Ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία έφερε το κόμμα της Λεπέν σε θέση διεκδίκησης της κυβέρνησης, την υποχώρηση του Μακρονισμού και την κατοχύρωση της Αριστεράς ως αντίπαλο δέος στην ακροδεξιά απειλή. Αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα τριών άρθρων που γράφτηκαν προεκλογικά και συμβάλουν στην ανάγνωση των αποτελεσμάτων.
Στο κείμενο που ακολουθεί, ο Αντώνης Νταβανέλος περιέγραψε τα επίδικα της εκλογικής μάχης, τη σημασία της συγκρότησης του Νέου Λαϊκού Μετώπου και τα προβλήματά του, όπως και τις δυνατότητες που μπορεί -υπό προϋποθέσεις- να ανοίξει στην επερχόμενη σκληρή περίοδο. Στις σελίδες που ακολουθούν, ένα απόσπασμα άρθρου του Ντάνιελ Τέιλορ καταγράφει πώς έφτασε η ακροδεξιά στα πρόθυρα της κυβερνητικής εξουσίας, ενώ αποσπάσματα άρθρου του Τζον Μάλεν παρουσιάζουν το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε στη Γαλλία κατά την τελευταία κρίσιμη εβδομάδα πριν τον πρώτο γύρο. Το μικρό αφιέρωμα κλείνει μια παρουσίαση και πρώτη εκτίμηση των αποτελεσμάτων του πρώτου γύρου από τον Πάνο Πέτρου.
---
Μπορεί η Αριστερά να αντιστρέψει το ρεύμα;
(Ολόκληρο στο Rproject.gr)
Η αντίδραση του Μακρόν [στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών] να διαλύσει αμέσως τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές στις 30 Ιούνη και 7 Ιούλη, μοιάζει με ρελάνς απελπισμένου χαρτοπαίχτη που, σε μια δύσκολη στιγμή, αποφασίζει να μεγεθύνει το διακύβευμα στα όρια της αντοχής του παιχνιδιού (ο ίδιος παρομοίωσε την απόφασή του με το ρίξιμο «μιας απασφαλισμένης χειροβομβίδας, στα πόδια όλων των αντιπάλων»…). Το ρίσκο αυτού του τυχοδιωκτισμού είναι να περάσει η πλειοψηφία στη Βουλή, και κατά συνέπεια το δικαίωμα σχηματισμού κυβέρνησης, στα χέρια της Λεπέν και των νέων συμμαχιών που αυτή μπορεί να επισυνάψει με τμήματα της μισοδιαλυμένης και παραλυμένης μπροστά στις εξελίξεις «ρεπουμπλικανικής» Δεξιάς.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο να υποτιμά κανείς αυτόν τον κίνδυνο. Αφενός, γιατί το RN είναι ένα από τα πιο επικίνδυνα και δυναμικά ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη. Ο δεύτερος λόγος που δεν επιτρέπει την υποτίμηση του κινδύνου είναι η ίδια η δύναμη του γαλλικού κράτους. Το ενδεχόμενο να περάσει ο έλεγχος αυτής της δύναμης στα χέρια των καθαρμάτων του RN, θα πρέπει να προκαλεί εφιάλτες σε εκατομμύρια ανθρώπους.
Όμως η Γαλλία δεν είναι μόνο αυτή η εικόνα.
Ο μεγάλος απεργιακός Δεκέμβρης του 1995 ήταν η θρυαλλίδα της παγκόσμιας «αλλαγής σελίδας» του κινήματος, ο πρόλογος των μεγάλων διεθνών κινητοποιήσεων ενάντια στη νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση. Πιο πρόσφατα, η εξέγερση της περιόδου των «Κίτρινων Γιλέκων», προανήγγειλε τους μεγάλους αγώνες ενάντια στην αντιμεταρρύθμιση του Μακρόν για το συνταξιοδοτικό. Αυτό το κίνημα ηττήθηκε, αλλά ηττήθηκε έχοντας δώσει μια μεγάλη μάχη. Τα προάστια του Παρισιού, της Μασσαλίας κλπ έχουν μετατραπεί σε κόλαση καταστολής, αλλά και κάστρα αντίστασης της εργατικής νεολαίας και των μεταναστών.Η δύναμη αυτού του κόσμου δεν μετρήθηκε με αξιοπιστία στις ευρωεκλογές.
Αξιοποιώντας την προεργασία της Ανυπότακτης Γαλλίας γύρω από την υποψηφιότητα του Μελανσόν στις προεδρικές εκλογές και τη συγκρότηση της NUPES στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, τα κόμματα που στη γαλλική πολιτική παράδοση περιλαμβάνονται στο σύνολο «Αριστερά», συγκρότησαν γρήγορα το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, καλώντας σε πολιτική μάχη τόσο ενάντια στη Λεπέν, όσο ενάντια στον Μακρόν. Πρόκειται για την Ανυπότακτη Γαλλία, το ΚΚ, το ΣΚ και τους Οικολόγους. Την προσχώρησή του στο Μέτωπο ανακοίνωσε και το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NPA – L’ Anticapitaliste).
Είναι μια ειρωνεία της ιστορίας, αλλά αυτό που σήμερα αυτοπροσδιορίζεται ως Νέο Λαϊκό Μέτωπο, μπορεί να χτίσει τα θεμέλια για να αποφευχθεί η βασική εκβιαστική υποχώρηση του «λαϊκομετωπισμού»: ότι για να αποφύγουμε τη νίκη της ακροδεξιάς, θα πρέπει να συγκροτήσουμε πολιτική συμμαχία με το «κέντρο», αυτοπεριορίζοντας το λόγο και τη δράση μας στα δικά του (νεοφιλελεύθερα) όρια ανοχής.
Το κάλεσμα του Μετώπου για «την προώθηση ενός προγράμματος κοινωνικών και οικολογικών ρήξεων για να χτίσουμε μια εναλλακτική στον Εμμανουέλ Μακρόν και να πολεμήσουμε το ρατσιστικό σχέδιο της ακροδεξιάς» είναι η βάση της δυναμικής του, είναι το πολιτικό σημείο που προκαλεί μια γενικότερη τάση εμπλοκής κόσμου στην επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Αυτό εκδηλώθηκε με την πρωτοβουλία των συνδικάτων, που αποφάσισαν μια ενεργή συμμετοχή, στη βάση ενός απλού και συγκεκριμένου «προγράμματος» εργατικών διεκδικήσεων, που συνοψίζει τους αγώνες της τελευταίας περιόδου. Δίπλα στα συνδικάτα αρχίζουν να συγκεντρώνονται διάφορες «κοινωνικές» οργανώσεις. Το αποτέλεσμα είναι ότι αρχίζει να διαμορφώνεται μια δυναμική που ξεπερνά –κατά πολύ!– την καταγραφή μιας «αριστερής» εναλλακτικής.
Δεν υπάρχουν περιθώρια «ωραιοποίησης» της κατάστασης. Στη γαλλική πολιτική παράδοση, ακόμα και στη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο κόσμος του κινήματος, το ΣΚ θεωρείται πράγματι τμήμα της Αριστεράς. Όμως οι ξεσκολισμένοι σοσιαλδημοκράτες, που κυβέρνησαν για πολλά χρόνια το γαλλικό κράτος και κατάντησαν να στρώσουν το δρόμο στη μακρονία, είναι φορείς πολύ επικίνδυνων συμβιβασμών. Το ΚΚΓ, ένα κόμμα που ανέχθηκε επί μεγάλο χρονικό διάστημα την κατρακύλα συμβιβασμών που χαρακτήρισε παλιότερες εκδοχές «πληθυντικής Αριστεράς» είναι σήμερα μια χλωμή σκιά του κάποτε (αρκετά συντηρητικού) εαυτού του. Δεν μπορεί να υπολογίζει κανείς στην παρουσία του ΚΚΓ ως «αντίβαρο» στο ρόλο των σοσιαλδημοκρατών. Ο Μελανσόν έχει αποδείξει πολιτικές δυνατότητες, αλλά και επικίνδυνα ζιγκ-ζαγκ, και έχει αναδείξει μια έντονα αρχηγοκεντρική λειτουργία. Η απουσία μιας συνεκτικής θέσης για το ρόλο του γαλλικού ιμπεριαλισμού μέσα στους ανταγωνισμούς στο σύγχρονο κόσμο είναι μια ανησυχητική προειδοποίηση. Το ίδιο ισχύει και για τη σιωπή απέναντι σε εμφατικές επιλογές της κυρίαρχης τάξης και του γαλλικού κράτους, όπως το πυρηνικό πρόγραμμα.
Παρόλα αυτά, στην πολιτική υπάρχουν περιπετειώδεις εκπλήξεις. Αυτό που σήμερα γίνεται στη Γαλλία είναι η ενδιαφέρουσα διεκδίκηση ενός σημαντικού «ριμπάουντ» για τον κόσμο μας: μετά από μια σαφή ήττα στις ευρωεκλογές, να ανοίξει απρόσμενα μια πολιτική αντεπίθεση. Αν η συμμετοχή του κόσμου από τα κάτω «γεμίσει» με το περιεχόμενο δικών του αγώνων και διεκδικήσεων την προσπάθεια να χτιστεί μια εναλλακτική απέναντι στο «ντουέτο» Μακρόν/Λεπέν, τότε ακόμα και αν το Μέτωπο τελικά ηττηθεί εκλογικά, θα έχουν δημιουργηθεί οι καλύτεροι όροι για την αντιμετώπιση της επόμενης περιόδου. Γιατί όλες οι εκδοχές στη σύνθεση της νέας Βουλής, που θα κληθεί να συγκατοικήσει με έναν ζεματισμένο Μακρόν στην προεδρία, θα εγκαινιάζουν μια περίοδο που θα αποτελέσει μια σοβαρή δοκιμασία για όλους στη Γαλλία.
Πώς έφτασε η ακροδεξιά στα πρόθυρα της εξουσίας;*
Του Ντάνιελ Τέιλορ
Αν μια φασιστική κυβέρνηση ανέβει στην εξουσία στη Γαλλία, θα πρέπει να χτίσει αγάλματα προς τιμήν του Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν. Η νίκη τους δεν θα ήταν εφικτή χωρίς αυτόν. Στην πραγματικότητα, μάλλον δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος στην μεταπολεμική γαλλική πολιτική σκηνή που να έκανε περισσότερα για να αποκαταστήσει την εικόνα και να νομιμοποιήσει το πρόγραμμα της ακροδεξιάς.
Ήταν μακρύς και περιπετειώδης ο προς την ανακαίνιση και την αποδαιμονοποίηση του γαλλικού φασισμού, ή μετα-φασισμού ή ημι-φασισμού -όπως κι αν αποκαλεί ο καθένας την Εθνική Συσπείρωση του Ζορντάν Μπαρντελά και της Μαρίν Λεπέν. Τα πρώτα βήματα έγιναν στη δεκαετία του 1950. Εκείνη την εποχή, ο ΠιέρΠουζάντ υπερασπίστηκε πρωτοπόρα την επιτακτική ανάγκη ενός διαφορετικού πλασαρίσματος της ακροδεξιάς πολιτικής. Αμέσως μετά τη συνεργασία με τους Ναζί και το Ολοκαύτωμα, ο φασισμός δεν έδειχνε ιδιαίτερα πολιτισμένος και πατριωτικός. Στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, η Ένωση Υπεράσπισης των Μαγαζατόρων και Βιοτεχνών του Πουζάντ βρήκε ένα νέο πολιτικό κέντρο για τους αντιδραστικούς της μεσαίας τάξης: Αντιφορολογικό, αντικομμουνιστικό και αφοσιωμένο στη διατήρηση των αποικιών της Γαλλίας με κάθε αναγκαίο μέσο.
Ο Ζαν-Μαρί Λεπέν, μόλις 27 χρόνων, εξελέγη για πρώτη φορά στην Εθνοσυνέλευση ως βουλευτής των Πουζαδιστών το 1956. Αυτός υλοποίησε την επόμενη φάση της ανανέωσης του κινήματος. Η φανατική υποστήριξη της γαλλικής αποικιοκρατίας δεν είχε πολιτικό μέλλον μετά τη νίκη των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων σε Αλγερία και Ινδοκίνα. Έτσι, τη δεκαετία του 1970, ο Λεπέν υπήρξε πρωτοπόρος στην στροφή της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς προς τις αντιμεταναστευτικές πολιτικές.
Η οργάνωσή του, το Εθνικό Μέτωπο, δεν κατάφερε τίποτα για μερικά χρόνια. Αλλά σημείωσε την πρώτη επιτυχία στη δεκαετία του 1980, μετά τη μεταμόρφωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος σε μια κυβέρνηση νεοφιλελεύθερης λιτότητας, στην εποχή των «tournant de larigueur» (μέτρα λιτότητας) υπό τον Φρανσούα Μιτεράν. Ο κυρίαρχος κεντροαριστερός «σοσιαλισμός» έπαψε πλέον ακόμα και να προσποιείται ότι προσφέρει μια εναλλακτική στην ελεύθερη αγορά. Ο αντιμεταναστευτικός ρατσισμός παρουσίαζε μια εναλλακτική που αντλούσε δύναμη από τις προκαταλήψεις της καπιταλιστικής κοινωνίας. Είχε απάντηση σχεδόν για όλα. Ανεργία; Απελάστε τους μετανάστες εργάτες. Έλλειψη σπιτιών; Έξωση στους μετανάστες ενοικιαστές. Κοινωνική κατάρρευση; Απελάστε τους μετανάστες εγκληματίες.
Η ασφυκτική κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού στην κεντρική γαλλική πολιτική σκηνή επέτρεψε την μία επιτυχία μετά την άλλη για το Εθνικό Μέτωπο, που αργότερα θα μετονομαζόταν σε Εθνική Συσπείρωση. Αφού η Σοσιαλιστική κυβέρνηση του Φρανσουά Ολάντ και του Μανουέλ Βαλς επέβαλε ένα νόμο που χτυπούσε τα εργατικά δικαιώματα, η ψήφος του Σοσιαλιστικού Κόμματος κατέρρευσε στο 6% το 2017. Ο Εμανουέλ Μακρόν, που εξέφραζε μια ανόθευτη υιοθέτηση του νεοφιλελευθερισμού, έγινε πρόεδρος. Η κόρη του Λεπέν, η Μαρίν, έγινε επικεφαλής της φασιστικής αντιπολίτευσης.
Αλλά αντιπολίτευση σε τι; Ο νεοφιλελευθερισμός του Μακρόν συγχωνευόταν όλο και πιο έντονα με δεξιές αυταρχικές πολιτικές που κάνουν τον φασισμό να μοιάζει με το λογικό επόμενο βήμα. Στο ανώτατο επίπεδο άσκησης πολιτικής, επέβαλε αντιδημοφιλείς πολιτικές χρησιμοποιώντας συνταγματικά τρικ για να παρακάμψει τις ψηφοφορίες στο κοινοβούλιο. Σε επίπεδο κοινωνίας, διέταξε τη διάλυση/απαγόρευση αντιρατσιστικών και περιβαλλοντικών ΜΚΟ. Στο δρόμο, απαγόρευσε διαδηλώσεις κι εξαπέλυσε τα ΜΑΤ να ανοίγουν κεφάλια ενάντια στο ένα κίνημα μετά το άλλο.
Στη μετανάστευση και τη δίωξη των Μουσουλμάνων, ο τραμπούκος υπουργός Εσωτερικών του Μακρόν, ο Ζεράλντ Νταρμανίν, κατηγορούσε τους φασίστες ότι είναι “un peu molle” (κάπως μαλακοί), κι όχι “assez dure” (αρκετά σκληροί). Η κυβέρνηση Μακρόν πέρασε ένα μεταναστευτικό νόμο που αποτελούσε έμπνευση της Εθνικής Συσπείρωσης, κάτι που η Λεπέν αποκάλεσε «ιδεολογική νίκη» της παράδοσής της. Όταν τμήματα αυτού του νόμου κρίθηκαν αντισυνταγματικά, ο Μακρόν άρχισε να συζητά για την ανάγκη να τροποποιηθεί το σύνταγμα προκειμένου να εγκριθεί η παραδοσιακή εμβληματική πολιτική του κόμματος της Λεπέν.
Στη μία εκλογή μετά την άλλη, ο Μακρόν παρακαλούσε τους αριστερούς να «faire barrage» (να φράξουν το δρόμο), να υψώσουν μπλόκο ενάντια στην ακροδεξιά. Ταυτόχρονα, ο Μακρόν και οι σύμμαχοί του χαρακτηρίζουν διαρκώς την πλατιά Αριστερά ως τον εσωτερικό εχθρό. Η Μακρονία επαναλαμβάνει διαρκώς ότι η Αριστερά είναι εκτός δημοκρατικού τόξου. Λένε ότι η αριστερή αντιπολίτευση της Ανυπότακτης Γαλλίας -και όχι η φασιστική αντιπολίτευση- είναι αυτή που δεν έχει νόμιμη θέση στη γαλλική πολιτική σκηνή. Αυτό το επιχείρημα εντάθηκε μετά τις ταραχές ενάντια στην αστυνομία το 2023, τις οποίες η Ανυπότακτη Γαλλία αρνήθηκε να καταδικάσει, και έγινε εκκωφαντικό αφότου εναντιώθηκε στο γενοκτονικό βομβαρδισμό της Γάζας από το Ισραήλ.
Η κυβέρνηση Μακρόν έκανε τόσα πολλά για να νομιμοποιήσει την ακροδεξιά και να δαιμονοποιήσει την Αριστερά που σήμερα ο φασίστας ηγέτης Ζορντάν Μπαρντελά μπορεί να επικαλείται μια δική του εκδοχή «μικρότερου κακού». Στο BFM TV, ένα από τα μεγαλύτερα μιντιακά δίκτυα, κάλεσε το συντηρητικό εκλογικό σώμα να «φράξει το δρόμο» στην Αριστερά -την Αριστερά που, με τα λόγια που θα μπορούσε να είχε γράψει ο ίδιος ο Μακρόν, «περνά την ώρα της προσβάλλοντας την αστυνομία μας, που θέλει να αφοπλίσει την αστυνομία, που αρνείται να αποκαλέσει τη Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση, που καταπατά τις επιχειρήσεις μας, που καταπατά τα χωράφια των αγροτών μας, που καταπατά την κοσμικότητα του κράτους». Κατέληξε: «Είμαι ο μόνος που μπορεί να φράξει το δρόμο στον Ζαν Λικ Μελανσόν, που μπορεί να φράξει το δρόμο στην ακροαριστερά»…
*Απόσπασμα συνολικότερου άρθρου, με τίτλο «Η Αριστερά ηγείται του αγώνα ενάντια στο φασισμό στη Γαλλία», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα RedFlag στην Αυστραλία.
H τελευταία βδομάδα πριν την κάλπη*
Του Τζον Μάλεν
[Ο Μακρόν] ισχυριζόταν ότι ήταν το μόνο εμπόδιο στο φασισμό. Αλλά αυτήν την φορά, ισχυρίζεται ότι θέλει να σώσει τη Γαλλία από τη δίδυμη απειλή του αριστερού και του δεξιού εξτρεμισμού. Στην πραγματικότητα, αντιγράφει πολιτικές της ακροδεξιάς και επιτίθεται στην Αριστερά όποτε μπορεί.
Όταν δεν ήταν απασχολημένος να ψάχνει απελπισμένα κάποια μέτρα φορολογικής εξαγοράς για να διαφημίσει, έκανε επιθέσεις στο πρόγραμμα του Νέου Λαϊκού Μετώπου ως «απολύτως μεταναστευτικιστικό» (immigrationist), χρησιμοποιώντας έναν νεολογισμό που αποτελεί εφεύρεση των φασιστών. Την ίδια μέρα επιχείρησε να προσελκύσει τους τρανσφοβικούς, δηλώνοντας ότι κάποιες πολιτικές του ΝΛΜ είναι «γκροτέσκες, όπως το γεγονός ότι θα μπορείς απλά να πας στο δημαρχείο και να αλλάξεις το φύλο σου».
Ένας από τους βασικούς υποστηρικτές του, ο Φρανσουά Μπαϊρού, κραυγάζει ενάντια στις υποτιθέμενες «δύο θανάσιμες απειλές» που αντιμετωπίζει η Γαλλία -την Ανυπότακτη Γαλλία και την Εθνική Συσπείρωση.
Ο Μακρόν επιμένει ότι, ακόμα κι αν έχει τεράστιες απώλειες βουλευτών στις εκλογές, δεν θα παραιτηθεί από πρόεδρος. Αλλά τίποτα δεν μπορεί να είναι απολύτως σίγουρο.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, μια πλειοψηφία των ανθρώπων στη Γαλλία σήμερα δεν θεωρούν ότι η Εθνική Συσπείρωση «είναι απειλή για τη δημοκρατία» και πιστεύουν ότι έχει ξεπεράσει το φασιστικό της παρελθόν. Αλλά στην πραγματικότητα απλά προσποιείται ότι άλλαξε. Όπως γράφει ο Κέβιν Οβέντεν, τα τελευταία 30 χρόνια «υπήρξαν μια νίκη για τη βαθιά στρατηγική των Λεπέν για μια μακρά πορεία μέσα από τους θεσμούς ενώ ο κομματικός πυρήνας θα συντηρεί τις παραδόσεις του γαλλικού φασισμού».
Πολλά αφεντικά στη Γαλλία, τρομαγμένα από το πρόγραμμα κοινωνικής δικαιοσύνης που προωθεί η Αριστερά, έρχονται σε επικοινωνία με τον Μπαρντελά για να συζητήσουν μαζί του. Γενικά, τα αφεντικά στη Γαλλία, ενώ είναι χαρούμενα με την ύπαρξη μιας φασιστικής μειοψηφίας που σπρώχνει την πολιτική σκηνή προς τα δεξιά, δεν προτιμούσαν να τους δουν στην κυβερνητική εξουσία.
Αλλά αυτή τη βδομάδα, η επιλογή μιας κυβέρνησης με φασιστικό πυρήνα κανονικοποιήθηκε. Έχει κανείς την εντύπωση ότι το επόμενο τηλεοπτικό πρόγραμμα θα έχει θέμα «Πώς θα επηρεάσει μια κυβέρνηση RN την κηπουρική σας;». Με τη βοήθεια του Μακρόν και των ΜΜΕ, το RN μπορεί να παρουσιάζεται ως φρουρός της δημοκρατίας. Ο Μπαρντελά δήλωσε πρόσφατα ότι το κόμμα του θα υπερασπιστεί τους Γάλλους Εβραίους απέναντι στον αντισημιτισμό των Μουσουλμάνων και της άκρας Αριστεράς!
Το παραδοσιακό δεξιό κόμμα, οι Ρεπουμπλικάνοι, έσπασαν θεαματικά στα δύο την περασμένη βδομάδα, αντιμέτωποι με το ερώτημα μιας συμμαχίας με το RN. Για πολλά χρόνια, τα πολιτικά στελέχη της παραδοσιακής Δέξιας απέφευγαν μια τέτοια συμμαχία -κάποιοι γιατί είχαν αρχές, κάποιοι γιατί πίστευαν ότι αυτό θα αναστάτωνε τους ψηφοφόρους τους.
Σε αντίθεση με τις ελπίδες του Μακρόν, τα βασικά κόμματα της Αριστεράς σχημάτισαν μια συμμαχία, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο. Το γεγονός της ενότητας και ένα αρκετά ριζοσπαστικό πρόγραμμα, έδωσαν ώθηση σε μια δυναμική καμπάνια και ενθάρρυναν τους ανθρώπους να πιστέψουν ότι τώρα είναι η ώρα να κινηθούν ενάντια στο φασισμό. Πάνω από 10.000 νέοι άνθρωποι εντάχθηκαν στα δίκτυα της Ανυπότακτης Γαλλίας σε λίγες μέρες. Κάποιοι άνθρωποι γύρω μου μοιράζουν φυλλάδια για πρώτη φορά στη ζωή τους.
Δύο από τις μεγαλύτερες συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες ήρθαν σε ρήξη με την παράδοση, καλώντας ευθέως σε ψήφο για το Νέο Λαϊκό Μέτωπο. Κάποιες περιφερειακές συνδικαλιστικές ομοσπονδίες συγκρότησαν δίκτυα προεκλογικής καμπάνιας. Εβραϊκές αντι-σιωνιστικές συλλογικότητες, και οργανώσεις όπως η ATTAC και η Greenpeace έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους. Ο μεγάλος ποδοσφαιριστής Μάρκους Τουράμ δήλωσε ότι «πρέπει να παλεύουμε κάθε μέρα για να μην αποκτήσει την εξουσία το RN». Μερικές εκατοντάδες διοικητικά στελέχη του δημοσίου έχουν υπογράψει μια διακήρυξη όπου δηλώνουν ότι θα αρνηθούν να υπακούσουν σε ακροδεξιούς υπουργούς αν τους ζητηθεί να εφαρμόσουν ρατσιστικά μέτρα ή άλλα μέτρα που έρχονται σε αντίφαση με τις δημοκρατικές αξίες. Πεντακόσιοι καλλιτέχνες υπέγραψαν μια διακήρυξη καταγγελίας της ακροδεξιάς, ενώ ακαδημαϊκοί ίδρυσαν έναν καινούργιο «Σύνδεσμο για την Ακαδημαϊκή Ελευθερία»
Όπως γνωρίζουμε, οι εκλογές δεν είναι στο επίκεντρο της ταξικής πάλης, αλλά η δημιουργία του Νέου Λαϊκού Μετώπου επέτρεψε μια πολύ ευρύτερη και βαθύτερη αντιφασιστική κινητοποίηση. Οι διαδηλώσεις της νεολαίας την περασμένη βδομάδα φώναζαν ομόφωνα και «Λαϊκό Μέτωπο!» και «Είμαστε όλοι αντιφασίστες!».
Τα μεγάλα ΜΜΕ και η πολιτική Δεξιά κάνουν υπερωρίες στη δυσφήμιση του Νέου Λαϊκού Μετώπου και ιδιαίτερα της Ανυπότακτης Γαλλίας ως ακραία, βίαιη και αντισημιτική. Στην πιο αηδιαστική κυνική απόπειρα χειραγώγησης της εβδομάδας, ο βιασμός μιας 12χρονης Εβραίας από δύο 13χρονα αγόρια προκάλεσε μέρες μιντιακών «συζητήσεων» για τον «αντισημιτισμό της ριζοσπαστικής Αριστεράς». Σε μια από τις συγκεντρώσεις που καλέστηκαν ως αντίδραση σε αυτό το έγκλημα, εμφανίστηκαν εξτρεμιστές υποστηρικτές του Ισραήλ φωνάζοντας «Ο Μελανσόν στη φυλακή!».
Η προεκλογική καμπάνια και η αντιφασιστική κινητοποίηση πάνε χέρι-χέρι και πραγματικά, η εκλογική συμμαχία έγινε εφικτή λόγω της πίεσης από τα κάτω. Συμβολικά, την περασμένη εβδομάδα, καθώς τα 4 κόμματα διαπραγματεύονταν μια συμμαχία, εκατοντάδες νεαρά άτομα είχαν συγκεντρωθεί έξω από το κτίριο φωνάζοντας «Η νεολαία απαιτεί ένα λαϊκό μέτωπο!».
Στις 25 Ιούνη, υπήρξαν διαδηλώσεις των συνδικάτων ενάντια στο RN σε 200 πόλεις, ενώ υπήρξαν πολλές αντιφασιστικές κινητοποιήσεις και στις 23 Ιούνη, με έμφαση στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών. Αυτά συμπληρώνονται από γιορτές, πάρτι, συναυλίες, πορείες, κείμενα υπογραφών και εξορμήσεις με προκηρύξεις από μια μεγάλη ποικιλία οργανώσεων.
Πολλοί στο Νέο Λαϊκό Μέτωπο καταλαβαίνουν αυτό που δήλωσε ένας συνδικαλιστής ομιλητής στην εναρκτήρια συγκέντρωση της καμπάνιας του: «Δεν πρέπει να δώσουμε λευκή επιταγή σε μια κυβέρνηση του νέου λαϊκού μετώπου. Οι καπιταλιστές θα παραμένουν στη θέση τους. Θα εξακολουθήσουμε να χρειαζόμαστε απεργίες και κινητοποιήσεις». Αν τα πράγματα πάνε άσχημα στις εκλογές, αυτή θα είναι μόνο η αρχή ενός παρατεταμένου αγώνα.
*Αποσπάσματα του άρθρου «Μια βδομάδα πριν τις εκλογές: Οι φασίστες, ένα Λαϊκό Μέτωπο και η κρίση στη Γαλλία:» που δημοσιεύτηκε σε πολλά σάιτ της διεθνούς Αριστεράς.
Μια πρώτη αποτίμηση των αποτελεσμάτων
Του Πάνου Πέτρου
Η αυξημένη συμμετοχή στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία (66,71%) προσέγγισε ποσοστά που είχαν να παρουσιαστούν από το 1997 (67,9%) σε τέτοιου τύπου αναμέτρηση. Όχι τυχαία. Οι εκλογές του 1997 ήταν και αυτές πρόωρες, προκηρυγμένες σε συνθήκες πολιτικής κρίσης, από έναν πρόεδρο που επίσης είχε μπει σε κρίση αμφισβήτησης (Σιράκ). Ήταν επίσης οι τελευταίες που έγιναν σε διαφορετικό χρόνο από τις προεδρικές.
Το 2022 ήταν η πρώτη φορά (μετά τη σύνδεση προεδρικών/βουλευτικών) που το εκλογικό σώμα δεν έδωσε την αυτοδυναμία στο νικητή των προεδρικών. Φέτος ήταν η πρώτη φορά μετά από αυτή τη θεσμική αλλαγή που ο Γάλλος Πρόεδρος υποχρεώνεται να διαλύσει πρόωρα τη Βουλή.
Οι εκλογές αυτού του Ιούνη-Ιούλη είχαν πολιτική σημασία και γι’ αυτό ενεργοποίησαν αριθμούς ψηφοφόρων ασυνήθιστα ψηλούς για βουλευτικές εκλογές (περίπου 33 εκατομμύρια), χωρίς να παραγνωρίζουμε ότι 1 στους 3 Γάλλους δεν πήγε να ψηφίζει.
Ακροδεξιά συσπείρωση
Το κόμμα της Λεπέν κατάφερε να ενεργοποιήσει την εκλογική του βάση, να ρουφήξει τις ψήφους των ακροδεξιών ανταγωνιστών του (την «Επανακατάκτηση» του Ζεμούρ που κατέβηκε αυτόνομα και καταβυθίστηκε στις 240.000 ψήφους), να αποσπάσει τη στήριξη όλων των (όχι αμελητέων) μικρομεσαίων κομμάτων της υπερσυντηρητικής και «κυριαρχικής» Δεξιάς που φέτος δεν κατέβηκαν καν στην κούρσα, καλώντας εξαρχής σε ψήφο στο RN. Κάπως έτσι συγκέντρωσε 9.380.000 ψήφους (29,25%). Σε αυτούς προστίθενται και οι 1.250.000 ψήφοι (3,9%) που συγκέντρωσαν οι υποψήφιοι της πτέρυγας των Ρεπουμπλικάνων που -υπό τον Σιοτί- προτίμησαν τη συνεργασία με την ακροδεξιά.
Ο αριθμός των ψηφοφόρων αντανακλά την -παγιωμένη δυστυχώς- επιρροή της αθροισμένης ακροδεξιάς στη Γαλλία (όπως μετρήθηκε στις τελευταίες προεδρικές). Αλλά το RN κατέγραψε μια πολύ μεγάλη και απειλητική τομή. Είναι η πρώτη φορά που αναδεικνύεται ως πρώτη δύναμη σε κάλπη που αφορά την κυβερνητική εξουσία στη Γαλλία (στις ευρωεκλογές κέρδιζε ανελιπώς από το 2014, αλλά δεν μεταφραζόταν σε αντίστοιχη επιτυχία στις εθνικές). Το καταφέρνει στις βουλευτικές, όπου το εκλογικό σύστημα (δύο γύροι και μονοεδρικές περιφέρειες) παραδοσιακά «βασάνιζε» το ακροδεξιό κόμμα να προσεγγίσει έστω τα σκορ που πετύχαιναν οι Λεπέν στις προεδρικές. Και το καταφέρνει χάρη στις καλές του επιδόσεις, κι όχι στην κατάρρευση των αντιπάλων. Το RN, έχει πλέον αποκτήσει τον εκλογικό αέρα (και το άνωθεν «σπρώξιμο» όπως εξηγείται στις προηγούμενες σελίδες…) που ενισχύει συνήθως τις δυνάμεις που γίνονται αντιληπτές ως «κυβέρνηση σε αναμονή»…
Το κέντρο σε κρίση
Ο μακρονισμός επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε «αποδρομή». Το συνονθύλευμα προσωπικοτήτων και «μεταγραφών» από δεξιά κι αριστερά που συγκρότησε ο Μακρόν μετά τη νίκη του 2017 για να φτιάξει -τότε- κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα τον υποστηρίζει, αποδείχθηκε εύθραστο κατασκεύασμα. Δεν απέκτησε ποτέ σοβαρό έρεισμα στην κοινωνία, συνταράχτηκε συθέμελα από τα μεγάλα γεγονότα της τελευταίας 6ετίας και σήμερα απέτυχε να συσπειρώσει γύρω από την ανάγκη να διασωθεί το «κέντρο» απέναντι σε «δεξιούς κι αριστερούς εξτρεμιστές». Στο «συναγερμό» αυτό ανταποκρίθηκαν 6.820.000 ψηφοφόροι (21,3%), καθιστώντας το Ensemble τον πόλο που καρπώθηκε τα λιγότερα από την αυξημένη συμμετοχή (5.860.000 είχε κερδίσει σε συνθήκες γενικευμένης αδιαφορίας το 2022) και ρίχνοντάς το στην τρίτη θέση.
Η πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων που συγκρούστηκε με τον Σιοτί και επέλεξε την ανεξαρτησία από το RN συγκέντρωσε 2.100.000 ψήφους και 6,57%. Επικράτησε στον άτυπο εμφύλιο, αλλά ούτε οι μεν ούτε οι δε μπόρεσαν να παρουσιάσουν την παραμικρή υποψία τάσης αντιστροφής της παρακμής της παραδοσιακής γαλλικής Δεξιάς.
Η καμπάνια του Νέου Λαϊκού Μετώπου συγκέντρωσε 9 εκατομμύρια ψήφους (28,14%). Μετά την ακροδεξιά, είναι η άλλη δύναμη που κατόρθωσε να κινητοποιήσει την εκλογική της βάση, πετυχαίνοντας κι αυτό μια συσπείρωση που αντανακλά την επιρροή της «πλατιάς Αριστεράς», όπως αυτή καταγράφηκε -αθροιστικά- στις τελευταίες προεδρικές.
Σε κάθε περίπτωση, η αριθμητική των ψήφων δεν δείχνει τεκτονικές αλλαγές και μετατοπίσεις στην εικόνα «τριχοτόμησης της γαλλικής κοινωνίας» που είχε φανεί από το 2022. Αλλά το εκλογικό σύστημα (που στρεβλώνει, αλλά και διαμορφώνει εκλογικές συμπεριφορές) ανέδειξε ότι μεγαλύτερη δυναμική -που τους επιτρέπει να διεκδικούν δύναμη, έδρες και πρωταγωνιστικό ρόλο- έχουν τα «δύο άκρα», με το «κέντρο» να υποχωρεί σε τρίτο ρόλο.
Προοπτικές στην Αριστερά
Ήταν εξαρχής δύσκολη μια (υπέρ της Αριστεράς) μεγάλη πολιτική ανατροπή του διαμορφωμένου σκληρού τοπίου στη Γαλλία. Αλλά οι πολιτικοί πρωταγωνιστές αλλάζουν. Η περίοδος που η ακροδεξιά εμφανιζόταν ως «ο βασικός ανταγωνιστής» του Μακρόν δείχνει να δίνει τη θέση της σε μια πολωμένη περίοδο που η Αριστερά εμφανίζεται ως «ο βασικός ανταγωνιστής» της Λεπέν. Αυτό, ειδικά σε μια χώρα με ζωντανά και ζωηρά κοινωνικά κινήματα, δεν είναι καθόλου αμελητέα παρακαταθήκη για τη δύσκολη περίοδο μπροστά.
Ασφαλώς, αυτή η Αριστερά ξεκινά από θέση άμυνας και επιπλέον δεν είναι καθόλου ενιαία. Η βασικότερη «σκιά» στο θετικό αποτέλεσμα, στην πιθανή αξιοποίησή του, στις προοπτικές που μπορεί να ανοίξει ή να μην ανοίξει, αφορά και τον συσχετισμό στο εσωτερικό της. Η ανάκαμψη των Σοσιαλιστών στις ευρωεκλογές (13,8%) τους επέτρεψε να αυξήσουν το πολιτικό τους βάρος στη συμμαχία (σε σχέση με τη NUPES το 2022). Η Ανυπότακτη Γαλλία διατηρεί τη δική της δυναμική. Το 10% που πέτυχε στις ευρωεκλογές υπήρξε μια «τομή» σε σχέση με την παραδοσιακή αδυναμία της σε κάλπες που δεν περιστρέφονται γύρω από την προσωπικότητα του Μελανσόν, και ίσως υποδηλώνει μια ποιοτική αλλαγή στη σχέση της με την κοινωνική της βάση. Εχθροί και φίλοι αναγνωρίζουν ότι οι «Ανυπότακτοι» λειτούργησαν ως ο βασικός κινητήρας του Νέου Λαϊκού Μετώπου, παρότι σήκωσαν όλο το βάρος της συκοφάντησης από τα ΜΜΕ, την ακροδεξιά, τον Μακρόν (και κάποιους «συμμάχους» τους).
Ενόψει δεύτερου γύρου, η «προβολή εδρών» δείχνει ότι το RN βαδίζει προς μια μεγάλη νίκη που όμως δεν του εξασφαλίζει την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Πάντως η Le Monde προειδοποιεί ότι δεν είναι ασφαλής μέθοδος αυτή η «προβολή» (με βάση δημοσκοπήσεις), χωρίς να παίρνει υπόψη πιθανές συμφωνίες, αποχωρήσεις από την κούρσα, επίπεδα συμμετοχής, «μηνύματα» που θα εκπέμψουν κομματικές ηγεσίες κ.ο.κ. Αυτά ήταν υπό διαμόρφωση την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές.
Γνωρίζουμε ότι από τις συνιστώσες του Νέου Λαϊκού Μετώπου υπάρχει η διάθεση απόσυρσης των υποψηφίων του σε εκείνες τις περιφέρειες όπου βγήκε τρίτο, ενώ ο Μελανσόν δήλωσε «ούτε μια ψήφος, ούτε μια έδρα παραπάνω στη Λεπέν». Στη «Μακρονία» τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Οι γενικές εκκλήσεις για «δημοκρατικό μέτωπο» συχνά αποκλείουν από αυτό τους υποψήφιους της… Ανυπότακτης Γαλλίας. Το μακρονικό Ensemble δεν έχει σαφή τοποθέτηση για τις περιφέρειες όπου βρίσκονται υποψήφιοί του στην τρίτη θέση και είναι πιθανό να υπάρξουν τοπικές ποικιλίες. Ο Μπαρντελά στη βασική μετεκλογική παρέμβασή του, επέλεξε να μην αναφερθεί καν στο (νεκροζώντανο) μακρονικό στρατόπεδο, εξαπολύοντας δηλητηριώδεις επιθέσεις στην «ακροαριστερά».
Όποια κι αν είναι η σύνθεση της νέας Βουλής, θα ανοίξει μια σκληρή περίοδο κρίσης. Όπου το RN θα συνεχίσει να αξιοποιεί την πολιτική δύναμη (και τους υλικούς πόρους) που συγκεντρώνει συστηματικά, με το βλέμμα στο «μεγάλο έπαθλο», την είσοδο της Λεπέν στο Μέγαρο των Ηλυσίων. Απέναντι σε αυτή την σκοτεινή απειλή -ακόμα κι αν γίνει πραγματικότητα- αξίζει να κρατήσουμε ένα στοιχείο. Σε αντίθεση πχ με την Ιταλία, όπου η προηγούμενη κοινωνική ήττα επέτρεψε «να μην ανοίξει μύτη» μετά τη νίκη της Μελόνι, η Γαλλία τα τελευταία χρόνια «παράγει» άνα 1-2 χρόνια κινηματικά γεγονότα που στις περισσότερες χώρες θεωρούνται «ολόκληρης γενιάς». Αυτά δημιουργούν αντισώματα. Οι διαδηλώσεις την εβδομάδα πριν τον πρώτο γύρο και αυτές που ξέσπασαν αμέσως μετά το αποτέλεσμα του, προειδοποιούν ότι η εκλογική αποτελεσματικότητα του RN δεν σημαίνει και ότι επελαύνει αμαχητί…