Ολόκληρο στο RProject.gr
Η εξαγγελθείσα νομοθετική μεταρρυθμιστική απόπειρα του Υπουργού Δικαιοσύνης αποτελεί την έκτη κατά σειρά μετωπική επιδρομή στο νομοθετικό χώρο του ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου από την κυβέρνηση της Ν.Δ. από το 2019 μέχρι σήμερα : Οι ν. 4637/2019, 4855/2021, 4908/2021, 4947/2022 και 4985/2022, αλλά και άλλοι (ενδεικτικά : ν. 4689/2020, 4703/2020, 4937/2022, 4995/2022), έχουν προκαλέσει σοβαρά πλήγματα στις θεσμοθετημένες ελευθερίες και δικαιώματα και σοβαρή οπισθοδρόμηση σε κατακτήσεις αγώνων δεκαετιών. Εχω αναφερθεί σε αναλυτική μου αρθρογραφία σε όλα αυτά στον αντίστοιχο χρόνο.
Όπως συνήθως, αντίστροφα μικρός με τον χρόνο εργασίας της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής είναι ο χρόνος διαβούλευσης που παρέχεται, παρά το γεγονός ότι με το νομοθέτημα επιχειρείται για πολλοστή φορά δομική επέμβαση σε θεμελιώδεις έννοιες και διατάξεις, ιδίως του Π.Κ., που μάλιστα ορισμένες από αυτές αποδομούν πλήρως την βασική κατεύθυνση του νέου Π.Κ. (ν. 4619/19), που εκείνος εμφανίστηκε ως προϊόν μακρόχρονων διαβουλεύσεων και εκσυγχρονισμού του Ποινικού Κώδικα μετά από 70 χρόνια. Οι πολιτικές σκοπιμότητες που εμφανίζονται ως μεταρρυθμιστικές φιλοδοξίες κάθε Υπουργού και Κυβέρνησης έχουν οδηγήσει κάθε λίγο και λιγάκι στην τροποποίηση όλων των κωδίκων, νομοθετημάτων μακράς πνοής κατά τον προορισμό τους που η σύνταξή τους παλιότερα σηματοδοτούσε τον καρπό μιας μακρόχρονης προσπάθειας νομικών επιτελείων και σήμερα έχουν καταντήσει περιοδικές εκδόσεις εκπλήρωσης πρόσκαιρων πολιτικών σκοπιμοτήτων, στη διαρκή μεταβολή του νομικού καθεστώτος, που σε συνδυασμό με τα συνεχή ζητήματα διαχρονικού δικαίου, την πολυνομία και την έλλειψη πραγματικής κωδικοποίησης υποβαθμίζουν την ίδια την απονομή του δικαίου και καθιστούν μαρτυρική τη δικηγορία. Όμως συμβάλουν στην ιδεολογική και επικοινωνιακή λειτουργία της ποινικής νομοθεσίας, την οποία επιχειρούν να νομιμοποιήσουν ως μέσο καταστολής της εξουσίας και να απαλλάξουν την τελευταία από τις ταξικές και διαχρονικές της ευθύνες για τις κοινωνικές αιτίες που οδηγούν στην παραβατικότητα αλλά και αυτό που έχει επιλέξει να ορίζει ως παραβατικότητα.
Αποπροσανατολισμός και συλλογική ευθύνη...
Όσον αφορά και το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια για να αντιληφθεί οποιοδήποτε σχετικός αναγνώστης του, ότι η βασική φιλοσοφία από την οποία διέπεται επί της αρχής η σύλληψη των ρυθμίσεων του νομοσχεδίου, πηγάζει από την πεποίθηση της αναντιστοιχίας των ποινών και των ποινικών αριθμήσεων προς όφελος των δραστών ως αιτίας για την αύξηση της εγκληματικότητας, πράγμα το οποίο άλλωστε ακούμε καθημερινά σε όλα τα Μ.Μ.Ε. από βουλευτές της κυβέρνησης, αλλά και δημοσιογράφους των ίδιων απόψεων, καθώς και εκπροσώπους συνδικαλιστές της αστυνομίας που συμμετέχουν σε κάθε σχετική τηλεοπτική εκπομπή.
Πάντα κάποιος που αποφυλακίστηκε και εγκλημάτισε θα αποτελεί το αρχέτυπο για την συνολική προσομοίωση της εικόνας στον κανόνα που στρεβλά διαμορφώνεται,, αφού καμμία στατιστική ανάλυση και επεξεργασία δεν επιβεβαιώνει ότι η πλειοψηφία των υποκειμένων ομοίων ρυθμίσεων συμπεριφέρεται παραβατικά, ώστε να δικαιολογείται η συνολική αντιμετώπιση του ζητήματος με σκλήρυνση και αυστηροποίηση των ποινών και των προϋποθέσεων της υφ όρον απόλυσης. Η γενικευμένη αντιμετώπιση μεμονωμένων παραβατικών συμπεριφορών με συνολική αυστηροποίηση όμως δεν είναι παρά η συνειδητή επιλογή της συλλογικής ευθύνης στο νομοθετικό επίπεδο, επιλογή αντίθετη με τη θεμελιώδη αρχή της ατομικής ευθύνης στο ποινικό δίκαιο.
Και η απόδοση της εγκληματικότητας στις χαμηλές ποινές αποπροσανατολίζει από τα κοινωνικά αίτια, τα οποία την γεννούν, ενισχύει τον κυρίαρχο ρόλο των κατασταλτικών δυνάμεων εγκαθιστώντας τις ως αναγκαίες στην καθημερινή ζωή του πολίτη, συμβάλλουν στην ανοχή των αυθαιρεσιών και των παραβιάσεων και κυρίως απαλλάσσουν την πολιτική εξουσία και την άρχουσα τάξη από τις ευθύνες για την εκτεταμένη φτώχεια, περιθωριοποίηση, εγκληματοποίηση της μετανάστευσης και των αντιστάσεων που αποτελούν τις κύριες αιτίες της παραβατικότητας.
Ανάλογη επικοινωνιακή προτεραιότητα επιβάλλει τις τροποποιήσεις στις διατάξεις εμπρησμού δασών : Υπηρετεί την διαχρονική αποπροσανατολιστική και πάντα αναπόδεικτη ρητορική όλων των κυβερνήσεων ότι για τα δάση που καίγονται κάθε χρόνο φταίνε κάποιοι σατανικοί εμπρηστές, πράχτορες κ.λπ. (το 2023 και πρόσφυγες !!!) και όχι η εγκληματική πολύπλευρη εγκατάλειψή τους που διαμορφώνει αντικειμενικές συνθήκες ξηρασίας και υπερθέρμανσης και τα καθιστά εύφλεκτη ύλη σε οποιαδήποτε ανάφλεξη.
Η σιωπηρή ανάγκη ανάκλησης της μεγάλης εξαγγελίας
Ωστόσο η επίσημη εξαγγελία του νομοσχεδίου ξεκινάει με μια μεγάλη έκπληξη:
Από το κείμενο που δόθηκε στις 28.11.2023 στην δημοσιότητα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης με τον τίτλο «Σύνοψη Βασικών Σημείων των νέων διατάξεων Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας», απουσιάζει η εξαγγελθείσα και ιδιαίτερα προβαλλόμενη ως πρώτη μεταρρύθμιση στους τίτλους και τα πρωτοσέλιδα των δημοσιευμάτων, επαναφορά του αυτεπάγγελτου της ποινικής δίωξης τραπεζικών στελεχών για οικονομικά αδικήματα αντί της κατ’ έγκληση που ισχύει τώρα και η οποία, όπως είναι γνωστό, αποτέλεσε την πρώτη κοινοβουλευτική γκάφα του νέου - μη εκλεγμένου βουλευτή - Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος απέδωσε τη νομοθετική αλλαγή αυτής στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ενώ την είχε πραγματοποιήσει η κυβέρνηση της Ν.Δ. με το άρθρο 12 παρ. 3 του ν. 4637/2019, το οποίο τροποποίησε ανάλογα το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 405 ΠΚ. Έτσι, λοιπόν, παρά την διαφήμιση στην οποία συνέβαλαν δεόντως τα παπαγαλάκια της προπαγάνδας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η «μεταρρύθμιση» αυτή, που εμφανίστηκε ως κορωνίδα του νέου νομοσχεδίου, λείπει από το σημείωμα σύναψης.
Τι συνέβη άραγε ; Εξέφρασε αντιρρήσεις η Ενωση Ελληνικών τραπεζών η η ΤτΕ ; Μήπως τα διάφορα κέντρα εξουσίας της Ε.Ε. ; Η πρόκειται απλά για αβλεψία ; [...]
Ο αποπροσανατολισμός κλιμακώνεται στο απόγειο, με την αυστηροποίηση των ποινών για το αδίκημα του εμπρησμού δάσους και κάθε μορφής αναστολής ή μετατροπής (δεν διευκρινίζεται καν εάν αυτή η απαγόρευση αναστολής η μετατροπής αφορά και για το εξ αμελείας τελεσθέν αδίκημα του εμπρησμού δάσους), την στιγμή κατά την οποία τα ελάχιστα στατιστικά στοιχεία που βγαίνουν στην επιφάνεια αναδεικνύουν ότι ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις δασικών πυρκαγιών που οφείλονται σε εμπρησμούς από πρόθεση, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των περισσοτέρων οφείλεται σε έλλειψη μέτρων δασοπροστασίας και δασοπυρόσβεσης, ελλιπείς προϋπολογισμούς και ελλιπή καθαρισμό των δασών. Είναι γνωστό π.χ. ότι στην Δαδιά, που κάηκε φέτος, δεν είχαν καν απομακρυνθεί τα υπολείμματα της περσινής δασικής πυρκαγιάς, δεν είχαν ανοίξει δρόμοι – δίοδοι δασοπυρόσβεσης, ενώ είναι γνωστή η κατάσταση του πυροσβεστικού στόλου και της κακής συντήρησης του που οδήγησε και σε θανατηφόρα ατυχήματα το καλοκαίρι 2023. Ωστόσο, η κυβέρνηση αντί να αναλαμβάνει τις ευθύνες της και να προσανατολίζει τις χρηματοδοτήσεις της στην κατεύθυνση αυτή, κατασκευάζει ανεμόμυλους και βρίσκει ευκαιρία για να ανοίγει τον δρόμο για την γενικότερη αυστηροποίηση των ποινών του Ποινικού Κώδικα. [...]
Όσον αφορά τα αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας, η αόριστα εξαγγελλόμενη αυστηροποίηση των ποινών δεν επιτρέπει περιθώρια συγκεκριμένης συζήτησης. Κατά τη γνώμη μου είναι σαφώς αναγκαία η λήψη ουσιαστικών και αυστηρών ποινικών μέτρων αντιμετώπισης της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, όπως και η κατάργηση της δυνατότητας ανάκλησης της ποινικής δίωξης βιαστών που καθιστά την πράξη αυτή αντικείμενο συναλλαγής μεταξύ οικονομικά εύπορου θύτη και θύματος. Εκτός αυτού απαιτούνται, πέρα από τις ποινές και κοινωνικές υπηρεσίες για τα θύματα, δηλαδή δομές φιλοξενίας, ψυχολογικής στήριξης και εκτεταμένης νομικής βοήθειας, δηλαδή οικονομικές παροχές που δεν διατίθενται. Συνεπώς, και η εξαγγελία αυτή τίθεται απλώς και μόνο για να ικανοποιήσει το κοινό περί δικαίου αίσθημα από την ραγδαία αύξηση των σεξιστικών και ενδοοικογενειακών και έμφυλων εγκλημάτων, για τα οποία δεν υπάρχει πράγματι αποτελεσματική ούτε αστυνομική, ούτε νομοθετική αντιμετώπιση. Το μαστίγιο θέλει και το καρότο του.
Το δημοκρατικό κίνημα, νομικών και μη, επωμίζεται άλλο ένα βαρύ φορτίο μπροστά του, όπως είναι η αποτροπή ψήφισης και αυτής της δήθεν μεταρρύθμισης. Και αυτό επαυξάνεται από το γεγονός ότι, ιδίως μετά τις τελευταίες βουλευτικές (όχι πάντως και τις δημοτικές) εκλογές, την αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ και την ταύτιση των συστημικών κομμάτων με την πολιτική της η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν αισθάνεται απέναντί της κανέναν αντίπαλο εκτός από τον κόσμο που απεργεί και διαδηλώνει.
Ας την κάνουμε να τον αισθανθεί !