Οι επερχόμενες ευρωεκλογές θα είναι μια σημαντική πολιτική μάχη, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα.
Οι κυρίαρχες τάξεις έχουν ήδη αποδείξει ότι δεν έχουν πρόθεση να υποχωρήσουν από το «σχέδιο ΕΕ», το οποίο ταυτίζουν με τη γενίκευση των βάρβαρων πολιτικών των νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων, παρά την εκδήλωση σημαντικών πλευρών κρίσης αυτού του «σχεδίου».
τεύχος
Πρόκειται για σηµεία που σχετίζονται µε τη γενικότερη οικονοµική και κοινωνική αστάθεια/κρίση του διεθνούς καπιταλισµού, όπως αναδεικνύονται από την εξέλιξη του Brexit. Στη Βρετανία αποδεικνύεται ότι η «αποδέσµευση» από την ΕΕ, ακόµα και µιας οικονοµίας που διαθέτει τη σηµαντική «ενδοχώρα» της παλιάς Βρετανικής Κοινοπολιτείας και των ειδικών στενότερων σχέσεων µε τις ΗΠΑ, δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση: προκαλεί διχασµούς και συγκρούσεις στο εσωτερικό της κυρίαρχης τάξης. Όµως ταυτόχρονα, αποδεικνύεται ότι η «αποδέσµευση» έχει και άλλες εκδοχές: Είναι πλέον φανερό ότι ένα τµήµα της εγγλέζικης αστικής τάξης υποστηρίζει την ολοκλήρωση της ρήξης µε τις Βρυξέλλες.
Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει µια πολιτική θέση που υποστήριξε ένα τµήµα της µαρξιστικής ριζοσπαστικής Αριστεράς: Η ελληνική εµπειρία του 2015 έχει πλήρως επιβεβαιώσει ότι η ρήξη µε το ευρώ και την ΕΕ είναι, από τη σκοπιά των συµφερόντων της εργατικής τάξης, µια υποχρεωτική, µια αναγκαία προϋπόθεση για την ανατροπή των πολιτικών γενικευµένης λιτότητας. Δεν είναι όµως και η ικανή προϋπόθεση: η ρήξη µε το ευρώ και την ΕΕ δεν αρκεί, δεν οδηγεί «αυτόµατα» σε πιο φιλεργατικές, πιο φιλολαϊκές λύσεις. Η σύνδεση ανάµεσα στο στόχο της ρήξης µε την ΕΕ και το γενικότερο «µεταβατικό» πρόγραµµα της εργατικής πολιτικής, είναι ο απαραίτητος παράγοντας για κάθε πολιτικό σχέδιο που λογοδοτεί στον αντικαπιταλισµό και τη σοσιαλιστική προοπτική.
Αυτόν το βασικό ισχυρισµό φωτίζει ακόµα καλύτερα η ανάπτυξη της ακροδεξιάς. Του ρεύµατος που συνδυάζει τη σταθερή υποστήριξη των νεοφιλελεύθερων αντιµεταρρυθµίσεων (βλ. πχ τις πολιτικές Ορµπάν στην Ουγγαρία ή του συνασπισµού Δεξιάς-ακροδεξιάς στην Αυστρία κ.ο.κ.), µε την επαναφορά των πολιτικών του προστατευτισµού και του οικονοµικού εθνικισµού σε όλη την Ευρώπη. Την ανάδειξη αυτού του «µίγµατος» οικονοµικής-κοινωνικής πολιτικής υπηρετεί η έξαλλη ρατσιστική πολιτική της ακροδεξιάς που στοχοποιεί τους πρόσφυγες και τους µετανάστες. Ο στόχος τους να διαιρέσουν αποφασιστικά τις λαϊκές µάζες και κυρίως την εργατική τάξη, αποδεικνύεται από τον απίστευτο µισογυνισµό της ακροδεξιάς (πχ στην Ισπανία, όπου το Vox δε διστάζει να καλύπτει πολιτικά τους βιαστές) και την αναβάθµιση της οµοφοβίας.
Η σύγχρονη ρατσιστική και εθνικιστική ακροδεξιά, προκειµένου να χτίσει µαζικό ρεύµα, προσπαθεί να διαχωριστεί από το παρελθόν του φασισµού και του ναζισµού. Δεν διστάζει να οικειοποιείται συνθήµατα και «στρατηγικές» από το οπλοστάσιο της µεταρρυθµιστικής Αριστεράς της σχολής των «σταδίων». Προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό της σαν µια εκδοχή «εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα» (ενάντια στα «δεσµά» µιας τάχα άυλης παγκοσµιοποίησης που, λέει, κυριαρχείται από τους «Εβραίους» τραπεζίτες, τους πράκτορες του Σόρος κλπ).
Δεν είναι τυχαίο ότι το «σύµφωνο» συνεργασίας και πανευρωπαϊκού συντονισµού της ακροδεξιάς, το σύµφωνο Λεπέν-Σαλβίνι, που συντάχθηκε υπό τις οδηγίες του «γκουρού» του Τραµπ, Στίβεν Μπάνον, έχει ως κεντρική ιδέα το σύνθηµα: «Επιστροφή στην Ευρώπη των κυρίαρχων Εθνών-Κρατών!».
Η απειλητική εµφάνιση αυτής της δύναµης δηµιουργεί ειδικά καθήκοντα στη ριζοσπαστική Αριστερά. Που, αφενός, οφείλει να επιµείνει στην πάλη ενάντια στην κυρίαρχη εκδοχή του αστισµού: στην πάλη ενάντια στους «θεσµούς» της ΕΕ και τις κυβερνήσεις των χωρών-µελών της, στην πάλη ενάντια στο «ακραίο κέντρο» που δηµιουργείται από τη σύγκλιση µεταξύ Δεξιάς και σοσιαλδηµοκρατίας, µε την υποστήριξη ενός σηµαντικού τµήµατος της παλιάς Αριστεράς, όπως το Κόµµα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ) και ο εγχώριος νέο-µνηµονιακός ΣΥΡΙΖΑ. Που όµως, αφετέρου, οφείλει να επίσης να συγκρουστεί µε τη νέα ακροδεξιά, να µη συγχέει τον «ευρωσκεπτικισµό» των Φάρατζ και των Σαλβίνι µε τις επιθυµίες του κόσµου µας για ρήξη µε τη λιτότητα και την ΕΕ.
Σε αυτήν την προσπάθεια, το παρόν τεύχος του «Κόκκινου» συγκέντρωσε τη συνέντευξη του σ. Αντονέλο Ζέκα για την πραγµατική πολιτική του Σαλβίνι στην Ιταλία, το άρθρο του σ. Μιγκέλ Ουρµπάν για τις ρίζες του ακροδεξιού Vox στην Ισπανία και το άρθρο των σ. Μ. Γκαρί και Χ. Παστόρ, που εξηγούν την εξέλιξη του Ποδέµος στην Ισπανία. Ο Χρ. Σταυρακάκης υποστηρίζει την πολιτική της ΔΕΑ και του Κόκκινου Δικτύου µέσα στις διεργασίες για τη συγκρότηση του ευρω-ψηφοδελτίου της ΛΑΕ.
Το περιοδικό «Κόκκινο», σε όλη τη διαδροµή του, έχει υποστηρίξει την ανάγκη για ενότητα στη δράση της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ειδικότερα, έχουµε επιµείνει ότι η συνεργασία των δυνάµεων της ΛΑΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που θα µπορούσαν να συγκεντρώσουν γύρω τους και πολλούς και σηµαντικούς άλλους, θα ήταν µια πρωτοβουλία που θα απειλούσε τους πολιτικούς/εκλογικούς σχεδιασµούς αντιπάλων µας (και ειδικότερα του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ), θα βελτίωνε τις δυνατότητες παρέµβασης όλων µας µαζί και του καθενός ξεχωριστά, ενώ θα δηµιουργούσε µια νέα βάση για πιο προωθηµένη αντεπίθεση στις µελλοντικές αναµετρήσεις.
Αυτό δεν έγινε εφικτό µε τις ευθύνες να βαραίνουν σε πολλές και διαφορετικές πλευρές. Οι προεκλογικές συνθήκες δεν είναι ο καταλληλότερος χρόνος για τον καταλογισµό τους. Αυτή η συζήτηση θα γίνει αναπόφεκυτη στην «επόµενη µέρα» των εκλογών.
Έχοντας δώσει µια µάχη για τα πολιτικά χαρακτηριστικά και για τη σύνθεση του ευρω-ψηφοδελτίου της ΛΑΕ, θεωρούµε ότι καλύπτει τις βασικές ανάγκες του σήµερα και καλούµε σε πολιτική και εκλογική ενίσχυση αυτής της επιλογής. Θεωρούµε επίσης θετική τη συγκρότηση του πανευρωπαϊκού «συνδυασµού» Maintenant Le Peuple (Και Τώρα ο Λαός) που βάζει στο στόχαστρο την πολιτική της ΕΕ, σε ρήξη µε το ΚΕΑ και το «υπόδειγµα» ΣΥΡΙΖΑ, συνενώνοντας υπαρκτές και µάχιµες δυνάµεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ευρώπη.
Το ξέσπασµα κινηµάτων όπως τα Κίτρινα Γιλέκα στη Γαλλία, η µαζικότητα των αντιρατσιστικών-αντιφασιστικών κινητοποιήσεων σε πολλές χώρες, η ορµητική επανεµφάνιση του γυναικείου κινήµατος και τα πρώτα βήµατα ενός µαζικού αγώνα ενάντια στην απειλή της κλιµατικής αλλαγής, είναι για εµάς οι πιο χαρµόσυνες ειδήσεις.
Αυτός είναι ο κόσµος αναφοράς µας. Σε αυτόν τον κόσµο θα πρέπει να λογοδοτήσουν όλες οι διεργασίες ανασυγκρότησης που, αναπόφευκτα, θα αρχίσουν στην «επόµενη µέρα», µετά τις κρίσιµες εκλογικές αναµετρήσεις της φετινής άνοιξης.