Η Γαλλία σε αχαρτογράφητα νερά

Φωτογραφία

Δεν έχει υπάρξει ευρωπαϊκό προηγούμενο τέτοιου μεγέθους κατάρρευσης και των δύο μεγάλων κομμάτων. Η Γαλλία έχει αποκτήσει έναν ολοκαίνουργιο πολιτικό χάρτη όπου αποτυπώνεται μια «τριχοτόμηση» της χώρας.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Πάνος Πέτρου

Ο  δεύτερος γύρος των γαλλικών εκλογών δεν έκρυβε εκπλήξεις. Ο Εμμανουέλ Μακρόν κατόρθωσε να επικρατήσει της Μαρίν Λεπέν και με ευρύτερη διαφορά (17 μονάδων) από τις περισσότερες εκτιμήσεις. Όμως αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η Λεπέν κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό που έχει πετύχει ποτέ σε δεύτερο γύρο (41,5%) και ότι αυτό έρχεται σε συνέχεια μια διαρκούς αυξητικής τάσης. Το FN/RN μπορεί να μην έχει καταφέρει την «έφοδο» που ήλπιζε ούτε το 2017 ούτε φέτος, αλλά με όρους «παρατεταμένης πολιορκίας» έχει σημειώσει τρομακτική φθορά στα «τείχη» που το κρατάνε εκτός εξουσίας. 
Καθώς ο δεύτερος γύρος αποτελεί μια πολύ ιδιαίτερη διαδικασία (ανάδειξης κυβέρνησης ανάμεσα στις δύο διαθέσιμες επιλογές), ο πραγματικός  πολιτικοκοινωνικός συσχετισμός στη Γαλλία, αυτό που μπορεί να θεωρηθεί πολιτικό «μήνυμα της κάλπης», καταγράφεται παραδοσιακά στον πρώτο γύρο. 
Εκεί παρουσιάστηκε η κατάρρευση των δύο μεγάλων κομμάτων. Οι Σοσιαλιστές και οι Ρεπουμπλικάνοι, που ιστορικά εναλλάσσονταν στη διακυβέρνηση της χώρας, συγκέντρωσαν από κοινού… 6,6%! Οι μεν Σοσιαλιστές έπεσαν από το θλιβερό 6,3% στο 1,8% φέτος και αντιμετωπίζουν ζήτημα βιωσιμότητας. Οι δε Ρεπουμπλικάνοι, που παρά την κρίση τους είχαν αποδειχθεί πιο «ανθεκτικοί» (20% το 2017, επιτυχίες στις αυτοδιοικητικές εκλογές) κατρακύλησαν στο 4,8%. Το ότι απέτυχαν να περάσουν το 5% (που εξασφαλίζει ότι το κράτος αποζημιώνει σημαντικό μέρος των προεκλογικών εξόδων), είναι σημαντικό και συμβολικά (η επίσημη-κρατική «αναγνώριση» ότι το εν λόγω κόμμα αποτελεί ζωτικό μέρος του πολιτικού συστήματος, εκφράζοντας σημαντική μερίδα του εκλογικού σώματος) αλλά προσθέτει και υλικά-οικονομικά βάσανα στους κάποτε «μεγάλους»…
Δεν έχει υπάρξει ευρωπαϊκό προηγούμενο τέτοιου μεγέθους κατάρρευσης και των δύο μεγάλων κομμάτων. Η Γαλλία έχει αποκτήσει έναν ολοκαίνουργιο πολιτικό χάρτη. Αυτό που αποτυπώθηκε είναι η τριχοτόμηση της Γαλλίας, όπου η «Αριστερά» (με την πλατιά γαλλική έννοια του όρου που ξεκινά από τους Σοσιαλιστές, περνά από τους Πράσινους και φτάνει στις αντικαπιταλιστικές οργανώσεις), η αστική κεντροδεξιά (Μακρόν, Ρεπουμπλικάνοι, μικρότεροι κεντροδεξιοί σχηματισμοί) και η ακροδεξιά (Λεπέν, Ζεμούρ και μικρότερες δυνάμεις σκληρού «δεξιού κυριαρχισμού») αθροίζουν η καθεμιά από 32-35%. 
Κούρσα για τρεις
Σε μια εκλογική χρονιά που ο αριθμός των αναποφάσιστων υπήρξε πολύ υψηλός, με πολλούς να δηλώνουν ότι θα αποφασίσουν «κυριολεκτικά πάνω από την κάλπη», στην τελική ευθεία προς την κάλπη ενισχύθηκαν οι «πρωταθλητές» της κάθε παράταξης, ως «χρήσιμη ψήφος» σε όποιον-α είχε ελπίδες να περάσει στο δεύτερο γύρο και να διεκδικήσει την προεδρία.
Η ευρύτερη «τριχοτόμηση» αποτυπώθηκε έτσι και στο γεγονός ότι είχαμε «κούρσα για τρεις».
Με την ολοκλήρωση της εξαφάνισης των παλιών κυβερνητικών κομμάτων και κυρίως με την αποτυχία της Βαλερί Πεκρέζ να «επαναφέρει» τους Ρεπουμπλικάνους στην κεντρική πολιτική σκηνή, απέμεινε ο Μακρόν να στέκεται πάνω από τα ερείπιά τους, ως η μοναδική «σοβαρή» επιλογή της αστικής τάξης αλλά και το βασικό εκλογικό καταφύγιο όσων επιθυμούν μια κάποια «σταθερότητα». 
Η Λεπέν αντιμετώπισε την «πρόκληση Ζεμούρ» με σχετική επιτυχία. Το δικό της υψηλό σκορ και η «προσγείωση» του Ζεμούρ στο 7% ματαίωσε την προσπάθεια του νεόκοπου ανταγωνιστή της να αμφισβητήσει την «ηγεσία» της στον ακροδεξιό χώρο. Αλλά το άθροισμα των δύο (μαζί με εκείνο του Ντιπόν-Ενιάν) απέδειξε επίσης ότι το «φαινόμενο Ζεμούρ» δεν ήταν μια απλή διάσπαση του ακροδεξιού ακροατηρίου, αλλά παράγωγο κι επιταχυντής της διαρκούς διεύρυνσής του. 
Στα αριστερά, αποτυπώθηκε η κυριαρχία του Μελανσόν, καθώς ενισχύθηκε σημαντικά σε ένα περιβάλλον που (σε σχέση με την μεγάλη επιτυχία του  2017) είχε να αντιμετωπίσει και τον ανταγωνισμό της αυτόνομης καθόδου των Πρασίνων και τη ρήξη με το ΚΚΓ που φέτος αποφάσισε να διαχωριστεί (εκ δεξιών) από τον πρώην σύμμαχό του. 
Οι τρεις «πρωταθλητές» αντιμετωπίζουν τις δικές τους προκλήσεις. 
Ο Μακρόν απέδειξε ότι είναι κάτι παραπάνω από «ο κομήτης του 2017». Αλλά αυτό δεν ακυρώνει το γεγονός ότι δεν είναι ισχυρός παίκτης που κυριαρχεί πολιτικά. Ίσχυε από το 2017 το ότι πέρασε στο δεύτερο γύρο λόγω της κρίσης των μεγάλων και του κατακερματισμού που «ρίχνει τον πήχη» και κέρδισε λόγω της απέχθειας προς την Λεπέν. Ισχύει πολύ περισσότερο σήμερα, καθώς μεσολάβησε η φθορά μιας 5ετούς θητείας που του χάρισε το στίγμα του «προέδρου των πλουσίων» αλλά και του «βοναπάρτη». Ασφαλώς λειτουργεί προς όφελός του ο έλεγχος της εκτελεστικής εξουσίας (που επιτρέπει πολιτική πρωτοβουλία, διευκολύνει οικοδόμηση κοινωνικών συμμαχιών αλλά και λειτουργεί ευεργετικά σε εκείνες τις στιγμές κρίσης που ξυπνά το αρχικό ανακλαστικό «συσπείρωσης γύρω από την κρατική ηγεσία»). Όμως διαπίστωσε στη διάρκεια των μεγάλων κοινωνικών συγκρούσεων της πρώτης θητείας του, ότι η εκλογική νίκη δεν είναι πάντα ισοδύναμο πολιτικής παντοδυναμίας ή κοινωνικής συναίνεσης. Το είχε διαπιστώσει από τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις στο πρώτο μισό της θητείας του (Κίτρινα Γιλέκα, απεργίες για το ασφαλιστικό), που τον υποχρέωσαν να συνειδητοποιήσει ότι η εκλογική κρίση των κομμάτων δεν σήμαινε (όπως έδειχνε να πιστεύει όταν εξαπέλυε την εμβληματική επίθεση στο συνταξιοδοτικό) και μια κάποια «εξαέρωση» των κοινωνικών οργανώσεων ή της σημασίας των πιο ριζωμένων πολιτικών ή κοινωνικών μηχανισμών στην απόσπαση συναινέσεων. Μεταξύ των δύο γύρων, το υψηλό σκορ του Μελανσόν αλλά και το γεγονός ότι η διακυβέρνησή του είχε αποξενώσει το αριστερό κοινό σε βαθμό που δεν ήταν καθόλου δεδομένη η «αντιφασιστική» υποστήριξή του στο δεύτερο γύρο, λειτούργησε ως μια επιπλέον υπενθύμιση ότι δεν έχει την πολυτέλεια να δείξει την αλαζονεία του 2017. Το «κυνήγι της αριστερής ψήφου», με επιστράτευση της ρητορικής των συναινέσεων και της κοινωνικής ευαισθησίας ήταν ενδεικτικό. 
Προκλήσεις
Η επόμενη θητεία του θα είναι μια περιπέτεια, στην οποία γνωρίζει ότι μπαίνει αποδυναμωμένος. Η νικητήρια ομιλία του ήταν ενδεικτική. Υποχρεώθηκε να απευθυνθεί σε όσους εξασφάλισαν την νίκη του (προερχόμενοι κυρίως από τα αριστερά) δηλώνοντας «ξέρω ότι το κάνατε παρά την άποψή σας για την υποψηφιότητά μου και σας λέω ότι πλέον είμαι υπόχρεος απέναντί σας», αλλά και σε όσους ψήφισαν Λεπέν, δηλώνοντας ότι καταλαβαίνει τον θυμό τους και θα σκύψει πάνω από τις αιτίες του. Ασφαλώς είναι το κλισέ του εκάστοτε νικητή ότι πλέον θα κυβερνήσει για όλους, αλλά σπάνια είναι τόσο καθαρή η έντονη πόλωση που να κάνει τη ματαιότητα μιας τέτοιας υπόσχεσης/απόπειρας τόσο ορατή με γυμνό μάτι και στον πιο άπειρο πολιτικά. 
Στην επιτυχία της Λεπέν πέφτει μια βαριά σκιά που συνοψίζεται σε μια παλιά φράση του Ζεμούρ: «Οι Λεπέν δεν πρόκειται να κερδίσουν». Ο νέος αστέρας της γαλλικής ακροδεξιάς επανήλθε μετεκλογικά: «Είναι η 8η φορά που η ήττα συνδέεται με το όνομα Λεπέν». Ασφαλώς έχει τους λόγους του (ως δελφίνος) να το λέει -και να υποτιμά την σταθερή εκλογική πρόοδο του RN (πρώην FN) υπό την ηγεσία της Μαρίν, την ανησυχητική «κανονικοποίησή» του στα μυαλά πολλών Γάλλων, όπως και τη φετινή εδραίωση της ηγεμονίας της απέναντι στην πρόκληση που της έθεσε. Αλλά η Μαρίν έχει διανύσει πλέον 10 χρόνια «αποτοξικοποίησης» με τη διαρκή υπόσχεση μιας επερχόμενης νίκης που συνεχίζει να μην έρχεται. Κάποιοι κορυφαίοι συνεργάτες της που την εγκατέλειψαν για τον Ζεμούρ νωρίτερα φέτος μπορεί να αποδείχθηκε ότι «πόνταραν σε λάθος άλογο». Αλλά το γεγονός της «αυτομόλυσής» τους παραμένει ως υπενθύμιση της διαβρωτικής δυναμικής που μπορεί να έχει η διαρκής ματαίωση της υπόσχεσης για νίκη. Αυτά ενισχύονται από το άλλο μεγάλο πρόβλημα της Λεπέν, που είναι ίσως το μόνο ελπιδοφόρο στοιχείο της εποχής της εκλογικής ανόδου της: η αδυναμία της να μεταφράσει το εκλογικό ρεύμα σε οργανωτική ενίσχυση του κόμματός της. 
Προεκλογικά, ο Τζον Μάλεν υπενθύμιζε σε συνέντευξή του στην «Ε.Α.» τα θλιβερά ποσοστά του ακροδεξιού κόμματος στις αυτοδιοικητικές εκλογές (όπου ο κομματικός μηχανισμός έχει μεγαλύτερο βάρος από την χαρισματική προσωπικότητα) και συμπλήρωνε ότι «σε πολλές πόλεις, δεν τολμάνε να οργανώσουν δημόσιες συγκεντρώσεις ή εξορμήσεις με φυλλάδια». Σε μια διεθνή εκδήλωση για την ευρωπαϊκή ακροδεξιά που έγινε μεταξύ των δύο γύρων στη Γαλλία, ο Ούγκο Παλέτα σημείωνε ότι σε πολλές πόλεις όπου το FN/RN συγκεντρώνει 20% ή 25%, δεν έχει ούτε… ένα μέλος! 
Αυτά τα προβλήματα θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Λεπέν. 
Στα αριστερά, οι προκλήσεις αφορούν την Ανυπότακτη Γαλλία και τον Μελανσόν. Έχουν γραφτεί πολλά για την πολιτική χρησιμότητα που έχουν οι εκλογικές του καμπάνιες, η οποία επιβεβαιώθηκε και φέτος, από το πώς μετατόπισε τη συζήτηση προς τα αριστερά και το πώς εξέφρασε εκλογικά τον κόσμο των εργατικών και μεταναστευτικών γειτονιών, λειτουργώντας ως αντίβαρο στη διαρκή δεξιά μετατόπιση του δημόσιου λόγου. Αλλά η καρδιά του προβλήματος παραμένει: Η «σημασία» της Ανυπότακτης Γαλλίας αναδεικνύεται εμφατικά… κάθε 5 χρόνια, τη «στιγμή» των προεδρικών εκλογών. Η μετατροπή της εκλογικής επιρροής του Μελανσόν σε μάχιμη δύναμη παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό. 
Ο κίνδυνος είναι να επικρατήσει η σκέψη ότι «στρατηγική που κερδίζει, δεν αλλάζει», δηλαδή να μην υπάρξει κανένας αναστοχασμός για τα όρια του «αριστερού λαϊκισμού», που μπορεί όντως να χτίζει «εκλογικές πολεμικές μηχανές» γύρω από έναν χαρισματικό ηγέτη (πόσο μάλλον στο γαλλικό προεδροκεντρικό σύστημα), αλλά αποδεικνύεται απολύτως ανεπαρκής στα πραγματικά επίδικα της εποχής που αφορούν την ενίσχυση της πολιτικής συνείδησης και της οργανωτικής δύναμης των ίδιων των εργαζομένων. Αντίθετα, υπάρχουν στοιχεία της στρατηγικής της «Α.Γ.» που χρειάζεται να ενισχυθούν και αφορούν τις μάχες που επέλεξε να δώσει στο πεδίο των ιδεών και των πολιτικών απόψεων. Όπως η πρόθυμη υιοθέτηση των αιτημάτων της ριζοσπαστικής οικολογίας και η πολιτική έκφραση των αντίστοιχων υπαρξιακών ανησυχιών της νεολαίας, αλλά κυρίως η (θαρραλέα στο ζοφερό γαλλικό πολιτικό τοπίο) αναβάθμιση της πάλης ενάντια στην ισλαμοφοβία, που έδωσε μαζική πολιτική έκφραση στους μουσουλμάνους και τους μη-λευκούς. 
Προκλήσεις αντιμετωπίζει και η άλλη Αριστερά. Ο κόσμος του ΚΚΓ οφείλει να απολογήσει την δεξιόστροφη επιλογή ρήξης με την Ανυπότακτη Γαλλία και την οχύρωση πίσω από μια «κομματικότητα» που διαμορφωνόταν γύρω από την υπόκλιση στα πιο συντηρητικά-αντιδραστικά ένστικτα, επιχειρώντας να εκφράσει έναν κάποιον «πραγματικό γαλλικό λαό», τις «αγωνίες» του οποίου υποτιμούσε ο Μελανσόν για να απευθυνθεί προνομιακά στον «ριζοσπαστικοποιημένο πληθυσμό κάποιων προαστίων». 
Οι σύντροφοι του NPA και ευρύτερα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, θα χρειαστεί να διαμορφώσουν μια τακτική που θα παίρνει υπόψη την παρουσία και τον ρόλο αυτού του μαζικού ρεύματος αριστερού ρεφορμισμού, αντί να επιλέγουν να το υποτιμούν ή αγνοούν ως παράγοντα. Δυστυχώς από δυσκολότερες θέσεις. Ωστόσο, όπως πάντα, τις μεγαλύτερες ευθύνες φέρει και ο μεγαλύτερος «παίκτης».
Προοπτικές
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει πολύ και σκληρή δουλειά που χρειάζεται να γίνει στην ανοικοδόμηση οργανώσεων και «οργανικών δεσμών» της ριζοσπαστικής Αριστεράς με τον κόσμο της εργασίας και των κοινωνικών αντιστάσεων. Το ευχάριστο νέο της (εκλογικής) κυριαρχίας ενός υποψηφίου της ριζοσπαστικής Αριστεράς στον ευρύτερο χώρο της πλατιάς «Αριστεράς» δεν αναιρεί το πρόβλημα της συρρίκνωσης αυτού του ευρύτερου χώρου σε σχέση με το παρελθόν και τις διαδικασίες αντιδραστικοποίησης της Γαλλίας που τροφοδοτεί το δίπολο Μακρόν-Λεπέν και ένας ανταγωνισμός κεντροδεξιάς-ακροδεξιάς που διεξάγεται όλο και πιο βαθιά στο έδαφος της δεύτερης, «αναπλάθοντας» έτσι και την κατάσταση πνευμάτων στη γαλλική κοινωνία. Τα κοινωνικά κινήματα της Γαλλίας, που διατηρούν τη ζωτικότητά τους, αποτελούν την μόνη βάση απάντησης σε αυτή τη διεργασία -και σε αυτά οφείλει να στρέψει το βλέμμα και τις προσπάθειές συγκρότησής της η γαλλική Αριστερά. 
Ιδιαίτερα καθώς η χώρα μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά. Ο ιδιότυπος εκλογικός χάρτης της «τριχοτόμησης», η βαθιά κρίση του κομματικού φαινομένου (το μόνο κοινό στοιχείο των τριών επίδοξων προέδρων είναι η… ανυπαρξία σοβαρού κόμματος πίσω τους) και οι αναταράξεις της εποχής κάνουν κάθε πρόβλεψη για τη φορά των πολιτικών εξελίξεων και των συσχετισμών παρακινδυνευμένη. Σε αυτό το φόντο, αποκτά φέτος ένα επιπλέον ενδιαφέρον ως «τροχιοδεικτική βολή» ο λεγόμενος «τρίτος γύρος» των βουλευτικών. Αλλά για αυτό θα επανέλθουμε σε επόμενο φύλλο…

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία