Αντί της «αριστερής μελαγχολίας», η νεολαιίστικη και εργατική οργή
Πριν από είκοσι έξι χρόνια η παραίτηση και η απελπισία κυριαρχούσαν μέσα στην Αριστερά. Σε όλο τον πλανήτη προέλαυναν θριαμβευτικά η Δεξιά και οι νεοφιλελεύθερες ιδέες, ενώ τα κομουνιστικά κόμματα συρρικνώνονταν και μετακινούνταν προς τα δεξιά. Ήταν οι τρομερές χρονιές του 1989 και του 1991, όταν κατέρρευσε το τείχος του Βερολίνου και ολόκληρο το Ανατολικό Μπλοκ και κατόπιν η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε σε δεκαπέντε κράτη. Ο απλός κόσμος της Αριστεράς φαινόταν παραλυμένος από την έκπληξη και την οδύνη. Θραύση έκανε το παγκόσμιο ιδεολόγημα της Δεξιάς πως τώρα, με την πτώση του σταλινισμού (δήθεν κομουνισμού), βιώνουμε το «Τέλος της Ιστορίας».
Στην Ελλάδα, από τον Απρίλη του 1990, επέστρεφε μετά από μια δεκαετία στην αντιπολίτευση η Νέα Δημοκρατία υπό τον πατέρα Μητσοτάκη, κουβαλώντας όλη την αλαζονεία της θριαμβεύτριας «ελεύθερης αγοράς» απέναντι στο καχεκτικό κοινωνικό κράτος του ΠΑΣΟΚ.
Το ΚΚΕ και η Αριστερά στην Ελλάδα είχαν προχωρήσει σε δύο κοινές κυβερνήσεις, από το καλοκαίρι του 1989, με τη Δεξιά του Μητσοτάκη. Η Αριστερά μέσα από τη διαδικασία αυτή θα βγει διασπασμένη και τραυματισμένη. Το ΚΚΕ τα επόμενα χρόνια θα παλεύει να ανεβεί ως το 5% και ο Συνασπισμός (η πρώην ενιαία παράταξη της Αριστεράς από όπου θα αποχωρήσει αποδυναμωμένο το ΚΚΕ) θα γίνει σύντομα εξωκοινοβουλευτική δύναμη.
Υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για να κάνει περίπατο ο νεοφιλελευθερισμός κι ο Μητσοτάκης. Η νέα κυβέρνηση άνοιγε με άγρια διάθεση πολλά μέτωπα ταυτόχρονα. Οι εργατικές αντιστάσεις, όπως η Πειραϊκή-Πατραϊκή στην πόλη της Πάτρας, έδειχναν εντελώς δονκιχωτικές απόπειρες μπροστά στο δεξιό κυριαρχικό κύμα.
Πριν περάσουν εννιά μήνες από την εκλογή Μητσοτάκη, όλο αυτό το κλίμα θα ανατραπεί. Εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων θα φωνάξουν μανιασμένα το σύνθημα «κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων». Αλλά στο μεταξύ θα μεσολαβήσουν οι μαθητικές κινητοποιήσεις και η δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα από τους τραμπούκους της ΟΝΝΕΔ.
Οι καταλήψεις
Η Δεξιά, σίγουρη για τη δύναμή της, αποφάσισε να φέρει, τον Οκτώβρη του 1990, μια γενικευμένη αντιμεταρρύθμιση στην Παιδεία. Μαθητική ποδιά και «point system» στα σχολεία, μαζί με την κατάργηση των αδικαιολόγητων απουσιών. Στα πανεπιστήμια κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, χρονικό όριο σπουδών, ιδιωτικά ΑΕΙ. Ο υπουργός Παιδείας Κοντογιαννόπουλος ετοιμαζόταν για εύκολη νίκη. Η ΜΑΚΙ, η μαθητική παράταξη της ΝΔ, διέθετε στα σχολεία μεγάλη δύναμη, ενώ οι μαθητικές οργανώσεις της Αριστεράς άγγιζαν πια τα όρια της ανυπαρξίας. Την ίδια στιγμή, στα πανεπιστήμια κυριαρχούσε η ΔΑΠ, η φοιτητική παράταξη της Δεξιάς.
Όμως, η συλλογική μνήμη ακολουθεί διαδρομές που αιφνιδιάζουν τους επιτελικούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης και φέρνει στην επιφάνεια «ξεχασμένες» μορφές αγώνα. Ακριβώς επειδή η ΚΝΕ πια φυτοζωεί και ο «Ρήγας Φεραίος» είχε τελευτήσει τον βίο του, η οργή του μαθητόκοσμου και των φοιτητών δεν ποδηγετείται να ακολουθήσει την πεπατημένη.
Αντί της αποχής έχουμε στα σχολεία και τις σχολές την κατάληψη, μια μορφή πάλης που μόλις πριν 3 χρόνια είχε «δοκιμαστεί» για πρώτη φορά σε λίγα σχολείο (πολυκλαδικά). Καταλήψεις είχαν υπάρξει ως τότε σε κάποια εργοστάσια και είχε μια δεκαετία να φανεί στις σχολές. Αντί των μαθητικών και φοιτητικών αποκλειστικά αιτημάτων, όταν μπήκε πια ο Δεκέμβρης, κυριάρχησαν τα πολιτικά συνθήματα και οι κοινές πορείες με το εργατικό κίνημα. Μαζί με το κυρίαρχο σύνθημα «Δεν θα περάσει!» εξαπλώνεται και το «Λιτότητα-ανεργία-τρομοκρατία-Κάτω η Νέα Δημοκρατία».
Η δολοφονία
που πυροδότησε το κίνημα
Η κυβέρνηση, που ροκάνιζε το χρόνο προσδοκώντας πως με το κλίμα των γιορτών των Χριστουγέννων η οργή θα ξεφούσκωνε, αναγκάστηκε να κάνει νέο πανικόβλητο σχεδιασμό. Ξεκίνησε μια απίστευτη εκστρατεία λάσπης απέναντι στις μαθητικές καταλήψεις, που τάχα είναι «εστίες οργίων και διακίνησης ναρκωτικών» και κάλεσε τους γονείς να παρέμβουν για να τις σταματήσουν.
Από 7 Γενάρη 1991, εκατοντάδες τραμπούκοι της ΟΝΝΕΔ (νεολαία της ΝΔ) οργανωμένοι σε τάγματα εφόδου, τους «Κενταύρους» και τους «Ρέιντζερς», υποκρίθηκαν τους «αγανακτισμένους» γονείς και άρχισαν δολοφονικές επιθέσεις «ανακατάληψης» των σχολείων σε όλη τη χώρα με ρόπαλα και ξυράφια. Οι Γκοτζαμάνηδες της Δεξιάς προκάλεσαν επικίνδυνους τραυματισμούς σε ανήλικα παιδιά, χαρακτηριστικά στο 4ο Λύκειο στη Θεσσαλονίκη. Αλλά το ανεπανόρθωτο συνέβη στην Πάτρα, όπου στις 9 Γενάρη 1991 δολοφονήθηκε με ρόπαλο ο καθηγητής Τεμπονέρας, από τον πρόεδρο της ΟΝΝΕΔ Πάτρας, Καλαμπόκα. Ο Τεμπονέρας, μέλος μιας τοπικής διάσπασης του ΚΚΕ, του ΕΑΜ, έπεσε νεκρός στο Πολυκλαδικό, ενώ υπερασπιζόταν τους καταληψίες μαθητές του από τις επιθέσεις των τραμπούκων.
Το τι σημαίνει η έκφραση «οργή λαού» έγινε αντιληπτό τις επόμενες μέρες μετά τη δολοφονία. Ιδιαίτερα στην Πάτρα, οι πολιτευτές της Δεξιάς δεν ξεμυτούσαν από τα σπίτια τους. Στις 9 Γενάρη υπήρχαν δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές σε όλη τη χώρα. Στις 10 Γενάρη μόνο στην Αθήνα κατέβηκαν 100.000 που παρέμειναν στο δρόμο, παρά την παραίτηση του υπουργού Παιδείας Κοντογιαννόπουλου, και έστησαν οδοφράγματα. Για να τσακίσουν τον κόσμο, τα ΜΑΤ έκαναν την Αθήνα θάλαμο αερίων με τα δακρυγόνα, προκαλώντας 4 νεκρούς στο πολυκατάστημα «Κ. Μαρούσης». Ο νέος υπουργός Παιδείας, Σουφλιάς, θα πάρει αμέσως πίσω όλες τις αντιμεταρρυθμίσεις.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έπεσε με το κύμα οργής για τη δολοφονία Τεμπονέρα. Το κίνημα είχε καταφέρει να προχωρήσει πολύ γρήγορα, καθώς οι οργανώσεις των ρεφορμιστών ήταν πολύ αδύναμες για να του φορέσουν χαλινάρι. Αλλά για τη συνέχεια ήταν απόλυτα αναγκαία μια επαναστατική Αριστερά δυνατή και ξεκάθαρη, που να συνδέσει την οργή με τους εργατικούς χώρους και να χαράξει κατευθύνσεις και συνθήματα. Αυθόρμητα το κίνημα έψαχνε ψαχουλευτά να βρει τα επόμενα βήματα, ενώ ήδη είχαν ξεκινήσει διαδηλώσεις για τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έπεσε ανυπόληπτη και διασπασμένη δύο χρόνια αργότερα. Το τελικό χτύπημα ήρθε από τις κινητοποιήσεις των οδηγών λεωφορείων της Αθήνας. Οι αστικές συγκοινωνίες, που είχαν ιδιωτικοποιηθεί, θα ξαναγίνουν κρατικές αμέσως μετά την πτώση του Μητσοτάκη, και αυτή θα είναι η πρώτη νίκη κατά των ιδιωτικοποιήσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπου επέλαυνε ο νεοφιλελευθερισμός.
Η παρακαταθήκη
Η δολοφονία του Τεμπονέρα δεν ήταν απλώς άλλη μια σελίδα στο μαρτυρολόγιο της Αριστεράς. Ήταν μια καμπή που απέδειξε πως η οργή των καταπιεσμένων και της νεολαίας δεν είναι ανήμπορη και ανίσχυρη, αλλά μια πυριτιδαποθήκη με τεράστια αποθέματα. Όμως χρειάζεται η αφορμή, το «κλειδί» που θα την ανοίξει και πάνω απ’ όλα η γνώση που θα τη χρησιμοποιήσει. Η επαναστατική οργανωμένη πρωτοπορία στην Ελλάδα έχει προχωρήσει βήματα από τότε και είναι πολλαπλάσια από εκείνη του ’90-’91. Και η «αριστερή μελαγχολία» και απογοήτευση δεν είναι δεδομένο πως θα παραλύουν για πολύ ακόμα τον οργανωμένο αγώνα και τη στράτευση.