Οι φετινές φοιτητικές εκλογές όπως γράφτηκε και σε προηγούμενα φύλλα, είχαν ιδιαίτερη σημασία καθώς ήρθαν σε συνέχεια ενός μεγάλου φοιτητικού κινήματος.
Ενός κινήματος που ήρθε, μετά από τρία χρόνια νηνεμίας, να επανενεργοποιήσει τους φοιτητικούς συλλόγους και τις συλλογικές τους διαδικασίες, να θυμίσει τη δύναμη των καταλήψεων διαρκείας, να βγάλει πανελλαδικά χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες στο δρόμο, να ριζοσπαστικοποιήσει απότομα μια ολόκληρη γενιά. Αυτή, λοιπόν, η ριζοσπαστικοποίηση ήταν που οφείλαμε, ως φοιτητική αριστερά, να φροντίσουμε να σφραγιστεί από τα εκλογικά αποτελέσματα. Και σε κάποιο βαθμό αυτό συνέβη. Η προεκλογική περίοδος μάλιστα, χρωματίστηκε και από την παγκόσμια φοιτητική ιντιφάντα, η οποία όχι μόνο διατήρησε την κοινή γνώμη μέσα στις σχολές κοντά στην ατζέντα της αριστεράς αλλά έδωσε το μήνυμα ότι τα μέσα πάλης του φοιτητικού κινήματος είναι παγκοσμίως κοινά απαντώντας αυτόματα και σε όσες φωνές βιάστηκαν να δαιμονοποιήσουν τις καταλήψεις και να τις παρουσιάσουν ως παθογένεια του Ελληνικού, δημοσίου πανεπιστημίου.
Ήττα της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ
– Πρωτιά της ΠΚΣ
Η συμμετοχή ήταν ελαφρώς μειωμένη σε σχέση με πέρσι . Η αύξηση της αποχής είναι ζήτημα που μας απασχολεί κάθε χρόνο καθώς η απάντηση στην επίθεση που δέχονται οι φοιτητικοί σύλλογοι, ως συλλογικά όργανα προϋποθέτει την ουσιαστική τους νομιμοποίηση στον κόσμο των σχολών. Το θετικό, ωστόσο, είναι ότι από τη μείωση της συμμετοχής αυτή που κυρίως φάνηκε να πλήττεται ήταν η δεξιά.
Ξεκινώντας με τα ποσοστά που σημείωσε η κυβερνητική παράταξη (περίπου 25%), αυτά βρίσκονται μειωμένα σε σχέση με πέρσι (26,06%). Η πανελλαδική ήττα της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ στις γενικές συνελεύσεις του προηγούμενου διαστήματος φαίνεται να συνεχίζεται και στην κάλπη. Παρά την προσπάθειά της ίδιας και της κυβέρνησης που εκπροσωπεί να ρίξει λάσπη στις κινηματικές διεργασίες, παρουσιάζοντας ένα ηττημένο κίνημα, παρά την προσπάθεια να καρπωθεί τη δυσαρέσκεια που μπορεί να προέκυψε από τις καταλήψεις και τις χαμένες εξεταστικές και παρά την πλήρη ενεργοποίηση του μηχανισμού της όχι μόνο δεν κατάφερε να ανέβει αλλά αντίθετα έπεσε. Η πτώση αυτή, σίγουρα δείχνει ότι παρά την ψήφιση τελικά του νόμου για τα μη κρατικά πανεπιστήμια, το κλίμα παραμένει αριστερόστροφο και το φοιτητικό υποκείμενο φαίνεται να αποκτά συνείδηση του ρόλου που καλέστηκε και καλείται να παίξει η κυβερνητική παράταξη μέσα στις φοιτητικές κοινότητες.
Στερώντας για τρίτη συνεχόμενη χρονιά την πρωτιά από τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, η ΠΚΣ παραμένει πανελλαδικά πρώτη δύναμη (32,85%), με μειωμένο όμως, ποσοστό συγκριτικά με πέρσι (34,98%). Η διατήρηση της πρωτιάς της επιβεβαιώνει ότι τα τελευταία χρόνια ο κόσμος των σχολών στρέφεται προς τα αριστερά, τη μείωση όμως του εκλογικού της ποσοστού οφείλει να συνοδέψει μια κριτική. Η ΠΚΣ ενώ για δύο συνεχόμενες χρονιές έχει λάβει την εκλογική πρωτιά, δεν έχει ανταποκριθεί όπως οφείλει μια πανελλαδικά πρώτη αριστερή δύναμη στους συλλόγους. Πέρα απ’ ό,τι αφορά ορισμένα στενά κομματικά γεγονότα, οι σύντρόφισσες/οι της ΠΚΣ δεν έχουν προσπαθήσει να ενεργοποιήσουν και να σπρώξουν τους φοιτητικούς συλλόγους σε πιο αγωνιστική τροχιά, με μαζική συμμετοχή φοπιτητών/τριών. Ίσα ίσα, η εμπειρία δείχνει πως σύλλογοι στους οποίους η ΠΚΣ έχει αυτοδυναμία ή αποτελεί τη μόνη αριστερή δύναμη, ακόμη και σε καιρό κινήματος, παραμένουν ανενεργοί. Δεδομένης της στάσης αυτής, ο κόσμος που ενεργοποιήθηκε και έδωσε μάχες μέσα από τα συλλογικά του όργανα το προηγούμενο διάστημα, φαίνεται να ξεπερνά τις λογικές της ΠΚΣ και να αναζητά ακόμη πιο ριζοσπαστικές εναλλακτικές. Συνολικά τα ποσοστά των αριστερών ψηφοδελτίων αγγίζουν ένα ποσοστό που πλησιάζει το 50%.
Όσον αφορά την ΠΑΣΠ, σημείωσε μια μικρή άνοδο στα ποσοστά της (10,50%) σε σχέση με πέρσι (9,43%). Παρά τη συντηρητική της στάση, η έστω μικρή, εμπλοκή της στις συλλογικές διαδικασίες του κινήματος της εξασφάλισε μικρή άνοδο.
Ριζοσπαστική Αριστερά
Προεκλογικά υποστηρίζαμε πως προϋπόθεση για την καθαρή, μαζικότερη έκφραση της αγωνιστικότητας του προηγούμενου διαστήματος είναι η ενότητα, η ενωτική μετωπική πολιτική των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Θεωρούμε πώς η αποτελεσματικότητα που έδειξε η συνεργασία των αριστερών δυνάμεων στα πλαίσια του κινήματος, έπρεπε να αποτυπωθεί και σε επίπεδο εκλογικών αποτελεσμάτων. Ωστόσο, ενώ τα ποσοστά της ριζοσπαστικής αριστεράς είναι υψηλότερα σε γενικές γραμμές συγκριτικά με τις εκλογές του 2023, ο κατακερματισμός των κατεβασμάτων δεν επέτρεψε τη μαζική έκφραση της κινηματικής ριζοσπαστικοποίησης.
Αρχικά, αρκετά υψηλό ποσοστό για τα δεδομένα της ριζοσπαστικής αριστεράς κατέγραψαν τα σχήματα της ATTACK (4,89%). Στη μεγάλη εικόνα, όμως, δεν μπόρεσε να εκφράσει την αριστερή μετατόπιση που έφερε το κίνημα. Ήταν αναμενόμενο ότι ένα κομμάτι κόσμου που αγωνίστηκε, θα επέλεγε την ATTACK. Ωστόσο, συνεχίζουμε να θεωρούμε, με βάση τα συμπεράσματα που βγήκαν από την περίοδο του κινήματος, ότι η πολιτική αποτελεσματικότητα βρίσκεται στη συνεργασία και την κοινή δράση των δυνάμεων της αριστεράς και όχι στην περιχαράκωση γύρω από την ιδεολογική καθαρότητα. Επομένως, η επιλογή ίδρυσης μιας νέας παράταξης γύρω από μια συγκεκριμένη οργάνωση (ΝΑΡ), καταλήγει να λειτουργεί διασπαστικά για την, ήδη κατακερματισμένη, αριστερά μέσα στις σχολές, κάνοντας βήματα πίσω από την περίοδο του κινήματος. Εκτιμούμε ότι ο τρόπος και η χρονική στιγμή της ίδρυσης της ATTACK κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση από τη δημιουργία ενός μαζικού, ενωτικού συνδικαλιστικού οχήματος, στη λογική του «ένα σχήμα ανά κοινωνικό χώρο», που θα μπορεί να εμπνεύσει τον κόσμο του αγώνα και να δίνει μάχες με τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση δυνάμεων.
Επίσης, ιδιαίτερα κακή εξέλιξη που καθόρισε την εικόνα των εκλογικών αποτελεσμάτων ήταν η διάσπαση του ενωτικού κατεβάσματος ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ μόλις μερικές μέρες πριν από την εκλογική αναμέτρηση. Φέτος, η απόφαση της εκλογικής συνεργασίας είχε πολύ πιο στέρεες βάσεις καθώς βασίστηκε στα κοινά συμπεράσματα περί ενωτικής πολιτικής και στην συλλογική εμπειρία που μοιραστήκαμε οι συγκεκριμένες δυνάμεις στους δρόμους, στις καταλήψεις και στις γενικές συνελεύσεις του προηγούμενου διαστήματος.
Ακόμη πιο δυσάρεστη γίνεται, βέβαια, η εξέλιξη λαμβάνοντας υπόψη τον λόγο και τον τρόπο διάσπασης του κατεβάσματος. Αιτία που ανάγκασε τις δυνάμεις της Ενωτικής Κίνησης Σχημάτων και Αγωνιστριών (ΑΡΕΝ και μέρος των ΕΑΑΚ) και του ΑΡΔΙΝ να αποχωρήσουμε από τον εκλογικό συνδυασμό ήταν η δημοσίευση μιας σειράς καταγγελιών για παραβιαστικές συμπεριφορές εις βάρος μέλους των ΕΑΑΚ αλλά κυρίως η άρνηση για λήψη μέτρων διαχείρισης της κατάστασης και προστασίας του ενωτικού εκλογικού κατεβάσματος.
Αντιλαμβανόμαστε πως συμπεριφορές τέτοιας υφής είναι αναμενόμενο να προκύψουν ακόμα και στους κόλπους της αριστεράς καθώς οι αριστεροί/ές αγωνιστές/τριες είμαστε παράγωγα ενός συστήματος που αναπαράγει και ενισχύεται από τον σεξισμό. Καθοριστικός, ωστόσο, είναι ο τρόπος διαχείρισης, ο οποίος πρέπει να κατευθύνεται στη διασφάλιση ότι τόσο οι συλλογικότητες της αριστεράς, όσο και οι φοιτητικοί μας σύλλογοι θα είναι ασφαλείς για τα έμφυλα υποκείμενα και ταυτόχρονα θα αποτελούν χώρους στήριξης στους οποίους θα μπορούν να απευθυνθούν οι επιζώσες έμφυλης παραβίασης/κακοποίησης. Δεδομένης της μηδαμινής μέριμνας που υπάρχει από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων, ο ρόλος αυτός των συλλόγων και της αριστεράς είναι πολύ κομβικός. Πρωτίστως για την πραγματική στήριξη των ατόμων που βρίσκονται σε ευάλωτη θέση αλλά και ως απάντηση στην εργαλειοποίηση του ζητήματος από την κυβέρνηση και τη δεξιά που έρχεται να πλασάρει ως «λύσεις» την Πανεπιστημιακή Αστυνομία, τις κάμερες και τα πειθαρχικά που ξέρουμε πολύ καλά ότι μόνο στην αντιμετώπιση της έμφυλης βίας δεν αποσκοπούν.
Η συγκεκριμένη στάση, της σιωπής και της πλήρους απουσίας οποιασδήποτε διαχείρισης, ήταν απογοητευτική καθώς δείχνει ότι οι σύντροφοι των ΕΑΑΚ δεν αντιλαμβάνονται ούτε τη σημασία που είχε στις ιδιαίτερες φετινές συνθήκες η ενωτική μας συμπόρευση στις εκλογές αλλά ούτε και τις συνέπειες αυτής της επιλογής τόσο για τις δυνάμεις των ίδιων των ΕΑΑΚ, όσο και για την αξιοπιστία του χώρου της ριζοσπαστικής αριστεράς στο σύνολό του. Πρέπει, εδώ, να διευκρινιστεί ότι η προσπάθεια εργαλειοποίησης του θέματος από άλλες δυνάμεις για να ενισχυθούν στην εκλογική αναμέτρηση δείχνει ολοκληρωτική έλλειψη ενσυναίσθησης απέναντι στις καταγγέλλουσες αλλά και έλλειψη πραγματικού ενδιαφέροντος για την εξάλειψη της σεξιστικής βίας μέσα στους χώρους μας. Η αριστερά οφείλει να αναγνωρίζει ότι αυτή η εξέλιξη δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση ευκαιρία ή επαλήθευση πολιτικής κατεύθυνσης, αντίθετα, η, υπό αυτές τις συνθήκες, πιθανότητα οριστικών τίτλων τέλους για τη διαρκέστερη εκλογική αριστερή συνεργασία του τελευταίου διαστήματος είναι μια δυσμενής συνθήκη που επηρεάζει την αριστερά συνολικά.
Ενωτική Αριστερή Συνεργασία
Το ενωτικό κατέβασμα, συνεπώς, που προέκυψε έστω και στο «τελευταίο λεπτό» ήταν αυτό της Ενωτικής Αριστερής Συνεργασίας που συσπείρωσε τις δυνάμεις της Ενωτικής Κίνησης Σχημάτων, του ΑΡΔΙΝ και Ανεξάρτητων Αριστερών Σχημάτων. Παρά τις δυσκολίες της συγκεκριμένης αντιπαράθεσης αλλά και των στενών χρονικών περιθωρίων, ο συνδυασμός αυτός κατάφερε να συγκεντρώσει πανελλαδικά 1740 ψήφους με ποσοστό 3,7%. Αξιοσημείωτη είναι πρωτιά της ΑΡΕΝ στους Χημικούς Μηχανικούς του ΑΠΘ συγκεντρώνοντας 4 από τις 9 έδρες, ενώ τα περισσότερα κατεβάσματα πήγαν σε γενικές γραμμές καλά κατακτώντας τρίτη και τέταρτη θέση και εξασφαλίζοντας την πρόσβαση των δυνάμεων μας στα διοικητικά συμβούλια δεκάδων φοιτητικών Συλλόγων.
Συμπερασματικά, τα φετινά εκλογικά αποτελέσματα είναι σε γενικές γραμμές θετικά, καθώς έρχονται πράγματι να επιβεβαιώσουν ότι η κινηματική περίοδος του χειμερινού εξαμήνου άφησε τους συλλόγους πιο ριζοσπαστικούς, με καλύτερα αντανακλαστικά για τη μάχη της επόμενης στροφής. Περίπου οι μισοί/ες φοιτητές/τριες που ψήφισαν στήριξαν ψηφοδέλτια της Αριστεράς ενώ το προηγούμενο διάστημα είχε δωθεί ένας πολύμηνος αγώνας ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αυτό αναδεικνύει ότι υπάρχουν δυνατότητες για την παρέμβαση της ριζοσπαστικής Αριστεράς και το ίδιο το φοιτητικό κίνημα.
Η ποσότητα όμως των κατεβασμάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς μαρτυρούν πολυδιάσπαση και κρίση στο εσωτερικό της. Έτσι, το επόμενο διάστημα, δίνοντας απάντηση και στο κρίσιμο ερώτημα του «πώς προχωράμε μετά το κίνημα για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια;» είναι καθήκον της φοιτητικής αριστεράς να ξεπεράσει αγκυλώσεις που την κρατούν κατακερματισμένη ώστε να μπορέσει να εμπνεύσει, να διατηρήσει και να αξιοποιήσει την αγωνιστικότητα που διαφαίνεται. Οι επιθέσεις του νεοφιλελευθερισμού στη δημόσια, δωρεάν παιδεία έρχονται όλο και πιο σφοδρές. Οφείλει, λοιπόν, να βγάλουμε νέα, χρήσιμα συμπεράσματα και να σταθούμε στην επόμενη αναμέτρηση ενωμένες και έτοιμοι να ανταπεξέλθουμε στις προκλήσεις που έρχονται.