο για να υπερασπίσει τα συμφέροντά της τον ίδιο δρόμο που έχουν οι
εργάτες όλου του κόσμου: συνδικαλιστική οργάνωση, μαχητικές απεργίες
και διαδηλώσεις και το χτίσιμο μιας Αριστεράς που θα ξαναστήσει το
απελευθερωτικό όραμα του σοσιαλισμού ως μιας κοινωνίας που θα κυβερνάνε
οι εργάτες και όχι τα τανκς και οι γραφειοκράτες.


Μήτσος Γκορίτσας

Λέξεις Κλειδιά