Όταν ο Ισραηλινός Στρατός εξαπέλυε μια άνευ προηγουμένου καταστροφική μανία πάνω στη Γάζα, στο δρόμο για τη χερσαία εισβολή, δήλωνε ότι στόχος είναι «ο ρυθμός των επιθέσεων να ξεπεράσει τις δυνατότητες της Χαμάς να ανασυγκροτείται».
Σχεδόν δύο μήνες μετά, μαθαίνουμε πολλά για τα εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων και υποδομών (βλ. οπισθόφυλλο) αλλά πολύ λιγότερα ως προς τα επιτεύγματα (;) του Ισραηλινού Στρατού απέναντι στη Χαμάς, ενώ η ένταση των μαχών, τα πολεμικά ανακοινωθέντα των ένοπλων τμημάτων των παλαιστινιακών οργανώσεων, η ίδια η διαδικασία της απελευθέρωσης Ισραηλινών αιχμαλώτων (με δυνατότητες επικοινωνίας με την ηγεσία στο εξωτερικό, ικανότητα φύλαξης-εντοπισμού-μεταφοράς τους, επιλογή σημείων που θα απελευθερωθούν) δείχνουν ότι η Αντίσταση κάθε άλλο παρά «σακατεμένη» είναι.
Υπό την πίεση αυτών των γεγονότων -και της διεθνούς κινητοποίησης- ο Εμμανουέλ Μακρόν είπε δημόσια αυτό που σκέφτονται πολλά επιτελεία: «Βρισκόμαστε σε μια συγκυρία όπου οι Ισραηλινές Αρχές πρέπει να προσδιορίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τους στόχους τους και τον τελικό σκοπό τους: Η πλήρης καταστροφή της Χαμάς -πιστεύει κανένας ότι αυτό είναι εφικτό; Αν αυτός είναι ο στόχος, ο πόλεμος θα διαρκέσει 10 χρόνια».
Πράγματι, ο μόνος τρόπος να πάψει να υπάρχει η Παλαιστινιακή Αντίσταση στη λωρίδα της Γάζας, είναι να πάψουν να υπάρχουν Παλαιστίνιοι στη λωρίδα της Γάζας. Όπως αποκαλύφθηκε από διαρροή εσωτερικού εγγράφου, η κυβέρνηση Νετανιάχου το γνωρίζει και εργάζεται για αυτό («μόνη λύση, ευνοϊκή στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του Ισραήλ, η μεταφορά του πληθυσμού της Γάζας στη Χερσόνησο του Σινά»). Εκεί λογοδοτεί στην πραγματικότητα η ένταση της βαρβαρότητας της επίθεσης -να εξωθηθούν για άλλη μια φορά στην ιστορία τους οι Παλαιστίνιοι σε ξεριζωμό.
Αυτή η λύση, «βέλτιστη» για το Κράτος του Ισραήλ, συναντά τεράστιες πολιτικές δυσκολίες στο εξωτερικό: Η κοινή γνώμη και κατ’ επέκταση οι κυβερνητικές ηγεσίες θα πρέπει να αποδεχθούν σιωπηλά μια θηριώδη πράξη εθνοκάθαρσης και τη βίαιη μεταφορά 2,5 εκατομμυρίων ανθρώπων. Χωρίς αυτή τη λύση, η μοναδική πολιτική συνέπεια της σημερινής εισβολής θα είναι αυτή που περιέγραψε ένας πρώην επικεφαλής της Σιν Μπετ: «Σε λίγα χρόνια, θα πολεμάμε τους γιους τους». Για άλλη μια φορά (μετά τη θυελλώδη εκκένωσή της το 2005) το Κράτος του Ισραήλ βρίσκεται αντιμέτωπο με το «πρόβλημα Γάζα», αυτό που έκανε τον Γιτζάκ Ραμπίν να δηλώσει ότι θα ήταν ευτύχημα να βυθιστεί ολόκληρη στη θάλασσα. Η προηγούμενη (μη-)λύση, η διαιώνιση του στάτους κβο της πολιορκίας εν μέσω διεθνούς και εσωτερικής αδιαφορίας τινάχτηκε στον αέρα από την Επίθεση της 7ης Οκτώβρη.
Η θεαματική κατάρρευση της προηγούμενης κατάστασης, σε συνδυασμό με τα αδιέξοδα της πολεμικής-γενοκτονικής απάντησης σε αυτή, έχει κάνει πολλούς αναλυτές να θεωρούν τον «Μπίμπι» τελειωμένο πολιτικά, με την μοίρα του να επισφραγίζεται μετά το τέλος του πολέμου. Δεν γνωρίζουμε ποιες νέες μανούβρες μπορεί να σκαρφιστεί αυτός ο απόλυτος οπορτουνιστής για να παραμείνει -ως πρόσωπο- «μέσα στα πράματα» της όποιας επόμενης μέρας. Αλλά είναι δεδομένο ότι το υπάρχον πολιτικό τοπίο θα αλλάξει, με το Λικούντ να αντιμετωπίζει διπλή πίεση. Στα δεξιά του, μπορούν να συνεχίσουν να ενισχύονται οι δυνάμεις του έξαλλου ακροδεξιού σιωνισμού, αυτές που αναμφίβολα θα καταγγείλουν κάθε έκβαση του πολέμου (πλην της επιτυχούς εθνοκάθαρσης) ως λίγη, ανεπαρκή, αποτυχημένη. Παράλληλα, θα επιχειρήσει να ανασυνταχτεί εκλογικά το κεντρώο μπλοκ των οπαδών της παλιάς γραμμής αέναης «διαχείρισης» (μη-λύσης) του Παλαιστινιακού, που μπορεί να αντιμετωπίσει την ηγεσία της Π.Α. ως -δήθεν- συνομιλητή ή να επαναφέρει το φύλλο συκής μιας κάποιας «ειρηνευτικής διαδικασίας», που σε έναν κάποιο μακρινό «ορίζοντα», θα έχει τη λύση ενός κάποιου «παλαιστινιακού κράτους». Το κεντρώο μπλοκ συγκέντρωνε ήδη την προτίμηση της Ουάσινγκτον (τουλάχιστον επί Μπάιντεν…) και αυτή αναμένεται να ενισχυθεί λόγω της στρατηγικής σύμπτωσης μεταξύ του Δημοκρατικού Κόμματος και Ισραηλινών «κεντρώων» τύπου Μπένι Γκαντζ, στην επαναφορά της -επωφελούς για τους ίδιους- γραμμής «διαχείρισης» του Παλαιστινιακού.
Αυτά τα γνωρίζει και ο Νετανιάχου. Και αποτελούν έναν ακόμα λόγο που τον κάνουν επικίνδυνο. Η παράταση του πολέμου είναι παράταση της παραμονής του στην εξουσία. Μια καθαρή (και επώδυνη για τον πληθυσμό της Γάζας) «νίκη» είναι η μόνη έκβαση που μπορεί να παρουσιάσει για να μπορέσει να σταθεί πολιτικά στην ισραηλινή κοινωνία μετά από την 7η Οκτώβρη αλλά και έναν μακρύ και καταστροφικό πόλεμο. Μια ευρύτερη ανάφλεξη (σύροντας τις ΗΠΑ σε πόλεμο με το Ιράν) είναι η μόνη «ευκαιρία» να επιδιώξει έμπρακτα την ολοκλήρωση του σιωνιστικού σχεδίου και το Μεγάλο Ισραήλ, καταπίνοντας τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, εκκαθαρίζοντας τους Παλαιστίνιους. Είναι όλοι τους λόγοι που μπορούν να κάνουν την τρέχουσα κυβέρνηση να τα «παίξει όλα για όλα».
Η Αντίσταση έχει ήδη κάνει σαφές ότι η Ισραηλινή επίθεση θα αντιμετωπίσει μεγάλους στρατιωτικούς πονοκεφάλους. Εμείς οφείλουμε να δημιουργήσουμε πολιτικούς πονοκεφάλους, καθιστώντας απαγορευτική την ανοχή στον μοναδικό τρόπο που μπορεί να ηττηθεί η Αντίσταση -μια μεγάλη Καταστροφή στη Γάζα.
Σήμερα είναι κατεπείγουσα η ανάγκη δράσης για κατάπαυση του πυρός. Για να αποτρέψουμε τα χειρότερα σενάρια. Για να συρρικνώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο τον «διαθέσιμο χρόνο» του Νετανιάχου, κάνοντας κάθε μέρα πολέμου που περνάει ακόμα πιο επώδυνη πολιτικά για όσους συνεχίζουν να τον στηρίζουν/ανέχονται. Γιατί κάθε μέρα που περνά χάνονται περισσότερες ζωές και η Γάζα μετατρέπεται σε ακόμα πιο αβίωτη κόλαση. Δεν υπάρχει καμία πολυτέλεια να περιμένουμε να αποφανθούν (μετά από πόσους νεκρούς;) στη Ουάσινγκτον, το Λονδίνο, το Παρίσι και το Βερολίνο ότι εντάξει, εξαντλήθηκε η ανοχή τους. Αυτή θα «εξαντληθεί» μόνο εφόσον απειλήσουμε τη σταθερότητα του «εσωτερικού τους μετώπου».
Αλλά οι διεργασίες της «επόμενης ημέρας» προειδοποιούν για την ανάγκη η δράση να συνεχιστεί απέναντι και σε μια ενδεχόμενη άφιξη των «καλών μπάτσων» στη σκηνή. Έχουμε την πικρή εμπειρία 30 χρόνων «ειρηνευτικής διαδικασίας», η οποία πήγε πολύ πίσω τον ίδιο τον Παλαιστινιακό αγώνα ενώ έπαιξε ρόλο και στην υποχώρησή του από την «ατζέντα» των κινημάτων και της Αριστεράς. Γνωρίζουμε επίσης τους λόγους που ανασύρει στη ρητορική του τη «λύση δύο κρατών» ο Τζο Μπάιντεν, ο άνθρωπος που έχει δηλώσει (εύστοχα…) ότι «δε χρειάζεται να είσαι Εβραίος για να είσαι Σιωνιστής», για να περιγράψει το βάθος της ταύτισής του με το σιωνιστικό σχέδιο. Καθώς καταρρέει η αποδοχή του στην εκλογική βάση των Δημοκρατικών, καθώς οι δρόμοι των ΗΠΑ συγκλονίζονται από διαδηλώσεις, το αραβικό πεζοδρόμιο βράζει από οργή και υποχρεώνει και καθεστώτα να μετατοπιστούν από την πλήρη ευθυγράμμισή τους στη γραμμή «ειρήνη χωρίς τους Παλαιστίνιους», η αμερικανική ηγεσία θα επιχειρήσει να επαναφέρει τη δημόσια συζήτηση στη «λύση δύο κρατών μέσω διαπραγμάτευσης», γνωρίζοντας ότι είναι το καλύτερο, δοκιμασμένο, καταπραϋντικό.
Απέναντι στους οπαδούς μιας ανατριχιαστικής «τελικής λύσης», και τους οπαδούς της διαιώνισης της καταπίεσης στα πλαίσια μιας μη-λύσης, να συγκεντρώσουμε την πολιτική δύναμη που θα στηρίζει αποφασιστικά και με συνέπεια την Παλαιστινιακή Αντίσταση, μέχρι την Απελευθέρωση.
Οι αιχμάλωτοι και οι ανταλλαγές: Ποιος είναι ο «τρομοκράτης»;
Η αιχμαλωσία περίπου 250 Ισραηλινών μετά την Επίθεση της 7ης Οκτώβρη, υπήρξε ένα από τα κέντρα της φιλο-ισραηλινής δημαγωγίας, που φόρεσε το μανδύα του «ανθρώπινου ενδιαφέροντος».
Ο διεθνής Τύπος κατακλύστηκε από τις προσωπικές ιστορίες των Ισραηλινών αιχμαλώτων, ενώ κάποιοι μίλησαν για τη «μεγαλύτερη απαγωγή στην ιστορία». Δεν είδαμε ποτέ όμως να γίνεται αντίστοιχος θόρυβος για τα θύματα μιας πραγματικά θηριώδους «βιομηχανίας» απαγωγών. Αυτήν τη στιγμή, το Ισραήλ έχει φυλακισμένους 5.200 πολιτικούς κρατούμενους, ανάμεσά τους 1.200 «διοικητικά προσαχθέντες». Η «διοικητική προσαγωγή» είναι μια πρακτική που επιτρέπει στον Ισραηλινό Στρατό να κρατά Παλαιστίνιους φυλακισμένους επ’ αόριστον, χωρίς να απαγγελθούν κατηγορίες, χωρίς να εκκρεμεί δίκη. Από το 2002 και μετά, δεν έχει περάσει ένας μήνας που να μην υπήρχαν τουλάχιστον 100 Παλαιστίνιοι «διοικητικά προσαχθέντες». Υπολογίζεται ότι το 40% των Παλαιστινίων αντρών έχει περάσει από τις ισραηλινές φυλακές. Είναι ενδεικτικό ότι στη λίστα των πρόσφατα απελευθερωμένων -στα πλαίσια της συμφωνίας ανταλλαγής- θα βρει κανείς πολλά ανήλικα που απλά είχαν πετάξει πέτρες ή ακτιβίστριες όπως η Αχέντ Ταμίμι.
Οι μαρτυρίες πρώην κρατουμένων, αλλά και η ισραηλινή ανθρωπιστική οργάνωση B’Tselem έχουν αναδείξει τη συστηματική χρήση βασανιστηρίων στις ισραηλινές φυλακές. Ενώ, αμέσως μετά την επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη, οι Ισραηλινές Αρχές υπέβαλαν συλλογική τιμωρία στους Παλαιστίνιους κρατουμένους, επιδεινώνοντας ακόμα πιο δραματικά τις συνθήκες κράτησης. Από την άλλη, οι μαρτυρίες πολλών Ισραηλινών πρώην αιχμαλώτων (ιδιαίτερα όσων μιλούν απευθείας στον Τύπο, πριν τους «δασκαλέψει» ο Ισραηλινός Στρατός) συγκλίνουν στην αξιοπρεπή μεταχείρισή τους, περιγράφοντας ότι φυλακισμένοι και φύλακες μοιράζονταν τα ίδια επίπεδα διαβίωσης.
Για όλους αυτούς τους λόγους, θα περίμενε κανείς τον ίδιο (αν όχι περισσότερο…) θόρυβο για τη μοίρα των Παλαιστινίων φυλακισμένων. Σε κάθε περίπτωση, όποιος ενδιαφέρεται ειλικρινά για κάθε αιχμάλωτο, θα όφειλε να υποστηρίξει την αρχική πρόταση της Χαμάς: Ανταλλαγή όλων με όλους!
Το διεθνές κίνημα αλληλεγγύης: Ένα ποιοτικό βήμα μπροστά
Η μαζικότητα, η μαχητικότητα και η ένταση του διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης στις δυτικές χώρες λογοδοτεί σε δύο κυρίως παράγοντες.
Ο ένας είναι η έκταση και η βαρύτητα των ισραηλινών εγκλημάτων (βλ. οπισθόφυλλο). Ανεξάρτητα από τη συνολική τοποθέτηση που μπορεί να έχει (ή να μην έχει) για την Παλαιστινιακή Υπόθεση, κανένας άνθρωπος με συνείδηση δεν μπορεί να ανεχτεί να παρακολουθεί σιωπηλά σε ζωντανή σύνδεση μια εθνοκάθαρση που φτάνει σε γενοκτονική βία.
Όμως αυτό που παρακολουθούμε να συμβαίνει στις ΗΠΑ, τη Βρετανία, την Αυστραλία και αλλού αποτυπώνει μια βαθύτερη πολιτική τοποθέτηση -ταύτισης με το δίκιο των Παλαιστινίων- που ξεπερνά από το αρχικό ανθρωπιστικό ανακλαστικό. Χωρίς καμιά διάθεση υποτίμησης του δεύτερου (και ως ένδειξη υγείας και ως παράγοντας που υποκινεί σε δράση), αυτή η πολιτικοποίηση αποτέλεσε το υπόβαθρο που επέτρεψε στις σημερινές δράσεις να οργανωθούν, να μην διστάσουν μπροστά στην αντιδραστική επικοινωνιακή επίθεση μετά την 7η Οκτώβρη, να ξεσπάσουν την κρίσιμη στιγμή σαν «έτοιμες από καιρό».
Στους δρόμους των μεγάλων πόλεων, βλέπουμε μια πολιτική μετατόπιση που υπήρξε καρπός επίμονων προσπαθειών, με κορμό τις δυνάμεις τους διεθνούς κινήματος BDS. Το κίνημα αυτό, πέρα από μικρές επιμέρους υλικές «νίκες» σε επίπεδο εφαρμοσμένου μποϊκοτάζ, έχει κατακτήσει πολύ περισσότερα σε έναν άλλο διακηρυγμένο στόχο του: Μέσα από την προσπάθεια για μποϊκοτάρισμα, να «εκπαιδεύει» την κοινή γνώμη για το Παλαιστινιακό Ζήτημα. Δεν είναι τυχαίο ότι και η «Χασμπάρα» (η οργανωμένη ισραηλινή προπαγάνδα) και τα κράτη-σύμμαχοι του Ισραήλ αντιμετωπίζουν εδώ και χρόνια το BDS ως «Νο1 Κίνδυνο».
Στις ΗΠΑ συμβαίνει η πιο σημαντική μετατόπιση -και λόγω του κομβικού ρόλου του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και λόγω του παρελθόντος τους ως η πλέον φιλο-σιωνιστική κοινωνία. Με σημείο καμπής την ισραηλινή εισβολή στη Γάζα το 2014, που η αγριότητά της «έσπρωξε» ένα προοδευτικό τμήμα της κοινωνίας να αμφισβητήσει το διαβόητο «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα», με ατμομηχανή την Παλαιστινιακή/Αραβική Διασπορά και τις συμμαχίες που έχτισε για να ανθίσουν ομάδες BDS, με κρίσιμη τη σύνδεση που άρχισε να διαμορφώνεται κατά τη μαύρη εξέγερση στο Φέργκιουσον και προχώρησε σε συμπόρευση με το Black Lives Matter. Η ριζοσπαστικοποίηση των κινημάτων και η σύνδεσή τους με το Παλαιστινιακό διευκόλυνε να αρχίσει να περιορίζεται το διαβόητο φαινόμενο «προοδευτικός σε όλα εκτός από το Ισραήλ»: το μαζικό φαινόμενο ανθρώπων αριστερών αντιλήψεων που όμως σταματάνε με σεβασμό μπροστά στο «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα». Και αυτή η μετατόπιση συμβαίνει σταθερά τα τελευταία χρόνια και σε μερίδα της εβραϊκής νεολαίας στις ΗΠΑ.
Στη Βρετανία, η αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη έγινε η σημαία της αντιπαράθεσης των «κορμπινίστας» με τον «μπλερισμό» (με πρωτοβουλία του δεύτερου, που εξαπέλυσε κυνήγι μαγισσών στο κόμμα) και ενώ οι χιλιάδες αγωνιστές/στριες που εμπνεύστηκαν από τον Κόρμπιν έχασαν συντριπτικά τη μάχη στο αφιλόξενο κι εχθρικό εσωκομματικό τοπίο των Εργατικών, αποδεικνύονται σήμερα ισχυρή δύναμη στον φρέσκο αέρα της εξωκοινοβουλευτικής δράσης.
Γενικότερα, η πόλωση της δημόσιας αντιπαράθεσης γύρω από τις προσπάθειες ποινικοποίησης του BDS ή και της ευρύτερης έκφρασης υποστήριξης στον Παλαιστινιακό λαό και κριτικής στο Κράτος του Ισραήλ, η βελτίωση των ανακλαστικών μερίδας της γαλλικής Αριστεράς απέναντι στην ισλαμοφοβία, η εμφάνιση ενός «διαθεματικού» φεμινισμού, η σύνδεση του BLM (ειδικά τις μέρες της διεθνούς εξάπλωσής του σε κάθε χώρα με μαύρο πληθυσμό) με την αντι-αποικιακή σκέψη, η δράση των ριζοσπαστικών φωνών στο ΛΟΑΤΚΙ κίνημα («κουίρ με την Παλαιστίνη» κ.λπ.) ενάντια στο «ροζ πλυντήριο» του Κράτους του Ισραήλ, έχουν συμβάλει στην ανάδυση μιας φιλοπαλαιστινιακής πολιτικοποίησης. Η κουλτούρα του «μποϊκοτάζ» έχει συναντηθεί με την δυνατότητα της εργατικής τάξης να κινεί ή να παγώνει την οικονομία, με τους λιμενεργάτες, λόγω κρίσιμης θέσης, να είναι συνήθως στην πρώτη γραμμή του αγώνα για σαμποτάρισμα της πολεμικής μηχανής.
Σήμερα, πλάι στους «βετεράνους» της αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη και στην ενδιάμεση γενιά που εξοικειώθηκε με την Παλαιστινιακή Υπόθεση με αφορμή τα σιωνιστικά εγκλήματα του 2014, κινητοποιείται και ένα ακόμα πιο νέο δυναμικό, με κίνητρο την επιτακτική ανάγκη να σταματήσει η εθνοκάθαρση στη Γάζα. Αυτή η εικόνα περιγράφει και τα καθήκοντα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και τις δυνατότητες, που αφορούν την πολιτικοποίηση αυτού του δυναμικού.
Δεν θα είναι η πρώτη φορά στην ιστορία (55 χρόνια μετά την κορύφωση του κινήματος για το Βιετνάμ…) που η ανθρωπιστική αντίρρηση στις άγριες μεθόδους διεξαγωγής ενός πολέμου, μπορεί να εξελιχθεί σε αντι-ιμπεριαλιστική στράτευση κατά της άδικης πλευράς αυτού του πολέμου κι από εκεί να γίνει αντικαπιταλιστική συνείδηση και δράση ενάντια στο σύστημα που γεννά την καταπίεση και τους άδικους ιμπεριαλιστικούς πολέμους.
Πόσο μάλλον όταν ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του Παλαιστινιακού, «υποχρεώνει» όποια κι όποιον κινητοποιείται για το θέμα να έρθει αντιμέτωπος με μια ολόκληρη σιωνιστική αφήγηση της ιστορίας και να εξοικειωθεί με την ανταγωνιστική Παλαιστινιακή αφήγηση του χαρακτήρα της σύγκρουσης. Πολύ περισσότερο που ο παγκόσμιος χαρακτήρας της Μάχης για την Παλαιστίνη (λόγω του ρόλου του Κράτους του Ισραήλ στο διεθνές καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα) σπρώχνει προς μια «βίαιη πολιτικοποίηση» που φέρνει ακτιβιστές κι ακτιβίστριες αντιμέτωπους με όλη τη «βεντάλια» των ζητημάτων του ιμπεριαλισμού, της καταπίεσης, του ρατσισμού, του εθνικισμού.
Αυτά ασφαλώς δεν γίνονται (ή δεν μπορούν να φτάσουν ως το τέλος του δρόμου) μόνο αυθόρμητα. Ο κινηματικός ριζοσπαστισμός χρειάζεται να συναντηθεί με -ή να φτιάξει την- Αριστερά του. Από την επιτυχία αυτής της προσπάθειας μπορεί να κριθεί και αν ο ιστορικός του μέλλοντος, θα βάλει την Επίθεση της 7ης Οκτώβρη στο βάθρο των μεγάλων γεγονότων για το διεθνές κίνημα, πλάι στην βιετναμέζικη Επίθεση της Τετ…