Ποιος θα πληρώσει τη χρεοκοπία;

Δ εν έχει καμία σημασία αν η απόπειρα για «επαναδιαπραγμάτευση» με την Τρόικα ήταν μια ειλικρινής απόπειρα του Ευάγγελου Βενιζέλου, με στόχο να «συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα», ή ένας χυδαία δημαγωγικός χειρισμός αποκλειστικά εσωτερικής χρήσης. Μπροστά στα φαινόμενα κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας (με ετήσια πτώση του ΑΕΠ που παραπέμπει στην κρίση της Ανατολικής Ευρώπης το ’89…) και μπροστά στο δεύτερο γύρο της παγκόσμια οικονομικής κρίσης, η ΕΕ, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ απάντησαν με την ομοβροντία: «Να τηρηθούν τα συμφωνημένα». Και μέσα στο πλαίσιο της πειθαρχίας προς τους διεθνείς καπιταλιστές, που έχει μέχρι σήμερα επιδείξει η σοσιαλφιλελεύθερη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η Τρόικα είχε πολλά «πυρομαχικά» για να υποστηρίξει την άποψή της. Η απειλή να μην καταβληθεί η 6η δόση του δανείου, θα οδήγησε την κυβέρνηση στην υποχρεωτική εσωτερική στάση πληρωμών άμεσα (μη καταβολή μισθών στο Δημόσιο και συντάξεων από τον… Οκτώβρη). Η απειλή της αποβολής από το ευρώ θα οδηγούσε τους Έλληνες καπιταλιστές σε μια ραγδαία υποτίμηση της θέσης τους στην παγκόσμια κατάταξη.


Κυβερνητικό «ντου»
Μπροστά σε αυτά τα ενδεχόμενα η κυβέρνηση στράφηκε (ξανά) στη
δοκιμασμένη τακτική της επιδρομής στα λαϊκά εισοδήματα. Από το βήμα της
ΔΕΘ ο ΓΑΠ και ο Βενιζέλος εξήγγειλαν το νέο κυβερνητικό «ντου», με στόχο
να φορτωθεί το κόστος της χρεοκοπίας του ελληνικού καπιταλισμού πάνω
στους μισθούς, στις συντάξεις, στις κοινωνικές δαπάνες:


Η
επιβολή της νέας έκτακτης εισφοράς πάνω στα ακίνητα θα επιδιώξει μέσα
στη διετία 2011-12 να μαζέψει (μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ!)
υπερπρόσθετους φόρους. Στο Ενιαίο, τάχα, Μισθολόγιο προστίθεται νέα
περικοπή μισθών, μεγαλύτερη κατά 1,5 δισ. ευρώ ετησίως από την
προβλεπόμενη. Η πατέντα των Λοβέρδου, Κουτρουμάνη για τον Ενιαίο
Οργανισμό Παροχής Πρωτοβάθμιας Υγείας (ΕΟΠΠΥ) πετσοκόβει την περίθαλψη
των εκατομμυρίων ασφαλισμένων στο ΙΚΑ, στον ΟΑΕΕ, στον ΟΠΑΔ, στον ΟΓΑ. Η
ιδέα της ΝΔ για την «εργασιακή εφεδρεία» υιοθετείται ευχαρίστως από
τους σοσιαλφιλελεύθερους, οδηγώντας στην απόλυση δεκάδες χιλιάδες
δημόσιους υπαλλήλους.


Τα ΜΜΕ, αλλά και πολιτικά στελέχη του
δικομματισμού, υψώνουν τη σημαία της «αποσοβιετοποίησης». Εννοούν το
τέλος των κοινωνικών δικαιωμάτων, όπως τα κατοχύρωσε το εργατικό κίνημα
και οι λαϊκοί αγώνες από την εποχή του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Παραδείγματα έδωσε ο Κουτρουμάνης, υποσχόμενος στους καπιταλιστές την
«ελευθερία» να περάσουν μαζικά στο καθεστώς των ατομικών συμβάσεων,
χωρίς τις ενοχλητικές προϋποθέσεις της ύπαρξης ή της συμφωνίας των
σωματείων. Παραδείγματα έδωσε ο ΣΕΒ με τη μελέτη για τις προοπτικές της
ελληνικής οικονομίας, όπου υπόσχεται μια κάποια ανάπτυξη (σε ορίζοντα…
πενταετίας), αλλά δια της απόλυτης ελαστικοποίησης της εργασίας.
Παραδείγματα έδωσε ο ίδιος ο ΓΑΠ, θέτοντας από τη ΔΕθ ως «στόχο» της
κυβέρνησής του να παραμείνει τουλάχιστον ένας «απασχολούμενος» ανά
νοικοκυριό! Αυτή είναι η προοπτική που μας επιφυλάσσουν.


Αυτή η
προοπτική δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί ομαλά, μέσα από τον
«κοινοβουλευτικό δρόμο». Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ –αναζητώντας αγωνιωδώς,
καθόλου τυχαία, τη συναίνεση της Δεξιάς και της ακροδεξιάς– κινείται
ταχύτατα προς μια αυταρχική, αστυνομοκρατούμενη, εκδοχή «δημοκρατίας». Η
καθημερινή στήριξη ενός σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στις δυνάμεις των
ΜΑΤ, η ανάγκη του να καταργήσει το άσυλο, να επιτεθεί στα δημοκρατικά
«κεκτημένα» της Μεταπολίτευσης, είναι προειδοποιήσεις που δεν πρέπει να
υποτιμηθούν. Σε αυτό το πλαίσιο μόνον μπορεί να γίνει κατανοητική η
«χοντράδα» του ΓΑΠ στη Θεσσαλονίκη, όταν διάλεξε την ημέρα επέτειο του
πραξικοπήματος του Πινοσέτ για να εκδηλώσει το θαυμασμό του για τα έργα
και τις ημέρες του νεοφιλελευθερισμού στη Χιλή.


Ευρώ ή δραχμή;
Όλοι αυτοί οι χειρισμοί γίνονται στο έδαφος της επιδίωξης να παραμείνει ο ελληνικός καπιταλισμός μέσα στο κλαμπ της ευρωζώνης.
Τις
τελευταίες εβδομάδες στην εσωτερική και διεθνή δημόσια συζήτηση αρχίζει
να αμφισβητείται ο «ρεαλισμός» αυτού του στόχου. Ντόπιοι και διεθνείς
«οίκοι» και αναλυτές αρχίζουν να παρουσιάζουν το ενδεχόμενο της
αποβολής, με τη μέθοδο της «οικειοθελούς» –περισσότερο ή λιγότερο
«προσωρινής»– αποχώρησης από το ευρώ.


Ασφαλώς στους διεθνείς
«οίκους» περισσεύει η υποκρισία. Η αναφορά σε τέτοια σενάρια είναι μια
οικονομική τρομοκρατία, με στόχο να επιβληθούν τα διαρκή προγράμματα
σκληρής λιτότητας. Επίσης, κρίσιμες αποφάσεις –όπως αυτές της 21ης
Ιούλη– δεν υπαγορεύονται από κριτήρια αλληλεγγύης (να βοηθηθούν, τάχα,
οι Έλληνες…), αλλά με στόχους να σώσουν τις γερμανικές και γαλλικές
τράπεζες και να περιορίσουν τις ζημιές από την «έκθεσή τους» σε ομόλογα
ελληνικού χρέους.


Παρ’ όλα αυτά, δεν λείπουν οι διεθνείς φωνές
που, με κριτήριο την «ανταγωνιστικότητα» του συστήματος, συνιστούν
πλέον όλο και πιο θαρρετά στους Έλληνες ομολόγους τους την έξοδο από το
ευρώ και την επιστροφή στη δραχμή. Ανάλογες σκέψεις εμφανίζονται και σε
τμήματα της ντόπιας κυρίαρχης τάξης που, για πρώτη φορά, δεν
αντιμετωπίζουν ως θέσφατο το ευρώ και την ΟΝΕ.


Ένα τέτοιο
σενάριο –στα πλαίσια της συνέχειας του συστήματος– δεν έχει τίποτα
θετικό για τους εργαζόμενους. Γερμανικές τράπεζες υπολογίζουν ότι στο
σενάριο μιας «νέας δραχμής», αυτό το νόμισμα θα υποτιμηθεί σχεδόν
ακαριαία κατά 55%. Οι λαϊκές μάζες, που έχουν ήδη υποστεί τις συνέπειες
της «εσωτερικής υποτίμησης» στα πλαίσια του ευρώ και με πρόσχημα το
χρέος, θα κληθούν στη συνέχεια να υποστούν και τις συνέπειες μια άγριας
νομισματικής υποτίμησης, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας
του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτά τα σενάρια, όσο και αν είναι ακόμα επί
χάρτου, πρέπει να απαντηθούν από την Αριστερά.


Προοπτική
Το
κρίσιμο ζήτημα για τους εργαζόμενους είναι να απαντηθούν, να
ανατραπούν, τα προγράμματα λιτότητας. Αυτό είναι το κεντρικό καθήκον και
όχι το σε τι νόμισμα θα πληρώσουμε τις συνέπειες της κρίσης του
συστήματος.


Για να υπερασπίσουμε τις κατακτήσεις της τάξης μας
δεν είναι θεμιτός κανένας δισταγμός, καμιά πειθαρχία απέναντι στο ευρώ
και τις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες. Πολύ περισσότερο ισχύει η στάση αυτή
απέναντι στους εκβιασμούς του χρέους. Η απονομιμοποίηση του χρέους, η
απαίτηση για τη διαγραφή του, η άρνηση πληρωμής στους τοκογλύφους,
αποτελούν συνθήματα αναπόσπαστα δεμένα με την υπεράσπιση των μισθών, των
συντάξεων, των δημόσιων σχολείων και νοσοκομείων.


Όμως για να
ολοκληρωθούν τα καθήκοντα αυτά, υπάρχει μόνο ένα δρόμος: της απόρριψης
του συστήματος, της πάλης για την ανατροπή του καπιταλισμού, της
διεκδίκησης του σοσιαλισμού. Αυτή η διάσταση γίνεται σήμερα υποχρεωτική
στην καθημερινή πάλη της Αριστεράς. Γιατί αλλιώς την κρίση του
συστήματος, τη χρεοκοπία του, θα πληρώσουν –σε ευρώ ή σε δραχμές– οι
μισθωτοί και οι λαϊκές μάζες.

Το εργατικό κίνημα στη χώρα έχει
αποδείξει τη διάθεση να αντιπαλέψει τα προγράμματα λιτότητας και τη
γραμμή κυβέρνησης-καπιταλιστών-δανειστών. Οι δημοσκοπήσεις αποδεικνύουν
ότι ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού (περίπου 30%, κορυφαίο στην
Ευρώπη) αναζητά λύσεις στα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας. Το ενδεχόμενο
της χρεοκοπίας του ελληνικού καπιταλισμού μπορεί να αποδειχθεί μια
μεγάλη περιπέτεια για τους βιομηχάνους και τους τραπεζίτες, να φέρει το
ζήτημα της κοινωνικής ανατροπής ξανά στην ημερήσια διάταξη στην Ευρώπη.

Λέξεις Κλειδιά