15 χρόνια από τη δολοφονία Γρηγορόπουλου και την εξέγερση του 2008

Φωτογραφία

Η αστυνομική βία και αυθαιρεσία (ακόμα) δολοφονεί

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Χρήστος Σταυρακάκης

Συμπληρώνονται φέτος 15 χρόνια από τον Δεκέμβρη του 2008, όταν η κρατική-αστυνομική δολοφονία του δεκαπεντάχρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, πυροδότησε μία μαζική νεολαιίστικη εξέγερση, με βασικούς πρωταγωνιστές τους μαθητές και τις μαθήτριες σε όλη την Ελλάδα. Ήταν μία γνήσια εξέγερση τόσο απέναντι στη δολοφονική αυθαιρεσία της κρατικής καταστολής όσο και απέναντι στο μέλλον που επιφυλασσόταν για μία ολόκληρη γενιά, που της έμελλε να είναι η πρώτη που ζει πλέον την ενήλικη ζωή της χειρότερα από την προηγούμενη. Ακόμα, χρόνια μετά, η ΕΛΑΣ εξακολουθεί να δολοφονεί νέους ανθρώπους.
Κατασταλτική θωράκιση
Οι μαζικές κινητοποιήσεις εκείνου του Δεκέμβρη λοιδωρήθηκαν ως «μπάχαλα» και ταραχές από τα συστημικά ΜΜΕ και τα αστικά κόμματα (συμπεριλαμβανομένου δυστυχώς και του ΚΚΕ), όμως οι συστημικές/καθεστωτικές δυνάμεις κατανοούσαν ότι ήταν απότοκο ενός μαζικού αισθήματος απογοήτευσης και ματαίωσης προσδοκιών. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα συνθήματα της εξέγερσης ήταν «στις τράπεζες λεφτά, στη νεολαία σφαίρες, ήρθε η ώρα για τις δικές μας μέρες». Λίγες μέρες πριν τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου, η τότε κυβέρνηση Καραμανλή δώριζε 28 δις ευρώ στις τράπεζες. 
Η απάντηση στην κάμψη της δυναμικής των κινητοποιήσεων, ήταν η κατασταλτική θωράκιση του κράτους. Στην αυγή της μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης των επόμενων χρόνων, η εξέγερση του Δεκέμβρη ήταν μία εικόνα από το τι θα ακολουθούσε στο επίπεδο της κοινωνικής αντίστασης. Πράγματι, οι μεγάλες κινητοποιήσεις και οι απεργίες ενάντια στα μνημόνια τα επόμενα χρόνια το απόδειξαν. Εκείνη την εποχή εγκαινιάζεται μία περίοδος συστηματικής ενίσχυσης των κατασταλτικών μηχανισμών. Στις αρχές του 2009 ιδρύονται οι πρώτες μηχανοκίνητες τραμπούκικες συμμορίες που μετεξελίχθηκαν στις ομάδες ΔΙΑΣ και ΔΡΑΣΗ (πρώην ΔΕΛΤΑ), ενώ συστηματοποιείται η καθημερινή παρουσία δυνάμεων των ΜΑΤ στο κέντρο, γύρω από τα πανεπιστήμια και στη γειτονιά των Εξαρχείων. 
Όλες οι κυβερνήσεις έχουν δώσει πλήρη πολιτική κάλυψη στη δράση της αστυνομίας, δίνοντας το σήμα πως «μπορείτε να χτυπάτε και να δολοφονείτε ελεύθερα» μέσα από τη συστηματική ατιμωρησία της αστυνομικής βίας και των δολοφονιών που έχουν τελεστεί από ένστολους. Κάθε χρόνο μετράμε νεκρούς από την υπέρμετρη αστυνομική βία. Κάθε χρόνο «μεμονωμένα περιστατικά» κοστίζουν τις ζωές ανθρώπων. Τα «μεμονωμένα περιστατικά» της δολοφονικής δράσης της ΕΛΑΣ δεν είναι μεμονωμένα αλλά αποτελούν καθεστώς.
Δολοφονική ατιμωρησία
Τον προηγούμενο μήνα, αστυνομικοί στη Βοιωτία δολοφόνησαν εν ψυχρώ τον 16χρονο Ρομά, Χρήστο Μιχαλόπουλο, επειδή δε σταμάτησε με το αυτοκίνητο σε έλεγχο της αστυνομίας. Όλα τα στοιχεία, οι μαρτυρίες και τα ρεπορτάζ, υποδεικνύουν ότι ήταν μία εν ψυχρώ εκτέλεση ενός παιδιού από πάνοπλους αστυνομικούς. Είναι η τρίτη δολοφονία νεαρού Ρομά τα τελευταία δύο χρόνια, μετά τις δολοφονίες του Νίκου Σαμπάνη και του Κώστα Φραγκούλη. Και οι τρεις δολοφονίες είναι μετά από καταδιώξεις όπου τα όπλα των αστυνομικών εκπυρσοκρότησαν. Παρά τις διαβεβαιώσεις των αρμόδιων υπουργών και της ΕΛΑΣ ότι κάθε περίπτωση από αυτές ήταν εξαίρεση -η «κακιά στιγμή»- και πως οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί παραβίασαν τον κανονισμό των καταδιώξεων, όταν αυτό επαναλαμβάνεται τρεις φορές μέσα σε δύο χρόνια τότε δεν είναι εξαίρεση αλλά κανόνας. Το μήνυμα είναι σαφές: οποιαδήποτε μορφή ή υπόνοια ανυπακοής σε έλεγχο ή εντολή της αστυνομίας μπορεί να σου κοστίσει τη ζωή.
Μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου, η συστημική επιχειρηματολογία προσπαθούσε να αποδώσει χαρακτηριστικά στο θύμα για να δικαιολογήσει μέχρι έναν ορισμένο βαθμό τα αδικαιολόγητα, με τρόπο εξοργιστικό. Ήδη από τις πρώτες ώρες μετά τη δολοφονία διατυπώνονταν  ερωτηματα όπως «τι ήθελε ένας δεκαπεντάχρονος στα Εξάρχεια», σα να μην είναι μία γειτονιά με κανονικούς ανθρώπους όλων των ηλικιών, τον χαρακτήριζαν πολιτικά ως αναρχικό, το MEGA είχε παραποιήσει βίντεο την ώρα της δολοφονίας προσθέτωντας ήχους από συμπλοκές και συνθήματα. Στηνόταν μία ολόκληρη εκστρατεία επίθεσης στο χαρακτήρα του θύματος -αλλά και στην περιοχή των Εξαρχείων που διαπράχθηκε το έγκλημα- ώστε να δικαιολογηθεί η χρήση όπλου απέναντι σε ένα άοπλο παιδί. Ουσιαστικά, ήταν μία εκστρατεία υποβάθμισης της ανθρώπινης ζωής: εάν είσαι ή κάνεις όλα αυτά που έκανε ο Γρηγορόπουλος (πραγματικά ή όχι , λίγη σημασία έχει) η ζωή σου δε μετράει το ίδιο.
Το ίδιο μοτίβο ισχύει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό για τους Ρομά, μία ομάδα ανθρώπων που αντιμετωπίζονται συστηματικά από το ελληνικό κράτος ως πολίτες δεύτερης και τρίτης κατηγορίας. Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού των Ρομά στην Ελλάδα δεν έχουν πρόσβαση στην εργασία, στο εκπαιδευτικό σύστημα, στη δημόσια υγεία. Πάνω σε αυτή την πραγματικότητα έχει κατασκευαστεί και μία a priori εικόνα του Ρομά – εγκληματία, η οποία τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από τον κοινωνικό αποκλεισμό που επιβάλλει το ελληνικό κράτος. Εάν κάθε Ρομά είναι εν δυνάμει εγκληματίας, τότε κάθε πρακτική καταστολής μπορεί να δικαιολογηθεί. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι στην περίπτωση του Χρήστου Μιχαλόπουλου, κανένας επιβάτης δεν οπλοφορούσε (άρα κανέναν κίνδυνο δε διέτρεχαν οι αστυνομικοί), το όχημα δεν ήταν κλεμμένο, άρα δε φαίνεται τίποτα να δικαιολογεί τη χρήση όπλου, πέρα από το ήταν Ρομά.
Οι αποδέκτες της δολοφονικής μανίας της ΕΛΑΣ διευρύνονται και δεν είναι «προνόμιο» των κοινωνικά αποκλεισμένων. Πρόσφυγες (ένας 20χρονος Σύρος πρόσφυγας λίγους μήνες πριν δολοφονήθηκε από την αστυνομία πάλι μετά από καταδίωξη) και μετανάστες, Ρομά, νέοι και νέες, φοιτητές και εργαζόμενες. Αρκεί να μη συμμορφωθείς «προς τας υποδείξεις» για να μπεις στη λίστα των υποψήφιων θυμάτων της ΕΛΑΣ. Τέτοια είναι η ιστορία της δολοφονίας του 52χρονου Κώστα Μανιουδάκη τον προηγούμενο Ιούλιο στα Χανιά, μετά από αστυνομικό έλεγχο στο αμάξι του. Την υπόθεση έχει προσπαθήσει να συγκαλύψει η ΕΛΑΣ με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο, από καθυστερήσεις στις διαδικασίες μέχρι χοντροκομμένα ψέμματα, όπως ότι έπαθε ανακοπή ενώ στο σημείο της δολοφονίας βρέθηκαν τα γυαλιά του σπασμένα και μία μεγάλη κηλίδα αίματος. Ο υπέρμετρος ζήλος της ΕΛΑΣ, κόστισε τη ζωή ενός ανθρώπου, που μάλλον δεν υπάκουσε επακριβώς τις αστυνομικές διαταγές
Δικαιοσύνη για τα θύματα – Αφοπλισμός της Αστυνομίας
Όλα αυτά τα περιστατικά είναι αποτέλεσμα της ατιμωρησίας και της πολιτικής κάλυψης (μέχρι ενθάρρυνσης) που απολαμβάνουν όλα τα σώματα της ΕΛΑΣ. Για όλες αυτές τις δολοφονίες έχουν επιβληθεί ελάχιστες ποινές (και αυτές αναντίστοιχες ως προς το έγκλημα που έχει τελεστεί) ενώ πολλές υποθέσεις μπαίνουν στο αρχείο και πόσες ακόμα δεν έχουν δει ποτέ το φως της δημοσιότητας. Ειδικά η κυβέρνηση της ΝΔ, από το 2019 και μετά σταθερά επενδύει στην καταστολή για κάθε ζήτημα. Ακόμα και την περίοδο έξαρσης της πανδημίας η κυβέρνηση προσλάμβανε αστυνομικούς και αντιμετώπιζε το ζήτημα της προστασίας της δημόσιας υγείας με καταστολή αντί να ενισχύσει τη δημόσια υγεία.
Απέναντι στο δολοφονικό μένος της ΕΛΑΣ, οφείλουμε να προτάξουμε την αλληλεγγύη σε όλα τα θύματα της αστυνομικής βίας και να απαιτούμε δικαιοσύνη για τα θύματα και τις ανθρώπινες ζωές που χάθηκαν άδικα. Η αλληλεγγύη και οι μαζικοί κοινωνικοί αγώνες είναι ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί η καταστολή και κατ’ επέκταση οι δολοφονικές πρακτικές της ΕΛΑΣ, γιατί αγωνιζόμαστε για να μπορούμε να ζούμε σε έναν κόσμο χωρίς αστυνομία, σε έναν κόσμο που δε θα κινδυνεύεις να βρεθείς δολοφονημένος από μία «τυχαία εκπυρσοκρότηση».
Σε αυτή τη συγκυρία χρειάζεται από τη ριζοσπαστική-αντικαπιταλιστική αριστερά μία σαφή θέση ενάντια στην αστυνομική βία και υπεράσπισης της ανθρώπινης ζωής και των κοινωνικών αναγκών. Μία τέτοια θέση δεν μπορεί να υπηρετηθεί από αυταπάτες για μία κάποια πιο δημοκρατική αστυνομία ή καλύτερα εκπαιδευμένη ούτε με ταλαντεύσεις που «χαϊδεύουν αυτιά» αστυνομικών, ως μία ακόμη κατηγορία δημοσίων υπαλλήλων. Η αστυνομία και το έμψυχο δυναμικό της είναι στο σκληρό πυρήνα καταστολής του κράτους.
Το Δεκέμβρη του 2008, ανάμεσα στα μαζικότερα αιτήματα της εξέγερσης ήταν ο αφοπλισμός της αστυνομίας και η κατάργηση όλων των ειδικών σωμάτων καταστολής (ΜΑΤ, ΟΠΚΕ, ΔΙΑΣ, ΔΡΑΣΗ) οι οποίες άλλωστε δρουν ως ανεξέλεγκτες συμμορίες με την κάλυψη του κράτους και της κυβέρνησης. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να μπορέσουμε να υπερασπιστούμε τις ζωές μας απέναντι στις δολοφονικές πρακτικές της ΕΛΑΣ. 
Απέναντι στη διαρκή ενίσχυση της ΕΛΑΣ, σε εξοπλισμό και έμψυχο δυναμικό, χρειάζεται να διεκδικήσουμε λεφτά για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών των εργαζομένων και της νεολαίας. Η διεθνής εμπειρία του κινήματος Black Lives Matter στις ΗΠΑ είναι πολύ χρήσιμη γιατί επικοινωνεί με τις ίδιες ανάγκες αλλά και τα αιτήματα όσων αγωνίζονται ενάντια στην αστυνομική βία και την καταστολή. Το σύνθημα που υιοθέτησαν απέναντι σε μία από τις πιο ρατσιστικές και δολοφονικές αστυνομικές δυνάμεις του δυτικού κόσμου ήταν «αποχρηματοδότηση-αφοπλισμός-διάλυση», ζητώντας ταυτόχρονα δικαιοσύνη.
Η μνήμη της εξέγερσης τιμάται σήμερα στον αγώνα για αφοπλισμό της αστυνομίας και κατάργηση των ειδικών σωμάτων, στον αγώνα για να κατευθυνθούν οι δημόσιοι πόροι στην παιδεία, την υγεία, τις κοινωνικές δομές που έχει διαλύσει ο νεοφιλελευθερισμός αντί να πηγαίνουν για προσλήψεις στην αστυνομία και περαιτέρω εξοπλισμό της. Με αυτόν τον τρόπο, 15 χρόνια μετά το Δεκέμβρη του 2008, αγωνιζόμαστε για να μη χρειαστεί να θρηνήσουμε ποτέ ξανά ένα νέο παιδί δολοφονημένο από όπλο μπάτσου.