Στο δρόμο για τα συνέδρια των Εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών

Όπου υπάρχουν οργανωμένες δυνάμεις της Αριστεράς, που επιλέγουν να πάρουν κινηματικές πρωτοβουλίες και έχουν απευθυνθεί στον κόσμο μαζικά και ενωτικά, εκεί τα σχήματα αυτά αποκτούν μια δυναμική και αυξητική τάση.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Πόλυ Σύριγγα, Νίκος Αναστασιάδης

O ι εκλογές για τους αντιπροσώπους για τα συνέδρια των Ομοσπονδιών της  ΟΛΜΕ και της  ΔΟΕ που θα γίνουν το αμέσως επόμενο διάστημα (1,2,3 Ιουλίου το συνέδριο της ΟΛΜΕ και   26, 27, 28 και 29 Ιουνίου η 91η Τακτική Γενική Συνέλευση της ΔΟΕ) διεξάγονται σε ένα ρευστό πολιτικό και συνδικαλιστικό περιβάλλον με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. 
Έργα και ημέρες της ΝΔ
Από την μία έχουμε μια παρατεταμένη περίοδο πρωτοφανούς υγειονομικής, κοινωνικής και ανθρωπιστικής κρίσης  κατά την οποία  δεν έγινε κανένα συνέδριο, μέσα στην οποία  η κυβέρνηση με γοργά βήματα ψηφίζει τον  νόμο 4821, τον   νόμο ταφόπλακα για την δημόσια εκπαίδευση, με τον οποίο άρχισε να αποδομείται η λέξη δημόσια από τον χαρακτηρισμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το άνοιγμα και η λειτουργία των σχολείων τα δύο τελευταία χρόνια με τα υπερμεγέθη τμήματα, τις ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό και σε εκπαιδευτικούς, με ελλιπείς υποδομές, οι χιλιάδες κενές οργανικές θέσεις, η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και η συστηματική προσπάθεια του ΥΠΕΘ να φράξει τον δρόμο προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση των παιδιών των λαϊκών οικογενειών πετώντας έξω πέρσι 45.000 μαθητές/μαθήτριες ενώ φέτος ετοιμάζεται με τον κόφτη της Τράπεζας Θεμάτων να αφήσει βορρά για τους ιδιώτες άλλες 10.000 παιδιά,  η εξίσωση Κολλεγίων–ΑΕΙ   σε συνδυασμό  με την επιχείρηση συρρίκνωσης του δημόσιου πανεπιστημίου, μας δίνει στο πολιτικό στίγμα πάνω στο οποίο κινείται η κυβέρνηση της ΝΔ. Μια δημόσια εκπαίδευση για λίγους και εκλεκτούς, που λειτουργεί παράλληλα με πλήθος ιδιωτικών δομών, προσβάσιμων μόνο στους έχοντες. Για να το επιτύχει αυτό, προσπαθεί να υλοποιήσει το βαρύγδουπο «Σχέδιο δράσης για το Πανεπιστήμιο του 2030» υπό την αιγίδα  και άρα και τη χρηματοδότηση του ιδρύματος Μποδοσάκη, ένα σχέδιο που αφορά την διοίκηση, την δομή και οργάνωση των Πανεπιστημίων, τα προγράμματα σπουδών, τον ακαδημαϊκό χάρτη συνολικά και την αξιολόγησή τους. Και όπως είδαμε και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, επιχειρείται για τους/τις/ ανυπάκουους/ες «συμμόρφωση» με ξύλο, χημικά, και άγρια καταστολή από την Πανεπιστημιακή Αστυνομία στο ΑΠΘ, έναν θεσμό που δημιουργήθηκε ακριβώς για να καταστείλει τις σίγουρες αντιδράσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας. 
  Από την άλλη υπάρχει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και μια παρατεταμένη περίοδος διεθνών καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών για τις πρώτες ύλες και τους δρόμους της ενέργειας, που έχει φέρει μεγάλες οικονομικές συνέπειες για όλους τους λαούς, τις οποίες καλούνται να πληρώσουν για ακόμα μια φορά οι εργαζόμενοι/ες σε συνδυασμό με την ακραία φτωχοποίηση ενός μεγάλου κομματιού της κοινωνίας. Όταν ο πληθωρισμός τρέχει με ταχύτητα φωτός, έχοντας φτάσει στο 10% και το πρωτοφανές κύμα ακρίβειας τινάζει στον αέρα τις ζωές εκατομμυρίων συμπολιτών μας, τα προκλητικά υπερκέρδη των παρόχων ενέργειας και η επίθεση της κυβέρνησης για να ικανοποιήσει τα ανταγωνιστικά συμφέροντα των υποστηριχτών της, μας δείχνουν ότι για τους από πάνω η κρίση είναι μια ευκαιρία διάλυσης του δημόσιου χαρακτήρα όλων των δομών που έχουν μείνει υπό δημόσιο έλεγχο. Και η επίθεση είναι λυσσαλέα γιατί αντιλαμβάνονται ότι έχει χαθεί η πολιτική υπεροχή αφού υπάρχουν ακόμα και σε συστημικά ΜΜΕ σενάρια για εθνικές εκλογές το αμέσως επόμενο διάστημα. 
Συμπληρωματικά, σε αυτό το πλαίσιο λειτουργούν βοηθητικά  και οι συνέπειες της ήττας του 2015 που έχουν οδηγήσει το μάχιμο συνδικαλιστικό κίνημα σε μία περίοδο αναμονής και ανασύνταξης κάτι που έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να ψηφίσει το νόμο Χατζηδάκη με στόχο, τόσο της ΝΔ  όσο και ενός μέρους της αντιπολίτευσης  (ΚΙΝΑΛ) την προσπάθεια αποδυνάμωσης  και ουσιαστικής διάλυσης των συνδικάτων. 
Η σύγκρουση με την κυβερνητική πολιτική 
Όμως ο πρώτος γύρος αντιπαράθεσης δεν ήταν ένας δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα για την κυβέρνηση. Παρόλες τις ειδικές συνθήκες που επικράτησαν όλο αυτό το διάστημα, με την Υγεία και την Παιδεία να βρίσκονται στα πρόθυρα κατάρρευσης, με τον προϋπολογισμό  πετσοκομμένο σε ότι αφορά τις δημόσιες κοινωνικές δαπάνες,  με τα σχολεία κλειστά, την τηλεκπαίδευση, τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς,  την απεργία αποχή από την αξιολόγηση που κήρυξαν τα σωματεία, τις εξετάσεις τύπου “PISA”,   αλλά και την ίδια την πανδημία, η μάχη που δόθηκε σε πρωτοβάθμια σωματεία, συλλόγους ΣΕΠΕ και ΕΛΜΕ όλη αυτήν την περίοδο δεν είναι καθόλου αμελητέα. Από την συντριπτική αποχή του κλάδου των εκπαιδευτικών στις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες για την ανάδειξη αιρετών την προηγούμενη χρονιά μέχρι και τη μεγαλειώδη συμμετοχή μας στην απεργία της 11 Οκτωβρίου 2022 ενάντια στην αξιολόγηση και κατηγοριοποίηση των σχολείων, η εκπαιδευτική κοινότητα είναι παρούσα και προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της. Η προηγούμενη περίοδος, που αποτελούσε ένα πρώτο γύρο αντιπαράθεσης ΥΠΕΘ–εκπαιδευτικών, έδειξε παρόλες τις δυσκολίες, τις συνεχείς απειλές με εγκυκλίους,  τις αποφάσεις για παράνομες και καταχρηστικές απεργίες  από τα δικαστήρια, τα πισωγυρίσματα και τις ενστάσεις, ότι ένα κριτικό κομμάτι των εκπαιδευτικών που ανήκουν στην Ριζοσπαστική  Αριστερά προσπάθησε, με όχημα τα πρωτοβάθμια σωματεία να οργανώσει την αντίσταση αλλά και να συσπειρώσει αγωνιστές και αγωνίστριες που είχαν κάθε λόγο να αντιστέκονται  στη λεηλασία των εργασιακών, μορφωτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων τους. 
Τα πρώτα αποτελέσματα για τα συνέδρια των εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών
Τα πρώτα αποτελέσματα καταγράφονται από τις ψηφοφορίες των κατά τόπους  ΕΛΜΕ (42 από 86 ΕΛΜΕ) και ΣΕΠΕ όπου υπάρχει μια σαφής υποχώρηση της ΔΑΚΕ, με τις αριστερές δυνάμεις να ενισχύονται εκλογικά από την διάθεση του κόσμου της εκπαίδευσης για οργάνωση της αντίστασης και σύγκρουση με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που διαλύουν την Δημόσια Παιδεία. Η ΔΑΚΕ πληρώνει ξεκάθαρά την επίθεση στην εκπαίδευση από τις πρώτες μέρες της Κεραμέως στον υπουργικό θώκο. Πληρώνει επίσης και την θέση της για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, που ενώ σε πολλούς συλλόγους ψελλίζει ένα ανεξάρτητο «κατέβασμα» στις εκλογές, είναι η παράταξη που έσπευσε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα: από την τηλεκπαίδευση έως την απαξίωση μαθητών/μαθητριών με την αποστολή  «προστατευτικών» μασκών που κόστισαν 6 δισ.ευρώ, την ίδια στιγμή που αύξησε τον αριθμό μαθητών/μαθητριών ανά τμήμα φτάνοντας στους 25+. Οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στο ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ (ΔΗΣΥ, ΠΕΚ)  δείχνουν στην καλύτερη περίπτωση στασιμότητα στην πρωτοβάθμια ενώ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση μια άνοδο -αν και αυτό θα πρέπει να επιβεβαιωθεί από τα συνολικά συγκεντρωτικά αποτελέσματα. Από καιρό τώρα έχουν πάρει θέση στην δεξιά πλευρά της  κυβερνητικής πολιτικής για την εκπαίδευση τρέχοντας να προσφέρουν  τις «υπηρεσίες» μιας  «ρεαλιστικής»  συνδικαλιστικής δύναμης, υποστηρίζοντας πολλές φορές ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα απέναντι σε ψηφισμένους νόμους, με αποτέλεσμα να είναι η δύναμη που «έτρεξε» για να στηρίξει την αξιολόγηση  σε κάθε περίπτωση. Πιθανά η ενίσχυσή τους οφείλεται και στη μετακίνηση ενός ποσοστού που έχασε η ΔΑΚΕ προς μια δύναμη που δεν είναι η βασική φιλοκυβερνητική παράταξη. Οι εκπαιδευτικές δυνάμεις που συγκεντρώνονται γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ (στην πρωτοβάθμια  αναφέρονται στο Αυτόνομο Δίκτυο και στη δευτεροβάθμια στις ΣΥΝΕΚ) δείχνουν σε κάποιες περιπτώσεις να κερδίζουν την δυσαρέσκεια απέναντι στην ΝΔ όμως χωρίς να αυξάνουν τις δυνάμεις τους. Είναι βέβαιο ότι όντας στην κυβέρνηση το προηγούμενο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε με τον καταστροφικό νόμο Γαβρόγλου το προσοντολόγιο και την απαξίωση των πτυχίων, και τώρα εισπράττει την απογοήτευση και την οργή των συναδέλφων. Από την άλλη όπου υπάρχουν οργανωμένες δυνάμεις της Αριστεράς, που επιλέγουν να πάρουν κινηματικές πρωτοβουλίες και έχουν απευθυνθεί στον κόσμο μαζικά και ενωτικά, εκεί τα σχήματα αυτά αποκτούν μια δυναμική και αυξητική τάση στην καταγραφή τους δείχνοντας τον δρόμο για την οργάνωση της αντίστασης.
Τα καθήκοντα του επόμενου διαστήματος
Το στοίχημα της επόμενης περιόδου είναι η συνάντηση της διάχυτης οργής με τις πρωτοβουλίες των οργανωμένων δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, η οποία μπορεί να δημιουργήσει μια «νέα κατάσταση» για τις δυνάμεις αντίστασης.  Σε αυτήν την κατεύθυνση   πρέπει να προσπαθήσουμε για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ενότητα της εκπαιδευτικής Αριστεράς. Οι νικηφόροι αγώνες σωματείων όπως η COSCO και η e-food στο εσωτερικό αλλά και η ιστορική νίκη  των εργαζομένων  στην Αmazon, με τη συγκρότηση σωματείου σε τόσο μαζικό εργατικό χώρο για πρώτη φορά  μετά τον Ρίγκαν στις ΗΠΑ, αναδεικνύουν δύο σημαντικά στοιχεία σε κάθε νικηφόρα προσπάθεια. Πρώτον, ότι σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο ο κατακερματισμός των δυνάμεων αλλά και οι μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις για το ποια δύναμη θα φαίνεται πιο «πρωτοπόρα» ή πιο μαχητική, είναι άχρηστες για το κίνημα.  Και δεύτερον ότι οι αγώνες αυτοί ήταν νικηφόροι γιατί έγιναν υπόθεση όλων των εμπλεκομένων. Ο αγώνας των λιμενεργατών δέχθηκε τεράστιο κύμα αλληλεγγύης και συμπαράστασης από εργαζόμενους, συνδικάτα και σωματεία, εργατικά κέντρα. Όπως αναφέρει και η ανακοίνωση του σωματείου ΕΝΕΔΕΠ στο λιμάνι του Πειραιά: «Σε όλο το λιμάνι, σε όλη την Πειραϊκή κοινωνία, σε κάθε χώρο εργασίας παντού στην Ελλάδα, σε πολλά μέρη του κόσμου,  η ΕΝΕΔΕΠ αγκαλιάστηκε για τους δίκαιους, συνεπείς και ανυποχώρητους αγώνες των εργαζομένων! Δώσαμε και πήραμε δύναμη από αυτό το τεράστιο κύμα αναγνώρισης και αλληλεγγύης, βάλαμε κι εμείς ένα λιθαράκι στην αλήθεια ότι μόνο με ενότητα και αγώνες έρχονται οι κατακτήσεις- ότι τίποτα δεν μας χαρίζεται!»  Το εκπαιδευτικό κίνημα από μόνο του δεν μπορεί να κερδίσει, όσο κι αν ο ρόλος του είναι κομβικός. Όλες οι προηγούμενες φορές που οι αγώνες μας ήταν νικηφόροι ήταν αποτέλεσμα «πανεκπαιδευτικού» μετώπου. Η ανάγκη μαζικής, ενωτικής, πανεκπαιδευτικής αντίστασης αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα σε μια συγκυρία όπου η κυβέρνηση με fast –track διαδικασίες αλλά και με δικαστήρια και εκφοβισμούς προσπαθεί να ανατρέψει συνολικά όλες τις κατακτήσεις του εκπαιδευτικού κινήματος τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ακόμα περισσότερο όμως, είναι ανάγκη να δημιουργηθούν οι σχέσεις με τα άλλα τμήματα του εργατικού κινήματος, και να γίνει η δημόσια παιδεία υπόθεση όλων μας. Μόνο εάν καταφέρουμε να κινητοποιήσουμε και άλλα τμήματα της εργατικής τάξης όπως το γονεϊκό κίνημα, τους φοιτητές/φοιτήτριες, αλλά και να ζητήσουμε την υποστήριξη και άλλων κλάδων όπως των υγειονομικών μπορούν οι αγώνες μας να κερδίσουν την πλατιά αλληλεγγύη για να μπορούν να είναι νικηφόροι, και να ετοιμάσουν την ανατροπή αυτής της πολιτικής και της κυβέρνησης που την εκφράζει. 

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία