Το ιδεολογικό-συναισθηματικό φορτίο με το οποίο έχουν επενδυθεί τα Χριστούγεννα («και επί γης ειρήνη…») και η Πρωτοχρονιά (με την «αλλαγή» του χρόνου να συνδέεται με την ευχή-προσδοκία και αλλαγών προς το καλύτερο…) ήρθε φέτος σε κατάφωρη αντίθεση με την πραγματικότητα που έχει διαμορφώσει ο σύγχρονος καπιταλισμός.
Πρώτα και πάνω απ’ όλα στη Γάζα, όπου μια γενοκτονία συνεχίζεται ασταμάτητη για 16ο μήνα. Αλλά και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή (Δυτική Όχθη, Συρία, Λίβανος), και στα πεδία των μαχών στην Ουκρανία, και στις ενεργές συρράξεις στην Αφρική (με πιο αποτρόπαιο τον εμφύλιο στο Σουδάν). Σε αυτές τις γωνιές του πλανήτη, οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι δεν σταμάτησαν ποτέ, και σήμερα παροξύνονται από την κορύφωση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.
Αυτοί οι ανταγωνισμοί, στο φόντο της οικονομικής κρίσης/στασιμότητας και της ανάδυσης του πολύ-πολικού κόσμου με τις τάσεις κατακερματισμού της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας σε περιφρουρημένες «ζώνες», διαπλέκονται όλο και πιο στενά με την εξορυκτική στρατηγική. Σε πείσμα της κλιματικής κατάρρευσης, τα ορυκτά καύσιμα συνεχίζουν να κυριαρχούν ως τα πιο κερδοφόρα (και δεμένα με «χίλια νήματα» με την ίδια την λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας). Η επαναφορά της πυρηνικής ενέργειας στο τραπέζι των επιλογών αναβαθμίζει τη σημασία της πρόσβασης σε ουράνιο. Η σταδιακή μεγέθυνση της ηλεκτρικής οικονομίας, αλλά και ευρύτερων τεχνολογικών καινοτομιών συνδυάζεται με την κούρσα για πολύτιμα ορυκτά (κοβάλτιο, νικέλιο, λίθιο, υποπροϊόντα βωξίτη/αλουμίνας και ψευδαργύρου).
Το κυνήγι αυτών των -πεπερασμένων- πρώτων υλώνκαι των εφοδιαστικών αλυσίδων μεταφράζεται στον νέο «αγώνα για την Αφρική», στα αντιπαραθετικά σχέδια «Διαδρόμων» από την Ασία προς την Ευρώπη, αλλά και στη νέα επικίνδυνη κούρσα στην Αρκτική, που ξεχωρίζει για τον κυνισμό με τον οποίο επιχειρεί να κάνει το λιώσιμο των πάγων… ευκαιρία.
Αυτός ο ανταγωνισμός έχει φέρει πιο κοντά από κάθε άλλη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την προοπτική μιας γενικευμένης σύρραξης μεταξύ Μεγάλων Δυνάμεων, όχι δι’ αντιπροσώπων, ούτε σε κάποιες μακρινές, «σκουρόχρωμες», γωνιές από τις οποίες μπορεί η κοινή γνώμη των αναπτυγμένων χωρών να αποστρέφει το βλέμμα της.
Καθώς ξεκινά το 2025, στον αέρα πλανιέται «το πνεύμα του 1914». Η κατεύθυνση της καπιταλιστικής οικονομίας στην ενίσχυση του μιλιταρισμού και τα σφραγισμένα σύνορα αποτελούν τη σύγχρονη πολιτική «πρόταση» των αστικών ηγεσιών, που κλονίζονται από οικονομική στασιμότητα, από την ανάγκη να περιφρουρήσουν τις θέσεις τους στο διεθνή ανταγωνισμό, από πολιτικές κρίσεις.
Το 2025 βρίσκει τη Γαλλία με τον προϋπολογισμό του… 2024 και με μια κυβέρνηση ζόμπι να καλείται να διαχειριστεί το αυξημένο δημόσιο χρέος και το μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα. Βρίσκει τη Γερμανία να βαδίζει σε πρόωρες εκλογές, ενώ παραμένει καθηλωμένη σε στασιμότητα-συρρίκνωση που κάνει την προσήλωση στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς μια πολύ δύσκολη εξίσωση.
Ο «σπαρτιάτικος» κόσμος που διαμορφώνει ο συνδυασμός του μιλιταρισμού, της σκληρής λιτότητας, του αυταρχισμού και των συντηρητικών ιδεών που τον «νομιμοποιούν» θρέφει την διεθνή ακροδεξιά. Στις συνθήκες που διαμορφώνονται πλέον, αυτή διεκδικεί (ή και κατέλαβε ήδη) την κυβερνητική εξουσία. Όταν το σύστημα γνωρίζει ότι θα πάρει αχρείες αποφάσεις, καλεί στην πολιτική εξουσία το πιο αχρείο πολιτικό προσωπικό. Το 2025 ξεκινά με την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ. Τέσσερα χρόνια μετά την έφοδο στο Καπιτώλιο και την απόπειρα ανατροπής του εκλογικού αποτελέσματος, οι τραμπούκοι ανακτούν τον έλεγχό του νόμιμα και θεσμικά.
Η Ελλάδα δεν στέκεται έξω από αυτόν τον διεθνή «χορό». Οικονομικά, η κυβέρνηση κρύβεται πίσω από τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Πρόκειται για έναν πήχη πολύ χαμηλό. Αλλά, κυρίως, αυτός ο ισχυρισμός δεν λέει όλη την αλήθεια, δηλαδή το πόσο απέχει ακόμα η ελληνική οικονομία από τα μεγέθη που είχε πριν την κρίση και τη μνημονιακή καταστροφή. Πολιτικά, το 2024 κατέγραψε τις απώλειες του Μητσοτάκη και την αδυναμία της αντιπολίτευσης, που συνδυαστικά δημιουργούν και στην Ελλάδα περιβάλλον επερχόμενης πολιτικής κρίσης. Πολύ πιο μεγάλες μπορεί να αποδειχθούν σε αυτή τη γωνιά της γης οι γεωπολιτικές φουρτούνες των ανταγωνισμών. Στην κινούμενη άμμο της Ανατολικής Μεσογείου, η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεργεί στη γενοκτονία στη Γάζα, πυκνώνει τις επαφές με συμμάχους (Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, ΗΑΕ) ανήσυχους για τις εξελίξεις στη Συρία ή και ανοιχτά εχθρικούς προς την Τουρκία, επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει στο ενεργειακό παιχνίδι (σύνδεση με Κύπρο-Ισραήλ) αλλά και στο ακόμα μεγαλύτερη παιχνίδι των «Διαδρόμων» (Ινδίας-Ευρώπης). Προς αυτούς τους στόχους, βρίσκεται στο «πρώτο τραπέζι» των ευρωατλαντικών σχεδιασμών ενώ καθοδηγεί ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα-μαμούθ που προκαλεί διαρκή αιμορραγία σε πολύτιμους κοινωνικούς πόρους που θα μπορούσαν να στηρίξουν τις ανάγκες μιας κοινωνίας που δοκιμάζεται σκληρά από τη λιτότητα και τον πληθωρισμό. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί με δεξιές στροφές (ρατσισμός, ξαφνική επίθεση στη λεγόμενη «woke culture») να αντιμετωπίσει την εσωτερική αμφισβήτηση, αλλά καταλήγει να αυγατίζει τις δυνατότητες του χώρου στα δεξιά της ΝΔ, που -ευτυχώς- στην Ελλάδα παραμένει κατακερματισμένος κι ανερμάτιστος. Για πόσο ακόμα;
Το 2025 προαναγγέλει συνέχεια αυτής της πολιτικής (λιτότητα, εξοπλισμοί) σε όλα τα επίπεδα, απέναντι σε αντιπολιτεύσεις (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) που προτείνουν… αναμονή ως το 2027 και την επόμενη κάλπη. Ο Κώστας Σημίτης μπορεί να πέθανε, αλλά το «πνεύμα» του συνεχίζει να επιβιώνει και μέσα στη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση και στις γραμμές της μεταλλαγμένης σοσιαλφιλελεύθερης αντιπολίτευσης. Με μια έννοια ζούμε ακόμα στην πολιτική αθλιότητα για την εμπέδωση της οποίας έπαιξε καθοριστικό ρόλο.
Για να γίνει το 2025 χρονιά ελπίδας, θα χρειαστεί η παρέμβαση του κινήματος από τα κάτω και οι πρωτοβουλίες της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που θα στηρίξουν αυτούς τους αγώνες και θα τους δώσουν προοπτική.
Απέναντι στο «πνεύμα του 1914», οφείλουμε να ανατρέξουμε στην ιστορική-ταυτοτική αντίσταση των τότε ριζοσπαστικών δυνάμεων του εργατικού-σοσιαλιστικού κινήματος στον μιλιταρισμό.
Απέναντι σε πολιτικά καθεστώτα που «σαπίζουν» αλλά δείχνουν ισχυρά κι ακλόνητα λόγω της καταστολής και της σχετικής κοινωνικής αδράνειας, οφείλουμε -παρά τις πολύ μεγάλες διαφορές- να διαβάσουμε δημιουργικά την κατάρρευση της δυναστείας των Άσαντ και να ελπίζουμε ότι αυτή θα δώσει νέα ώθηση στο συριακό λαό να γράψει μια νέα καλύτερη σελίδα, αλλά και στους λαούς της περιοχής να αψηφίσουν τους δυνάστες τους.
Στο βαθύ γκρίζο τοπίο που ζούμε, υπάρχουν πάντα κάποιες φωτεινές ρωγμές που δείχνουν πού βρίσκεται η ελπίδα. Από τις περιφερειακές εξεγέρσεις (Μπαγκλαντές, Αφρική) μέχρι την αποτροπή του πραξικοπήματος στη Νότια Κορέα. Αλλά με σταθερή πηγή έμπνευσης την Παλαιστινιακή Αντίσταση, που κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, ενάντια σε Θεούς και Δαίμονες, μέσα στην πιο μαύρη στιγμή της σύγχρονης ιστορίας, επιμένει να αγωνίζεται και να μην τα παρατάει.
Αν αντέχουν, ελπίζουν κι αγωνίζονται αυτοί, εμείς δεν δικαιούμαστε ούτε να τους αφήσουμε μόνους, ούτε να χάνουμε το κουράγιο και την ελπίδα στους αγώνες μας εδώ. Με αυτή την έννοια, οι παλαιστινιακές σημαίες στο Σύνταγμα ήταν το πιο ηχηρό και ταιριαστό «καλωσόρισμα» του 2025.