Στη δίνη επιταχυνόμενου «καθοδικού σπιράλ» βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση, καθώς οι υποχωρήσεις στις απαιτήσεις των δανειστών, αλλά και στην ευρωπαϊκή πολιτική για τους πρόσφυγες, διαδέχονται η μία την άλλη και αποκτούν συστηματικό και καθολικό χαρακτήρα.
Η δυναμική των πραγμάτων οδηγεί σε σκληρό crash test της κυβέρνησης με την κοινωνία, αλλά και με τις δικές της αντοχές. Στη δίνη των εξελίξεων, το «πολιτικό συμβόλαιο» των εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου καταρρέει, οδηγώντας τις εξελίξεις σε ένα νέο, σημαντικό σημείο καμπής.
Οι εξελίξεις στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, αλλά και στο ζήτημα των προσφύγων, οδηγούν σε πλήρη ακύρωση κάθε είδους «κόκκινης γραμμής», «ισοδύναμου» κλπ, ενώ το «παράλληλο πρόγραμμα» υπάρχει πλέον μόνο στη σφαίρα του πολιτικού ανέκδοτου.
Μια «κανονική» μνημονιακή κυβέρνηση
Η διάψευση όλων των επαγγελιών και «δεσμεύσεων» της κυβέρνησης είναι πραγματικά εντυπωσιακή για τον παταγώδη και καθολικό της χαρακτήρα. Πρώτα κατέρρευσε το «παράλληλο πρόγραμμα». Αφού πρώτα «απαγορεύτηκε» από τους δανειστές και αποσύρθηκε, στο τέλος απέμειναν απ’ αυτό μόνο ίχνη συμβολικής -και αυτής αμφισβητούμενης- σημασίας. Ύστερα άρχισαν να ακυρώνονται όλα τα υποτιθέμενα «αντισταθμίσματα» έναντι των οδυνηρών συνεπειών της υπογραφής και υλοποίησης του μνημονίου. Η υπόσχεση ότι μπορεί στα οικονομικά ζητήματα η κυβέρνηση να μην μπορεί να κάνει πολλά, αλλά στους τομείς όπου δεν επικρατούν οι οικονομικοί καταναγκασμοί του μνημονίου θα εφαρμόσει μια άλλη, «προοδευτική» αν όχι «αριστερή» πολιτική, διαψεύστηκαν παταγωδώς.
Στο ζήτημα των προσφύγων, η κυβέρνηση αναδιπλώθηκε ταχύτατα. Έφερε το ΝΑΤΟ στο Αιγαίο σε ρόλο δύναμης «αποτροπής» κατά των προσφύγων, αλλά και σε εγγύτητα με το σφαγείο της Συρίας, αποδέχτηκε τα κλειστά σύνορα χωρίς αντίσταση και χωρίς να χρησιμοποιήσει το βέτο, στρατιωτικοποίησε τη διαχείριση του ζητήματος αναθέτοντας στον Δημήτρη Βίτσα τη γενική πολιτική εποπτεία και στον υποστράτηγο Φλώρο τη διαχείριση των hot spots, ανακάλυψε και αυτή τους «παράτυπους» μετανάστες και πρόσφυγες, φτιάχνει όχι μία, αλλά πολλές «Αμυγδαλέζες», στήνει μηχανισμό ΜΚΟποίησης-ιδιωτικοποίησης της παροχής υπηρεσιών συνδρομής στους πρόσφυγες.
Στο ζήτημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων, επιστράτευσε τα ΜΑΤ, τη συκοφάντηση και τον «κοινωνικό αυτοματισμό», ταυτίζοντας το κίνημα με «γραβατάκηδες» και «τσιφλικάδες-φοροφυγάδες».
Οι σημαντικότερες διαψεύσεις, ωστόσο, έρχονται τώρα, στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Η κυβέρνηση διαπραγματεύεται πλέον το πόσο θα χειροτερεύσει το σχέδιο Κατρούγκαλου στο Ασφαλιστικό, τα υποτιθέμενα «αντισταθμίσματα» στον τομέα της φορολογίας γίνονται νέες βαριές φορολογικές επιβαρύνσεις στα φτωχά λαϊκά στρώματα (μείωση αφορολόγητου κλπ), η κυβέρνηση αποδέχεται να συζητά «πακέτο» για τα εργασιακά (όχι μόνο μαζικές απολύσεις -φωτογραφική διάταξη για τις επερχόμενες μαζικές απολύσεις στις τράπεζες- αλλά και νέα μείωση κατώτερου μισθού), ενώ στο ζήτημα των «κόκκινων δανείων» οι δανειστές άνοιξαν ζήτημα πώλησης στα distress funds ακόμη και «πράσινων», δηλαδή εξυπηρετούμενων δανείων. Ωστόσο, δεν τελειώσαμε εδώ. Οι δανειστές ζητούν τριετές Μεσοπρόθεσμο 2016-2018 με νέα μέτρα ύψους 5-6 δισ. ευρώ με βάση το ευνοϊκό σενάριο.
Με τέτοια επίθεση των δανειστών σε όλη τη γραμμή, καταρρέει κάθε έννοια «ισοδύναμου»: η κυβέρνηση δεν έχει πλέον την πολυτέλεια να διαλέξει να κόψει ένα δάχτυλο αντί για κάποιο άλλο, διότι απλούστατα της ζητούν να κόψει όλα τα δάχτυλα! Έχει γίνει, λοιπόν, μια «κανονική» μνημονιακή κυβέρνηση, που υποχωρεί σε όλα και απλώς προσπαθεί να κάνει επικοινωνιακή διαχείριση, ανακατανέμοντας το ύψος των βαρών από ζήτημα σε ζήτημα και από κοινωνική κατηγορία σε κοινωνική κατηγορία, έχοντας παρ’ όλα αυτά ελάχιστα περιθώρια ακόμη και γι’ αυτό…
Η δεύτερη ευκαιρία για το κίνημα και την Αριστερά
Το κυβερνητικό πρόταγμα να μείνουμε στην κυβέρνηση για να διαχειριστούμε το μνημόνιο «με ανθρώπινο πρόσωπο», που ήταν η βάση του «πολιτικού συμβολαίου» στο οποίο οφείλεται η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, έχει πλέον απομείνει γυμνό από κάθε άλλοθι. Έχει εκφυλιστεί σε ένα νέο «πρόταγμα» που πλέον δεν αφορά τους εργαζόμενους και τη νεολαία, αλλά μόνο την κομματική γραφειοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ, τον κυβερνητικό μηχανισμό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τους «ημετέρους» τους στον κρατικό μηχανισμό: «να μείνουμε πάση θυσία στην κυβέρνηση». Έτσι, ο συμβιβασμός με το μνημόνιο και η μετατροπή του ΟΧΙ σε ΝΑΙ τον Ιούλιο οδηγεί στο αναπόφευκτο τέλος: σε μια μνημονιακή «κυβερνώσα Αριστερά» που δεν έχει καν την «πολυτέλεια» της ΔΗΜΑΡ της περιόδου 2012-2013 να αποτελεί την «προοδευτική συνιστώσα» μιας κυβέρνησης στην οποία το «κουμάντο» και τη βασική ευθύνη έχουν άλλοι (ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος).
Μια επικίνδυνη κυβέρνηση, όχι μόνο επειδή είναι αποφασισμένη να τα «πουλήσει» όλα προκειμένου να μείνει στην κυβερνητική εξουσία, αλλά και επειδή οι δανειστές θα ζητήσουν απ’ αυτή να υπογράψει τα πάντα -στο όνομα της Αριστεράς- δελεάζοντάς την με το «τυράκι» της παραμονής στην εξουσία…
Οι εξελίξεις αυτές μας φέρνουν σε ένα νέο σημαντικό σημείο καμπής. Και ορίζουν μια νέα, τη δεύτερη ύστερα από τις εκλογές, ευκαιρία για το κίνημα και την Αριστερά.