Πολιτικό σχόλιο
ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ
To 2025 βρίσκει το ΠΑΣΟΚ να έχει παγιώσει τη θέση του ως δεύτερο κόμμα και να λειτουργεί και τυπικά ως η αξιωματική αντιπολίτευση, μετά και τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν έχει δυναμική για να απειλήσει την Νέα Δημοκρατία και να εμφανιστεί ως ισχυρός πόλος διακυβέρνησης. Ειδικά από τη στιγμή που η ηγεσία Ανδρουλάκη, ακολουθεί τη στρατηγική της «συναινετικής αντιπολίτευσης». Ακόμα και στη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό, πέρα από γενικόλογες καταγγελίες για τη δυσθεώρητη ακρίβεια και την κακοδιαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν παρουσίασε καμία τολμηρή πρόταση για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και της νεολαίας. Από την άλλη, η διεκδίκηση της «ιδέας» για τα μέτρα-χάδι που ανακοίνωσε ο Μητσοτάκης για τις τράπεζες και η υπερψήφιση των εξοπλισμών, ενίσχυσαν το προφίλ «καθεστωτικής υπευθυνότητας» της Χαρ. Τρικούπη. Είναι εμφανές, πώς ο Ανδρουλάκης ακολουθεί τη συνταγή του «ώριμου φρούτου» και την τακτική των Εργατικών του Στράμερ στη Μ. Βρετανία. Επιχειρεί δηλαδή να ασκήσει δηλαδή «σοβαρή αντιπολίτευση», για να εμφανιστεί ως ικανότερος κυβερνητικός διαχειριστής. Μόνο που ειδικά σήμερα, αυτή η λογική σημαίνει θολές διαχωριστικές από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ και καμία εναλλακτική λύση στη φτώχεια και τις ανισότητες. Κυρίως, μια τέτοια αντίληψη, απλά κρατάει τον Μητσοτάκη στο Μαξίμου.
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΧΑΡΑΤΣΙΑ
Με σημαντικές αυξήσεις στα δημοτικά τέλη, αλλά και στους υπόλοιπους δημοτικούς φόρους, συνεχίζεται ο μηχανισμός αφαίμαξης των δημοτών και τη νέα χρονιά. Οι αυξήσεις στις περισσότερες περιπτώσεις κυμαίνονται από 30% έως και 60%, ενώ σε κάποιους Δήμους αγγίζουν ακόμη και το 250%. Η πρόσφατη απόφαση του ΕΣΔΝΑ για καταβολή πάνω από 203 εκατ. το 2025 από τους 66 δήμους της Αττικής για το «τέλος ταφής» (έναντι 93 εκατ. το 2024), έρχεται να απογειώσει τη ληστρική πολιτική του κράτους, μέσω τον ΟΤΑ. Ειδικά το χαράτσι για την ταφή των απορριμμάτων, έχει φέρει σοβαρές αντιδράσεις από δημάρχους και άλλα στελέχη της Αυτοδιοίκησης που καταγγέλλουν «οικονομικό στραγγαλισμό» των δήμων και των δημοτών. Δήμος Αθήνας και Περιφέρεια Αττικής, τσακώνονται για το ποιος ευθύνεται για το συγκεκριμένο χαράτσι (το οποίο έχει νομοθετηθεί από το 2012 και επί ΝΔ τροποποιήθηκε σε κλιμακωτή χρέωση), χωρίς φυσικά να αμφισβητούν τις μπίζνες με τη διαχείριση των σκουπιδιών. Πανάκριβα δημοτικά τέλη για υποβαθμισμένες υπηρεσίες, με ανύπαρκτη ανακύκλωση χωρίς ουσιαστική βελτίωση στη διαχείριση των απορριμμάτων. Η «δημοσιονομική σταθερότητα», η απόδοση μειωμένων Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) και η υιοθέτηση της λογικής της «ανταποδοτικότητας» και των ιδιωτικοποιήσεων, μετατρέπει όλο και περισσότερο τους δήμους σε εισπράκτορες φόρων και σε «κυνηγούς» πηγών χρηματοδότησης.
ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΑΝΑΒΡΑΣΜΟΣ
Σε αναβρασμό βρίσκονται οι αγρότες, καταγγέλλοντας την κυβέρνηση πως δεν τήρησε τις υποσχέσεις της, μετά τη λήξη των περσινού τους αγώνα. Πέρσι τον Μάρτιο, στη συνάντησή τους με τον πρωθυπουργό, εξαγγέλθηκαν 6 μέτρα από τα οποία κανένα δεν έχει υλοποιηθεί. Ταυτόχρονα διαμηνύουν ότι θα ξεκινήσουν άμεσα κινητοποιήσεις. Εκπρόσωποι αγροτών από 100 συλλόγους και 15 Ομοσπονδίες από όλη την Ελλάδα, που ταξίδεψαν στη Λάρισα στα μέσα Δεκέμβρη, αποφάσισαν να βγάλουν τα τρακτέρ στους δρόμους, το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου. Όπως μεταφέρθηκε στην ευρεία σύσκεψη, η χρονιά που διανύουμε ίσως να ήταν η καταστροφικότερη για τις καλλιέργειες καθώς η παραγωγή ήταν τόσο μικρή που σε κάποιες περιπτώσεις έφτασε το 50% με 70%, σε σύγκριση με τις προηγούμενες χρονιές. Η αποκαρδιωτική παραγωγή ήταν αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης, των πλημμυρών και του παρατεταμένου καύσωνα στη διάρκεια του καλοκαιριού. Επίσης, χιλιάδες ζώα θανατώθηκαν εξαιτίας της πανώλης και της ευλογιάς. Αν στη μικρή παραγωγή, προστεθούν η ΚΑΠ της ΕΕ, οι χαμηλές τιμές πώλησης των αγροτικών προϊόντων, η ακριβή ενέργεια (ηλεκτρικό ρεύμα και πετρέλαιο), το θέμα της άρδευσης και ο αναχρονιστικός κανονισμός του ΕΛΓΑ (δεν αποζημιώνει την πραγματική αξία της απώλειας παραγωγής και κεφαλαίου από τις ζημιές και τις νόσους), καταλαβαίνει κανείς ότι η ικανοποίηση των αιτημάτων του αγροτικού κόσμου, αποτελεί ζήτημα επιβίωσης.