Ανοιχτοί ιστορικοί λογαριασμοί

Εξήντα πέντε χρόνια συμπληρώνονται στις 21 Μαρτίου από την δολοφονία εξήντα εννέα μαύρων διαδηλωτών/διαδηλωτριών από την αστυνομία κατά την διάρκεια διαμαρτυρίας ενάντια στα μέτρα του Απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής στο Σάρπβιλ. Η τραγική επέτειος έρχεται σε μια περίοδο επανόδου του Ρεπουμπλικανού προέδρου Τραμπ που περιτριγυρίζεται και χρηματοδοτείται από δισεκατομμυριούχους με ρίζες στη λευκή μειονότητα της Νοτίου Αφρικής. Έτσι, η ισχυρότερη εξουσία του κόσμου μοιάζει να επιδιώκει την επανάληψη ενός ζοφερού παρελθόντος από τη Νότιο Αφρική ως την Παλαιστίνη.
Η προϊστορία
Το απαρτχάιντ, από την ολλανδική λέξη apart (που σημαίνει «διαχωρίζω») εφαρμόστηκε ως κρατική επίσημη πολιτική για πρώτη φορά στη Νότιο Αφρική το 1948, από το Εθνικό Κόμμα (National Party), εκλεγμένο από μία μικρή μερίδα λευκών ψηφοφόρων. Φυσικά, ο ρατσισμός, οι φυλετικές διακρίσεις, η εκμετάλλευση και η συστημική βία της φασίζουσας «λευκής υπεροχής» είχαν αρχίσει να ριζώνουν στη νοτιοαφρικάνικη κοινωνία από πολύ νωρίτερα, από τον 17ο αιώνα όταν οι πρώτοι λευκοί αποικιοκράτες πάτησαν στην περιοχή. Το 1948, όμως, η αδικία έγινε -κυριολεκτικά- νόμος.
Ειδικότερα, έγινε νόμος απαγόρευσης των μεικτών γάμων, νόμος κατηγοριοποίησης του πληθυσμού ανάλογα με τη «φυλή» του (ινδοί, μιγάδες, μαύροι, λευκοί), νόμος απαγόρευσης των απεργιών στους μαύρους εργάτες, νόμος μετεγκατάστασης γηγενών πληθυσμών, νόμος καταστολής του κομμουνισμού και πολλά τερατώδη και ανατριχιαστικά ακόμα μέτρα. Η χώρα γέμισε ταμπέλες «μόνο λευκοί» και το «pass law» επέβαλε στους ιθαγενείς να κουβαλούν ένα πάσο/διαβατήριο, το οποίο περιλάμβανε την κυβερνητική τους άδεια να βρίσκονται σε συγκεκριμένες συνοικίες.
Ακολούθησαν απεργίες, στάσεις εργασίας, ειρηνικές κινητοποιήσεις, όπως εκείνη της 21ης Μαρτίου 1960 στο Σάρπβιλ, στο πλαίσιο του antipass campaign, που διεκδικούσε ελευθερία μετακίνησης. Ορισμένοι άφησαν τα πάσα τους σπίτι, ορισμένοι τα κατέστρεψαν έξω από το αστυνομικό τμήμα ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Η αστυνομία εκείνη τη μέρα άνοιξε πυρ και βύθισε την πόλη στο αίμα, οι νεκροί/ες 69, οι τραυματίες/σμένες 180. Η σφαγή του Σάρπβιλ ήταν η αρχή μιας κατασταλτικής θωράκισης του καθεστώτος, αλλά και ένα σημείο καμπής για την κατακραυγή του Απαρτχάιντ διεθνώς και την κλιμάκωση της αντίστασης στο εσωτερικό. Στις μεθόδους πάλης προστέθηκε ο ένοπλος αγώνας πόλης, με την οργάνωση «Δόρυ του Έθνους», πρωτεργάτης της οποίας υπήρξε ο Νέλσον Μαντέλα.
Στο διεθνές περιβάλλον, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, το 1966 καθιέρωσε την 21η Μαρτίου ως την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού και των Φυλετικών Διακρίσεων, ενώ από τη δεκαετία του 1970, οι μαζικοί αγώνες της Μαύρης εργατικής τάξης και το πολυδιάστατο εμπάργκο διαρκείας μέσα από τη δράση του διεθνούς κινήματος για μποϊκοτάζ στη Νότιο Αφρική άρχισε να αποδυναμώνει την λευκή, αστική της τάξη και σταδιακά το καθεστώς απαρτχάιντ, διεθνώς απομονωμένο και κάτω από το δίλημμα «προσαρμογή ή αφανισμός» κατέρρευσε. Το μαχητικό κίνημα κατάφερε επιτέλους να ρίξει το απαρτχάιντ το 1991, και να εκλέξει το 1994 για πρώτη φορά στην ιστορία Μαύρο πρόεδρο, τον Μαντέλα, με το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο (ANC), το όχημα που πρωτοστάτησε στον αγώνα ενάντια στο απαρτχάιντ. Όμως ο αγώνας ενάντια στην καταπίεση παραμένει μισοτελειωμένος.
Νότια Αφρική: Ο αγώνας έμεινε στη μέση
Στο εσωτερικό της Νοτίου Αφρικής, μπορεί να αποκαταστάθηκε η πολιτική ισότητα, αλλά η αστική, λευκή τάξη διατήρησε ακλόνητη την οικονομική της κυριαρχία στην χώρα. Για παράδειγμα, από το αδιανόητο ποσοστό του 92% γης που ανήκε στην λευκή μειονότητα όταν ανέλαβε το Εθνικό Κόμμα το 1948, το 2014 -μετα από τέσσερις θητείες του ANC- είχε αναδιανεμηθεί μόνο το 7% και, μάλιστα, το μεγαλύτερο μέρος του δεν είχε καν παραγωγική χρήση. Να σημειωθεί, ότι ο αρχικός στόχος που απέτυχε με κρότο ήταν η αναδιανομή του 30% της αγροτικής γης στους μαύρους εργάτες που τη φρόντιζαν.
Σήμερα, ο Ντόναλντ Τραμπ, στο πλευρό του πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο, γεννημένου και μεγαλωμένου σε λευκή ολιγαρχική οικογένεια που πλούτισε επί Απαρτχάιντ, Έλον Μασκ, φαίνεται ότι αρχίζει να ανοίγει μέτωπο και προς τη Νότια Αφρική.
Συγκεκριμένα, στις αρχές του Φεβρουαρίου, λίγες μέρες αφού παγώσαμε όλοι και όλες με τον ναζιστικό χαιρετισμό του Έλον Μασκ στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ, ο νέος πρόεδρος ανακοίνωσε πως οι ΗΠΑ δεν θα χορηγούν στο εξής οικονομική βοήθεια στη Νότιο Αφρική. Αφορμή για την εξαγρίωση του στάθηκε ένας νόμος που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής και προβλέπει πολύ δειλές και περιορισμένες απαλλοτριώσεις γαιών (μη-παραγωγικών και με καταβολή αποζημίωσης). Φυσικά, στην πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας που συνοδεύει κάθε φράση που εκτοξεύει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, το μέτρο αυτό συνιστά «διάκριση σε βάρος των λευκών Νοτιοαφρικανών» και προωθεί «άδικες, ανήθικες ενέργειες». Στο ίδιο πλαίσιο ανακατασκευής του προσδιορισμού του θύτη και του θύματος, ο Έλον Μασκ, επικροτεί διαδικτυακά διάφορους ισχυρισμούς για μια επαπειλούμενη «γενοκτονία των λευκών» στην «πατρίδα του» (τη Νότιο Αφρική). Τα πραγματικά θύματα μιας πραγματικής γενοκτονίας των καιρών μας φυσικά βρίσκονται στην Παλαιστίνη.
Ο Μασκ, όμως, δεν είναι ο μοναδικός χρηματοδότης του “πρότζεκτ Τραμπ” που έχει σχέσεις με το σκοτεινό παρελθόν της Νότιας Αφρικής. Σύμφωνα με έρευνα του Guardian, ο Πέτερ Τίελ, γερμανικής καταγωγής δισεκατομμυριούχος επενδυτής επιχειρηματικών κεφαλαίων και συνιδρυτής του PayPal, που πήγε σχολείο στην Νότια Αφρική τη δεκαετία του 1970 (κατά την διάρκεια του απαρτχάιντ), υπήρξε κορυφαίος δωρητής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ. Χαρακτηριστικό για τον συγκεκριμένο δισεκατομμυριούχο είναι το στοιχείο πως ως φοιτητής στο Στάνφορντ υπερασπιζόταν το απαρτχάιντ ως “οικονομικά υγιές”. Οι δύο αυτοί μεγιστάνες της εποχής μας, όντας σήμερα στην πρώτη γραμμή εξυπηρέτησης του νέου πλανητάρχη, είχαν κληρονομήσει περιουσίες από την αιματοβαμμένη εκμετάλλευση της Μαύρης εργατικής τάξης, οι οποίες δεν θίχτηκαν στο συμβιβασμό που έγινε το 1991 με αντάλλαγμα την κατοχύρωση της πολιτικής ισότητας. Σήμερα, αφού «αυγάτισαν» αυτές τις περιουσίες και απέκτησαν θηριώδη οικονομική και πολιτική εξουσία, ζητάνε και τα ρέστα για τις όποιες λίγες προστασίες προς τον Μαύρο πληθυσμό εφαρμόστηκαν μετά το 1991. Τέτοιες προστασίες αποτελούν εμπόδιο και στα επιχειρηματικά σχέδια του Μασκ στη Ν. Αφρική, καθώς η Tesla αντιμετώπιζε (στις ΗΠΑ) μηνύσεις για το περιβάλλον ρατσιστικής κακοποίησης που καλλιεργεί στις μονάδες παραγωγής της… Οι γόνοι των λευκών καπιταλιστών-αποικιοκρατών “οραματίζονται” την επιστροφή στην υποδούλωση, τις εξόφθαλμες διακρίσεις και την αδικία που έφερε το απαρτχάιντ του 1948.
Ισραήλ: Ένα άλλο Απαρτχάιντ που ζει ακόμα…
Από την άλλη, 65 χρόνια μετά τη σφαγή του Σάρπβιλ και 35 χρόνια μετά την αποφυλάκιση του Μαντέλα, η αποικιοκρατική βία, η ιδεολογική και η πρακτική εφαρμογή του απαρτχάιντ δολοφονούν, καταπιέζουν, εκμεταλλεύονται καθημερινά σε μια άλλη αιματοβαμμένη λωρίδα γης, την Παλαιστίνη.
Το ιδεολογικό αφήγημα της αποικιοκρατίας ήταν κοινό στη Νότιο Αφρική και στην Παλαιστίνη, περιλάμβανε την πλήρη απανθρωποποίηση των μη λευκών γηγενών, αλλά και αυθαίρετους θρησκευτικούς χρησμούς και «θεϊκές εντολές» για να διαμορφωθεί η ψευδής συνείδηση. Να αποκρυφτεί, δηλαδή, η ταξική και άκρως ρατσιστική εκμετάλλευση και βία. Βέβαια, και οι μέθοδοι άσκησης της λευκής κυριαρχίας προσομοιάζουν τρομαχτικά. Η Διεθνής Αμνηστία δημοσίευσε -σχεδόν έναν χρόνο πριν τις 7 Οκτώβρη του 2023 και την έναρξη νέας Νάκμπα για την Παλαιστίνη- μια έκθεση που ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «οι βάναυσες πολιτικές του διαχωρισμού, των απαλλοτριώσεων και των αποκλεισμών που ασκεί το Ισραήλ σε όλες τις περιοχές τις οποίες έχει υπό τον έλεγχό του συνιστούν ξεκάθαρα απαρτχάιντ». «Οι παράνομοι φόνοι Παλαιστινίων διαδηλωτριών/-τών είναι ίσως το πιο καθαρό παράδειγμα του πώς οι ισραηλινές αρχές χρησιμοποιούν απαγορευμένες πράξεις για να διατηρήσουν την καθεστηκυία τάξη» επεσήμαινε στην συνέχεια, επαναφέροντας μας την ανάμνηση από την σφαγή του Σάρπβιλ, που δε διέφερε και πολύ από την αιματοχυσία που επεφύλασσε ο Ισραηλινός Στρατός στη Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής, όταν ο λαός της Γάζας διεκδικούσε κι αυτός ελευθερία μετακίνησης, διαδηλώνοντας ειρηνικά προς τον φράχτη.
Ο αγωνιστής Νέλσον Μαντέλα που πέρασε 27 χρόνια στη φυλακή και αποτέλεσε αντιρατσιστικό σύμβολο κατά του απαρτχάιντ δεν ήταν ο «ειρηνοποιός» που προσπάθησαν να σκιαγραφήσουν μετά τον θάνατο του, το 2013. Για παράδειγμα, ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς είχε δηλώσει: «τιμάμε το πρότυπο της ταπεινότητας, της ανιδιοτέλειας και της ανθρωπιάς, τον ιδεολόγο αγωνιστή ενάντια στη βία, το απαρτχάιντ και σε κάθε μορφής ρατσισμό». Ο Μαντέλα, φυσικά, δεν ήταν «ενάντια στην βία από όπου κι αν προέρχεται» αλλά ένας άνθρωπος που υπερασπίστηκε τον ένοπλο αγώνα και την βία ως αναπόφευκτη αντίδραση στην διαρκή καταπίεση, ακόμα κι όταν από την άλλη μεριά της ζυγαριάς βρέθηκε η ελευθερία του. Το 1990 όταν είχε αποφυλακιστεί, ο θεατρικός συγγραφέας Άρθουρ Μίλερ έγραψε για αυτόν σε άρθρο του: «Ας μην ξεχνάμε στο κάτω-κάτω ότι –παρ’ όλη τη γλυκύτητα και τη γοητεία που εκπέμπει– ο Μαντέλα δεν παύει να είναι ο άνθρωπος που κάποτε οργάνωσε το ένοπλο αντάρτικο του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου».
Βέβαια, ο κ. Σαμαράς που έσπευσε να «αναγνωρίσει την αξία» του Μαντέλα ενάντια στο Απαρτχάιντ, το 2022 τιμήθηκε από την American Jewish Committee, για την προσφορά του στην φιλία μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ. Αλλά γιατί να δείξει την οποιαδήποτε συνέπεια ο Σαμαράς, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες -ο κορυφαίος χορηγός του σιωνιστικού απαρτχάιντ στην Παλαιστίνη εδώ και δεκαετίες- είχαν βραβεύσει τον Μαντέλα με το Μετάλλιο της Ελευθερίας το 2002 ενώ τον αφαίρεσαν τελικά από τη λίστα «παρακολούθησης τρομοκρατών» μόλις το 2008; Εκείνες οι ιμπεριαλιστικές εξουσίες που του απέδωσαν αγιογραφικές, αταξικές, σχεδόν χίπικες αξίες, έχουν στηρίξει -στην πλειονότητα τους- διπλωματικά ή και στρατιωτικά το Ισραήλ κι έχουν βαφτίσει «τρομοκράτες» τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες της παλαιστινιακής αντίστασης. Όπως αντιμετώπιζαν άλλωστε και τον Μαντέλα, στις δεκαετίες της φυλάκισής του, πριν υποχρεωθούν από τη νίκη του κινήματος να τον αντιμετωπίσουν ως συνομιλητή και στη συνέχεια να τον «αγιοποιήσουν» ξαναγράφοντας την ιστορία.
Στο σημερινό πολιτικό τοπίο, η επιστροφή του ακροδεξιού Τραμπ στον Λευκό Οίκο συνδυάζει την υπεράσπιση της λευκής ανωτερότητας στη Νότια Αφρική με την στήριξη της ωμής αποικιοκρατίας στην Παλαιστίνη. Το λεγόμενο «σχέδιο Τραμπ για την Γάζα» που φαντασιώνεται «Ριβιέρες» της Μέσης Ανατολής, εμπεριέχει βλέψεις για μετεγκατάσταση του Παλαιστινιακού πληθυσμού και προκαλεί ρίγη ενθουσιασμού στον φασίστα, εγκληματία κατά της ανθρωπότητας, Μπενιαμίν Νετανιάχου, δεν αφήνει κανένα περιθώριο εφησυχασμού μετά την - πολλαπλά παραβιασμένη από το Ισραήλ- κατάπαυση του πυρός.
Η σύνδεση του παλιού και του σημερινού υπαρκτού απαρτχάιντ, όμως, για εμάς δεν βρίσκεται μόνο στα κτηνώδη σχέδια των λευκών εκμεταλλευτών, ούτε μόνο στις ιστορικές ομοιότητες. Η σύνδεση για μας βρίσκεται και σε εκείνη την αγκαλιά του Μαντέλα μετά την αποφυλάκιση του με τον Γιασέρ Αραφάτ. Βρίσκεται στις πρωτοβουλίες της Νοτίου Αφρικής να καταδικάσει διεθνώς τον γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ στην Παλαιστίνη, τιμώντας τον ιστορικό αγώνα του λαού της ενάντια στο απαρτχάιντ. Βρίσκεται, τέλος, στη μνήμη των δύο λαών που αποτυπώνεται από τον εγγονό του Νέλσον Μαντέλα 10 χρόνια μετά τον θάνατο του (2023) στην δήλωση: «Είμαστε τυχεροί που με την υποστήριξή της Παλαιστίνης καταφέραμε να πετύχουμε την ελευθερία μας… Ο παππούς μου… έλεγε ότι η ελευθερία μας θα ήταν ελλιπής χωρίς τη σύνδεση με τον αγώνα των Παλαιστινίων». Σε αυτό ποντάραμε τότε και σε αυτό θα ποντάρουμε και σήμερα, στη μνήμη και στη φιλία των καταπιεσμένων λαών.