Μια ανταπόκριση από τις απεργίες στη Γαλλία. Γράφτηκε στα μέσα Γενάρη, πριν την αναστολή της ηρωικής απεργίας των σιδηροδρομικών, αλλά οι εμπειρίες που παρουσιάζει και τα συμπεράσματα που προκύπτουν δεν χάνουν την αξία τους. Δημοσιεύτηκε στο σάιτ Red Flag και μεταφράστηκε από τη Στέλλα Μούσμουλα. Ο Ντάνιελ Τέιλορ είναι μέλος της οργάνωσης Socialist Alternative στην Αυστραλία. Βρισκόταν στη Γαλλία τις μέρες των απεργιών.
Εδώ και έξι εβδομάδες, οι εργαζόμενοι στη Γαλλία μάχονται ενάντια στην κυβέρνησή τους. Ο αγώνας τους δείχνει τη δύναμη της εργατικής τάξης και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, δείχνουν την ανάγκη οργάνωσης των ριζοσπαστών αγωνιστών.
Στις 9 Ιανουαρίου, την ώρα του μεσημεριανού, στο τέρμα της πλατφόρμας 36 του σιδηροδρομικού σταθμού Gare du Nord στο βορειοκεντρικό Παρίσι, περίπου 200 εργαζόμενοι στους σιδηρόδρομους συγκεντρώθηκαν για μια γενική συνέλευση. Είναι η μέρα της πανεθνικής κινητοποίησης που έχει προκηρυχθεί με στόχο την ανανέωση και τη γενίκευση της απεργίας, που συγκλονίζει τη Γαλλία από τις αρχές του Δεκέμβρη.
Πιο νωρίς εκείνο το πρωινό, πριν την ανατολή του ήλιου, είχαν εμφανιστεί απεργιακές φρουρές στα αμαξοστάσια των λεωφορείων και των τρένων σε όλο το Παρίσι. Μαζικές διαδηλώσεις σε άλλες πόλεις είχαν ήδη δεχτεί επίθεση με δακρυγόνα από την αστυνομία. Στο βορρά, 400 απεργοί είχαν αποκλείσει τον πυρηνικό ενεργειακό σταθμό Gravelines.
Αλλά οι μεγάλοι πρωταγωνιστές αυτού του πανεθνικού απεργιακού κινήματος είναι οι σιδηροδρομικοί εργάτες του Παρισιού, μερικοί από τους οποίους είναι συγκεντρωμένοι στην πλατφόρμα 36. Πολλοί βρίσκονται σε απεργία σταθερά εδώ και έξι εβδομάδες, υπομένοντας τη φτώχεια κατά την περίοδο των Χριστουγέννων. Λίγο πριν τη μαζική διαδήλωση, που πρόκειται να αρχίσει στην Πλατεία Δημοκρατίας (Place de la Republique), κάνα δυο χιλιόμετρα πιο πέρα, εξελίσσεται μια διασυνδικαλιστική γενική συνέλευση: Είναι μια συνάντηση που συνενώνει απλούς σιδηροδρομικούς της βάσης όλων των δυνάμεων του κατακερματισμένου συνδικαλιστικού τοπίου στη Γαλλία, όπως και κάποιους που δεν είναι μέλη κανενός συνδικάτου.
Όσοι παραβρίσκονται θα συγκροτήσουν ένα από τα εκατοντάδες διακριτά μπλοκ, τα οποία πρόκειται να συνενωθούν σε ένα μαζικό συλλαλητήριο 300.000 ή και περισσότερων απεργών εργατών. «Δεν πρόκειται να κερδίσουμε μόνο με τους ανθρώπους που ενώνονται μαζί μας, απεργώντας για τη σημερινή διαδήλωση», είπε ένας από τους εργάτες προς τους συντρόφους του στη συνέλευση: «Απευθύνομαι σε όλους τους εργαζόμενους στο κίνημα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που ίσως πάνε αύριο για δουλειά, για να τους πείσω να παραμείνουν στο πλευρό μας και αύριο, προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός όσων απεργούμε».
Εδώ και έξι εβδομάδες, η εργατική τάξη της Γαλλίας διεξάγει πόλεμο ενάντια στην κυβέρνησή της. Οι απεργίες έχουν σαρώσει σιδηροδρομικές γραμμές, διυλιστήρια, σχολεία και σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Απεργιακές φρουρές έχουν ξεπηδήσει στα αμαξοστάσια. Τεράστιες διαδηλώσεις έχουν καταλάβει τους δρόμους μεγάλων και μικρών πόλεων σε ολόκληρη τη χώρα. Η διαδήλωση στο Παρίσι στις 9 Ιανουαρίου είχε μήκος χιλιομέτρων, περιλαμβάνοντας μπλοκ από διαφορετικούς κλάδους και συνδικαλιστικές ομοσπονδίες, φοιτητικά μπλοκ, δικηγόρους, φεμινίστριες κλπ. Πρόκειται για ένα καλειδοσκόπιο από διαφορετικές αγωνιζόμενες ομάδες –η καθεμιά με τα δικά της τραγούδια, πανό, συνθήματα και σε μερικές περιπτώσεις χορευτικά.
Αλλά οι ήρωες του κινήματος είναι αυτοί οι σιδηροδρομικοί εργάτες, οι οποίοι έχουν κρατήσει την απεργία τους με συνέπεια από τις 5 Δεκεμβρίου της προηγούμενης χρονιάς, συγκροτώντας δημοκρατικές οργανώσεις εργαζομένων της βάσης προκειμένου να αποφασίζουν για την τακτική και τη στρατηγική τους.
Το κίνημα πυροδοτήθηκε από την προσπάθεια της δεξιάς κυβέρνησης να «μεταρρυθμίσει» –δηλαδή να διαλύσει– το δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας. Αλλά αυτή η προτεινόμενη μεταρρύθμιση έγινε ο καταλύτης για μια δοκιμασία δυνάμεων ανάμεσα στη γαλλική εργατική τάξη και τα αφεντικά της, που εκπροσωπούνται από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον πρωθυπουργό Εντουάρ Φιλίπ. Αν κερδίσει ο Μακρόν, θα είναι μια ιστορική ήττα για τη γαλλική εργατική τάξη και ένας θρίαμβος για το μακρονικό σχέδιο επιβίωσης και επικράτησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στον μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση κόσμο. Εάν μπορέσει να κερδίσει η γαλλική εργατική τάξη, όχι μόνο θα έχει οδηγήσει στην ήττα μια μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, αλλά θα έχει επαναβεβαιώσει τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης στους λαϊκούς αγώνες, που έχουν ξεσπάσει σε ολόκληρο τον κόσμο κατά το τελευταίο έτος.
Για δεκαετίες, οι Γάλλοι εργάτες έχουν αντισταθεί στις προσπάθειες περικοπής των συντάξεών τους. Αλλά μετά από μια παρατεταμένη στασιμότητα και μείωση της συμμετοχής στις βασικές συνδικαλιστικές Ομοσπονδίες της Γαλλίας, ο Μακρόν και οι συμπολεμιστές του στη μάχη υπέρ της άρχουσας τάξης αποφάσισαν να επιχειρήσουν να κερδίσουν το μεγάλο έπαθλο μιας συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης και να επιφέρουν μια συντριπτική ήττα σε ένα από τα συνδικαλιστικά κινήματα με τη μεγαλύτερη επιρροή στην Ευρώπη.
Αντ’ αυτού, πυροδότησε ένα κίνημα που έχει αποδείξει την απίστευτη δύναμη της δράσης της εργατικής τάξης, την ικανότητά της να καθοδηγεί και να συνενώνει τους αγώνες ενάντια στην καταπίεση, τον ριζοσπαστικά δημοκρατικό χαρακτήρα της και το ειδικό βάρος που εξακολουθεί να έχει και σήμερα στις αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες.
Αυτό το κίνημα, το οποίο δεν έχει ακόμη νικηθεί, έχει επίσης φωτίσει τις στρατηγικές, τακτικές και πολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένα εργατικό κίνημα, όταν περνάει στην επίθεση, όπως και τα ερωτήματα που μια επαναστατική ηγεσία θα πρέπει να είναι σε θέση να απαντήσει κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Οι συντάξεις στη Γαλλία περιγράφονται συχνά ως «γενναιόδωρες». Αλλά αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει ότι έχουν προστατευτεί αποτελεσματικά από μια εργατική τάξη που διακρίνεται για την προθυμία της να παλέψει. Το 1995 και το 2010, οι απόπειρες μεταρρύθμισης των συντάξεων απαντήθηκαν με πανεθνικές απεργίες.
Οι απεργίες του 1995 «ανάθρεψαν» κι έδωσαν ώθηση σε μια ολόκληρη γενιά νέων εργαζομένων. Συμμετείχαν επίσης μαθητές και φοιτητές, που έδωσαν μεγάλες μάχες σε ορισμένες πανεπιστημιουπόλεις. Μετά από τρεις εβδομάδες κινητοποιήσεων, η προτεινόμενη μεταρρύθμιση αποσύρθηκε. Οι απεργίες του 2010 ήταν λιγότερο αποτελεσματικές και η δεξιά κυβέρνηση κατάφερε να αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης κατά δύο έτη.
Από τότε, πολλά έχουν αλλάξει στη γαλλική πολιτική σκηνή. Η πολιτική κρίση, που έχει αποσταθεροποιήσει παραδοσιακά κόμματα σε όλο τον κόσμο, ήταν ιδιαίτερα έντονη στη Γαλλία. Στις τελευταίες προεδρικές εκλογές υπήρξε κατακόρυφη άνοδος της υποστήριξης για το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο αλλά και για την αριστερή-ρεφορμιστική Ανυπότακτη Γαλλία. Το άλλοτε πανίσχυρο κεντροαριστερό Σοσιαλιστικό Κόμμα κατέρρευσε, κερδίζοντας μόνο το 6% των ψήφων. Η πολιτική κρίση διευκόλυνε τον νεαρό νεοφιλελεύθερο Εμανουέλ Μακρόν να «τρυπώσει» στο κενό που δημιουργήθηκε και να κερδίσει τόσο την προεδρία όσο και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, χωρίς να διαθέτει σημαντική κομματική υποστήριξη.
Έτσι, παραδόξως, η κατάρρευση του πολιτικού κέντρου είχε ως αποτέλεσμα τον εκλογικό θρίαμβο μιας νέας κεντρώας πολιτικής δύναμης –εξέλιξη που πανηγυρίστηκε από τη διεθνή αστική τάξη.
Η Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (Confédération Générale du Travail – CGT) είναι η σημαντικότερη συνδικαλιστική ομοσπονδία της Γαλλίας. Ιστορικά βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Κομουνιστικού Κόμματος Γαλλίας. Η γραφειοκρατία της εξακολουθεί να διατηρεί μέχρι σήμερα κάποιες παραδόσεις του «σταλινικού» συνδικαλισμού: Κατά καιρούς υιοθέτηση μιας μαχητικής αντικαπιταλιστικής ρητορικής, ριζωμένη παρουσία σε τμήματα της εργατικής τάξης σε σημαντικούς βιομηχανικούς κλάδους, ικανότητα να κινητοποιεί τα μέλη της σε απεργίες που τρομάζουν τα αφεντικά και μια τάση να συμμαζεύει τους αγώνες, πριν αυτοί φτάσουν να απειλήσουν την κοινωνική τάξη πραγμάτων.
Αλλά όπως τόσες άλλες συνδικαλιστικές δυνάμεις, ακόμη και η κάποτε πανίσχυρη CGT βρίσκεται σε υποχώρηση, με τον αριθμό των μελών της να ολισθαίνει πρόσφατα λίγο κάτω από τον αντίστοιχο της ανταγωνίστριάς της, της συντηρητικής και πιο ανοιχτά υπέρ της ταξικής συνεργασίας Γαλλικής Δημοκρατικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (Confédération Française Démocratique du Travail –CFDT).
Το 2018, μια απεργία στους σιδηροδρόμους οργανωμένη από τη CGT απέτυχε. Παρά την ηρωική αφοσίωση των σιδηροδρομικών εργατών, η ομοσπονδία υιοθέτησε μια γραφειοκρατική στρατηγική, που ήταν καταδικασμένη σε ήττα: Ένα «τακτοποιημένο» και ανακοινωμένο εκ των προτέρων πρόγραμμα, όπου 2 μέρες απεργίας εναλλάσσονταν με μια μέρα αναστολής της. Ήταν μια τακτική που επέτρεψε στη διοίκηση να ελίσσεται για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της απεργίας και ταυτόχρονα απονέκρωνε την πρωτοβουλία των ίδιων των απεργών.
Όταν εμφανίστηκαν τα Κίτρινα Γιλέκα εκρηκτικά στο προσκήνιο, κατεβάζοντας στο δρόμο χιλιάδες νέους αγωνιστές που αμφισβητούσαν τον Μακρόν και πάλευαν ενάντια στην πολιτική του, η γραφειοκρατία της CGT αγνόησε τις εκκλήσεις που της ζητούσαν να οργανώσει απεργίες αλληλεγγύης και να φέρει σε επαφή τη λαϊκή, δημιουργική εξέγερση των Κίτρινων Γιλέκων με τη δύναμη του εργατικού κινήματος.
Ίσως αυτές οι δύο αποτυχίες να έδωσαν στον Μακρόν την αυτοπεποίθηση να πάει σε σύγκρουση με τη CGT –και με τα συνδικάτα γενικότερα– σε μια αποφασιστική μάχη του είδους «ο νικητής τα παίρνει όλα», με επίδικο τις συντάξεις. Ίσως έκρινε ότι η CGT ήταν τόσο αδύναμη, που αρκούσε ένα τελευταίο χτύπημα για να πέσει στο καναβάτσο.
Η ίδια κρίση και αποδιοργάνωση της Γαλλικής πολιτικής που έφερε τον Μακρόν στην εξουσία, πιθανόν έκανε κάποιους υπερβολικά ενθουσιώδεις νεοφιλελεύθερους να πιστέψουν ότι ξαφνικά οι εργατικές οργανώσεις είναι έτοιμες να οδηγηθούν στα αρχεία της ιστορίας, όπως φαίνεται ότι συνέβη με το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας.
Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά αυτής της κρίσης. Η κατάρρευση της παραδοσιακής πολιτικής συνοδεύτηκε από μια αναζωογόνηση των λαϊκών αγώνων, καθώς οι φτωχοί βγαίνουν στους δρόμους από μόνοι τους, πρόθυμοι να προσπαθήσουν να λύσουν οι ίδιοι τα προβλήματά τους, χωρίς τη βοήθεια των πολιτικών.
Η Γαλλία έζησε ένα από τα πρώτα κινήματα του νέου διεθνούς κύματος λαϊκών αγώνων, όταν στα τέλη του 2018 εξερράγη, χωρίς καμιά προειδοποίηση, το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων. Εβδομάδες μαζικών διαδηλώσεων στο δρόμο σε όλες τις μικρές και μεγάλες πόλεις της Γαλλίας ανάγκασαν τον Μακρόν να αποσύρει μια σχεδιασμένη αύξηση της φορολογίας.
Ακολούθησε σύντομα ο λαός της Αλγερίας, μιας γαλλόφωνης πρώην αποικίας της Γαλλίας και πατρίδας πολλών μεταναστών πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς στη γαλλική εργατική τάξη, που ξέσπασε σε μια εξέγερση που ακόμα εξελίσσεται.
Αυτά τα κινήματα –ισχυρά, δημιουργικά, αυθόρμητα και νικηφόρα– αναμφίβολα προκάλεσαν αίσθηση στους εργαζόμενους των σιδηροδρόμων, των οποίων το συνδικάτο τούς είχε απογοητεύσει με θεαματικό τρόπο στα μέσα του 2018. Στις 3 Δεκεμβρίου, δύο μέρες πριν την επίσημη έναρξη αυτής της απεργιακής κινητοποίησης, η γαλλική εφημερίδα Le Monde προειδοποιούσε ότι οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες βρίσκονταν αντιμέτωπες με μια «ριζοσπαστικοποίηση της βάσης», υπό την πίεση των αγωνιστών της βάσης των σωματείων και «εργατών που επηρεάστηκαν από τα Κίτρινα Γιλέκα».
Οι διασυνδικαλιστικές γενικές συνελεύσεις αποτέλεσαν μια σημαντική έκφραση αυτής της ριζοσπαστικοποίησης και ενθάρρυναν τη μαζική συμμετοχή στην απεργία. Το σύνθημά τους ήταν «la grève aux grévistes»: «η απεργία στους απεργούς» [ή «στα χέρια των απεργών»]. Αρκετοί στη γαλλική Αριστερά κάνουν λόγο για μια «giletsjaunisation» («κιτρινογιλεκοποίηση») του γαλλικού εργατικού κινήματος.
Συμβαίνει κάτι τέτοιο; Το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων ήταν κατά βάση ανοργάνωτο, πολιτικά άπειρο, χωρίς δεσμούς με οποιεσδήποτε οργανώσεις, αυθόρμητο και χωρίς ηγεσία. Το γαλλικό απεργιακό κίνημα δεν έχει τέτοια χαρακτηριστικά. Δεν πρόκειται για μια περίπτωση όπου ανοργάνωτοι εργάτες ορμούν στην πρώτη γραμμή σε μια αυθόρμητη εξέγερση.
Η απεργία οργανώνεται μέσω των υπαρκτών συνδικαλιστικών δομών, ειδικά της CGT και του μικρότερου αριστερού ανταγωνιστή της, της ομοσπονδίας SUD, καθώς οι δυο τους συνεργάζονται για καλέσματα σε δράσεις και για την έκδοση ανακοινώσεων.
Ο πυρήνας των βασικών μελών της έχει υψηλό επίπεδο οργάνωσης και πολιτικής συνείδησης, τόσο «από τα πάνω» με τη μορφή της συγκροτημένης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, όσο και «από τα κάτω» στο επίπεδο των αγωνιστών της βάσης, που ηγούνται των απεργιών που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Οι γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων έχουν την επίσημη έγκριση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.
Αλλά αυτή η απεργία, κατά γενική ομολογία, είναι διαφορετική από όσες έχουν προηγηθεί. Είναι εμφανές ότι οι εργαζόμενοι βλέπουν τα Κίτρινα Γιλέκα ως ήρωες και πρότυπα. Θαυμάζουν τη θαρραλέα ανυπακοή, την πρωτοτυπία, το σκληρό μίσος προς τον Μακρόν και την αστυνομία και το μαχητικό πνεύμα. Οι οργανωμένοι εργάτες έχουν υιοθετήσει τραγούδια και συνθήματα που επινόησαν τα Κίτρινα Γιλέκα. «Ο Μακρόν μας πολεμά/όπως και η αστυνομία του/αλλά παραμένουμε αποφασισμένοι/να μπλοκάρουμε όλη τη χώρα», είναι οι στίχοι ενός τραγουδιού που αντηχούσε, καθώς τα Κίτρινα Γιλέκα καταλάμβαναν περιφερειακές πόλεις και κατέβαιναν προς το Παρίσι. Το τραγούδι αυτό ακούστηκε ξανά κατά τη διάρκεια του μεγάλου απεργιακού συλλαλητηρίου της 9ης Ιανουαρίου.
Ένα εμβληματικό σύνθημα των Κίτρινων Γιλέκων λέει απλά «tout le monde déteste la police» («όλος ο κόσμος σιχαίνεται την αστυνομία»), ένα σύνθημα το οποίο έχει υιοθετηθεί με θέρμη από τους απεργούς. Το χρησιμοποιούν και ως εκφοβισμό απέναντι στους αστυνομικούς, αλλά και ως «φιλική χειρονομία» προς τα μέλη των Κίτρινων Γιλέκων που εμφανίζονται στις απεργιακές διαδηλώσεις. Διάσπαρτα Κίτρινα Γιλέκα συμμετέχουν στις απεργιακές διαδηλώσεις, με τα γιλέκα τους να φέρουν ακόμα τα χαρακτηριστικά συνθήματα που έδωσαν ζωή στο κίνημα –συμπεριλαμβανομένης της έκκλησης για δημοψηφίσματα με πρωτοβουλία των πολιτών, μια προτεινόμενη συνταγματική μεταρρύθμιση που θα επέτρεπε την ανατροπή των αποφάσεων των πολιτικών με άμεσες ψηφοφορίες.
Η πρακτική των Κίτρινων Γιλέκων να γράφουν πάνω στα υψηλής ορατότητας γιλέκα τους διακηρύξεις που θυμίζουν μανιφέστο, έχει υιοθετηθεί και από τους απεργούς. Είναι μια πρακτική που μετατρέπει τους διαδηλωτές σε κινούμενες αφίσες, αποδίδει τιμές σε ένα ρούχο (σσ: το γιλέκο) που είναι χαρακτηριστικό των χειρωνακτών εργατών και δείχνει τον σεβασμό προς τις σκέψεις και τις απόψεις καθενός που συμμετέχει στο κίνημα. «Εξέγερση, πού είσαι; Μας ακούς;», έγραφε ένα.
Όταν το παράδειγμα δημιουργικότητας, τόλμης και πρωτοβουλίας από τα κάτω των Κίτρινων Γιλέκων συναντιέται με τη δομημένη δύναμη στους χώρους εργασίας, το αποτέλεσμα που παράγεται, είναι κάτι πιο ισχυρό και από το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων και από τη γραφειοκρατική προσέγγιση της ταξικής πάλης που έχει η CGT. Οι γενικές συνελεύσεις –μαζικές συναντήσεις των απεργών που έχουν ανθίσει σε αυτό το κίνημα– μετατρέπουν κάθε χώρο δουλειάς σε πολιτικό φόρουμ, ένα μέρος στο οποίο οι εργαζόμενοι μπορούν να πάρουν πρωτοβουλίες και να αποφασίσουν δράσεις, να καθορίσουν το αν και γιατί πρέπει να παρατείνουν τη συμμετοχή τους στην απεργία και να συνδυάσουν τις προσωπικές τους απόψεις με τη συλλογική τους ταυτότητα και την οικονομική τους δύναμη.
Τα Κίτρινα Γιλέκα προέκυψαν έξω από τις γραμμές του εργατικού κινήματος για να παρουσιάσουν ένα υπόδειγμα μαχητικού πνεύματος που ντρόπιασε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Και τώρα, στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στον Μακρόν έχει περάσει το εργατικό κίνημα, φέρνοντας μαζί του την οικονομική δύναμη και την ικανότητα δημοκρατικής μαζικής οργάνωσης, που δεν διέθεταν τα Κίτρινα Γιλέκα.
Η κοινή γνώμη φαίνεται να αντιμετωπίζει με ευγνωμοσύνη την ανάληψη της ηγεσίας της αντίστασης από την εργατική τάξη, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ισχυρή πλειοψηφική υποστήριξη στην απεργία, παρόλο που καθημερινά το μετρό του Παρισιού προειδοποιεί τους επιβάτες ότι υπάρχουν «σημαντικές διακοπές λειτουργίας σε όλες τις γραμμές, εξαιτίας ενός κοινωνικού κινήματος». Μέσα στις γραμμές της εργατικής τάξης, μια εργατική μειοψηφία –κυρίως οι σιδηροδρομικοί– έχει ξεχωρίσει για το σθένος, την πρωτοβουλία και την οργανωτική της δύναμη. Πρόκειται για μια πραγματική «πρωτοπορία», ένα τμήμα της εργατικής τάξης που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή μιας παρατεταμένης ταξικής μάχης.
Η απεργία έχει ενισχυθεί από μεγάλες πανεθνικές διαδηλώσεις. Αυτές οι διαδηλώσεις κατεβάζουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε μονοήμερη απεργιακή δράση στο πλευρό των συντρόφων τους στους σιδηρόδρομους, στα λιμάνια και άλλες βιομηχανίες, που κινητοποιούνται επί βδομάδες. Οι μαζικές διαδηλώσεις δείχνουν πάντα την ενδεχόμενη συλλογική δύναμη των καταπιεσμένων. Όταν παίρνουν και τη μορφή πανεθνικής απεργίας, κλείνοντας κρίσιμες βιομηχανίες και δημιουργώντας τεράστιες πορείες που κατακυριεύουν ολόκληρες πόλεις, αυτή η ενδεχόμενη δύναμη γίνεται πραγματική.
Δεν πρόκειται για διαδηλώσεις που γίνονται για να υποστηρίξουν ηθικά μια άποψη ή να εκφράσουν στήριξη σε έναν συγκεκριμένο υποψήφιο ή κάποια πολιτική. Είναι επιδείξεις συλλογικής ισχύος. Όταν τιμούν τους εργάτες που έχουν βρεθεί στην πρώτη γραμμή του κινήματος, απεργώντας για βδομάδες και έχοντας ορκιστεί να συνεχίσουν μέχρι τη νίκη, αυτά τα συλλαλητήρια μεταβάλλονται από απλή έκφραση της λαϊκής γνώμης σε κάτι που θυμίζει περισσότερο επίδειξη στρατιωτικής δύναμης. Παρουσιάζουν τις δυνάμεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν, ή και χρησιμοποιούνται ήδη, στην ενεργητική ταξική πάλη.
Αλλά είναι μια στρατιωτική παρέλαση με εορταστική ατμόσφαιρα. Τα μπλοκ των εργαζομένων στα διυλιστήρια δίνουν ρυθμό στην πορεία, χτυπώντας τα μεταλλικά βαρέλια πετρελαίου που κουβαλούν. Οι σιδηροδρομικοί φωνάζουν και τραγουδούν μια ολόκληρη σειρά διαδοχικών συνθημάτων και τραγουδιών που δείχνει ατελείωτη, ενώ παράλληλα ανάβουν φωτοβολίδες και πυροτεχνήματα, γιορτάζοντας και τιμώντας την ενέργεια και την ανυπακοή τους.
Όταν οι εργαζόμενοι απεργούν ενάντια στην άρχουσα τάξη, επιδεικνύουν μια δύναμη που μπορεί να προσελκύσει την αφοσίωση κάθε καταπιεσμένου. Στις 9 Ιανουαρίου, σε μπαλκόνια διαμερισμάτων σε όλο το Παρίσι κρέμονταν πανό που υποστήριζαν τους απεργούς. «Κρατήστε γερά», έγραφε ένα: «Αυτοί δεν είναι τίποτα, εσείς είστε τα πάντα».
Η πορεία ήταν γεμάτη από μπλοκ που εκπροσωπούσαν διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και επαγγέλματα που δεν ανήκαν απαραίτητα στην εργατική τάξη ή στο οργανωμένο εργατικό κίνημα, αλλά παρ’ όλα αυτά ήθελαν να συμμετάσχουν και να δείξουν την υποστήριξή τους στους πιο μαχητικούς εργαζόμενους, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Οι δικηγόροι, που παρασύρονται όλο και περισσότερο στην εμπλοκή στο απεργιακό κίνημα, ήρθαν ντυμένοι με τις παραδοσιακές μαύρες ρόμπες τους.
Ένα μεγάλο φεμινιστικό μπλοκ διαδήλωσε με τις συμμετέχουσες ντυμένες «Rosie the Riveter» [ΣτΜ: «Ρόζι η Καρφώτρια», η κλασική φιγούρα της γυναίκας-εργάτριας από αμερικανική αφίσα της εποχής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η αφίσα καλούσε τις γυναίκες να πάρουν τις θέσεις των στρατευμένων αντρών στα εργοστάσια, για να στηρίξουν την πολεμική προσπάθεια, αλλά ανεξάρτητα από τις αρχικές προθέσεις των εμπνευστών της, εξελίχθηκε με τα χρόνια σε φεμινιστικό σύμβολο]. Οι φεμινίστριες διαδηλώτριες εκτέλεσαν μια μουσικοχορευτική παράσταση υπό τον ήχο της γαλλικής ποπ επιτυχίας του 1987 «A cause des garçons» («Εξαιτίας των αγοριών»), αλλάζοντας τους στίχους σε «A cause de Macron» («Εξαιτίας του Μακρόν»).
Καθώς η παρατεταμένη απεργία προκαλεί συνέπειες, εισβάλει βίαια στη συνείδηση κάθε τμήματος της κοινωνίας και εξαναγκάζει τον καθένα να διαλέξει στρατόπεδο. Έγινα μάρτυρας ενός παραδείγματος αυτής της πόλωσης στον φοιτητικό κόσμο.
Οι εξετάσεις στα πανεπιστήμια είχαν προγραμματιστεί να ξεκινήσουν τη δεύτερη εβδομάδα του Ιανουαρίου, αλλά επειδή τα δρομολόγια των τρένων ήταν γεμάτα διακοπές, τα περισσότερα πανεπιστήμια του Παρισιού τις ακύρωσαν. Το Πανεπιστήμιο της Ναντέρ δεν έκανε το ίδιο. Η διοίκησή του συμβούλευσε τους φοιτητές να διανυκτερεύσουν και να κοιμηθούν στο πάτωμα του γυμναστηρίου, αν ανησυχούσαν για το αν θα φτάσουν εγκαίρως. Οι φοιτητές θα μπορούσαν είτε να τα βάλουν με τους απεργούς, επειδή έθεταν σε κίνδυνο την ακαδημαϊκή τους σταδιοδρομία, είτε να στραφούν εναντίον του πανεπιστημίου, επειδή προγραμμάτισε εξετάσεις κατά τη διάρκεια απεργίας.
Παρενέβη η φοιτητική Αριστερά, όταν μια ομάδα τροτσκιστών φοιτητών οργανώθηκε για να φτάσει στη σχολή πριν τα χαράματα τη δεύτερη μέρα των εξετάσεων και τοποθέτησε κάδους και προσωρινούς φράχτες μπροστά από τις εισόδους των αιθουσών εξέτασης. Όταν συγκεντρώθηκε ένα πλήθος περίπου 300 φοιτητών, που προσέρχονταν για να εξεταστούν, οι αριστεροί φοιτητές έβγαλαν λόγους που εξηγούσαν το οδόφραγμα και μοίρασαν ένα φυλλάδιο:
«Σήμερα, χιλιάδες εργαζόμενοι, με μπροστάρηδες τους εργαζόμενους των σιδηροδρόμων, μπαίνουν στην 34η ημέρα της απεργίας τους. Τη στιγμή αυτού του υποδειγματικού απεργιακού κινήματος, το Ναντέρ είναι το μοναδικό πανεπιστήμιο στο Παρίσι που συνεχίζει τις εξετάσεις... Αυτός δεν είναι καιρός για εξετάσεις, αλλά για κινητοποίηση, για απεργία, για διαδηλώσεις και για άλλες δράσεις... Σήμερα, όλος ο κόσμος δίνει μάχη ενάντια στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού μάχεται εναντίον του Μακρόν και ολόκληρης της κυβέρνησής του... Ελάτε σε μια γενική συνέλευση, για να συζητήσουμε με ποιο τρόπο θα κινητοποιηθούμε καλύτερα, ώστε να μπλοκάρουμε τις εξετάσεις... Όχι εξετάσεις, ας ενωθούμε με το κίνημα!».
Προς κατάπληξή μου, η παρέμβασή τους είχε επιτυχία. Στην άλλη πλευρά της πανεπιστημιούπολης, δεξιοί φοιτητές της νομικής επιτέθηκαν στους συγκεντρωμένους και διέλυσαν τα οδοφράγματα. Αλλά στο συγκεκριμένο μπλόκο, εκατοντάδες φοιτητές, που είχαν έρθει από νωρίς το πρωί με πρόθεση να δώσουν εξετάσεις, αποφάσισαν επί τόπου να στηρίξουν τη δράση. Όταν ένα μέλος της διοίκησης εμφανίστηκε για να ζητήσει να αποσυρθούν τα οδοφράγματα, οι φοιτητές γέλασαν και άρχισαν να του πετάνε χάρτινες σαΐτες, φωνάζοντας ρυθμικά «Αλληλεγγύη! Αλληλεγγύη!».
Μετά από κάνα-δυο ώρες συγκέντρωσης, οι φοιτητές έφυγαν από τον χώρο των εξετάσεων και πήγαν στη γενική φοιτητική συνέλευση, όπου άκουσαν ομιλίες απεργών εργατών και αποφάσισαν με ψηφοφορία να υποστηρίξουν ένα μποϊκοτάζ των εξετάσεων. Ένας νέος δεσμός αλληλεγγύης μεταξύ των φοιτητών και των εργατών είχε σφυρηλατηθεί, ενώ η εχθρότητα απέναντι στη διοίκηση του Πανεπιστημίου είχε βαθύνει.
Η απεργία του 1995 στη Γαλλία είχε προκαλέσει ένα κύμα διαδηλώσεων και καταλήψεων στις πανεπιστημιουπόλεις και στα λύκεια. Αυτά τα κινήματα έχουν λιγότερο εμφανή παρουσία στην απεργία του 2019-2020. Η εμπειρία της Ναντέρ δίνει μια έστω μερική εξήγηση. Οι ηγετικές μορφές της συγκεκριμένης δράσης –τόσο οι φοιτητές που ξεκίνησαν τον φοιτητικό αποκλεισμό, όσο και οι απεργοί που ήρθαν στην πανεπιστημιούπολη να μιλήσουν στη συνέλευση– ανήκαν στο χώρο της άκρας Αριστεράς, στην πλειοψηφία τους τροτσκιστές. Δηλαδή, επρόκειτο για ανθρώπους που έχουν σταθερά ως προοπτική να παρεμβαίνουν στα κοινωνικά κινήματα για να συμβάλουν στην οικοδόμηση της αλληλεγγύης και της αυτο-οργάνωσης μεταξύ των καταπιεσμένων. Στα χρόνια μετά το 1995, η άκρα Αριστερά στη Γαλλία έχει συρρικνωθεί, μετά τις εκλογικές αποτυχίες της και μετά τις αποτυχημένες προσπάθειες οικοδόμησης πλατιών κομμάτων. Αν και το κίνημα έχει απίστευτες δυνατότητες, σήμερα υπάρχουν λιγότεροι επαναστάτες αγωνιστές στα σχολεία, στις πανεπιστημιουπόλεις, στα κινήματα και στους χώρους εργασίας για να μετατρέψουν την κοινωνική αναστάτωση, που προκαλεί η απεργία, σε έκρηξη κοινωνικής αλληλεγγύης.
Πίσω από τη μάχη μεταξύ των εργαζομένων και του Μακρόν βρίσκεται και μια άλλη μάχη σε αναμονή, αυτή μεταξύ της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και της κοινωνικής της βάσης. Η απεργία συντονίζεται από μια διασυνδικαλιστική επιτροπή, που εκπροσωπεί πέντε συνδικαλιστικές ομοσπονδίες, αλλά η ραχοκοκαλιά της είναι η CGT, η οποία έχει παράδοση στο να τερματίζει απεργίες. Μετά την αποτυχία της CGT στην απεργία των σιδηροδρομικών του 2018 και την άρνησή της να συμμαχήσει με τα Κίτρινα Γιλέκα, ένας αυξανόμενος αριθμός αγωνιστών εργατών συνειδητοποιεί την ανάγκη για μια δημοκρατική εναλλακτική ηγεσία, βασισμένη στη βάση των συνδικάτων.
Το σημερινό κίνημα αναπτύχθηκε μέσα από τις γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων, οι οποίες είναι απαραίτητες προκειμένου να διευκολύνουν τις κοινές συζητήσεις μεταξύ εργαζομένων, που ανήκουν σε διαφορετικές συνδικαλιστικές ομοσπονδίες. Αλλά τουλάχιστον στο σιδηροδρομικό σταθμό του Παρισιού, αυτές οι συνελεύσεις αποτέλεσαν τη βάση για την ανάπτυξη ενός πραγματικά εντυπωσιακού «από τα κάτω» κινήματος. Το πρωί της διαδήλωσης της 9ης Ιανουαρίου, στο σταθμό Gare du Nord, εκατοντάδες εργαζόμενοι έλαβαν μέρος σε μια τελική συνάντηση πριν από το συλλαλητήριο. Αφού ψήφισαν υπέρ της συμμετοχής, ξεκίνησαν να πορεύονται πίσω από το όμορφο ζωγραφισμένο στο χέρι πανό τους, όπου αναγραφόταν το σύνθημα της βάσης των συνδικάτων: «Η απεργία στους απεργούς».
Όταν ακούστηκε το σύνθημα «Όποιος δεν χοροπηδάει δεν είναι απεργός», το επακόλουθο ξέφρενο χοροπηδητό προήλθε από εργαζόμενους που πρόσκεινται στη δεξιά ομοσπονδία, η οποία δεν υποστήριξε καν το απεργιακό κίνημα. Περνώντας μέσα από διάφορους σιδηροδρομικούς σταθμούς καθοδόν προς την κεντρική συγκέντρωση, ανάβοντας φωτοβολίδες και πυροτεχνήματα, τραγουδώντας και χορεύοντας με απίστευτη ενέργεια, πήραν τελικά τη θέση τους στην κεφαλή της πορείας –επιβεβαιώνοντας συμβολικά τον ηγετικό ρόλο της βάσης ή έστω την επιθυμία να παίξει ηγετικό ρόλο η βάση στο απεργιακό κίνημα.
Αυτό ήταν ένα νέο βήμα προς τα μπρος για το κίνημα «από τα κάτω». Αυτοί οι σιδηροδρομικοί είναι οι πιο σημαντικοί και αποφασισμένοι στο πανεθνικό απεργιακό κίνημα και είναι αυτοί που έχουν συνειδητοποιήσει σε μεγαλύτερο βαθμό την ανάγκη να οργανωθούν διακριτά από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αυτό είναι σημαντικό για την απεργία, καθώς συμβάλλει στην ενίσχυση και τη διεύρυνση της συμμετοχής, ενθαρρύνει την πρωτοβουλία και περιφρουρεί την κινητοποίηση απέναντι σε πιθανές προσπάθειες των συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών να τη σαμποτάρουν. Και όπως συμβαίνει πάντοτε με τους εργατικούς αγώνες, οι πιο αποτελεσματικές τακτικές είναι και εκείνες που αναπτύσσουν ριζοσπαστικές, δημοκρατικές και συμμετοχικές μορφές οργάνωσης.
Οι επαναστάτες αγωνιστές έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στο ξεκίνημα, το βάθεμα και το δυνάμωμα της αυτό-οργάνωσης της εργατικής τάξης. Οι μικρές επαναστατικές οργανώσεις υπερ-εκπροσωπούνται σημαντικά στην «επιτόπια» ηγεσία του εργατικού κινήματος. Σε όλη τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης των εργαζομένων και της συμμετοχής της στο συλλαλητήριο που διήρκεσε έξι ώρες, ο πιο διακεκριμένος ηγέτης ήταν ο Anasse Kazib, ένας γαλλο-μαροκινός μουσουλμάνος τροτσκιστής σιδηροδρομικός, ο οποίος έχει μετατραπεί σε κάτι πολύ σπάνιο: αγωνιστής εργάτης-«διασημότητα». Ο Kazib έπαιξε ζωτικό ρόλο στην ανάπτυξη της αυτο-οργάνωσης στους σιδηρόδρομους του Παρισιού κατά την προετοιμασία αυτού του απεργιακού κινήματος.
Η διαδήλωση της 9ης Ιανουαρίου συνέβη, αφότου ο Μακρόν είχε επιχειρήσει να εξωθήσει τους απεργούς στην παραίτηση δια της πείνας κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων. Ο Μακρόν απέτυχε, οι απεργίες παραμένουν δημοφιλείς και οι διαδηλώσεις ήταν τεράστιες –η δυναμική ήταν αρκετή για να εξαπλωθεί σε τρεις νέες μέρες δράσης, με αποκορύφωμα νέα πανεθνικά συλλαλητήρια το Σάββατο 11 Γενάρη.
Αλλά το κίνημα πρέπει τώρα να προχωρήσει μπροστά, αλλιώς θα υποχρεωθεί να υποχωρήσει. Η απεργία έχει ασκήσει πίεση στα δεξιά συνδικάτα να συμμετέχουν. Η κυβέρνηση του Μακρόν έχει δείξει διάθεση για συμβολικές «παραχωρήσεις», που έχουν ως εμφανή πρόθεση να ξεφύγει από την πίεση που του ασκείται, διατηρώντας όμως παράλληλα τον πυρήνα των επιθέσεων στις συντάξεις ανέπαφο. «Γενίκευση της απεργίας» είναι το σύνθημα της Αριστεράς, στα συνδικάτα και αλλού.
Χρειάζεται η συμμετοχή περισσότερων κλάδων στις κυλιόμενες απεργίες και όχι μόνο κατά τις μέρες των κεντρικών πανεθνικών κινητοποιήσεων. Είτε οι απεργίες στους σιδηρόδρομους θα «σβήσουν» σταδιακά, είτε το απεργιακό κίνημα θα εξαπλωθεί σε περισσότερους κλάδους. Αυτή είναι η πρόκληση που αντιμετωπίζει τώρα το κίνημα. Τα συνδικάτα προσπάθησαν να δώσουν ώθηση στο κίνημα, καλώντας σε 3 μέρες κινητοποιήσεων στα μέσα Ιανουαρίου: πικετοφορίες, διαδηλώσεις, νέες απεργίες και οτιδήποτε άλλο μπορεί να οδηγήσει τα πράγματα προς τα μπρος. Τα λιμάνια και οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής έχουν κλείσει. Οι δικηγόροι κατέλαβαν αποβραδίς τις δικαστικές αίθουσες. Τα σχολεία αποκλείστηκαν και παραχωρήθηκαν για τη φιλοξενία γενικών εργατικών συνελεύσεων. Οι απεργοί πολιόρκησαν ταχυδρομικές αποθήκες, έσπασαν τις γραμμές των αστυνομικών και έκλεισαν τις πύλες με ηλεκτροσυγκόλληση. Μακριά στο νότο, μια ομάδα Κίτρινων Γιλέκων στάθηκε στις σιδηροδρομικές γραμμές του Hendaye για να μπλοκάρει τα τρένα. Στο καταληκτικό συλλαλητήριο στις 16 Ιανουαρίου, η βάση του συνδικάτου των σιδηροδρομικών συμμετείχε σε κοινό μπλοκ με τους εργάτες του διυλιστήριου. Η δια-συνδικαλιστική απεργιακή επιτροπή κάλεσε σε ένα ακόμα τριήμερο κινητοποιήσεων που θα ξεκινούσε στις 22 Ιανουαρίου.
Μακροπρόθεσμα, ίσως η γραφειοκρατία της CGT να αποδεχτεί με σχετική ικανοποίηση μια ήττα, στο βαθμό που το κίνημα θα έχει αποκαταστήσει κάπως τη φήμη της μέσα στους αγωνιστές και θα την έχει βοηθήσει να ενισχυθεί σε μέλη σε βάρος των ανταγωνιστικών ομοσπονδιών. Αλλά για τους εργαζόμενους της βάσης –που έχουν αγωνιστεί με σημαία τα συνθήματα «θα επιμείνουμε μέχρι να αποσυρθεί το νομοσχέδιο» και «η απεργία στους απεργούς», που ψήφιζαν στις συνελεύσεις τους καθημερινά για ανανέωση της απεργίας και που θα πρέπει να ψηφίσουν για τον τερματισμό της, όταν έρθει εκείνη η ημέρα– διακυβεύονται πολύ περισσότερα.
Είτε κερδίσει, είτε χάσει, αυτή η απεργία είναι μια στιγμή σε μια μακρύτερη διαδικασία ανασυγκρότησης και ριζοσπαστικοποίησης του κινήματος της εργατικής τάξης. Να ένα μήνυμα προς όσους λένε ότι από την εποχή του Μαρξ η εργατική τάξη έχει αλλάξει σε σημείο που να είναι πια αγνώριστη: Κοιτάξτε τη Γαλλία. Δεν υπάρχει πιο σύγχρονη εργατική τάξη. Όπως ακριβώς έκαναν και τον Μάη του 1968, οι Γάλλοι εργάτες διέψευσαν με ένα τους «χτύπημα» την ιδέα ότι οι σοσιαλιστές πρέπει να μετατοπίσουν την προσοχή τους έξω από την εργατική τάξη: Δεν υπάρχει άλλη δύναμη στην κοινωνία που να είναι ισχυρότερη και πιο δημοκρατική στις μεθόδους μάχης.
Όμως, το εργατικό κίνημα πρέπει να μπολιαστεί με το εξεγερμένο, μαχόμενο στο δρόμο πνεύμα ενός κοινωνικού κινήματος των από κάτω. Και να υποστηριχτεί από την επί τόπου παρέμβαση των επαναστατών αγωνιστών, των οποίων η αντικαπιταλιστική αντίληψη και η πίστη στις δυνατότητες της εργατικής τάξης τους βοηθά να παίξουν έναν αναντικατάστατο ρόλο στην προσπάθεια γενίκευσης και εμβάθυνσης των αγώνων. Οι εργαζόμενοι στη Γαλλία επέτρεψαν σε όλους μας να πάρουμε μια εικόνα της δύναμης και του ριζοσπαστισμού των εργατικών κινημάτων. Θα πρέπει να ελπίσουμε ότι όλο και περισσότεροι από τους παγκόσμιους αγώνες ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό, τον αυταρχισμό και την κλιματική αλλαγή θα αποκτήσουν στην ηγεσία τους τέτοιους ήρωες.