Το Αφγανιστάν και η πάλη ενάντια σε πόλεμο και ρατσισμό

Φωτογραφία

Το τέλος του πολέμου στο Αφγανιστάν συνοδεύτηκε από έντονη δημόσια συζήτηση, στα μεγάλα ΜΜΕ, στο σχολιασμό στα κοινωνικά δίκτυα, στην αρθρογραφία εντός Αριστεράς κ.ο.κ.
 

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Πάνος Πέτρου

Αν και επρόκειτο για «προαναγγελθέν» γεγονός, ήταν αναμενόμενο ότι η ολοκλήρωσή του, όπως και η δύναμη της επικαιρότητας, θα έστρεφε με αυξημένη ένταση την προσοχή προς την Καμπούλ. Από τη μεριά των μεγάλων ΜΜΕ, επιχειρήθηκε μια συντονισμένη καμπάνια «πλαισίωσης» του σχετικού διαλόγου, με τη δυνατότητα που έχουν να διαμορφώνουν την «ατζέντα». 
Υποκρισία
Επιχειρήθηκε αφενός ένα έμμεσο ξέπλυμα της 20ετούς κατοχής και των πεπραγμένων της, μέσω της υπερβολικής έμφασης στην αγωνία για την «επόμενη μέρα» (τώρα που φεύγει το ΝΑΤΟ…), ταυτόχρονα με την αγωνία για τα «προσφυγικά κύματα». Η υποκρισία ξεχειλίζει. Θα περίμενε κανείς το παραλήρημα τρόμου για τους «καημένους» τους Αφγανούς που θα μείνουν απροστάτευτοι από τη συλλογική, δυτική, ένοπλη «ασπίδα» να συνοδευόταν (για να δείχνει έστω ειλικρινές) από μια κάποια διάθεση υποδοχής όσων επιλέξουν να εγκαταλείψουν τρομοκρατημένοι ή κυνηγημένοι τη χώρα. Αλλά όπως φαίνεται, αυτοί οι μουσουλμάνοι, ανατολίτες, γενικώς «ξένοι», αξίζουν την «προστασία μας» μόνο όσο μένουν στις χώρες τους («να πολεμήσουν» που λένε και οι σκληροτράχηλοι πληκτρολόγοι…) και χρησιμεύουν ως άλλοθι για δυτικές «ανθρωπιστικές» σταυροφόριες. Όταν επιχειρούν να αναζητήσουν «προστασία» στις ίδιες τις δυτικές χώρες, παύουν να την αξίζουν. Όσο είναι «εκεί», είναι καλοί άνθρωποι που υποφέρουν από την «ισλαμική τυραννία» και μας δίνουν επαρκείς λόγους να εφορμήσουμε στρατιωτικά. Όταν επιχειρούν να έρθουν «εδώ», είναι οι ίδιοι «ισλαμιστές» που έρχονται ως «απειλή». 
Για την Αριστερά που στέκεται ενάντια και στον πόλεμο και στο ρατσισμό, θα έπρεπε να είναι σαφές ότι το τέλος του 20ετούς πολέμου πρέπει να απαντηθεί με μια πολιτική-ιδεολογική αντεπίθεση, που θα «τρίβει στα μούτρα» των πολεμοκάπηλων τα πεπραγμένα τους, θα χτίζει αντιπολεμική συνείδηση και ταυτόχρονα θα αποκαλύπτει την υποκρισία των «ανθρωπιστικών ευαισθησιών» των δυτικών κυβερνήσεων, σηκώνοντας το γάντι της αντιπαράθεσης με την πολιτική «περιφρούρησης των συνόρων» απέναντι στα θύματα του πολέμου. 
Ένα ανυπόστατο «δίπολο»
Στο πρώτο μέτωπο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης, είναι ορατό το ενδεχόμενο μιας σύγχυσης, που αντιπαραβάλει τα «ανθρώπινα δικαιώματα» στον «αντι-ιμπεριαλισμό». Είναι μια αντιπαραβολή που καλλιεργείται συστηματικά και συνειδητά από φιλελεύθερους υποστηρικτές του δόγματος των «ανθρωπιστικών» επεμβάσεων, οι οποίοι χρεώνουν στην αντιπολεμική Αριστερά μια κάποια «αδιαφορία» για την τύχη των Αφγανών γυναικών κ.ο.κ. Η στρεβλή και σκόπιμη προπαγάνδα βρίσκει την αντανάκλασή της σε μια σχολή «αντι-ιμπεριαλισμού» που έχει μάθει -ανακλαστικά- να αντιμετωπίζει με καχυποψία τα «δικαιώματα» και να αντιμετωπίζει την αμερικανική εξωτερική πολιτική αποκλειστικά στη «γεωπολιτική» της διάσταση.  
Χάνεται έτσι από το διάλογο η προφανής αλήθεια ότι μπορεί να είναι κανείς και υπέρ των δικαιωμάτων των Αφγανών και ενάντια στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, ακριβώς επειδή ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν προώθησε τα δικαιώματα των Αφγανών. 
Υπό το βάρος της ομοβροντίας ειδήσεων, εικόνων κ.ο.κ., καλλιεργήθηκε ως «αυταπόδεικτη αλήθεια» μια αίσθηση ότι η 20ετία της αμερικανικής κατοχής σήμαινε μια κάποια πρόοδο στα δικαιώματα, που σήμερα απειλούνται επειδή αποχωρεί το ΝΑΤΟ. Σε αντίθεση με τα μεγάλα ΜΜΕ, η αγωνία των απλών ανθρώπων για την επόμενη μέρα στο Αφγανιστάν, είναι καλοπροαίρετη. Αλλά το έναυσμα έδωσε ο «μεγεθυντικός φακός» των ΜΜΕ, που έχει τη δύναμη να στρέφει την προσοχή σε προβλήματα, όπου αυτός κρίνει ότι βολεύει να στραφεί η προσοχή. Ασφαλώς και οι άνθρωποι που θα κληθούν να κυβερνηθούν από τους Ταλιμπάν, αντιμετωπίζουν πολύ πιθανά μια καινούργια βαρβαρότητα, μετά τις προηγούμενες της κατοχής. Η επίγνωση ότι διάφορες εκδοχές βαρβαρότητας επικρατούν κάθε μέρα του χρόνου, κάθε χρόνο, σε κάθε γωνιά του πλανήτη, μπορεί να είναι «μαύρη», αλλά βοηθά στην ανάπτυξη «αντισωμάτων» στον εκάστοτε κατευθυνόμενο «ηθικό πανικό» που συνήθως πιέζει σε εκβιαστικά διλήμματα, που σε τελική ανάλυση δεν αντιμετωπίζουν καν τη βαρβαρότητα. Στην περίπτωση του Αφγανιστάν, καθώς επιχειρείται μια έμμεση καμπάνια συλλογικής αμνησίας για τα τελευταία 20 χρόνια, έχει ιδιαίτερη αξία η μνήμη: η υπενθύμιση της τραγωδίας που ρήμαξε τη χώρα τα τελευταία 20 χρόνια (βλ. πίσω σελίδες). Θα έπρεπε να είναι κοινή παραδοχή ότι ο πόλεμος και η κατοχή δεν προάγει «δικαιώματα» και αυτή να είναι επαρκής βάση για απάντηση στις διάχυτες αστικές δυτικές «ανησυχίες».
Η χρεοκοπία της 
«ανθρωπιστικής επέμβασης»

Η σημασία αυτής της αντιπαράθεσης αναδεικνύεται από την ιεράρχηση που της δίνει ο αντίπαλος. Το 2001, το δόγμα της «ανθρωπιστικής επέμβασης» κατάφερε να υπνώσει το αντιπολεμικό κίνημα. Κάποιες φωνές μέσα στην αντικαπιταλιστική Αριστερά, επιχείρησαν να αντισταθούν στο κύμα, προειδοποιώντας ότι τίποτε καλό δεν θα φέρει η ιμπεριαλιστική εκστρατεία στο Αφγανιστάν. Ακολούθησαν 20 (!) χρόνια πολέμου, που πέτυχαν τα ακριβώς αντίθετα από τους διακηρυγμένους «στόχους» της εξόρμησης και σε μεγάλο βαθμό επιδείνωσαν την κατάσταση, αφού κόστισαν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, εκατομμύρια πρόσφυγες (έφευγαν κι επί αμερικανικής κατοχής παρεμπιπτόντως, δεν θέλουν όλοι-ες να φύγουν σήμερα που ήρθαν οι Ταλιμπάν), εκατοντάδες δισ. δολάρια σε φονικά όπλα, εργολάβους του πολέμου, διεφθαρμένους πολέμαρχους. Το τέλος του πολέμου και ο τραγικός απολογισμός του θα έπρεπε να είναι «πεδίον δόξης λαμπρό» για τις αντιπολεμικές φωνές, να πουν δικαιωμένες «ποτέ ξανά». Απέναντι σε αυτή την προοπτική, στήνεται η «συλλογική αμνησία», που αποδέχεται την «ήττα» των ΗΠΑ, αλλά «θρηνεί» για αυτή -με πρωτεργάτες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που φτάνουν να κατακεραυνώνουν την Ουάσινγκτον για την αποχώρηση. Η συζήτηση για το Αφγανιστάν έχει σημασία γιατί αφορά το μέλλον. Το «ξέπλυμα» της 20ετίας αφορά το ξέπλυμα των «ανθρωπιστικών επεμβάσεων», για να παραμένει το δόγμα διαθέσιμο να ενεργοποιηθεί σε μελλοντικές εκστρατείες. Στον αντίποδα έχουμε να κινηθούμε: Το Αφγανιστάν είναι μια ακόμα τραγική απόδειξη ότι οι στρατιωτικές επεμβάσεις πάντοτε κάνουν τα πράγματα χειρότερα και θα πρέπει να συντηρήσουμε αυτή τη μνήμη για τις μελλοντικές προκλήσεις. Οι οποίες δεν αποκλείεται να αφορούν το ίδιο το Αφγανιστάν, και μια «σωτήρια επιστροφή της Δύσης» αύριο-μεθαύριο. 
Προληπτική υστερία
Το δεύτερο μέτωπο, αυτό του ρατσισμού, παραμένει επίσης -προς ώρας- ιδεολογικό και «με το βλέμμα στο μέλλον». Ήταν οι πρώτες μέρες μετά την πτώση της Καμπούλ στα χέρια των Ταλιμπάν, ενώ υπήρχε ακόμα προσβάσιμη η διέξοδος στα αμερικανικά αεροπλάνα. Δεν είχε ακόμα ξεδιπλωθεί πλήρως ένα «άτακτο» -και χωρίς ασφαλή διέξοδο- προσφυγικό κύμα, όσων θα αφεθούν τελικά πίσω ενώ θέλουν να φύγουν. Πολύ περισσότερο αυτό το κύμα απέχει πολύ ακόμα από το να καταφέρει να φτάσει στα σύνορα της Ευρώπης. Κι όμως, άρχισε αμέσως η προληπτική υστερία για τις «ορδές» προσφύγων. Τα «οχυρωματικά έργα» και η διαφήμισή τους (φράχτης στον Έβρο) αποτελούν ένα χυδαίο, ιδεολογικό παιχνίδι με την καλλιέργεια κλίματος «εμείς απέναντι σε αυτούς», όπου ζούμε περικυκλωμένοι από «εχθρικούς πληθυσμούς», απέναντι στους οποίους οφείλουμε να συσπειρωθούμε γύρω από το κράτος και την ηγεσία «μας». Αυτή η καμπάνια δεν θα περιμένει τους πρώτους Αφγανούς που ίσως καταφέρουν να φτάσουν στα ελληνικά σύνορα για να εκδηλώσει την αγριότητά της απέναντί τους: Θα μεταφραστεί άμεσα σε αγριότητα απέναντι σε κάθε πρόσφυγα και μετανάστη, είτε επιχειρεί να προσεγγίσει την Ελλάδα είτε βρίσκεται ήδη σε αυτή. 
Η ελληνική κυβέρνηση ήδη πρωτοστάτησε σε απανθρωπιά. Στις 5 Αυγούστου, μια μικρή ομάδα κρατών (Γερμανία, Δανία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ελλάδα) έστειλε επιστολή στην Κομισιόν καλώντας να συνεχιστούν οι απελάσεις προς το Αφγανιστάν! Στη διαδρομή, Ολλανδία, Γερμανία και Δανία «μετρίασαν» την αρχική τους αντίρρηση. Ως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, η Ελλάδα από κοινού με το Βέλγιο (και την προσθήκη της Αυστρίας), επιμένουν να υπερασπίζονται τη σκληρή γραμμή τους. Αυτή αφορά τους Αφγανούς που έχουν ήδη αιτηθεί άσυλο. Το τι περιμένει τις νέες αφίξεις, όσων επιχειρήσουν να φτάσουν στα σύνορα της Ευρώπης-φρούριο είναι μια άλλη συζήτηση, όπου η «συλλογική ΕΕ» δεν θα δείξει μάλλον την ίδια ευαισθησία…
Ένα άλλο αποκαλυπτικό στοιχείο της ρατσιστικής πολιτικής, αφορά την «έγνοια» που δείχνουν τα ελληνικά ΜΜΕ για την προσπάθεια του Ερντογάν να αποκόψει την πρόσβαση Αφγανών στη χώρα του, υψώνοντας τείχη. Πριν καν προλάβουν οι Αφγανοί να διασχίσουν το Ιράν, η ελληνική κυβέρνηση διαπιστώνει αίφνης «κοινά συμφέροντα» με τον «προαιώνιο εχθρό» και υποστηρίζει την αποτρεπτική του πολιτική. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι η Τουρκία καταγγέλεται («εργαλειοποίηση προσφύγων»…) όταν δεν κάνει το απάνθρωπο μαντρόσκυλο αλλά ενθαρρύνεται όταν το κάνει, στο βαθμό που αναβαθμίζεται σε «εταίρο» απέναντι στον «εχθρό» των κατατρεγμένων ανθρώπων…
Τι μπορούμε να κάνουμε;
Αυτές οι αντιπαραθέσεις, αν και «ιδεολογικές» σήμερα, θα έχουν σοβαρό πολιτικό αντίκτυπο «αύριο». Αφορούν τη συζήτηση για το «τί κάνουμε» για το Αφγανιστάν, και κατ’ επέκταση για την ταλαιπωρημένη «Ανατολή» και το βασανισμένο «Νότο». Όπου η ιδεολογική επίθεση που διεξάγεται επιχειρεί να εστιάζει κάθε φορά σε μία συγκεκριμένη -υπαρκτή- τραγωδία, με στόχο να εκβιάσει τη συναίνεση ή την ανοχή σε μια νέα ιμπεριαλιστική εκστρατεία. Μαζί με την επίγνωση ότι τραγωδίες συμβαίνουν παντού και ο «φακός» των ΜΜΕ είναι πάντα επιλεκτικός, χρειάζεται και η επίγνωση ότι μας αντιστοιχούν συγκεκριμένα καθήκοντα: αυτά που μπορούμε και περνάει από το χέρι μας να κάνουμε. 
Η πάλη ενάντια στους τυράννους και τους εκμεταλλευτές της «περιφέρειας» είναι υπόθεση των λαών της. Εμείς χρειάζεται να παλέψουμε ενάντια στις δικές μας κυβερνήσεις για να τους αφήσουν επιτέλους ήσυχους. Μόνο χειρότερα κάνει τα πράγματα κάθε επέμβασή τους: ακόμα κι όταν φαίνεται βραχυπρόθεσμα να αποτρέπει κάποιες τραγωδίες, ανοίγει το δρόμο σε άλλες (το Αφγανιστάν, τα Βαλκάνια, η Λιβύη λειτουργούν ως σκληρή υπενθύμιση). Να αγωνιστούμε να ανοίξουν τα σύνορά τους για όσους χάνουν κάθε ελπίδα για μια καλύτερη ζωή στον τόπο τους. Ίσως εμείς που ζούμε και δρούμε στις ανεπτυγμένες χώρες να έπρεπε να ανοίξουμε κι ένα ζήτημα αποζημιώσεων στις χώρες-θύματα της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας. Σε κάθε περίπτωση, τα ανοιχτά σύνορα και το καλωσόρισμα των μεταναστών και προσφύγων αποτελεί την ελάχιστη μορφή «αποζημίωσης». 
Στην περίπτωση του Αφγανιστάν, αυτά είναι ξεκάθαρα. Και αφορούν πολύ πιο άμεσα και την Ελλάδα, της οποίας ο στρατός συμμετείχε περήφανα στον 20ετή πόλεμο… 

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία