Συνέντευξη με τον Τζον Μάλεν για τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία (ολόκληρο στο Rproject.gr)
Η «Ε.Α». έχει καλύψει εκτεταμένα τις φετινές εκλογές στη Γαλλία. Σε διαδοχικά φύλλα έχουμε καταγράψει την δική μας άποψη, αλλά παρουσιάζουμε και απόψεις αγωνιστών από τη Γαλλία, όπως η αναδημοσίευση άρθρου του Ούγκο Παλέτα από το NPA. Συνεχίζουμε την παρουσίαση του σχετικού «διαλόγου» με μια συνέντευξη με τον Τζον Μάλεν, αντικαπιταλιστή αγωνιστή που ζει στο Παρίσι και υποστηρικτή της Ανυπότακτης Γαλλίας.
Καθώς οι προεκλογικές καμπάνιες συνεχίζονται μέσα στον Απρίλη, ποια είναι η ατμόσφαιρα στη ριζοσπαστική Αριστερά στη Γαλλία;
Πρόκειται για μια μακρά εκλογική περίοδο, καθώς υπάρχουν δύο γύροι προεδρικών εκλογών τον Απρίλη και δύο γύροι κοινοβουλευτικών εκλογών τον Ιούνη. Οι δύο εκλογές συνδέονται πολύ στενά, επειδή παραδοσιακά το εκλογικό σώμα είναι γενναιόδωρο [στις βουλευτικές] με όποιον κερδίσει τις προεδρικές. Στην Αριστερά, κάποιες από τις τοποθετήσεις του Απρίλη αποφασίζονται έχοντας κατά νου πιθανές συμμαχίες τον Ιούνη.
Στα 35 χρόνια που δρω ως ακτιβιστής στη Γαλλία, δεν έχω ξαναδεί ένα τόσο ορατό ριζοσπαστικό αριστερό πρόγραμμα ή μια τόσο ενθουσιώδη προεκλογική εκστρατεία. Η καμπάνια του Ζαν Λικ Μελανσόν κατέβασε τουλάχιστον 60.000 ανθρώπους στους δρόμους του Παρισιού σε μια διαδήλωση στα μέσα Μάρτη. Το κανάλι της στο Youtube έχει 800.000 συνδρομητές και ο Μελανσόν ή άλλοι βουλευτές της Ανυπότακτης Γαλλίας εμφανίζονται σε τηλεοπτικές εκπομπές υψηλής τηλεθέασης τις περισσότερες μέρες. Οι μαζικές συγκεντρώσεις του Μελανσόν είναι πραγματικές στιγμές μαζικής πολιτικοποίησης και προσελκύουν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, περισσότερους από κάθε άλλη υποψηφιότητα (την ερχόμενη εβδομάδα θα γίνουν ταυτόχρονα σε 12 πόλεις, με τη βοήθεια 11 ολογραμμάτων του Μελανσόν!). Το μήνυμά τους είναι πολύ απλό. Υπάρχουν τα χρήματα για να αυξηθούν θηριωδώς οι μισθοί και οι συντάξεις, να γίνει «πράσινη» η ενέργεια και η αγροτική παραγωγή και να εξαφανιστεί η έλλειψη στέγης. Ας αλλάξουμε την κοινωνία και ας φορολογήσουμε τους πλούσιους αντί να στοχοποιούμε τους Μουσουλμάνους και τους Άραβες!
[…]
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι επακόλουθες δράσεις της λεγόμενης «Δύσης» (κυρώσεις, ενίσχυση του μιλιταρισμού, πολύ συζήτηση για «τη θέση της Ευρώπης στον κόσμο» κλπ) αναδιαμορφώνουν το πολιτικό τοπίο. Μπορείς να μας πεις για τον αντίκτυπο στη Γαλλία;
Μια πολεμική ατμόσφαιρα πάντα βοηθά την υπάρχουσα κυβέρνηση, καθώς αυτή είναι σε θέση να «κάνει κάτι», ή έστω να προσποιείται ότι κάνει. Επιπλέον, οι δεξιές απαιτήσεις για μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν σε μια ατμόσφαιρα σύγχυσης και πολέμου. Ο Μακρόν επιχείρησε να επωφεληθεί από όλα αυτά με έναν τρόπο καρικατούρας. Ξαφνικά σταμάτησε να ξυρίζεται και άρχισε να φορά στρατιωτικά μπλουζάκια, ελπίζοντας να μοιάζει περισσότερο με τον Ζελένσκι στις φωτογραφίες του! Κέρδισε γρήγορα 5 μονάδες στις δημοσκοπήσεις, αλλά σήμερα δείχνει να χάνει κάποια από αυτά τα κέρδη και προσαρμόζει την τακτική του καθημερινά.
Ο Μελανσόν ξεχώρισε για την εναντίωσή του σε μια κλιμάκωση από την πλευρά του ΝΑΤΟ. Αυτό προκάλεσε μια μεγάλη καμπάνια από την υποψήφια του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Ανί Χινταλγκό (που έχει 2% στις δημοσκοπήσεις) να τον συκοφαντήσει ως φίλο του Πούτιν. Αν και υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που ίσως πίστεψαν αυτές τις μπούρδες, η αντιπολεμική στάση του Μελανσόν του εξασφάλισε και κάποια υποστήριξη, σε μια πολωμένη ατμόσφαιρα, και σήμερα έχει κερδίσει 2 μονάδες.
Ο Μακρόν δείχνει να είναι το φαβορί. Μπορείς να περιγράψεις -πολιτικά, κοινωνικά- τον πυρήνα της εκλογικής του βάσης; Πιστεύεις ότι μπορεί να υπάρξει κάποια έκπληξη στο δεύτερο γύρο και -αν όχι- τι να περιμένουμε να δούμε στη δεύτερη θητεία του;
Υπάρχουν περίπου 48 εκατομμύρια ενήλικοι στη Γαλλία. Στις εκλογές του 2017, ο Μακρόν πήρε 8μιση εκατομμύρια ψήφους στον πρώτο γύρο και επικράτησε εύκολα στον δεύτερο ενάντια στην Μαρίν Λεπέν, με πολλά εκατομμύρια ανθρώπους να τον ψηφίζουν μόνο για να κρατήσουν τους φασίστες εκτός κυβέρνησης. Οπότε, δεν είναι δημοφιλής, αλλά είναι πιο δημοφιλής από τους άλλους, σε ένα πολύ κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο. Οι ψηφοφόροι του Μακρόν τείνουν να είναι μεγαλύτερης ηλικίας και ο ίδιος είναι πολύ δημοφιλής στο διοικητικό-διευθυντικό προσωπικό. Και πρόκειται για τις κοινωνικές ομάδες που γενικά δεν απέχουν από τις κάλπες. Ο Μακρόν έχτισε το κόμμα του πάνω στα ερείπια της παραδοσιακής Αριστεράς και Δεξιάς, γεμίζοντάς το με δεξιούς οπορτουνιστές και αριστερούς αποστάτες, αλλά το κόμμα έχει ελάχιστη ριζωμένη παρουσία (μόλις μια χούφτα πόλεις έχουν δήμαρχο από την Republique en Marche, το κόμμα του).
Εν μέρει επειδή είναι εκτός των παραδοσιακών κομμάτων της Δεξιάς, είχε την ικανότητα να κάνει μερικά πράγματα που τον κάνουν να δείχνει κοινωνικά ευαίσθητο ή «κεντροδεξιό». Για παράδειγμα, το μέγεθος των τάξεων έχει μικρύνει στα σχολεία των φτωχότερων πόλεων, οι ακραία ελιτιστικές πολιτικές στα κορυφαία πανεπιστήμια έχουν αλλάξει, ενώ η βοήθεια για τους μισθωτούς στη διάρκεια της πανδημίας ήταν μεγαλύτερη από ό,τι σε γειτονικές χώρες.
Ασφαλώς ο Μακρόν έχει το προβάδισμα για επανεκλογή. Ήθελε να είναι η Θάτσερ της Γαλλίας, αλλά κατάφερε να υλοποιήσει μόνο τις μισές από τις επιθέσεις που σχεδίαζε. Εφαρμόστηκαν σκληρές επιθέσεις στους ανέργους, στην εκπαίδευση και στην τοπική αυτοδιοίκηση, με σταδιακή αύξηση της ισλαμοφοβίας και της βίαιης καταστολής, και μεγάλες φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους. Αλλά η ναυαρχίδα των σχεδίων του (η συντριβή του γαλλικού συνταξιοδοτικού συστήματος) ηττήθηκε από μαζικές απεργίες και διαδηλώσεις εκατομμυρίων εργαζομένων. Στην καμπάνια του για επανεκλογή, δηλώνει ότι θα επιχειρήσει ξανά να επιτεθεί στις συντάξεις και υπόσχεται να χτίσει σταθμούς πυρηνικής ενέργειας. Επίσης υπονοεί και άλλες επιθέσεις -όπως να υποχρεώσει τους φοιτητές να πληρώνουν περισσότερα δίδακτρα (σήμερα πληρώνουν μερικές εκατοντάδες ευρώ το χρόνο). Τα δισεκατομμύρια που δαπανήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας θα τον ενθαρρύνουν να προωθήσει μια πιο σκληρή λιτότητα, και θα υπάρξουν μεγάλες μάχες. Ήδη έχουν συμβεί κάποιες σημαντικές απεργίες για μεγαλύτερους μισθούς.
Έχουν περάσει μήνες από την αρχική άνοδο του Ζεμούρ στις δημοσκοπήσεις και την συζήτηση ερμηνείας αυτού του νέου ρεύματος. Τι παραπάνω γνωρίζουμε σήμερα για την αναδιάταξη της γαλλικής ακροδεξιάς; Ο Ζεμούρ διασπά τμήμα της εκλογικής βάσης της Λεπέν ή φέρνει νέες δυνάμεις στην ακροδεξιά; Πώς πάνε και οι δυο τους (Λεπέν και Ζεμούρ) με όρους οργανωτικής συγκρότησης των δυνάμεών τους;
Ο Ζεμούρ αντιδρά στην μακρά και σχετικά πετυχημένη προσπάθεια της Μαρίν Λεπέν να διαμορφώσει μια πιο «σοβαρή» εικόνα για το κόμμα της. Απαιτεί να δημιουργηθεί «υπουργείο επαναμετανάστευσης» [ΣτΜ: «remigration», ευφημισμός της σύγχρονης ακροδεξιάς για τις μαζικές απελάσεις] και έχει στόχο να διώξει από τη χώρα τους Μαύρους και τους Άραβες. Μετά από μια αστυνομική δολοφονία στα προάστια του Παρισιού πριν λίγες μέρες, διατυμπάνισε την υποστήριξή του στον δολοφόνο, λέγοντας ότι «πρέπει να εξολοθρεύσουμε τα καθάρματα». Υπερασπίζεται τα πεπραγμένα του γαλλικού φασιστικού καθεστώτος του Βισύ, ισχυριζόμενος ότι υπερασπίστηκε τους Γάλλους Εβραίους! Είναι πάρα πολύ ανησυχητικό ότι κατάφερε να συγκεντρώσει 30.000 ανθρώπους σε μια συγκέντρωση στο Παρίσι στα τέλη Μάρτη.
Και η Λεπέν και ο Ζεμούρ είναι πολύ αδύναμοι από την άποψη της τοπικά ριζωμένης κομματικής οργάνωσης. Στις δημοτικές εκλογές του 2020, το κόμμα της Λεπέν πήρε 2,3%. Σε πολλές πόλεις δεν τολμάνε να οργανώσουν δημόσιες συγκεντρώσεις ή εξορμήσεις με φυλλάδια και οι φασιστικές διαδηλώσεις ήταν πολύ σπάνιες τα τελευταία χρόνια. Αυτό που έχουν πετύχει, ως τώρα, είναι μέσω της εκλογικής πίεσης να ωθήσουν την επίσημη πολιτική προς τα δεξιά και να διασφαλίσουν ότι ο Μακρόν εξαπολύει μια σειρά από επιθέσεις στους Μουσουλμάνους και την ελευθερία του λόγου. Έτσι ο Μακρόν απαγορεύει τη δράση Μουσουλμανικών και φιλοπαλαιστινιακών οργανώσεων και έχει πλέον την πιο βίαιη αστυνομική δύναμη στη δυτική Ευρώπη.
Έχουν γραφτεί πολλά για την αδυναμία της Αριστεράς. Η έλλειψη ενότητας (στα γραμμές της «Αριστεράς της Αριστεράς») ήταν προφανώς ένας παράγοντας σε αυτές τις εκλογές, αλλά υποθέτω ότι υπάρχουν και άλλα, βαθύτερα, ζητήματα, από αυτά που δεν μπορούν να επιλυθούν στην κάλπη. Ποιες είναι οι βασικές προκλήσεις που οφείλουν να αντιμετωπίσουν τα βασικά ρεύματα της Αριστεράς της Αριστεράς μετά τις εκλογές;
Οι πρόσφατες τακτικές του ρεφορμιστικού ΚΚ Γαλλίας και του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος διαμορφώθηκαν από τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου: την συγκλονιστική κατάρρευση του Σοσιαλιστικού Κόμματος (που είχε την προεδρία και την κυβέρνηση ως το 2017 και σήμερα έχει 2% στις δημοσκοπήσεις) και την ανάδυση της Ανυπότακτης Γαλλίας ως μαζικό κίνημα, κερδίζοντας 7 εκατομμύρια ψήφους το 2017.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε υποστηρίξει την υποψηφιότητα Μελανσόν το 2017, αλλά αυτή τη φορά κατεβάζει δικό του υποψήφιο, τον Φαμπιάν Ρουσέλ. Η καμπάνια του Ρουσέλ κινήθηκε πάνω σε μια πολύ καθαρή στροφή δεξιά για να διαφοροποιηθεί από τον Μελανσόν. Ο Ρουσέλ έχει κάνει πολύ θόρυβο για την υποστήριξή του στην πυρηνική ενέργεια, συμμετείχε σε μια αντιδραστική συγκέντρωση των αστυνομικών συνδικάτων και τονίζει τη στενή του σχέση με διάσημους ισλαμοφοβικούς της Αριστεράς. Διακήρυξε ότι ο Μελανσόν δεν απευθύνεται στον «πραγματικό» Γαλλικό λαό, αλλά μόνο στο «ριζοσπαστικοποιημένο πληθυσμό κάποιων προαστίων». Αυτό γενικά θεωρείται κωδικοποιημένη έκφραση για να περιγράψει τους νεαρούς μαύρους και Άραβες. Ο Ρουσέλ επίσης διατυμπανίζει τη σημασία του «παραδοσιακού» γαλλικού φαγητού και κρασιού, σε μια κεκαλυμμένη επίθεση στην πολυπολιτισμικότητα. Ο στόχος του να διαφοροποιηθεί από τον Μελανσόν συνδέεται επίσης με τις μελλοντικές βουλευτικές και άλλες εκλογές. Στις περιφερειακές εκλογές του 2021, το ΚΚΓ συμμάχησε με το σοσιαλφιλελεύθερο Σοσιαλιστικό Κόμμα σε 9 από τις 13 περιφέρειες.
Το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα, κατά τη γνώμη μου, δεν έχει αντιληφθεί τη σημασία της αναγέννησης του ριζοσπαστικού αριστερού ρεφορμισμού, και γι’ αυτό κατέβασαν τον δικό τους υποψήφιο στις προεδρικές, τον Φιλίπ Πουτού (1% στις δημοσκοπήσεις). […]
Ασφαλώς, υπάρχει μια πλατιά και κρίσιμης σημασίας συζήτηση για τη ριζοσπαστική μεταρρύθμιση και τα όριά της στη Γαλλία. Ο Μελανσόν πρόσφατα έβγαλε ένα βίντεο με τον Στάθη Κουβελάκη που αφορούσε το πώς μπορεί να αποφευχθεί μια αποτυχία σαν του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, όπως και δύο ομιλίες που αφορούσαν τη ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση Μιτεράν του 1981 στη Γαλλία και τα όριά της. Οι μαρξιστές έχουν πολλές σοβαρές διαφωνίες με τις απόψεις του Μελανσόν, αλλά η αποχή από αυτόν τον διάλογο, όταν σε αυτόν εμπλέκονται 20 φορές περισσότεροι άνθρωποι από ό,τι πριν 10 χρόνια, είναι ένα σημαντικό λάθος.
Για τους περισσότερους ανθρώπους, είναι δύσκολο να διακρίνουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στην καμπάνια του Πουτού -που περιλαμβάνει ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις όπως του Μελανσόν- και εκείνη της Ανυπότακτης Γαλλίας. Ο Μελανσόν λέει «επανάσταση των πολιτών», ο Πουτού λέει «ρήξη με τον καπιταλισμό». Δεν θέλω να ακουστώ σαν «κόκκινος δάσκαλος» που βάζει κακό βαθμό στο NPA, μια οργάνωση αποφασισμένων ταξικών αγωνιστών, αλλά η κριτική υποστήριξη στον Μελανσόν θα επέτρεπε πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα μαρξιστικής παρέμβασης. Κάποιες μικρότερες επαναστατικές οργανώσεις λειτουργούν μέσα στην Ανυπότακτη Γαλλία και -καθώς αυτή είναι κίνημα και όχι κόμμα- είναι σχετικά εύκολη μια τέτοια λειτουργία.
Η προεκλογική καμπάνια χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλά επίπεδα διαλόγου κι αντιπαράθεσης, το οποίο είναι υπέροχο πράγμα. Η Ανυπότακτη Γαλλία έχει οργανώσει μια μαζική προεκλογική εκστρατεία «πόρτα-πόρτα», μια πρακτική που δεν υπάρχει ως παράδοση στη Γαλλία. Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, ο Μελανσόν κινείται γύρω στο 14,5% στις δημοσκοπήσεις. Δεν είναι ανέφικτο να περάσει στο δεύτερο γύρο, κάτι που θα αποτελούσε πολιτικό σεισμό, ένα τεράστιο πλήγμα στην ακροδεξιά και μια τονωτική ώθηση σε όλους τους ανθρώπους του στρατοπέδου μας. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι, ανάμεσα στους δύο γύρους, κάθε πολιτική συζήτηση θα είχε στο επίκεντρό της τη ριζοσπαστική αλλαγή. Αν ο δεύτερος γύρος είναι και πάλι «ντουέτο και όχι μονομαχία», μεταξύ Μακρόν και Λεπέν, η Ανυπότακτη Γαλλία παρόλα αυτά θα παραμείνει κεντρική στη ριζοσπαστική Αριστερά. Η οικοδόμηση της επιρροής της, το να πειστούν τα μέλη της να δώσουν προτεραιότητα και στους μη-εκλογικούς αγώνες, η παράλληλη διατήρηση μιας συντροφικής, ανεξάρτητης, μαρξιστικής φωνής, είναι το βασικό καθήκον των αντικαπιταλιστών.
[…]