Οι καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού σε όλη τη χώρα (για ένα ακόμα καλοκαίρι!) υπενθύμισαν ότι η κλιματική κρίση δεν θα έρθει μια μέρα στο μέλλον ως στιγμή «Αποκάλυψης», αλλά είναι ήδη εδώ και είναι σε εξέλιξη, παράγοντας συνέπειες.
Στην Ελλάδα του Κυριάκου Μητσοτάκη, το «επιτελικό κράτος» αδυνατεί να αποτρέψει το όλο και πιο συχνό ξέσπασμα πυρκαγιών και μετά δείχνει να… περιμένει να σβήσουν, φτάνοντας στη θάλασσα ή καίγοντας ό,τι ήταν να καεί (πριν παραδοθεί στην «ιδιωτική πρωτοβουλία»). Πρόκειται για έναν ακόμα τομέα όπου το περιβάλλον και οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με τις τραγικές συνέπειες των κοινωνικών προτεραιοτήτων της κυβέρνησης, που αφορούν αποκλειστικά την «επιχειρηματικότητα», τους μηχανισμούς καταστολής και τους στρατοκράτες, και καθόλου την προστασία της κοινωνίας.
Για να μετατοπίσουν την συζήτηση από αυτές τις ευθύνες, τα κυρίαρχα ΜΜΕ έπαιξαν ένα πολύ βρώμικο και σκοτεινό παιχνίδι, «ανεβάζοντας» στη θεματολογία τις ρατσιστικές θεωρίες συνωμοσίας που άνθιζαν στο ακροδεξιό σοσιαλμιντιακό περιβάλλον. Η ρατσιστική αγριανθρωπιά εκδηλώθηκε και με απεχθείς πράξεις, φέρνοντας στην επιφάνεια τα (κοινά) «μυστικά του Έβρου», δηλαδή την ασύδοτη δράση «πολιτοφυλακών», που συνδράμουν το εγκληματικό έργο του ελληνικού κράτους σε αυτή τη γωνιά των συνόρων. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποδείχθηκε πρόθυμη να «κλείσει το μάτι» σε αυτές τις συνωμοσιολογίες και να «παίξει» με αυτά τα αντιδραστικά-ανορθολογικά ανακλαστικά.
Πρόκειται για ένα καλοκαίρι που συμπυκνώνει και προειδοποιεί για την δεύτερη θητεία της ΝΔ σε όλα τα επίπεδα. Η ένταση των νεοφιλελεύθερων επιθέσεων που ξεχαρβαλώνουν οτιδήποτε λειτουργεί ως δικαίωμα, ως προστασία, ως αγαθό για την κοινωνική πλειοψηφία, θα συνδυαστεί με τη συνέχεια της πολιτικής και της ρητορικής που «κανονικοποιεί» την ιδεολογία της ακροδεξιάς.
Στον τομέα της οικονομίας, τα μεγάλα ΜΜΕ, οι πρώτες νομοθετικές πρωτοβουλίες και οι κυβερνητικές τοποθετήσεις έχουν ήδη προειδοποιήσει για το περιεχόμενο που θα έχουν οι προγραμματικές δηλώσεις Μητσοτάκη στην ΔΕΘ.
Το πολυδιαφημισμένο νομοσχέδιο του Άδωνι Γεωργιάδη για τα εργασιακά αποτελεί μια ιδεολογική (αλλά και πολύ υλική) «ναυαρχίδα» για τη Νέα Δημοκρατία. Ανοίγει το δρόμο στην περαιτέρω διάλυση των παλιών κεκτημένων όσον αφορά το ωράριο, τις μέρες εργασίας, την σταθερή απασχόληση κ.ο.κ., δημιουργώντας νέες «συνήθειες» και παρουσιάζοντάς τες ως «απελευθέρωση».
Οι διάφορες ρυθμίσεις συλλογικού και υποχρεωτικού χαρακτήρα, σαρώνονται στο όνομα του «δικαιώματος» του εργαζόμενου (ως άτομο) να δουλέψει παραπάνω για να συμπληρώσει το εισόδημά του, ή -παλιότερα- να διαπραγματευτεί με το αφεντικό του μια ατομική σύμβαση, αποσιωπώντας ότι -στον καπιταλισμό- μια μεμονωμένη εργαζόμενη δεν προσέρχεται ως «ίση» απέναντι στο αφεντικό της, ούτε κάνει «ελεύθερα» τις εργασιακές επιλογές της. Το νομοσχέδιο Γεωργιάδη φροντίζει άλλωστε να οχυρώσει και ενισχύσει αυτήν την πραγματικότητα, χτυπώντας το μόνο όπλο που έχουν οι εργαζόμενοι για να εξισορροπήσουν αυτήν την διαφορά ισχύος: τη συλλογική-απεργιακή δράση. Αντλώντας έμπνευση από το όνομα των πιο διαβόητων απεργοσπαστικών-αντισυνδικαλιστικών νομοθεσιών στις Πολιτείες του αμερικάνικου Νότου, αναλαμβάνει να προστατεύσει (με το ρόπαλο του κράτους) «το δικαίωμα στην εργασία», απέναντι στους κακούς απεργούς που περιφρουρούν τον αγώνα τους. Οι ρυθμίσεις που εισάγονται διαδοχικά στην εργατική νομοθεσία δείχνουν τις προθέσεις των Ελλήνων καπιταλιστών: Να αναμορφωθεί όλος ο ιδιωτικός τομέας κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της εργασιακής ζούγκλας που γνωρίζουμε ως «τουριστική σεζόν».
Για τις εργαζόμενες και τους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα, η νεοφιλελεύθερη επέλαση επιβολής «νέων πρακτικών», αφορά την αντικατάσταση των γενικών αυξήσεων με τα μπόνους παραγωγικότητας, τα ατομικά κίνητρα, τη διάβρωση της συλλογικότητας από ένα ανταγωνιστικό μοντέλο μισθολογικού «κανιβαλισμού».
Για την κοινωνική πλειοψηφία που έχει ανάγκη την στήριξη των δημόσιων υπηρεσιών, το μέλλον επιφυλάσσει τη συνέχεια της σταδιακής διάλυσής τους με στόχο την παράδοσή τους στους ιδιώτες. Η αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και η «ελευθερία επιλογής» σχολείου στην Παιδεία, η διαρκής διείσδυση εργολαβιών σε όλο και περισσότερες πτυχές του Συστήματος Υγείας, οδηγούν σε καταστρατήγηση του καθολικού δικαιώματος δωρεάν πρόσβασης σε αυτά τα πολύτιμα αγαθά.
Εν τω μεταξύ, ο Μητσοτάκης προαναγγέλει το τέλος και της όποιας, κουτσουρεμένης «επιδοματικής» πολιτικής, δηλώνοντας ότι πλέον τα εισοδήματα θα έχουν να ελπίζουν μόνο σε ό,τι αποφέρει «η ανάπτυξη» Αυτός ο συνδυασμός «σφιξίματος» στις παροχές και «μεταρρυθμιστικής ορμής» στις επιθέσεις, προκύπτει από την αίσθηση ότι η κυβέρνηση της ΝΔ παίζει μόνη της, χωρίς αντίπαλο.
Σε κομματικό επίπεδο, ο ισχυρισμός δείχνει αληθινός. Η ίδια η διαδικασία εκλογής προέδρου στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και οι «πλατφόρμες» των υποψηφίων αποτυπώνουν την βαθιά μετάλλαξη αλλά και την κρισιακή πορεία στην οποία βρίσκεται το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η εικόνα και του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ συνολικότερα αλλά και ειδικότερα στο δρόμο προς τις περιφερειακές-δημοτικές εκλογές, ενισχύει αυτή την αίσθηση κοινοβουλευτικής-εκλογικής ισχύος του Μητσοτάκη.
Το ΚΚΕ, που αναδείχθηκε από τις κάλπες ως η μόνη πλέον αριστερή-εργατική αντιπολίτευση με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και μαζική εκλογική-κοινωνική βάση, δείχνει να επαναπαύεται στις δάφνες αυτής της κομματικής «δικαίωσης» κι αυτάρκειας, με τα πρώτα δείγματα γραφής να δείχνουν ότι θα συνεχίσει την τακτική του «τόσο-όσο» (να αποδεικνύει ότι είναι χρήσιμο, αλλά να μην πυροδοτεί ανεξέλεγκτες εξελίξεις) στην οργάνωση αντιστάσεων και τη λήψη πρωτοβουλιών.
Την απάντηση στα σχέδια του Μητσοτάκη οφείλει να δώσει ο πραγματικός του αντίπαλος, αυτός που αναδείχθηκε ως «μόνη αντιπολίτευση» και στη διάρκεια της πρώτης κυβερνητικής θητείας: Το κοινωνικό κίνημα και ο κόσμος των αντιστάσεων.
Με πρώτο σταθμό τη διαδήλωση στη ΔΕΘ στις 9 Σεπτέμβρη, παρουσιάζοντας στο δρόμο τον «αντίλογο» στις εξαγγελίες Μητσοτάκη. Αναλαμβάνοντας σοβαρά την προσπάθεια να χτιστούν εργατικές απαντήσεις σε μετωπικές επιθέσεις όπως αυτή στα εργασιακά δικαιώματα. Παίρνοντας πρωτοβουλίες συλλογικής οργάνωσης και δράσης σε κάθε κλάδο, από την μάχη της υπεράσπισης της Υγείας και της Παιδείας, μέχρι την προσπάθεια αντίστασης στην εργοδοτική ασυδοσία που ενισχύεται σε κάθε χώρο δουλειάς. Στηρίζοντας απέναντι στο σκοταδισμό και την αντιδραστική επίθεση τις ιδέες της αλληλεγγύης και της υπεράσπισης των δικαιωμάτων: Με την μαζική παρουσία στο φετινό Φεμινιστικό Φεστιβάλ στις 16-17 Σεπτέμβρη, φωνάζοντας «Ποτέ Ξανά!» στην αντιφασιστική διαδήλωσηστις 18 Σεπτέμβρη, για την 10ή επέτειο δολοφονίας του Παύλου Φύσσα.
Στην πετυχημένη οργάνωση τέτοιων γεγονότων και την κινητοποίηση αυτού του κόσμου οφείλει να συντονίσει τις δυνάμεις της η ριζοσπαστική-αντικαπιταλιστική Αριστερά. Σε μια σκληρή μετεκλογική συγκυρία και με αρκετά ζητήματα να λύσει, αυτός ο «χώρος» έχει μια ευκαιρία να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και στις αυτοδιοικητικές εκλογές, ιδιαίτερα όπου επιχειρεί να εκφράσει ενωτικά και πλουραλιστικά τον κόσμο και τις ιδέες της αντίστασης. Με εμβληματικές τις εκλογικές μάχες στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, έγινε εφικτή η συμπόρευση δυνάμεων που μπορεί και αξίζει να καταγράψει την ζωηρή ύπαρξη μιας «άλλης Αριστεράς».
Απέναντι στον Μητσοτάκη και τους καπιταλιστές, συγκεντρώνοντας πολιτική δύναμη και χτίζοντας κοινωνικές αντιστάσεις, μπορούμε να τους χαλάσουμε τα σχέδια!