Αστυνομοκρατία-βία-καταστολή: Το σχέδιο Μητσοτάκη να ακυρωθεί το δρόμο

Φωτογραφία

Όπου και να κοιτάξει κανείς βλέπει αστυνομία. Πάνοπλη, ενισχυμένη και με ιδιαίτερη αυτοπεποίθηση.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Νικόλας Κολυτάς

Για κάθε περίσταση, σε κάθε στιγμή ακόμη και χωρίς λόγο. Αυτό είναι το δόγμα που επιχειρεί να επιβάλλει η κυβέρνηση της ΝΔ με πρωτεργάτη αυτής της διαδικασίας τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Η αστυνομική βία και αυθαιρεσία ενισχύονται οικονομικά, θωρακίζονται νομικά και κυρίως στηρίζονται πολιτικά. Η αστυνομοκρατία δεν είναι πλέον ένα μοντέλο προς αποφυγή αλλά μια πραγματικότητα που χρειάζεται συλλογική αντιμετώπιση.
Η ελληνική αστυνομία αποτελεί διαχρονικά ένα σώμα το οποίο σε μεγάλο βαθμό λειτουργεί παρασιτικά μέσα στην ελληνική κοινωνία κουβαλώντας τις συνέχειες και τις παθογένειες ενός πολιτικά χρωματισμένου παρελθόντος. Από το μετεμφυλιακό αστυνομικό κράτος, τη «χρυσή επταετία» και τα πανηγύρια της μεταπολίτευσης, μέχρι τα ντου σε σχολές και πορείες του Πολυτεχνείου, την αντιτρομοκρατική αναδιάρθρωση και την καταστολή των αντιμνημονιακών κινητοποιήσεων, η ελληνική αστυνομία χρεώνεται πλήθος δολοφονημένων, βασανισμένων και άδικα στιγματισμένων προσώπων. Κι όμως, σε όλες αυτές τις περιόδους μέχρι και σήμερα, η θεσμική αφήγηση παρουσιάζει τον αστυνομικό ως μια οικεία και φιλική φιγούρα που προστατεύει τον πολίτη από το έγκλημα.
Οικονομική ενίσχυση
Η ελληνική αστυνομία σήμερα εν μέσω πανδημίας απαρτίζεται από περίπου 60.000 μέλη που χωρίζονται σε αξιωματικούς, κατώτερους αξιωματικούς, ειδικούς φρουρούς και συνοριοφύλακες. Όλοι αυτοί διαιρούνται σε περεταίρω διευθύνσεις, υποδιευθύνσεις και επιμέρους ομάδες που δρουν αναλόγως. Ανάμεσα σε αυτούς δεν προσμετράται καν το κάθε λογής προσωπικό φύλαξης υψηλά ιστάμενων προσώπων ούτε οι ιδιωτικές υπηρεσίες security που απασχολούν εν δυνάμει ή αποτυχημένους αστυνομικούς. Όμως όλοι αυτοί δεν είναι αρκετοί με βάση την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσληψη 1000 ακόμη αστυνομικών για να στελεχώσουν την περίφημη «Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυματών» ή κοινώς την πανεπιστημιακή αστυνομία. Αυτούς δηλαδή που θα υπάγονται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη αλλά θα δρουν μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Το σχέδιο του Υπουργείου όμως δε σταματά εκεί, καθώς με βάση κορυφαία αστική εφημερίδα, προβλέπεται επίσης η αύξηση του προσωπικού που απασχολείται στις περιπολίες και η χρήση νέων δίκυκλων μέσων, αλλά και σκύλων, προκειμένου να εντατικοποιηθεί η αστυνομική παρουσία στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, ενέργειες με κόστος 4.850.000 εκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα προετοιμάζεται η τοποθέτηση 392 αστυνομικών σε υπηρεσίες πρώτης γραμμής και σε νέες ειδικές ομάδες. Πιο συγκεκριμένα ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης σε μια στιγμή δημοκρατικής έμπνευσης αποφάσισε να δημιουργήσει 18 νέες ομάδες ΔΡΑΣΗ και 5 νέες ομάδες ΟΠΚΕ, οι οποίες θα δραστηριοποιούνται στην Αττική, με συνολικό κόστος 2.100.000 ευρώ. Μιλάμε για απίστευτα ποσά ειδικά τη συγκεκριμένη περίοδο.
Τι να πει κανείς όμως όταν το έτος που μας πέρασε, ναι το έτος της πανδημίας και της κατάρρευσης των δημοσίων νοσοκομείων, ο γενικός γραμματέας του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, Κωνσταντίνος Τσουβάλας δηλώνει περιχαρής ότι «τους τελευταίους 18 μήνες το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η ΕΛΑΣ υλοποιούν ένα εξαιρετικά μεγάλο και φιλόδοξο σχέδιο για τον εξοπλισμό των αστυνομικών υπηρεσιών» και ότι «μέσα σε 18 μήνες έχουν γίνει όσα δεν έγιναν 18 χρόνια». Απίστευτο, αλλά συνάμα εξηγήσιμο αν σκεφτεί κανείς πως το πανδημικό 2020, εκτός από τα 2.450 οχήματα όλων των τύπων που αποκτήθηκαν για την ελληνική αστυνομία, δαπανήθηκαν περίπου 20.000.000 για αγορά επιχειρησιακού εξοπλισμού και ατομικών εφοδίων προστασίας των αστυνομικών, στον οποίο περιλαμβάνονται 23.000 αλεξίσφαιρα γιλέκα, πάνω από 8.000 επιχειρησιακές στολές και πλήρης εξοπλισμός για 4.000 δικυκλιστές σε όλη την Ελλάδα. 
Και αν οι παραπάνω αγορές μοιάζουν με προετοιμασία σε είσοδο σε εμπόλεμη ζώνη, οι φετινές δαπάνες μαρτυρούν ακόμη περισσότερα. Πιο συγκεκριμένα με βάση τα λεγόμενα ξανά του κυρίου Τσουβάλα, για το 2021, το Υπουργείο έχει στα σκαριά ένα νέο φιλόδοξο πρόγραμμα κόστους 23.000.000 ευρώ για αγορά μηχανοκίνητου επιχειρησιακού εξοπλισμού, στον οποίο εκτός των άλλων περιλαμβάνονται 40-80 περιπολικά με ειδικά διαμορφωμένο ειδικό κλωβό για μεταφορά κρατουμένων και προσαχθέντων με κορωνοϊό, ή άλλα λοιμώδη νοσήματα, 4 ασθενοφόρα για την ΕΛΑΣ, 5 θωρακισμένα οχήματα και 4 ειδικά επιχειρησιακά αυτοκίνητα για ειδικές δράσεις, όπως αυτά που επιχείρησαν επίσης στον Έβρο τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο.
Επιχειρησιακή αναβάθμιση
Βέβαια, όλες οι παραπάνω δαπάνες δεν έγιναν για το θεαθήναι. Αντιθέτως έχουν συγκεκριμένη στόχευση και επιχειρησιακή απόληξη. Η αστυνομία και ο τρόπος δράσης της αναδιαρθρώνονται με σκοπό την εμπέδωση μιας νέας κανονικότητας. Αυτής που αντιλαμβάνεται τη συλλογική έκφραση και την πολιτική κινητοποίηση ως «εχθρό» της δημοκρατίας και της ασφάλειας. Στην πρόσφατη διαδικτυακή συνέντευξη τύπου σχετικά με το «νέο επιχειρησιακό σχέδιο για την αντιμετώπιση των συναθροίσεων», ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης δήλωσε: «Το 2021 η Αστυνομία αλλάζει εποχή, θα γίνει η ΕΛ.ΑΣ. του 21ου αιώνα… Η Αστυνομία αλλάζει γιατί ο κόσμος έχει αλλάξει». Μόνο που ο κόσμος είναι κυρίως σπίτι του τηρώντας τα υγειονομικά μέτρα. Δεν υπάρχει κάτι στην κοινωνία αυτή τη στιγμή που να δικαιολογεί τη «ρομποκοποίηση» της ελληνικής αστυνομίας.
Προφανώς, η κυβέρνηση προσέχει για να έχει. Ξέρουν τι έχουν μπροστά τους όταν λήξει η περίοδος της πανδημίας. Ήδη θορυβούνται από επιμέρους κινηματικές πρωτοβουλίες και δράσεις με χαρακτηριστικότερες τις κινητοποιήσεις στο χώρο της εκπαίδευσης που έσπασαν τις αντισυνταγματικές απαγορεύσεις των συναθροίσεων. Όλοι οι διεθνείς οικονομολόγοι συνηγορούν στο ότι ξεδιπλώνεται μια νέα τεραστίων διαστάσεων οικονομική ύφεση, που θα έχει πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Έχοντας την εμπειρία της βίαιης ριζοσπαστικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας την περίοδο 2010-2015, η κυρίαρχη τάξη σπεύδει να πνίξει την κίνηση στο δρόμο από τη ρίζα της. Δε θέλει να την ξαναπατήσει. Αξιοποιεί συνεπώς την υγειονομική κρίση για να τη μετατρέψει σε κρίση συλλογικής έκφρασης και αντίστασης. Σε όλη αυτή την κατρακύλα σέρνεται και η ανύπαρκτη αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ που πριν τις γιορτές ζητούσε να δοθεί ένα ακόμη μηνιάτικο στα παιδιά της ελληνικής αστυνομίας.
Έτσι, λοιπόν το σχέδιο Χρυσοχοΐδη περιλαμβάνει πράγματα ανήκουστα για μια κοινοβουλευτική δημοκρατία. Σε συνέχεια του ψηφισμένου νόμου για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, γίνεται λόγος για υποχρεωτική γνωστοποίηση της πρόθεσης διοργάνωσης μίας δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης στην οικεία Αστυνομική Αρχή, για ορισμό αστυνομικού διαμεσολαβητή, ο οποίος θα είναι σε επικοινωνία με τους διοργανωτές, για ένα νέο modus operandi με βάση το οποίο θα αξιολογείται σε διαβαθμισμένη κλίμακα η επικινδυνότητα μιας διαδήλωσης, για κλιμακούμενη χρήση κατασταλτικών μέσων στις συναθροίσεις και για οριοθετημένο χώρο κίνησης των δημοσιογράφων στις διαδηλώσεις. Με λίγα λόγια το Υπουργείο έχει μπερδέψει την παρέλαση με τη διαδήλωση. Η πρώτη γίνεται υπό την οργάνωση και την καθοδήγηση των κρατικών και δημοτικών αρχών, η δεύτερη όμως όχι.
Το ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το πώς ντύνουν λεκτικά όλη αυτή τη στρατιωτικοποίηση και παρεμβατικότητα των σωμάτων ασφαλείας. Συγκεκριμένα γίνεται λόγος για «ήπια αστυνόμευση», «διαμεσολάβηση», «επικοινωνία», «ενεργητικό διάλογο». Λέξεις ωραίες για μια έκθεση ιδεών που όταν όμως μετουσιώνεται σε πράξεις έχει πολύ πιο βάρβαρο πρόσωπο. Με βάση το σχέδιο Χρυσοχοΐδη, η εκτίμηση επικινδυνότητας μιας συνάθροισης θα πραγματοποιείται με τη χρήση δύο δεικτών: α) «τους κινδύνους που προκύπτουν από την ίδια τη συνάθροιση» και β) «από την τρωτότητα της». Οι παραπάνω δείκτες αποτελούν ρητές αοριστίες χωρίς κανένα εχέγγυο διασφάλισης και πραγματοποίησης μιας διαδήλωσης. Αντιθέτως τα αστυνομικά όργανα επιφορτίζονται με την εξουσία της αποκλειστικής απόφασης σχετικά με το αν μπορεί ή όχι να πραγματοποιηθεί μια κινητοποίηση. Κάπως έτσι άλλωστε σε μια πρόβα τζενεράλε είδαμε ξανά τον αρχηγό της αστυνομίας να παίρνει απόφαση για απαγόρευση των δημόσιων συναθροίσεων άνω των 100 ατόμων. 
Είναι χαρακτηριστικό, ότι απέναντι στις μεθοδεύσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη διατρανώνουν την αντίθεσή τους και άτομα υπεράνω υποψίας για αριστερίστικη παρέκκλιση. Συγκεκριμένα, ο διευθυντής του Βήματος Αντώνης Καρακούσης δήλωσε στο Twitter πως «Κανένας νόμος, καμία διάταξη αστυνομικών δυνάμεων δεν μπορεί να αποτρέψει ή να ανακόψει την κοινωνική δυναμική. Η Ιστορία διδάσκει πως όταν αναπτύσσεται η κοινωνική δυναμική τίποτε δεν μπορεί να την συγκρατήσει. Ας το γνωρίζουν όσοι νομοθετούν… εν κενώ». Την ίδια στιγμή πλήθος ακαδημαϊκών συγκεντρώνει υπογραφές ενάντια στην πανεπιστημιακή αστυνομία, για την οποία με την παρούσα μορφή της έχει δηλώσει την αντίθεσή της μέχρι και η Σύνοδος Πρυτάνεων υπερασπιζόμενη την έννοια του αυτοδιοίκητου των δημοσίων πανεπιστημίων. 
Σημαντικές αντιδράσεις όμως υπάρχουν και από δημοσιογραφους και φωτορεπόρτερ που κάνουν λόγο για φίμωση του Τύπου. Συγκεκριμένα ο Μάριος Λώλος, πρώην πρόεδρος της Ένωσης Φωτορεπόρτερ Ελλάδος, που στο παρελθόν είχε υπάρξει δέκτης αστυνομικής επίθεσης, σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σημείωσε πως το «99% των επιθέσεων που έχουμε υποστεί ως φωτορεπόρτερ είναι από όργανα της ΕΛ.ΑΣ και όχι από διαδηλωτές (…) κανένας Υπουργός Προ.Πο δεν μπορεί να μας υποδείξει πως θα κάνουμε την δουλειά μας και από που. Αυτά είναι λυμένα χρόνια μέσα στις δημοκρατίες. Έλεγχος της εικόνας σημαίνει κατάλυση της Ελευθερίας του Τύπου». Παράλληλα σε κοινή ανακοίνωσή τους η ΕΣΗΕΑ και η ΕΦΕ εκφράζουν την αντίθεση τους στο σχέδιο Χρυσοχοΐδη και τονίζουν πως «με την “οριοθέτηση” των δημοσιογράφων, όπως αποτυπώνεται στο ως άνω σχέδιο, βαρύ πλήγμα δέχεται άμεσα η ενημέρωση των πολιτών, η οποία αποτελεί έναν εκ των πυλώνων της δημοκρατίας».
Συλλογική αντίσταση
Είναι δεδομένο ότι ανοίγεται μπροστά μας μια νέα πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που θέτει αυξημένες προκλήσεις στο κίνημα και την Αριστερά σε μια περίοδο που το κράτος έχει καταφέρει να θωρακιστεί τόσο σε επίπεδο επικοινωνιακής διαχείρισης, όσο και σε επίπεδο κατασταλτικής ετοιμότητας. Χρειάζονται ευρείες πρωτοβουλίες που να θέτουν επί τάπητος τις «καυτές πατάτες» και όχι να τις αποφεύγουν με θεωρητικολογία και αυτοαναφορικότητες. Η ενότητα, η μαζικότητα και ο ριζοσπαστισμός είναι οι συνεκτικοί δεσμοί για τη συσπείρωση και την αντεπίθεση ενός κόσμου που βυθίζεται στη συλλογική απελπισία και έλλειψη προοπτικής. Πρωτοβουλίες για την οικονομική στήριξη όσων δέχτηκαν πρόστιμα επειδή διαδήλωσαν, τοπικές δράσεις που να σπάνε το κλίμα αστυνομοκρατίας καθώς και απεργιακές κινητοποιήσεις που να θέτουν την κυβέρνηση προ των ευθυνών της είναι λίγα μόνο από αυτά που μπορούν να κρατήσουν ζωντανές τις συλλογικές αντιστάσεις. Ήδη οι συνεχόμενες φοιτητικές κινητοποιήσεις, οι επιμέρους απεργιακές δράσεις και οι μαθητικές αντιδράσεις δείχνουν το δρόμο.
Χρειάζονται όμως και συγκεκριμένες απαντήσεις. Τη στιγμή που η κυβέρνηση δαπανά δισεκατομμύρια σε rafale και φρεγάτες, που σκορπίζει δεκάδες εκατομμύρια στην ενίσχυση και τον εξοπλισμό της ελληνικής αστυνομίας και που μοιράζει λεφτά μέσα από επαναλαμβανόμενες λίστες Πέτσα, η ριζοσπαστική Αριστερά καλείται να μιλήσει για όσα δε μιλάει ο Τσίπρας και οι υπόλοιποι. Για την ανάγκη προσλήψεων γιατρών και νοσηλευτών, για δημιουργία ΜΕΘ, για μαζικά tests και εμβολιασμούς, για αποσυμφόρηση των ΜΜΜ, για υγειονομική στήριξη των σχολείων και των πανεπιστημίων. Γύρω από αυτά τα αιτήματα οφείλει να συσπειρωθεί ένας κόσμος που βλέπει την υγεία του να κινδυνεύει, το εισόδημά του να εξαφανίζεται και το μέλλον του να είναι αστυνομοκρατούμενο. Οι κινητοποιήσεις του φθινοπώρου έδειξαν το δρόμο, ξεγυμνώνοντας την υποκρισία της κυβέρνησης που στο όνομα της υγειονομικής πρόληψης εφάρμοσε ένα εγκληματικό κατασταλτικό σχέδιο χωρίς καμία υγειονομική μέριμνα.
Οι μήνες που έρχονται είναι σίγουρα δύσκολοι, όμως καμία κυβέρνηση δεν κατάφερε να επιβιώσει στηριζόμενη μόνο στη δύναμη της αστυνομίας. Αυτό θα έπρεπε να το γνωρίζουν καλά όσοι τα προηγούμενα χρόνια βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας. Αν δεν το κατάλαβαν, μπορούμε να τους το θυμίσουμε εμείς μέσα από τους αγώνες μας για έναν κόσμο χωρίς αυθαιρεσία, βαναυσότητα και καταστολή.

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία