Η Συρία ζει τις πιο ήσυχες μέρες της εδώ και χρόνια, καθώς η εκεχειρία που ξεκίνησε στις 27 Φλεβάρη εξακολουθεί να τηρείται σε μεγάλο βαθμό.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και τις δηλώσεις Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων που συνεργάζονται στο «μηχανισμό επιτήρησης», ο αριθμός των νεκρών αμάχων μειώθηκε κατά 90% ενώ ο αριθμός των νεκρών ενόπλων έχει μειωθεί κατά 80%. Έχουν υπάρξει καταγγελίες για παραβιάσεις, τόσο από τις δυνάμεις του Άσαντ όσο και από ένοπλους αντικαθεστωτικούς, αλλά σε αναμενόμενο βαθμό (καθώς ούτε οι αντάρτες είναι «ενιαίος στρατός» που δεσμεύεται συλλογικά από μια πειθαρχία, αλλά ούτε και ο Άσαντ ελέγχει απόλυτα τις πολιτοφυλακές των οπαδών του) και όχι σε τέτοια έκταση που οποιαδήποτε πλευρά να κάνει λόγο για «κατάρρευση της εκεχειρίας». Η πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων φαίνεται πως λειτούργησε ως «χαλινάρι».
Σε αυτό το φόντο, στις 14 Μάρτη ξεκινούσε ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων στη Γενεύη. Υπήρξαν και πάλι εντάσεις καθ’ οδόν: Η Ανώτατη Διαπραγματευτική Επιτροπή (εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης) δήλωνε πως δεν είναι βέβαιη αν θα συμμετάσχει, ενώ η αντιπροσωπεία του Άσαντ δήλωνε από τη Γενεύη πως δεν θα τους περιμένει περισσότερο από 24 ώρες. Τελικά όλες οι πλευρές βρέθηκαν στη Γενεύη, ενώ στο φόντο συνεχίζονταν τα τηλεφωνήματα των Κέρι και Λαβρόφ.
Σχέδιο μετάβασης
Στο τραπέζι αναμένεται να τεθεί το σχέδιο που διαμόρφωσαν οι ξένες δυνάμεις στη Βιέννη τον περασμένο Νοέμβρη: έξι μήνες συζητήσεων οι οποίες θα καταλήξουν σε μια «αξιόπιστη, περιεκτική, μη θρησκευτική» μεταβατική κυβέρνηση. Αυτή η κυβέρνηση θα διαμορφώσει το σχέδιο ενός νέου συντάγματος και θα οδηγήσει τη Συρία σε εκλογές μέσα σε 18 μήνες. Η συμφωνία της Βιέννης απέφευγε κάθε αναφορά στο ζήτημα του Μπασάρ Αλ Άσαντ, που αναμένεται να αποδειχθεί και πάλι το αγκάθι στη Γενεύη. Η αντιπολίτευση επιμένει από καιρό πως δεν χωράει ο Άσαντ σε αυτό το μεταβατικό διάστημα, ενώ ο εκπρόσωπος του καθεστώτος δήλωσε ερχόμενος στη Γενεύη ότι ο Άσαντ είναι «η κόκκινη γραμμή».
Όλα αυτά προϊδεάζουν για μικρό καλάθι στο τι θα βγει από τη συνάντηση στη Γενεύη. Μεσοπρόθεσμα, θα κριθεί πιθανότατα από τις μεγάλες δυνάμεις, που –όπως φάνηκε με την εκεχειρία– έχουν τη δύναμη να επιβάλουν επιλογές στους «προστατευόμενούς» τους. Αν λυθούν τα πολύ πιο σοβαρά ζητήματα πολιτικής, στρατιωτικής και οικονομικής επιρροής σε μια «μεταπολεμική Συρία», πιθανότατα θα βρουν φόρμουλα συνεννόησης. Είτε οι ΗΠΑ θα αποδεχτούν μια «προσωρινή» παραμονή του Άσαντ στην εξουσία, είτε η Ρωσία θα αναλάβει να πείσει/πιέσει τον Άσαντ να αποχωρήσει. Οι δύο δυνάμεις έχουν δείξει στο πρόσφατο παρελθόν ανοιχτές στις δύο εκδοχές. Η ανακοίνωση του Πούτιν για αποκλιμάκωση της ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας είναι ίσως «χειρονομία» προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ένα ζητούμενο είναι η πλευρά που θα κάνει πίσω πώς θα μπορέσει να «πουλήσει» πειστικά την υποχώρησή της αλλά και να την επιβάλει στους συμμάχους της. Στο συριακό κουβάρι, πέρα από τους δύο μεγάλους, εμπλέκονται το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία, με δικές τους «ατζέντες», για να μην αναφερθούμε στις εμπόλεμες πλευρές στην ίδια τη Συρία, που τις χωρίζουν ποτάμια αίματος, αλλά πλέον και –με την κύρια ευθύνη να βαραίνει όλους τους παραπάνω– ένα έντονο κοινοτικό/θρησκευτικό μίσος.
Το δεύτερο ζητούμενο είναι ότι παρ’ όλη τη διάθεση διευθέτησης της κρίσης δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι και οι ίδιοι οι «μεγάλοι» θα βρουν αμοιβαία επωφελή λύση και δεν θα τινάξουν την κατάσταση στον αέρα. Ήδη στη Συρία έχουν πολλαπλασιαστεί οι ρωσικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις (στις οποίες με βάση τις συμβάσεις δεν έχει καν πρόσβαση το συριακό κράτος), ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε η είδηση πως στις κουρδικές περιοχές της Συρίας είναι υπό κατασκευή αμερικανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις, χωρίς ούτε να επιβεβαιώνεται ούτε να διαψεύδεται από τους άμεσα εμπλεκόμενους (την Ουάσινγκτον και το κουρδικό κόμμα PYD που ελέγχει τις περιοχές).
Επιστροφή στους δρόμους
Τα πιο ελπιδοφόρα νέα ήρθαν από την ίδια τη Συρία. Αξιοποιώντας την εκεχειρία, χιλιάδες Σύροι επέστρεψαν στους δρόμους. Οι πρώτες δειλές απόπειρες είχαν επιτυχία (δεν αντιμετώπισαν βόμβες), στις 4 Μάρτη επέστρεψε η παράδοση των «διαδηλώσεων της Παρασκευής», με δεκάδες διαδηλώσεις να γίνονται σε περιοχές εκτός του ελέγχου του Άσαντ με το σύνθημα «Η επανάσταση συνεχίζεται». Ήταν η πρώτη επανεμφάνιση του μαζικού δημοκρατικού κινήματος μετά το 2013. Έκτοτε «άνοιξαν οι πύλες» και οι διαδηλώσεις είναι καθημερινές. Σε αυτές κυριαρχούν ξανά ύστερα από χρόνια οι σημαίες και τα συνθήματα της «ξεχασμένης» εξέγερσης του 2011: «Ο λαός απαιτεί ελευθερία», «Αξιοπρέπεια και ελευθερία», «Πέντε χρόνια μετά, ο λαός ακόμα απαιτεί την ανατροπή του καθεστώτος», «Συριακός λαός είναι ένας και ενωμένος».
Το κλίμα συνόψισε ο διαδηλωτής Χασάν Αμπού Νουχ στην Ταλμπισέ: «Μπορείς να πεις ότι επιστρέψαμε στην αρχή. Ο κόσμος είναι πολύ, πολύ χαρούμενος. Υπάρχουν δάκρυα, υπάρχει χαρά, αλλά υπάρχει κι ένας κόμπος στο λαιμό. Πολλοί νέοι που διαδηλώναμε παλιά μαζί έχουν σκοτωθεί και δεν είναι πια μαζί μας».
Στην Ιντλίμπ, όπου είναι πανίσχυρη η Τζαμπάτ Αλ Νούσρα, η πρώτη μεγάλη διαδήλωση δέχθηκε επίθεση από τα μέλη της τζιχαντιστικής οργάνωσης που είχε απαγορεύσει τη σημαία της εξέγερσης και τα συνθήματα υπέρ της δημοκρατίας και της κοσμικότητας. Παρ’ όλα αυτά συνεχίζονται οι διαδηλώσεις και οι συγκρούσεις σε πείσμα της καταστολής. Είναι μόνο ένα ακόμα δείγμα των τεράστιων δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι Σύροι που μένουν πιστοί στον αγώνα που ξεκίνησε το 2011.
Μετά τα όσα μεσολάβησαν, δεν θα είναι αυτοί που θα καθορίσουν τις άμεσες εξελίξεις στη Συρία, που τις γράφουν τα όπλα, τα αεροπλάνα, οι ξένοι σπόνσορες, οι διπλωματικές αντιπροσωπείες. Αλλά η επιμονή τους να συνεχίζουν μέσα από τα ερείπια, το δείγμα ότι δεν κυριάρχησε ο κυνισμός και η παραίτηση, ούτε το θρησκευτικό μίσος, αφήνει ανοιχτό ένα παράθυρο ελπίδας για το μέλλον της Συρίας.
Παντού οι αραβικές εξεγέρσεις περνούν μια πολύ σκληρή ήττα. Η επιβίωση της ανάμνησης και της δυναμικής του 2011, το να υπάρχουν δυνάμεις που «κρατάνε τη φλόγα αναμμένη» σε αυτήν τη σκληρή περίοδο, είναι πολύτιμη για τις επόμενες μάχες.