Ιδιωτικοποίηση, χρηματιστήριο ενέργειας και κερδοσκοπία
Ακόμα και πριν λίγο καιρό, η κυβέρνηση διαβεβαίωνε ότι η λαίλαπα της ακρίβειας που καταπίνει το εργατικό-λαϊκό εισόδημα (μετά από μια 12ετία σκληρής λιτότητας), θα είναι ένα «παροδικό φαινόμενο». Η εκτίναξη στα τιμολόγια της ενέργειας και οι εξωφρενικές αυξήσεις στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης όμως, «γονατίζουν» τα νοικοκυριά μήνα με το μήνα.
Η ακρίβεια, έχει οδηγήσει 6 στους 10 εργαζομένους σε μείωση της κατανάλωσης βασικών ειδών διατροφής, ενώ 7 στους 10 επισημαίνουν ότι η άνοδος των τιμών τους έχει οδηγήσει σε περιορισμό των δαπανών για θέρμανση, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ. Ο πληθωρισμός έχει σκαρφαλώσει σε επίπεδα ρεκόρ, κυρίως λόγω των τιμών της ενέργειας.
Στην Ελλάδα ο πληθωρισμός ήταν στο 8% τον Μάρτιο, έναντι 6,3% το Φεβρουάριο, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Eurostat που θα οριστικοποιηθούν τις επόμενες μέρες. Στην Ευρωζώνη διαμορφώνεται στο 7,5%, από 5,9% το Φεβρουάριο. Σύμφωνα με την Eurostat, η εκτίναξη του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη τον Μάρτιο οφείλεται κατά κύριο λόγο στην περαιτέρω αύξηση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων, κατά 44,7% έναντι 32% τον Φεβρουάριο.
Η διεθνής ενεργειακή κρίση, αν και είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα (προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα λόγω πανδημίας κλπ.), κλιμακώθηκε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Όμως, αν και ο Πούτιν απαίτησε οι «μη φιλικές» χώρες, να πληρώνουν τις αγορές φυσικού αερίου από την Gazprom σε ρούβλια, το ρωσικό φυσικό αέριο συνεχίζει να ρέει απρόσκοπτα προς την Ευρώπη. Γεγονός που δεν δικαιολογεί τέτοια έκρηξη τιμών.
Αυτό που παίζει καθοριστικό ρόλο στην αύξηση των τιμών είναι η νεοφιλελεύθερη στρατηγική των ευρωεπιτελείων του κεφαλαίου, που στο όνομα της «ελεύθερης αγοράς», επέβαλαν να διαμορφώνεται η τιμή του ρεύματος σε χρηματιστήρια ενέργειας. Υποτίθεται ότι αυτό, θα οδηγούσε σε χαμηλότερες τιμές ρεύματος για τους καταναλωτές, αλλά στον πρώτο κιόλας χρόνο καθολικής εφαρμογής του «ενεργειακού καζίνο», οι «φουσκωμένοι» λογαριασμοί ενέργειας αποτελούν ένα ακόμα πλήγμα για το εργατικό εισόδημα, πανευρωπαϊκά.
Όργιο κερδοσκοπίας
Στην Ελλάδα, η διεθνής ενεργειακή κρίση, αποτελεί τη μισή αλήθεια για τους υπέρογκους λογαριασμούς. Η άλλη μισή είναι τα κερδοσκοπικά παιχνίδια των εγχώριων παραγωγών ενέργειας. Κάτω από την πίεση της απόγνωσης που βιώνουν χιλιάδες νοικοκυριά, με τους λογαριασμούς ρεύματος να έρχονται ακόμα και διπλάσιοι από ό,τι συνήθως, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει στην επιδότηση μέρους των τιμολογίων. Αν και σαν σύνολο, το κονδύλι αυτό δεν είναι αμελητέο, στο μέγεθος των σημερινών ληστρικών τιμολογίων ρεύματος και φυσικού αερίου, καταλήγει μια επιδότηση-φιλοδώρημα που ελάχιστα ανακουφίζει τον κόσμο που ζει από τη δουλειά του ή τους ανέργους.
Η εξαγγελία Μητσοτάκη για έκτακτη φορολόγηση των υπερκερδών -μετά το «πράσινο φως» της ΕΕ- στις επιχειρήσεις ενέργειας που δραστηριοποιούνται στη χονδρική αγορά ρεύματος (ουσιαστικά η ΔΕΗ, η Μytilineos, η Elpedison και η ΗΡΩΝ), μένει να δούμε αν και πώς θα γίνει πράξη. Άλλωστε, τα «μαγειρεμένα στοιχεία» των ισολογισμών, τα γνωστά «παραθυράκια» φοροαποφυγής των εταιρικών κολοσσών και η «πολύ δύσκολη τεχνική άσκηση που πρέπει να κάνει η ΡΑΕ», για να εντοπιστούν αυτά τα υπερκέρδη, όπως είπε στη βουλή ο Μητσοτάκης, δεν μας κάνει και πολύ αισιόδοξους για το τελικό αποτέλεσμα. Σε πάνω από 200 δισ. ευρώ υπολογίζονται αυτά τα δήθεν «ουρανοκατέβατα» κέρδη στην ΕΕ, με τα 3 δισ. από αυτά να έχουν βγει στην Ελλάδα.
Η σημερινή δραματική κατάσταση με τις τιμές ρεύματος, προφανώς εκκινεί από τη διαχρονική πολιτική απαξίωσης και ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ και τις παρεμβάσεις, όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων, προς όφελος των ανταγωνιστών της. Σήμερα, στη βάση της «απελευθερωμένης ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού» και των 4 χρηματιστηρίων ενέργειας, ένα δημόσιο-κοινωνικό αγαθό, έχει μετατραπεί σε πανάκριβο προϊόν.
Η αναμόρφωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, γνωστή ως target model, νομοθετήθηκε στην Ελλάδα το 2016, ενώ με νόμο του 2018 δημιουργήθηκε το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας, το οποίο σήμερα διαχειρίζεται το μεγαλύτερο μέρος του target model, που εγκαινιάστηκε επισήμως την 1η Νοεμβρίου του 2020.
Σε αυτά τα «χρηματιστήρια» (αγορές χονδρικής) οι παραγωγοί ενέργειας πουλούν ενέργεια, η οποία εν συνεχεία πωλείται στους παρόχους. Οι πάροχοι, με τη σειρά τους, πωλούν την ενέργεια που έχουν αγοράσει από το χρηματιστηριακό αυτό σύστημα στη λιανική αγορά, δηλαδή στους καταναλωτές. Αυτή η διαδικασία εξηγεί σε πολύ μεγάλο βαθμό την εκτόξευση των τιμών του ρεύματος για τους οικιακούς καταναλωτές (βλ. παρακάτω).
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που το 100% της ενέργειας μπαίνει στο σύστημα μέσα από το χρηματιστήριο ενέργειας, όπου η τιμή της χονδρικής καθορίζεται από την τιμή του ακριβότερου καυσίμου, δηλαδή του φυσικού αερίου τώρα, που συνεισφέρει το 40% της ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα. Το τελευταίο έτος, το κόστος της μεγαβατώρας στην Ελλάδα είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη. Έτσι, οι ιδιώτες πάροχοι ενέργειας, με την κυβέρνηση να κάνει την ανήξερη για το «φόνο», μετακυλούν το κόστος του χρηματιστηρίου στους καταναλωτές, επιτυγχάνοντας υπερκέρδη για τους ίδιους και ενεργειακή φτώχεια για όλους εμάς.
Η ανεξέλεγκτη εισαγωγή των ΑΠΕ, με μανδύα την «πράσινη μετάβαση», αλλά χωρίς προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και η βίαιη απολιγνιτοποίηση χωρίς σχέδιο, συνέβαλαν περαιτέρω στη δημιουργία συνθηκών αισχροκέρδειας στην αγορά ενέργειας.
Οι κρατικοδίαιτοι καπιταλιστές, που συχνά δεν αποδίδουν ούτε τα δημοτικά τέλη που εισπράττουν από τους λογαριασμούς ηλεκτρικού, έχουν στήσει ένα προκλητικό κερδοσκοπικό πάρτι, με την ανοχή του πολιτικού προσωπικού που εξυπηρετεί ξεδιάντροπα τα συμφέροντά τους. Μια κυβέρνηση που επιτρέπει αθέμιτες πρακτικές, όπως η διαβόητη αλλαγή (με μια ειδοποίηση στα ψιλά γράμματα) στη ρήτρα αναπροσαρμογής, που τροποποιεί μονομερώς τις χρεώσεις στα συμβόλαια με σταθερή τιμή, είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να προστατέψει τους αδύναμους, όπως υποστηρίζει ότι κάνει.
Με τις τελευταίες αποφάσεις της ΕΕ για σταδιακή απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και στροφή στο αμερικανικό LNG διαμορφώνει νέα πεδία κερδοφορίας στους Έλληνες εφοπλιστές που κατέχουν ισχυρό μερίδιο στις διεθνείς μεταφορές LNG. Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση, όχι μόνο δεν φορολογεί αυτή τη δραστηριότητα, αλλά αφήνει τους εργαζόμενους να ζουν με μισθούς πείνας, που δεν φτάνουν να καλύψουν τις μηνιαίες ανάγκες τους.
Για το μαζικό κίνημα και την Αριστερά, οι γενναίες αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, η πάλη για κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής, πλαφόν στις τιμές των τιμολογίων της ενέργειας, πραγματική και μόνιμη φορολόγηση των υπερκερδών των μεγάλων εταιριών, θα πρέπει να ακουστούν δυνατά στη γενική απεργία της 6ης Απριλίου.
Όσο το ρεύμα θα θεωρείται «χρηματιστηριακό προϊόν» και όχι κοινωνικό αγαθό, δεν πρόκειται να απαλλαγούμε από την αισχροκέρδεια της ασύδοτης «αγοράς» και να ανοίξουμε το δρόμο για μια δίκαιη ενεργειακή μετάβαση. Η δημιουργία ενός δημόσιου φορέα ενέργειας που θα λειτουργεί για τις κοινωνικές ανάγκες και η εθνικοποίηση του συστήματος μεταφοράς και διανομής, θα ήταν η αφετηρία ενός ριζοσπαστικού ενεργειακού μοντέλου.
Οι αγορές του Target Model
Οι τέσσερις αγορές του target model είναι:
1. Η προημερήσια αγορά (Day-Ahead Market – DAM): Η αγορά στην οποία δημοπρατούνται οι προσφορές των μονάδων για τον ενεργειακό προγραμματισμό της επόμενης ημέρας.
2. Η ενδοημερήσια αγορά (Intra-Day Market – IDM): Η αγορά στην οποία γίνονται συμπληρωματικές αγορές και πωλήσεις την ίδια μέρα.
3. Η προθεσμιακή αγορά: Εδώ συνάπτονται συμβόλαια παροχής ηλεκτρικής ενέργειας σε προσυμφωνημένες τιμές.
4. Η αγορά εξισορρόπησης: Εδώ οι παραγωγοί ενέργειας καταθέτουν προσφορές σε πραγματικό χρόνο, κατά τη διάρκεια μιας ημέρας, για πακέτα ενέργειας που μπορούν να διαθέσουν άμεσα, ώστε να καλυφθούν ελλείμματα ή απώλειες του συστήματος, δηλαδή ενεργειακές ανάγκες τις οποίες το σύστημα δεν μπορεί να καλύψει από την ενέργεια που διατέθηκε στην προημερήσια και την ενδοημερήσια αγορά.
Τις τρεις πρώτες αγορές τις διαχειρίζεται το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας, ενώ την αγορά εξισορρόπησης ο ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας).
Από τον πρώτο μήνα λειτουργίας του, το target model άρχισε να αυξάνει τις τιμές στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού. Οι αυξήσεις όχι μόνο δεν πέρασαν απαρατήρητες, αλλά διάφορα δημοσιεύματα εκείνη την περίοδο άφηναν υπόνοιες ότι οι κάτοχοι μονάδων παραγωγής ενέργειας από φυσικό αέριο εκμεταλλεύονταν την αγορά εξισορρόπησης για να αποσπάσουν υψηλότερα κέρδη.
Μια τέτοια πρακτική είναι εφικτή διότι η προημερήσια και ενδοημερήσια αγορά ενέργειας λειτουργούν με δημοπρασίες, που σημαίνει ότι οι παραγωγοί καλούνται να μειοδοτήσουν και το σύστημα επιλέγει τις φθηνότερες τιμές από κάθε μονάδα ηλεκτροπαραγωγής. Έτσι, αν μια μονάδα προσφέρει ρεύμα σε ακριβές τιμές, τότε αποκλείεται από τη δημοπρασία.
Αν όμως η μονάδα είναι μεγάλη και άρα αναγκαία για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας, όπως οι μονάδες φυσικού αερίου, τότε έχει εξαιρετικά μεγάλη πιθανότητα να χρειαστεί άμεσα να διαθέσει ενέργεια, παρότι έχει αποκλειστεί από τις αγορές, διότι χωρίς αυτήν το σύστημα δεν θα έχει επάρκεια. Μόνο που, επανερχόμενη, θα διαθέσει ενέργεια όχι πλέον μέσω της προημερήσιας και της ενδοημερήσιας αγοράς, αλλά μέσω της αγοράς εξισορρόπησης, που διορθώνει τα ελλείμματα του συστήματος.
Σε αντίθεση, όμως, με την προημερήσια και την ενδοημερήσια αγορά, όπου οι παραγωγοί χρειάζεται να προσφέρουν ανταγωνιστικές τιμές προκειμένου να συμπεριληφθούν στον ημερήσιο προγραμματισμό, ο κανονισμός της αγοράς εξισορρόπησης επιτρέπει να ζητήσουν τιμές μέχρι 4.240 ευρώ ανά MWh (μεγαβατώρα), έναντι του μεταβλητού κόστους των 50-100 ευρώ που κοστίζει η παραγωγή της.
Αν λοιπόν ένας παραγωγός, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να προσφέρει ενέργεια εξισορρόπησης λόγω της μονάδας παραγωγής με φυσικό αέριο που διαθέτει, δώσει υψηλές τιμές στις δημοπρασίες για τον ημερήσιο προγραμματισμό, μπορεί βασίμως να περιμένει μεγάλα κέρδη όταν αναπόφευκτα θα κληθεί να αναπληρώσει την ενέργεια που λείπει από το σύστημα εκείνη την ημέρα στην αγορά εξισορρόπησης, σε μεγαλύτερες ή και πάρα πολύ μεγαλύτερες τιμές ανά MWh, απ’ αυτές που ζητούσε στην προημερήσια αγορά -μια ευκαιρία την οποία κάποιοι παραγωγοί φαίνεται ότι άδραξαν, καταθέτοντας προσφορές ως και 3.000 ευρώ, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει η συνολική τιμή του ρεύματος.
ΠΗΓΗ: The Manifold