(Πέρα από τη) σύγκρουση Ινδίας-Πακιστάν: Πέντε συμπεράσματα για την εποχή μας

1.Έχουμε ισχυριστεί πολλές φορές ότι ο σύγχρονος κόσμος έχει πολλές αναλογίες με τα χρόνια που οδήγησαν στο 1914. 

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Πάνος Πέτρου

Όπως τότε, έτσι και τώρα, μια μεγάλη πολεμική αναμέτρηση δεν αποτελεί υποχρεωτικά ενεργή επιδίωξη των κρατικών ηγεσιών. Κάθε αστική τάξη θα προτιμούσε να επικρατήσει επί των ανταγωνιστών της αξιοποιώντας διπλωματική ισχύ, οικονομικά μεγέθη, διακρατικές συμμαχίες και την απειλή της στρατιωτικής ισχύος (χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στη χρήση της). Αλλά κάθε αστική τάξη είναι αποφασισμένη να επικρατήσει επί των ανταγωνιστών της «με κάθε αναγκαίο μέσο», καθώς η οικονομική κρίση/στασιμότητα και οι αλλαγές στους διεθνείς συσχετισμούς πολλαπλασιάζουν τις αντιπαραθέσεις «μηδενικού αθροίσματος» (όπου τα κέρδη του ενός είναι απώλειες του άλλου). Σε έναν τέτοιο κόσμο, το τυχαίο γεγονός της εκτέλεσης του Αυστριακού Αρχιδούκα Φερδινάνδου από μέλος ένοπλης οργάνωσης που πάλευε ενάντια στην κυριαρχία της Αυστροουγγαρίας στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, έβαλε το 1914 σε κίνηση μια «αλυσίδα» γεγονότων (τελεσιγράφων, κηρύξεων πολέμου, ενεργοποίησης «συμφώνων» αμυντικής συνεργασίας) που οδήγησε στο Μεγάλο Σφαγείο. Το 2025, μια φονική επίθεση κατά τουριστών από μια ομάδα ενόπλων που παλεύουν ενάντια στην κυριαρχία της Ινδίας στο Κασμίρ, προκάλεσε μια άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση Ινδίας-Πακιστάν, υπενθυμίζοντας σε όλους ότι το ενδεχόμενο «πολέμου από ατύχημα», όσο παράλογο κι αν ακούγεται, δεν μπορεί να αποκλειστεί… 
2.Μια σύρραξη Ινδίας-Πακιστάν θα ήταν καταστροφική από μόνη της, με δεδομένο το μέγεθος των στρατών, αλλά και τις πυρηνικές τους δυνατότητες. Η σημασία της πυρηνικής απειλής έχει υποχωρήσει αδικαιολόγητα σε μια εποχή που γίνεται ζωτικής σημασίας η επιστροφή στο παλιό αίτημα του γενικευμένου πυρηνικού αφοπλισμού. Όμως μια σύρραξη δεν θα έμενε υποχρεωτικά διμερής. Από τις πρώτες αψιμαχίες εκδηλώθηκε σε «εμβρυακή» μορφή η δυναμική μιας πιθανής «αλυσίδας» γεγονότων. Είναι γνωστό ότι η Κίνα και η Ινδία έχουν ανοιχτές συνοριακές διαμάχες και ανταγωνισμούς στην πάλη για επιρροή σε άλλα μικρότερα κράτη της περιοχής. Αυτή η πραγματικότητα έχει οδηγήσει σε σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ Πακιστάν και Κίνας. Ο ανταγωνισμός Κίνας-Ινδίας όμως έχει πάρει ακόμα πιο διεθνή διάσταση, καθώς το αμερικανικό κράτος προωθεί τον IMEC (Διάδρομος Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης) ως αντίβαρο στην κινεζική BRI (Πρωτοβουλία Μία Ζώνη-Ένας Δρόμος) που διακλαδώνεται σε αντίστοιχες γεωγραφίες. Αν ο πόλεμος συνεχιζόταν, είναι ανοιχτό το ερώτημα μέχρι πού θα έφτανε η κινεζική υποστήριξη στο Πακιστάν ή τι θα ήταν πρόθυμες να πράξουν οι ΗΠΑ για να κερδίσουν οριστικά την Ινδία (που επιδίδεται σε «πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική») στο πλευρό τους. Επιπλέον, τις μέρες της κρίσης, το Κράτος του Ισραήλ διακήρυξε την θερμή του στήριξη στην Ινδία του Μόντι, καθώς ο «γάμος» μεταξύ του Σιωνισμού και της «Χιντούτβα» (ακροδεξιός ινδουϊσμός), με κοινή βάση την ισλαμοφοβία και τις ιδέες περί «Ανωτερότητας» είναι κοινό μυστικό. Με πολλές εστίες αντιπαράθεσης ενεργές, με διμερή ή πολυμερή πολεμικά σύμφωνα σε ισχύ, υπάρχει πάντα η δυναμική της διαμόρφωσης διεθνών «στρατοπέδων» γύρω από μια τοπική σύγκρουση. Αυτά τα «στρατόπεδα» δεν θα είναι υποχρεωτικά τόσο τακτοποιημένα όσο τα φαντάζεται ένα τμήμα της διεθνούς Αριστεράς. Η Ινδία των BRICS επεδίωξε την αμερικανική στήριξη, ενώ το Πακιστάν, του οποίου οι Μυστικές Υπηρεσίες έχουν μακρά προϊστορία συνεργασίας με την CIA, κάλεσαν την Κίνα στο πλευρό τους. Σε μια σύρραξη Πακιστάν-Ινδίας, τα κινεζικά όπλα (που διαθέτει το Ισλαμαμπάντ) θα δοκιμάζονταν ενάντια σε έναν ινδικό στρατό που εξοπλίζεται συστηματικά και τροφοδοτείται με καύσιμα από τη Ρωσία...
3. Όλα αυτά δεν είναι καθόλου μακρινά. Έχει φροντίσει για αυτό η υπερδραστήρια εξωτερική πολιτική του Μητσοτάκη. Η Ελλάδα έχει πλασαριστεί ως κομβικός παίκτης του σχεδίου IMEC, ως «πύλη εισόδου» του στην Ευρώπη. Έχουν ήδη εμφανιστεί τα πρώτα δημοσιεύματα περί αμερικανικού ενδιαφέροντος για αλλαγές στο στάτους των ελληνικών λιμανιών, όπου επικρατεί η επίσημη (Cosco) κυριαρχία της Κίνας στον Πειραιά και η ρωσική δραστηριότητα «δι’ αντιπροσώπου» στη Θεσσαλονίκη. Η συμμαχία και η φιλία με τον ακροδεξιό Μόντι λογοδοτεί πρωτίστως και κυρίως σε αυτά τα μεγάλα διεθνή σχέδια. Αλλά βολεύει και το ότι εναρμονίζεται με την πολιτική συμμαχιών του Κράτους του Ισραήλ. Εξίσου βολικά, στέκεται απέναντι στην τουρκική πολιτική, καθώς η Άγκυρα στέκεται παραδοσιακά πιο «αλληλέγγυα» προς το Πακιστάν. Ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός έχει σήμερα διαπλεχθεί με τόσο μεγάλες διεθνείς αναμετρήσεις που η μοίρα του μπορεί να συνδεθεί με εξελίξεις σε μια γεωγραφική περιοχή που ξεκινά από την Ινδική υποήπειρο, περνά από τη Συρία και φτάνει «ως τις όχθες της [λιβυκής] Τρίπολης» που λέει κι ο ύμνος των Αμερικανών πεζοναυτών. 
4.Παρά τις «φιλειρηνικές» δημαγωγίες ενός τμήματός της (που αφορούν  την επιδίωξη δεσμών με τη Ρωσία του Πούτιν), η άνοδος της εθνικιστικής ακροδεξιάς δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο που μπορεί να οδηγήσει πιο εύκολα σε πολεμικά επεισόδια. Ο Ναρέντρα Μόντι έχτισε την πολιτική του καριέρα υποκινώντας το αντιμουσουλμανικό μίσος και συγκέντρωσε πολιτική δύναμη προωθώντας την ιδεολογία της «Χιντούτβα» και ενισχύοντας τις πολυπληθείς κοινωνικές και παραστρατιωτικές οργανώσεις που αναφέρονται σε αυτήν την ακροδεξιά πολιτική. Αυτή η κοινωνική βάση, απαίτησε αίμα και αντίποινα από την πρώτη στιγμή της επίθεσης στο Κασμίρ. Αυτή η βάση αποτελεί τον πυρήνα της εκλογικής επιρροής του Μόντι μετά την φθορά που υπέστη -για πρώτη φορά- στις τελευταίες εκλογές. Οι λόγοι που η ινδική κυβέρνηση αντέδρασε με τέτοια επιθετικότητα στο περιστατικό στο Κασμίρ σίγουρα δεν περιορίζονται στην «εσωτερική κατανάλωση», αλλά ήταν κοινή διαπίστωση όλων των αναλυτών ότι -ακόμα κι αν τελικά δεν επεδίωκε πόλεμο με το Πακιστάν- ο Μόντι ήταν «υποχρεωμένος» να αντιδράσει με τρόπο που μπορεί να οδηγούσε σε πόλεμο, για να καλύψει τις προσδοκίες μιας κοινωνίας που ο ίδιος είχε φροντίσει να «φορτίσει» με εθνικιστικό μίσος τα προηγούμενα χρόνια. 
5. Το «εμπόλεμο» κλίμα διαμορφώνει απειλές στα δημοκρατικά δικαιώματα. Στην Ινδία, τα σύνορα ηρέμησαν, αλλά η σιδερένια πυγμή και το εθνικιστικό μίσος στρέφονται πλέον κατά του «εσωτερικού εχθρού». Στο Πακιστάν, ισχυροποιείται πολιτικά ο στρατός, ο οποίος παρεμβαίνει συστηματικά στην πολιτική ζωή της χώρας, με τέσσερα πραξικοπήματα, με «έμμεσες» ανατροπές κυβερνήσεων και πολλές δεκαετίες άμεσης ή έμμεσης διακυβέρνησης της χώρας. Στις 9 Μάη του 2023, χιλιάδες Πακιστανοί κατέβηκαν στους δρόμους και στοχοποίησαν κτίρια κι εγκαταστάσεις που συνδέονται με τον πακιστανικό στρατό, κατοικίες ανώτατων αξιωματικών, μνημεία, αντιδρώντας σε μια ακόμα παρέμβασή του (κατά του πρώην προέδρου Ιμράν Καν). Στις 11 Μάη του 2025, χιλιάδες Πακιστανοί κατέβηκαν στους δρόμους ξανά, αλλά για να πανηγυρίσουν τη «νίκη» και να δοξάσουν τις ένοπλες δυνάμεις, με το 92% να δηλώνει σε έρευνα ότι βελτιώθηκε η άποψή του για αυτές. Ο πακιστανικός στρατός έχει περιγραφεί ως «υπερασπιστής και των φυσικών συνόρων του Πακιστάν αλλά και των ιδεολογικών του ορίων». Αντλώντας νομιμοποίηση από την πρώτη λειτουργία, αποκτά την πολιτική δύναμη να επιτελεί και τη δεύτερη. Αλλά η περιγραφή δεν έχει τίποτε το ιδιαίτερα πακιστανικό: είναι μια ακριβής περιγραφή της πραγματικής –διπλής– λειτουργίας των μόνιμων στρατών στα καπιταλιστικά έθνη-κράτη. Η πακιστανική ιδιαιτερότητα αφορά το διαρκές εμπόλεμο στάτους με την Ινδία, που εξηγεί γιατί ο στρατός  διατηρεί τόσο σημαντική θέση στην κοινωνία, στην πολιτική και στη διακυβέρνηση. Οι Ευρωπαίοι ομόλογοι των Πακιστανών στρατηγών δεν είναι πιο «δημοκράτες» από άποψη. Τους έκανε η πολιτική συγκυρία και ο συσχετισμός. Σε ένα κλίμα εμπέδωσης του φόβου κάποιων «εξωτερικών απειλών» και πολιτικών «πολεμικής ετοιμότητας», μπαίνουν οι βάσεις για την πολιτική αναβάθμιση των μιλιταριστικών δικτύων στο εσωτερικό των κοινωνιών και των κρατών…

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία