Έχουμε την εμπειρία να τους ξαναφράξουμε το δρόμο
Έ να από τα πιο μελανά σημεία του εκλογικού αποτελέσματος της 25ης Ιουνίου, ήταν αναμφισβήτητα τα ποσοστά της ακροδεξιάς. Τρία αμιγώς ακροδεξιά κόμματα κατάφεραν να εισέλθουν στο ελληνικό κοινοβούλιο αθροίζοντας ένα ποσοστό κοντά στο 12,5%. Αν σκεφτεί κανείς ότι το ΠΑΣΟΚ ως τρίτο κόμμα έλαβε 11,84%, αντιλαμβάνεται ότι υπήρξε ενίσχυση της ακροδεξιάς ψήφου. Όμως δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι τα ποσοστά αυτά επιτεύχθηκαν σε μια κάλπη όπου η αποχή άγγιξε σχεδόν το 50% και που ο κόσμος της Αριστεράς είτε εργαζόταν στα τουριστικά κάτεργα, είτε βυθιζόταν στα πολιτικά του αδιέξοδα.
Από την 25η Ιουνίου διαμορφώνεται ένα ολότελα διαφορετικό κοινοβουλευτικό τοπίο. Από το άρθρο αυτό ισχυριζόμαστε ότι το νέο αυτό τοπίο δεν αντανακλά τις πραγματικές κοινωνικές διεργασίες, αλλά περισσότερο αποτυπώνει τους πολιτικούς συσχετισμούς των φελλών που επέπλευσαν στα νερά που κράτησε ήρεμα ο Μητσοτάκης. Αυτοί οι φελλοί ελλείψει σημαντικής πολιτικής απάντησης από τα Αριστερά, σήκωσαν και τις σημαίες τους και μπήκαν και στη βουλή. Δεν υποτιμούμε σε καμία περίπτωση την παρουσία τους και την ευρύτερη πρακτική τους το επόμενο διάστημα. Το αντίθετο μάλιστα. Όμως οφείλουμε να αναλύσουμε το τι είναι αυτά τα κόμματα που ξεπέρασαν το 3% και τι χρειάζεται για να τα στείλουμε ξανά στα αζήτητα.
Ακροδεξιός χάρτης
Το κόμμα που δημιούργησε, με διαφορά από τα υπόλοιπα, τον μεγαλύτερο προβληματισμό, ήταν το κόμμα των Σπαρτιατών, το οποίο στήριξε δημοσίως ο Ηλίας Κασιδιάρης. Πρόκειται για ένα κόμμα που μέχρι πριν τη στήριξη του καταδικασμένου νεοναζί, ήταν στα αζήτητα. Η γραμμή που έδωσε ο Κασιδιάρης μόλις λίγες εβδομάδες πριν τις εκλογές και το άνετο 4,63% που έβαλε το κόμμα στη βουλή ανέδειξε την αναζωογόνηση που γνωρίζει ο χώρος στα δεξιά της ΝΔ. Με μια λιτή δήλωση το βράδυ των αποτελεσμάτων ο φερόμενος πρόεδρος του κόμματος, Βασίλης Στίγκας, έσπευσε να ευχαριστήσει δημόσια τον Ηλία Κασιδιάρη, ξεφτιλίζοντας σε πανελλήνια μετάδοση όλο το αστικό πολιτικό προσωπικό, που ενώ άφησε τον Κασιδιάρη επί τρία χρόνια να κάνει πολιτική προπαγάνδα από το κελί, έσπευσε στο παρά πέντε των εκλογών να τον φρενάρει εκλογικά, καταφέρνοντας τελικά να του κάνει… δωρεάν διαφήμιση. Στη δημόσια εικόνα του κόμματος μέχρι στιγμής κυριαρχεί ο αντιπροσφυγικόςλόγος και ο αντικομμουνισμός, και μένει να δούμε περισσότερα το επόμενο διάστημα. Πάντως η σύνδεση με τον Κασιδιάρη και τα στελέχη του, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Το δεύτερο σε ψήφους ακροδεξιό κόμμα ήταν η γνωστή «Ελληνική Λύση» του Κυριάκου Βελόπουλου. Ο Βελόπουλος, πολιτικό παιδί του Γιώργου Καρατζαφέρη, με μακρά διαδρομή στον ευρύτερο ακροδεξιό χώρο, αλλά και στις… τηλεπωλήσεις, ξέρει να πλασάρει την εικόνα του πατριώτη αλλά και του έμπορα, του θρησκευόμενου αλλά και του επιχειρηματία, του παραδοσιακού αλλά και του ανθρώπου της αγοράς. Κάπως έτσι, λοιπόν, ισορροπεί πολιτικά μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Από τη μία, έστειλε εξώδικα σε όλα τα ΜΜΕ επειδή συμπεριέλαβαν το κόμμα του στον ακροδεξιό χώρο, από την άλλη ο ίδιος και τα στελέχη του τάσσονται ενάντια στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, διαμαρτύρονται για τις παραχωρήσεις στη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα και φωτογραφίζονται συχνά πυκνά με παππάδες σε εκκλησίες και μοναστήρια.
Το τρίτο ακροδεξιό κόμμα που κατάφερε να μπει στη βουλή ήταν η «ΝΙΚΗ» του θεολόγου Δημήτρη Νατσιού συγκεντρώνοντας 3,69%. Είχαμε γράψει και στο προηγούμενο φύλλο για το συγκεκριμένο κόμμα, καθώς αποτέλεσε μια δυσάρεστη έκπληξη ήδη από τις εκλογές της 21ης Μάη. Το κόμμα αυτό απολαμβάνει της στήριξης τουλάχιστον οκτώ μοναστηριών του Αγίου Όρους, έχει διεισδύσει σε ενορίες και παραθρησκευτικούς κύκλους, ενώ φαίνεται ότι τυγχάνει στήριξης και φιλορώσικων κομματιών του εγχώριου κεφαλαίου. Την ώρα που το κόμμα αρνείται ότι είναι ακροδεξιό και ότι δεν έχει καμία σχέση με τον Κασιδιάρη, δηλώνει πίστη στο δόγμα «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» και χύνει το ρατσιστικό του δηλητήριο σε κάθε ευκαιρία. Μία από τις πρώτες δημόσιες εμφανίσεις του προέδρου του κόμματος στην τηλεόραση ήταν ενδεικτική του σκοταδιστικού του ιδεολογικού πλαισίου, καθώς τάχθηκε δημόσια κατά των εκτρώσεων και υπέρ της θεσμοθέτησης μαθήματος «αγωγής της αγνότητας», η οποία κατά τον ίδιο, θα πρέπει να προστεθεί στα διδακτικά βιβλία από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Δυναμική απάντηση
Είναι δεδομένο ότι η κοινοβουλευτική παρουσία αυτών των τριών μορφωμάτων δημιουργεί ανησυχία. Η ποσοτική ενίσχυση και η ποιοτική διαφοροποίηση των συγκεκριμένων κομμάτων αντανακλά το σύνολο του ακροδεξιού συρφετού που άγγιξε το ταβάνι του. Η ακροδεξιά σε όλες τις εκφάνσεις της είναι παρούσα. Είτε με τη μορφή της εθνικιστικής, είτε της θρησκόληπτης είτε της εμπορικής-τηλεοπτικής εικόνας της. Θέτουμε όμως το ερώτημα:Είναι το ίδιο επικίνδυνη με τη Χρυσή Αυγή του 2012; Η απάντηση είναι όχι. Και δεν το λέμε σε καμία περίπτωση για να υποτιμήσουμε τη δυναμική αυτών των μορφωμάτων, αλλά για να δηλώσουμε ότι το αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό κίνημα, τα έχει καταφέρει σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες. Και το ίδιο καλείται να κάνει και τώρα.
Όπως δήλωσε η Μάγδα Φύσσα, αμέσως μετά τα αποτελέσματα των εκλογών «Εγώ δεν έχω να πω κάτι, είμαι εδώ στον δρόμο και παλεύω για τον φασισμό που τον έχω στην πλάτη μου. (…) Η κοινωνία που τους έβγαλε να τους χαίρεται. Εμάς θα μας έχει απέναντί του, όπως και να ‘χει. Δεν θα κάνουμε πίσω σε κάτι. Αυτό και τελείωσε». Τα λόγια της πρέπει να αποτελέσουν οδοδείκτη για την Αριστερά και το ευρύτερο αντιφασιστικό κίνημα. Άλλωστε η εικόνα του αντιπάλου της ακροδεξιάς είχε παρουσιαστεί στη μεγαλειώδη συγκέντρωση του Οκτώβρη του 2020 έξω από το Εφετείο. Αυτή η εικόνα πρέπει να πάρει σάρκα και οστά σε γειτονιές, εργατικούς χώρους, σχολές και σχολεία. Και αυτή τη φορά υπάρχει η πολιτική εμπειρία.
Το 2012 είχαμε απέναντί μας μια νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση με 30 χρόνια πολιτικής διαδρομής, με στελεχική ιεραρχία, ιδεολογική βάση, παρουσία τοπικών οργανώσεων και δράση ταγμάτων εφόδου. Σήμερα, έχουμε απέναντί μας κόμματα χωρίς έτοιμη οργανωτική δομή και σαφή ομοιογένεια που επιχείρησαν να καβαλήσουν εκλογικά το χώρο στα δεξιά της ΝΔ. Μπορούμε να τους τσακίσουμε πολιτικά, αν παραμερίσουμε τη μικροπολιτική και εστιάσουμε στα κεντρικά διακυβεύματα της περιόδου. Σε καμία περίπτωση δε λέμε ότι έχουμε μπροστά μας κάτι εύκολο. Όμως υπάρχει και η πολιτική εμπειρία και το ανθρώπινο δυναμικό και η νικηφόρα αύρα της προηγούμενης δεκαετίας, που μπορούν να μας δείξουν το δρόμο. Το δρόμο του αγώνα ενάντια στο σκοτάδι.