Η συμφωνία της κυβέρνησης με την ΕΕ και τους δανειστές δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αυταπάτες: Προβλέπει πρωτόγνωρες θυσίες για τον εργαζόμενο λαό και μάλιστα χωρίς καμιά ελπίδα και προοπτική. Η χρεοκοπία απλώς αναβάλλεται για το επόμενο επεισόδιο. Όσο πιο γρήγορα ανατραπεί αυτή η συμφωνία, τόσο καλύτερο θα είναι το μέλλον για τους εργαζόμενους και τη νεολαία.
Με το «ναι σε όλα» των Παπαδήμου-Βενιζέλου, το Eurogroup ενέκρινε τελικά το νέο πακέτο «στήριξης» προς την Ελλάδα –130 δισ. ευρώ– και το «κούρεμα» των παλαιότερων χρεών (PSI) κατά 100 δισ. ευρώ. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν είναι γνωστές όλες οι πτυχές της συμφωνίας, αλλά είναι σαφές ότι η συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ δεν έχει κανένα δικαίωμα πανηγυρισμού.
Το δικαίωμα δεν το αφήνουν οι ίδιοι οι διεθνείς «θεσμοί», η ΕΚΤ και το ΔΝΤ, που υπογραμμίζουν ότι –στην καλύτερη περίπτωση!– το χρέος το 2020 θα βρεθεί στο 120% του ΑΕΠ, δηλαδή όσο περίπου ήταν και κατά το ξεκίνημα της κρίσης.
Βρισκόμαστε ξανά μπροστά σε μια παράλογη μαθηματική εξίσωση: Χρέος του 2008 συν τα πιο άγρια προγράμματα λιτότητας για 12 χρόνια, ίσον με το χρέος του 2020! Που σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι οι πρωτοφανείς θυσίες, που επιβλήθηκαν στους εργαζόμενους και στους συνταξιούχους, δεν θα έχουν τελικά το παραμικρό αντίκρισμα στο τρύπιο βαρέλι που ονομάζεται «εξυπηρέτηση του χρέους».
Και όχι τυχαία. Το νέο δάνειο των 130 δισ. ευρώ σε συντριπτικό ποσοστό προορίζεται για τα θησαυροφυλάκια των κερδοσκόπων: Πάνω από 50 δισ. θα δοθούν στους διεθνείς τοκογλύφους ως αντίδωρο για το «κούρεμα». Περίπου 30 δισ. θα δοθούν κατευθείαν στις ελληνικές τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες, επίσης ως αντίδωρο για το κούρεμα παλιότερων ομολόγων. Άλλα 20 δισ. θα πάνε στην ΕΚΤ, υποθέτουμε ως αντίδωρο για την… αλληλέγγυα στάση της! Οι απειλές των Βενιζέλου-Παπαδήμου ότι, αν δεν συμφωνηθεί το νέο δάνειο, δεν θα υπάρξουν λεφτά για μισθούς και συντάξεις, αποδεικνύεται ότι αφορούν ένα ποσό μικρότερο των 30 δισ. ευρώ για την περίοδο από το 2012 ως το 2015!
Όμως και το πολυδιαφημισμένο «κούρεμα» αποδεικνύεται κάθε άλλο παρά ζημιογόνο για τους κερδοσκόπους. Το καλύτερο παράδειγμα είναι η ίδια η ΕΚΤ: Αγοράζοντας στις τιμές αγοράς, μεταξύ 2010-2011, ελληνικά ομόλογα ονομαστικής αξίας 50 δισ. ευρώ, διασφαλίζει σήμερα κέρδη 15 δισ. ευρώ! Ανάλογη τακτική τήρησαν τα μεγάλα funds που σάρωσαν τις «αγορές», αγοράζοντας ελληνικά ομόλογα σε τιμές πολύ κατώτερες της ονομαστικής, και σήμερα προσέρχονται στο «κούρεμα», προσδοκώντας να κατοχυρώσουν σημαντικά κέρδη.
Ειδικός λογαριασμός
Ο χαρακτηρισμός αυτής της πολιτικής ως ληστείας αποδεικνύεται και από τα ειδικά μέτρα που επιβάλλουν οι δανειστές για να μπορέσουν να συνεχίσουν επ’ άπειρο το ξεζούμισμα του κόσμου.
Είναι ήδη γνωστό ότι τα νέα ομόλογα, με τα οποία θα αντικατασταθούν τα «τοξικά» που έχουν σήμερα στα χέρια τους, θα έχουν εγγυημένη αποπληρωμή σε ευρώ ή δολάρια (μετατρέποντας το χρέος σε βραχνά στο ενδεχόμενο επιστροφής στη δραχμή), ενώ θα καθορίζονται από τις εγγυήσεις του βρετανικού δικαίου που, παραδοσιακά, κατοχυρώνει όλα τα δικαιώματα των δανειστών. Όμως δεν έφτανε αυτό.
Η νέα συμφωνία προβλέπει τη συγκρότηση «ειδικού λογαριασμού» μέσω του οποίου εγγυάται την κατά προτεραιότητα αποπληρωμή των δανειστών! Στο λογαριασμό αυτό εντάσσονται τα υπόλοιπα του πρώτου δανείου (των 110 δισ.) και τα 130 δισ. του νέου δανείου. Όχι όμως μόνο: Αν αυτά δεν επαρκούν, στον ειδικό λογαριασμό θα οδεύουν τα έσοδα του ελληνικού κράτους! Οι Παπαδήμος-Βενιζέλος δεσμεύτηκαν ότι η αποπληρωμή των δανειστών αποκτά προτεραιότητα από την πληρωμή μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών στην Ελλάδα, όχι μόνο ως προς τα ποσά των δανείων, αλλά και ως προς τα έσοδα από φόρους!
Αυτή η μορφή «επιτήρησης» είναι η χειρότερη απ’ όσες μέχρι σήμερα είχαν προταθεί. Αποδεικνύονται έτσι ως ανέξοδοι λεονταρισμοί οι δηλώσεις του Παπαδήμου ότι «δεν τίθεται θέμα επιτρόπου», και οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης ότι «δεν θα δεχθεί πρόσθετα μέτρα πέρα από τους μόνιμους μηχανισμούς παρακολούθησης της εφαρμογής του προγράμματος» που ήδη έχει εγκαταστήσει η τρόικα.
Ανταγωνιστικότητα
Σύμφωνα με τα «Νέα», η παρέμβαση του Παπαδήμου στο Eurogroup υπογράμμισε ότι «το νέο οικονομικό πρόγραμμα θα βοηθήσει αποτελεσματικά την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας». Τυπικά, η παρατήρηση θα έπρεπε να θεωρηθεί εκτός θέματος, αφού η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων δεν αφορά τα δημόσια οικονομικά και το χρέος. Όμως το Eurogroup υιοθετεί έναν ιδιότυπο αντεργατικό «διεθνισμό» του κεφαλαίου: η πίεση των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων προς τα κάτω γίνεται προϋπόθεση για τον δανεισμό, για την τάχα αλληλεγγύη, ώστε να διευρύνονται τα περιθώρια δράσης και κερδοφορίας του κεφαλαίου, ντόπιου και διεθνούς.
Αυτό ακριβώς εννοούσε ο Παπαδήμος: Πριν στεγνώσει το μελάνι στη μείωση των κατώτατων μισθών, ανακοινώθηκε το μαχαίρι στις κύριες και επικουρικές συντάξεις. Στις μέρες που απομένουν ως τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, στις 2 Μάρτη, η βουλή θα πρέπει να έχει ψηφίσει όλους τους «εφαρμοστικούς» νόμους του προγράμματος της 12ης Φεβρουαρίου. Με κορυφαία σημεία τους νόμους για τα φάρμακα, τα ταμεία και τα νοσοκομεία (που κατεδαφίζουν τα δικαιώματα περίθαλψης στο δημόσιο σύστημα υγείας) και τις ρυθμίσεις στην εργατική νομοθεσία που θα κατεδαφίζουν την ισχύ των Συλλογικών Συμβάσεων.
Όπως σωστά έχει υπολογιστεί, η κατάργηση του αυτοματισμού των «ωριμάνσεων» και η κατάργηση της ισχύος των κλαδικών συμβάσεων θα οδηγήσει σύντομα σε δραστική μείωση των μισθών σε όλους τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
Πολιτική
Το ζήτημα που απομένει είναι αν τα κομματικά στηρίγματα της κυβέρνησης Παπαδήμου θα έχουν τη δύναμη να επιβάλουν αυτή την πολιτική.
Μετά τις 12 Φλεβάρη ο Αντ. Σαμαράς «πληρώνει» πλέον τις αμαρτίες του μνημονιακού τόξου με ρυθμό μεγαλύτερο από το ΠΑΣΟΚ. Σε ελάχιστες μέρες η ΝΔ έχασε περίπου 4% και βλέπει πλέον την αυτοδυναμία ως άπιαστο όνειρο. Οι πιστότεροι οπαδοί του Σαμαρά, διαγραμμένοι πλέον ως «αντιμνημονιακοί», μπορούν να επιλέξουν: Είτε να επαναδιαπραγματευτούν το δρόμο της επιστροφής, με αποτέλεσμα να «κοντύνουν» το φιλόδοξο αρχηγό τους που έσπευσε να κοκορευτεί («τι σόι πρωθυπουργός θα ήμουν, αν δεν τους διέγραφα;»), είτε να συγκροτήσουν έναν «μη-μνημονιακό» πόλο της «λαϊκής Δεξιάς», κολλώντας οριστικά την ετικέτα του μνημονιακού στον Σαμαρά, με αποτέλεσμα ακόμα μεγαλύτερη φθορά της ΝΔ. Σε κάθε περίπτωση, το κόμμα της Δεξιάς, που φαινόταν ως σίγουρη εφεδρεία του συστήματος μπροστά στην κρίση του ΠΑΣΟΚ, εμφανίζεται σήμερα ως ανίκανο να ολοκληρώσει τη δουλειά.
Η κρίση εξακολουθεί να παραλύει τη σοσιαλδημοκρατία, το χώρο που από τη φύση του θα ήταν πολύτιμο στήριγμα του συστήματος σε αυτή τη συγκυρία. Ο Βενιζέλος, που φιλοδοξούσε να κληρονομήσει το «όλον ΠΑΣΟΚ», αντιμετωπίζει πλέον την προοπτική να βρεθεί επικεφαλής σε ένα απόκομμα με περιορισμένη επιρροή. Και εδώ οι διαγραμμένοι έχουν επιλογές: Είτε να δώσουν την έμφαση στη σχέση τους με το κόμμα, προσπαθώντας να επηρεάσουν την εκλογή νέας ηγεσίας και –κυρίως– να περιμένουν την επόμενη μέρα της σίγουρης εκλογικής συντριβής του φιλόδοξου υπουργού Οικονομικών, που πλέον θα χρεωθεί πέρα από το μνημόνιο και τη νέα δανειακή συνθήκη. Είτε να προχωρήσουν σε συγκρότηση «μη-μνημονιακού» σοσιαλδημοκρατικού πόλου, υπολογίζοντας ακόμα και να ξεπεράσουν το βενιζελικό ΠΑΣΟΚ στην κάλπη…
Η συγκυρία «καίει» όποιο πολιτικό μόρφωμα αναλαμβάνει τη στήριξη της γραμμής των ντόπιων και ευρωπαίων καπιταλιστών. Με τις σημερινές μετρήσεις, μετά την κάλπη, η συγκρότηση μιας στοιχειώδους κυβέρνησης (όχι μιας σταθερής κυβέρνησης που θεωρείται ανέφικτη πλέον) είναι πιθανό να έχει ως προϋπόθεση τη συμμετοχή –ή την ανοχή– της ΔΗΜΑΡ. Μόνο που τέτοια «παρδαλά» σχήματα θα έχουν μεγάλες δυσκολίες στο να σηκώσουν το βάρος της κρίσης και μιας πιθανής χρεοκοπίας.
Ακριβώς γι’ αυτό ένα σημαντικό τμήμα της ευρωηγεσίας –με πρωτοπόρο τον Σόιμπλε– συνιστά την αποφυγή της κάλπης και την παράταση της θητείας Παπαδήμου. Είναι μια άποψη προφανώς αντιδημοκρατική: Ο Παπαδήμος δεν έχει καμιά εξουσιοδότηση και καμιά λαϊκή νομιμοποίηση γι’ αυτά που κάνει. Όμως είναι και άποψη αδιέξοδη για το σύστημα. Όχι γιατί ο Σαμαράς θα επιμείνει ανένδοτα για εκλογές. Κυρίως γιατί ο Παπαδήμος και η κυβέρνησή του δεν αντέχουν, όπως απέδειξε η 12 Φλεβάρη –να συνεχίσουν.
Ανατροπή
Τα αδιέξοδα και οι αδυναμίες του πολιτικού συστήματος περιγράφουν με τον καλύτερο τρόπο τις δυνατότητες για ανατροπή της πολιτικής του μνημονίου, της τρόικας και των ντόπιων καπιταλιστών.
Είναι προφανές ότι το αίτημα για εκλογές οξύνει την κρίση τους και προκαλεί πανικό. Είναι όμως εξίσου προφανές ότι η κρίση τους δημιουργήθηκε μέσα από την παρέμβαση του «πεζοδρομίου»: του κόσμου «από τα κάτω», με τις απεργίες, με τις διαδηλώσεις, με τις πλατείες, με τις καταλήψεις. Σε αυτό τον παράγοντα πρέπει να στηρίζει τη δυναμική της η Αριστερά, γιατί έτσι θα τους απειλήσει πιο ουσιαστικά, αλλά επίσης γιατί αυτή είναι η καλύτερη τακτική «προεκλογικού αγώνα»: Συγκεντρώνει τις δυνάμεις του δικού μας κόσμου και αφήνει στον αντίπαλο τα μικρότερα περιθώρια ανασύνταξης.
Σε αυτή την προοπτική η συμπαράταξη της Αριστεράς θα είναι πολύτιμος παράγοντας. Γιατί μόνο έτσι μπορεί στοιχειωδώς ρεαλιστικά να στηριχθεί το σύνθημα για κυβέρνηση της Αριστεράς. Που μαζί με τις δεσμεύσεις για στάση πληρωμών προς τους τοκογλύφους, για ανατροπή της λιτότητας, για κρατικοποίηση των τραπεζών, για αντίσταση στις ευρωπολιτικές, περιγράφουν την απάντηση που επειγόντως πρέπει να τους δώσουμε.