Σε κίνδυνο βασικά εργατικά-κοινωνικά δικαιώματα. Ανάγκη απεργιακής-κινηματικής απάντησης
Η αξιολόγηση εξελίσσεται σε πραγματική καρμανιόλα για τα βασικά εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα. Οι ευρωηγεσίες έκριναν ως απαραίτητη τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο «ελληνικό πρόγραμμα». Αυτό οδηγεί σε παράταση των διαπραγματεύσεων –τουλάχιστον έως τη Σύνοδο του Ταμείου στα τέλη Απρίλη- και την αναζήτηση «λύσης» απελπιστικά κοντά στις μεγάλες πληρωμές ομολόγων του Ιούνη-Ιούλη. Ταυτόχρονα φέρνει την κυβέρνηση Τσίπρα μπροστά στην υποχρέωση να υπογράψει την επαχθέστερη συμφωνία, όπως από την αρχή ζητούσε το ΔΝΤ.
Ο ι Ευρωπαίοι της τρόικας ξεκαθάρισαν στον Τσίπρα ότι απαιτούν πάση θυσία την παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και μάλιστα με ρόλο πρωταγωνιστικό, τουλάχιστον μέχρις ότου (και εάν…) ο ESM μετασχηματιστεί σε έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό ανάλογο με το ΔΝΤ (βλ. σελ. 2). Η απόφαση αυτή έχει μεγάλες συνέπειες πάνω στο χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης. Το ΔΝΤ θα πάρει τις αποφάσεις του στη Σύνοδό του, στις 23 Απρίλη στη Νέα Υόρκη. Με δεδομένο ότι θα χρειαστεί κάποιος πρόσθετος χρόνος, ώστε οι αποφάσεις του Ταμείου να «μεταφραστούν» στις νόρμες και στις προϋποθέσεις του ευρωπαϊκού τμήματος της τρόικας, αλλά και να μπορέσει ο Τσίπρας να ολοκληρώσει το αναγκαίο πολιτικό «μασάζ» για την ψήφισή τους από μια κάποια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, οδηγούμαστε πολύ κοντά στη λήξη των μεγάλων ομολόγων του Ιούνη-Ιούλη, δηλαδή πολύ κοντά στο ακόμα και «εξ ατυχήματος» ενδεχόμενο χρεοκοπίας. Θυμίζουμε ότι η κυβέρνηση είχε χαρακτηρίσει ως «καταστροφικό» το σενάριο να σέρνεται η αξιολόγηση μετά τα… τέλη του περασμένου Γενάρη.
Η απόφαση αυτή, όμως, έχει μεγάλες συνέπειες και στο ίδιο το περιεχόμενο της συμφωνίας για να κλείσει η αξιολόγηση. Είναι γνωστό ότι το ΔΝΤ ζητούσε τη σκληρότερη γκάμα αντικοινωνικών μέτρων προκειμένου να παραμείνει στο πρόγραμμα, μετά την άρνηση των ευρωπαίων δανειστών να συζητήσουν σοβαρά οποιαδήποτε μέτρα «ελάφρυνσης» του χρέους. Μπροστά σε αυτήν τη σκληρή πραγματικότητα έχει ήδη προσγειωθεί η κυβέρνηση Τσίπρα που έχει πλέον να θεσμοθετήσει μέτρα πρόσθετης λιτότητας τουλάχιστον 4 δισ. ευρώ για το 2019.
Πρόκειται για τουλάχιστον 1,8 δισ. ευρώ που πρέπει να αφαιρεθεί από τις πληρωμές στις καταβαλλόμενες συντάξεις.
Πρόκειται για ακόμα 1,8 δισ. ευρώ που πρέπει να προκύψει από την αύξηση της φορολόγησης των λαϊκών νοικοκυριών, μέσω της μείωσης του αφορολόγητου εισοδήματος που προτείνεται να περιοριστεί στα 5.700 ευρώ (!) οδηγώντας σε φορολογική υποχρέωση ακόμα και οικογένειες ανέργων.
Πρόκειται επίσης για την επιτάχυνση της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, με την απαίτηση για άμεση πώληση μονάδων της. Σημειώνεται ότι η «καλυμμένη ιδιωτικοποίηση» που έχει ήδη επιβληθεί (με τις υποχρεωτικές δημοπρατήσεις ενέργειας σε εγγυημένες τιμές προς τους παρόχους, αλλά και τις υποχρεωτικές εξαγωγές ρεύματος) οδήγησαν σε κρυφή ενεργειακή κρίση στα τέλη του φετινού χειμώνα, ενώ οι εμπειρογνώμονες της ενέργειας εκφράζουν πλέον έντονες ανησυχίες για τις δυνατότητες της κατακρεουργημένης ΔΕΗ να καλύψει την αυξημένη ζήτηση του ερχόμενου καλοκαιριού.
Πρόκειται, τέλος, για την ιδεολογική εμμονή του ΔΝΤ με την πλήρη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων: σε μια χώρα με πραγματική ανεργία κοντά στο 30%, οι ομαδικές απολύσεις πρέπει, λέει, να γίνουν αποκλειστικά «διευθυντικό προνόμιο» των εργοδοτών.
Είναι σαφές ότι πρόκειται για ένα ακόμα πακέτο μέτρων-σοκ, που θα προκαλέσουν μεγαλύτερη φτωχοποίηση του πληθυσμού και εμπέδωση της νεοφιλελεύθερης επιθετικότητας του κεφαλαίου.
Μέχρι σήμερα η κυβέρνηση επιχειρούσε να οργανώσει μια επικοινωνιακή άμυνα, δίνοντας έμφαση στα «αντι-μέτρα» που θα της επιτραπεί να πάρει αν και εφόσον οι οικονομικές επιδόσεις της εξελιχθούν ομαλά. Όμως τα όμορφα ψέματα όμορφα καίγονται: τα συζητήσιμα από το ΔΝΤ «αντι-μέτρα» μπορεί να γίνουν για τον Τσίπρα ένα από τα πολιτικά πιο επώδυνα στοιχεία της συμφωνίας. Γιατί αφορούν κυρίως μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης των πλουσίων και ιδιαίτερα των εταιρικών κερδών. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ καλείται να πάρει συντριπτική μέτρα κατά των μισθωτών και των συνταξιούχων, ενώ θα της επιτρέπεται –αν μπορέσει- να εφαρμόσει τη βασική προεκλογική επαγγελία του… Μητσοτάκη, δηλαδή να μειώσει τη φορολόγηση πάνω στον πλούτο και στα κέρδη.
Οι πολιτικές συνέπειες μιας τέτοιας συμφωνίας θα είναι καθοριστικές.
Κατ’ αρχήν, δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι δυσκολίες στην επιβολή της. Ο Γ. Δραγασάκης, μιλώντας στην ΕΡΤ, δήλωσε: «Ζητούν μείωση φορολογικών συντελεστών των υψηλών εισοδημάτων και των εταιρικών κερδών και ταυτόχρονα να μειώσουμε το αφορολόγητο για τα χαμηλά εισοδήματα. Είναι δυνατόν να δεχθεί η δική μας κυβέρνηση τέτοια μέτρα;». Ο Στ. Κούλογλου, πρότεινε εκλογές αν οι δανειστές επιμείνουν σε αυτήν την κατεύθυνση, υπενθυμίζοντας το σενάριο «πασοκοποίησης» του ΣΥΡΙΖΑ. Τα ΜΜΕ μιλούν για ομάδα βουλευτών γύρω από τους Φίλη-Σκουρλέτη, που αρνείται να ψηφίσει μέτρα που θα περιλαμβάνουν την περικοπής των καταβαλλόμενων συντάξεων.
Ασφαλώς τα πεπραγμένα των βουλευτών και των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφήνουν περιθώρια για αυταπάτες για το ρόλο τους. Την κρίσιμη στιγμή θα πειθαρχήσουν, αφήνοντας την πρωτοβουλία στον Τσίπρα και την γύρω του ηγετική ομάδα. Όμως η επιβολή μιας τέτοιας συμφωνίας θα είναι καθαρό ότι στρώνει το χαλί της πρωθυπουργοποίησης στον Μητσοτάκη (γεγονός που έδειξε να αντιλαμβάνεται ακόμα και ο Μοσκοβισί με τη δήλωσή του στο πρόσφατο Eurogroup) και σε μια εύκολη πολιτική νίκη της Δεξιάς, εάν και όποτε γίνουν εκλογές. Ο κίνδυνος της ρευστοποίησης του κόμματός του και ενός πολιτικού μέλλοντος που γίνεται όλο και πιο αβέβαιο για τον ίδιο, παρουσιάζεται πλέον ολοφάνερα μπροστά στον Αλέξη Τσίπρα.
Οι εργαζόμενοι και οι λαϊκές δυνάμεις δεν έχουν τίποτα καλό να περιμένουν από τους μνημονιακούς πρωταγωνιστές της πολιτικής σκηνής. Απέναντι στην αξιολόγηση καρμανιόλα το λόγο πρέπει να πάρει η κινηματική αντίσταση.
Οι ριζοσπαστικές δυνάμεις μέσα στα συνδικάτα οφείλουν να κλιμακώσουν τη συντονισμένη πίεση για να προκύψει γενικότερη απεργιακή απάντηση, μια γενική πανεργατική απεργία με στόχο να μην περάσουν τα μέτρα.
Με δεδομένο ότι οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να αποφύγουν αυτό το καθήκον, οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς οφείλουν στις ημέρες που έρχονται να οργανώσουν κινητοποίησεις και ακτιβίστικες παρεμβάσεις, με στόχο να υποβοηθήσουν, να πυροδοτήσουν μια πιο γενικευμένη εργατική-λαϊκή απάντηση.
Με δεδομένο το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης, η ανακοίνωση των συγκεκριμένων μέτρων της αντεργατικής αντικοινωνικής συμφωνίας, φαίνεται να έρχεται πολύ κοντά στη φετινή Πρωτομαγιά. Που αποκτά έτσι, ένα πολύ συγκεκριμένο και οξύ περιεχόμενο. Και για την οργάνωσή της, οφείλουμε όλοι να αρχίσουμε να εργαζόμαστε.