Ολοκληρώνονται αυτές τις μέρες οι διαδικασίες εκλογής αντιπροσώπων των ΕΛΜΕ και ΣΕΠΕ για τα συνέδρια των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών ΟΛΜΕ και ΔΟΕ.
Πρόκειται για πολύ σημαντικές συνδικαλιστικές διαδικασίες , καθώς στα συνέδρια αυτά λαμβάνονται αποφάσεις που δεσμεύουν τον κλάδο τουλάχιστον για την επόμενη διετία, και από εκεί εκλέγονται και τα Δ.Σ. των ομοσπονδιών.
Είναι δεδομένο ότι την προηγούμενη διετία οι πλειοψηφίες στα Δ.Σ. της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ (ΔΑΚΕ, ΠΕΚ-ΔΗΣΥ, ΣΥΝΕΚ-ΔΙΚΤΥΟ) δέχτηκαν πολύ μεγάλη κριτική για τα πεπραγμένα τους σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση αλλά και τη γενικότερη κινηματική ανομβρία στην οποία οδήγησαν με τις (μη) αποφάσεις τους τον εκπαιδευτικό κλάδο.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την ΟΛΜΕ, η πλειοψηφία ΔΑΚΕ-ΣΥΝΕΚ-ΠΕΚ επέλεξε με τη συνδρομή και της ΑΣΕ να αντιμετωπίσει με πολύ πρόχειρο τρόπο, και κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, την αυτοαξιολόγηση, με τα ενιαία κείμενα. Η απόφαση λήφθηκε χωρίς ουσιαστική προετοιμασία, τη στιγμή που η συντριπτική πλειονότητα των σχολικών μονάδων είχε μπει στην αυτοαξιολόγηση , αφού ως τότε δεν υπήρχε συνδικαλιστική κάλυψη. Σε ό,τι αφορά την ατομική αξιολόγηση δόθηκε πιο οργανωμένα η μάχη, αφού για ένα μεγάλο διάστημα το υπουργείο δεν προσέβαλε δικαστικά την απεργία- αποχή. Από τη στιγμή, όμως, που η απεργία κρίθηκε παράνομη, πέρασε αρκετά μεγάλο διάστημα μέχρι να αποφασιστούν διαδοχικές επαναπροκηρύξεις είτε από την ΟΛΜΕ είτε από την ΑΔΕΔΥ. Αντίστοιχα στη ΔΟΕ η αυτοαξιολόγηση αντιμετωπίστηκε αρκετά οργανωμένα με τα ενιαία κείμενα, αλλά με την ατομική αξιολόγηση έγινε περίπου ό,τι και στην ΟΛΜΕ. Μάλιστα, αν δεν υπήρχαν οι μαζικές γενικές συνελεύσεις σε όλους σχεδόν τους ΣΕΠΕ, που επέβαλαν την επαναπροκήρυξη, θα είχαν πέσει οι τίτλοι τέλους που έσπευσαν να προαναγγείλουν ΔΑΚΕ, ΔΗΣΥ και ΔΙΚΤΥΟ, για να ανακρούσουν πρύμνα στη συνέχεια και να αναγκαστούν να αποφασίσουν την επαναπροκήρυξη. Τέλος, ιδιαίτερη κριτική πρέπει να ασκηθεί στις πλειοψηφίες των Δ.Σ. των ομοσπονδιών που δεν στήριξαν τα πρωτοβάθμια σωματεία που πήραν τον αγώνα κατά της αξιολόγησης στα χέρια τους και προκήρυξαν απεργία αποχή, κρατώντας τη φλόγα της μάχης αναμμένη σε στιγμές που οι συνάδελφοι και οι συναδέλφισσες δεν είχαν άλλη συνδικαλιστική κάλυψη.
Ωστόσο και στα υπόλοιπα αιτήματα του εκπαιδευτικού κλάδου (μισθοί, ακρίβεια, αναπληρωτές, σύστημα διορισμών, τεχνική εκπαίδευση, αλλαγές στο Λύκειο, συνδικαλιστικές διώξεις εκπαιδευτικών κλπ) η αντίδραση των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών δεν υπήρξε αντίστοιχη με την ένταση της επίθεσης που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα δύο χρόνια της θητείας των Δ.Σ. δεν προκηρύχτηκε ούτε μία κλαδική πανεκπαιδευτική απεργία και δεν αξιοποιήθηκαν γεγονότα που θα μπορούσαν να προκαλέσουν πίεση στην κυβέρνηση, όπως ο αγώνας των φοιτητών για την υπεράσπιση του δημόσιου πανεπιστημίου.
Ανάγκη αλλαγής συσχετισμών
Όλα αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη αλλαγής των συσχετισμών στα Δ.Σ. των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών. Η κυριαρχία των παρατάξεων της ΔΑΚΕ, των ΣΥΝΕΚ/ΔΙΚΤΥΟΥ (ΣΥΡΙΖΑ) και της ΠΕΚ/ΔΗΣΥ (ΠΑΣΟΚ) απέδειξε όχι μόνο την αδυναμία τους να αποκρούσουν την αντιλαΪκή αντιεκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης, αλλά δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις λειτούργησε και ως παράγοντας που έκανε πιο εύκολο το έργο της εφαρμογής της πολιτικής αυτής. Στον συνδικαλισμό και την πολιτική, η επιτυχία ή η αποτυχία δεν κρίνονται από τις προθέσεις και τον διακηρυκτικό λόγο, αλλά από το κατά πόσο παράγονται πολιτικά γεγονότα με προοπτικές νίκης. Αυτά γεννούν την ελπίδα και εμπνέουν τους εργαζόμενους, και αποτελούν κίνητρο συσπείρωσης στο σωματείο και το συνδικάτο.
Σε αρκετές ΕΛΜΕ και σε πολλούς ΣΕΠΕ η διαδικασία εκλογής των αντιπροσώπων βρίσκεται σε εξέλιξη. Τα πρώτα αποτελέσματα, παρά το γεγονός ότι η συμμετοχή δεν είναι ιδιαίτερα μαζική, δείχνουν ότι υπάρχουν περιθώρια αισιοδοξίας. Τα ποσοστά και οι αντιπρόσωποι των ΔΑΚΕ, ΣΥΝΕΚ/ΔΙΚΤΥΟΥ και ΠΕΚ/ΔΗΣΥ είναι πιο κάτω σε σχέση με το 2022. Οι δυνάμεις των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ και της ΑΣΕ (ΠΑΜΕ) εμφανίζονται ενισχυμένες και αυτό μπορεί να φέρει ελπιδοφόρες αλλαγές στους συσχετισμούς δύναμης στα Δ.Σ. Μπορεί επίσης να οδηγήσει και τα συνέδρια στη λήψη αποφάσεων που θα ανοίξουν δρόμους για πραγματικούς αγώνες διεκδίκησης των δίκαιων αιτημάτων του κλάδου αλλά και υπεράσπισης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του σχολείου.
Αυτό είναι ουσιαστικά το νόημα και το πνεύμα αυτής της εκλογικής διαδικασίας. Οι συνάδελφοι και οι συναδέλφισσες εκπαιδευτικοί θα πρέπει να ενισχύσουν εκείνες τις δυνάμεις που είναι αποφασισμένες να δώσουν αγώνες και να παλέψουν για δυνατά σωματεία και συνδικάτα. Ο κυβερνητικός και γραφειοκρατικός συνδικαλισμός, μαζί με τους αντεργατικούς-αντισυνδικαλιστικούς νόμους της κυβέρνησης, «κουβαλάει νερό» στον μύλο της αποσυλλογικοποίησης και της ιδιώτευσης, της αποσυσπείρωσης και της αναζήτησης ατομικών λύσεων. Αυτός ο συνδικαλισμός πρέπει να ηττηθεί. Οι νέοι και οι νέες συνάδελφοι και συναδέλφισσες, οι αναπληρωτές και οι αναπληρώτριες που οργώνουν τη χώρα με το όνειρο ενός μόνιμου διορισμού, οι νεοδιόριστοι και νεοδιόριστες που εκβιάζονται με επαίσχυντο τρόπο να μπουν στην αξιολόγηση για να μονιμοποιηθούν, όλοι και όλες οι μόνιμοι/ες εκπαιδευτικοί, οφείλουν να διεκδικήσουν ένα άλλο διαφορετικό μοντέλο συνδικαλισμού. Τον συνδικαλισμό που δεν ενδιαφέρεται για θέσεις και αξιώματα , που δεν αποτελεί όχημα εξυπηρέτησης κομματικών σκοπιμοτήτων, που δε στήνει πελατειακά δίκτυα εξυπηρετήσεων. Τον συνδικαλισμό που με ειλικρίνεια, εντιμότητα και ανιδιοτέλεια διεκδικεί και υπερασπίζεται τα δικαιώματά τους, οργανώνει αγώνες, παλεύει για ισχυρά σωματεία και συνδικάτα και κυρίως μπορεί να τους κοιτά με καθαρό βλέμμα στα μάτια.