Η κλιματική κρίση είναι εδώ και χτυπάει συναγερμό κινδύνου!

Φωτογραφία

Οι πυρκαγιές ανέδειξαν την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού
 

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Νικόλας Κολυτάς

Είναι δεδομένο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια τελείως νέα κατάσταση. Η κλιματική κρίση είναι παρούσα και οι συνέπειές της εκδηλώνονται με πολλούς και διάφορους τρόπους σε σταθερή βάση. Τα υψηλά επίπεδα ανομβρίας, λειψυδρίας, καυσώνων και πυρκαγιών, μας θυμίζουν τα σενάρια που διαβάζαμε στα σχολικά βιβλία για κάποιο απώτερο και μακρινό μέλλον. Μόνο που αυτό το μέλλον το βρίσκουμε πλέον εφιαλτικά μπροστά μας. Και ο εγχώριος και διεθνής αστισμός σφυρίζει αδιάφορα.
Καύσωνες – Πυρκαγιές
Για ακόμη μια χρονιά γίναμε μάρτυρες στην Ελλάδα σε ένα θέατρο του παραλόγου. Μικρές ή μεγαλύτερες πυρκαγιές εκδηλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα, με την πολιτική ηγεσία να κρύβεται όσο πυροσβέστες, εθελοντές και κάτοικοι έδιναν μάχες με τις φλόγες, κι έπειτα να εμφανίζεται κατόπιν εορτής για καταγραφή ζημιών, με αξύριστες μούρες, σηκωμένα μανίκια και θλιμμένα βλέμματα. Το έργο είναι γνωστό και χιλιοπαιγμένο και δεν πείθει ακόμη και τον πιο καλοπροαίρετο. 
Η τεράστια πυρκαγιά στη βορειοανατολική Αττική υπήρξε το αποκορύφωμα της πολιτικής υποκρισίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφόρησης για τις Δασικές Πυρκαγιές, στην Αττική κάηκαν περίπου 105.000 στρέμματα μέσα στον Αύγουστο. Πρόκειται για τη δεύτερη χειρότερη πυρκαγιά που έπληξε την ίδια περιοχή μετά από δεκαπέντε χρόνια. Σε ανάλυσή του το Αστεροσκοπείο Αθηνών τονίζει ότι και οι δύο πυρκαγιές προκλήθηκαν με πανομοιότυπο τρόπο και ότι οι καμένες εκτάσεις τους παρουσιάζουν ποσοστό αλληλοεπικάλυψης 60%, γεγονός που κάνει έκδηλη την επιβάρυνση του οικοσυστήματος στην περιοχή και δυσχεραίνει τρομαχτικά τη φυσική αναγέννηση του τοπίου τα επόμενα χρόνια.
Είναι ανατριχιαστικό και μόνο στο άκουσμα, αλλά η Αττική μέσα στα τελευταία οκτώ χρόνια, έχει χάσει από πυρκαγιές το 37% των δασών της. Μιλάμε για φοβερή επιτυχία που την καρπώνονται από κοινού Τσίπρας και Μητσοτάκης. Σε σχετική ανακοίνωση του meteo τονίζεται ότι από το 2017 μέχρι και τις 13 Αυγούστου του 2024, 13 μεγάλες πυρκαγιές έχουν κάψει περισσότερα από 700.000 στρέμματα, όταν η συνολική επιφάνεια της περιφέρειας Αττικής είναι 2.500.000 στρέμματα. Φέτος μάλιστα περάσαμε σε άλλο επίπεδο επικινδυνότητας με την είσοδο της φωτιάς κυριολεκτικά εντός του αστικού ιστού. Μια φωτιά που ξεκίνησε από το Βαρνάβα και έφτασε να καίει τους δρόμους του Χαλανδρίου, είναι σίγουρα μια φωτιά που δεν «ξέφυγε» απλώς όπως διατυμπάνιζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά ξεγύμνωσε τις ανεπάρκειες και τη μη ετοιμότητα του ελληνικού κρατικού μηχανισμού μπροστά στις νέες συνθήκες.
Και δεν έχει κανένας αρμόδιος το δικαίωμα να πει ότι πιάστηκε στον ύπνο ή δεν γνώριζε τους κινδύνους. Το φετινό Ιούλιο η Ελλάδα γνώρισε το μεγαλύτερο καύσωνα που έχει επηρεάσει ποτέ τη χώρα. Ο αμέσως επόμενος ήταν μόλις… το προηγούμενο καλοκαίρι. Όλοι γνώριζαν λοιπόν, το τι εύφλεκτη ύλη έχει συσσωρευθεί, το πόσοι κίνδυνοι εγκυμονούνται από την άνοδο της θερμοκρασίας και το πόσα προβλήματα μπορούν να προκαλέσουν οι θυελλώδεις θερινοί άνεμοι. Στο φετινό καύσωνα ο αριθμός μετεωρολογικών σταθμών με μέγιστη θερμοκρασία 37 βαθμούς Κελσίου και πάνω, δεν έπεσε ποτέ κάτω των 100 για 16 συνεχόμενες ημέρες. Σε πολλές περιοχές της χώρας όπως στη Μακεδονία, στη Θράκη, στην Πελοπόννησο και στη Δυτική Ελλάδα, οι θερμοκρασίες που σημειώθηκαν μέσα στον καύσωνα του 2024 ήταν οι υψηλότερες που σημειώθηκαν από το 2010. Γίνεται λοιπόν, αντιληπτό, ότι η ελληνική επικράτεια έγινε κυριολεκτικά μια μπαρουταποθήκη. Όταν πήρε για τα καλά το φυτίλι στη βορειοανατολική Αττική, η κατάσταση για ακόμη μα χρονιά έδειχνε μη αντιμετωπίσιμη.
Ανομβρία - Λειψυδρία
Οι καύσωνες και οι πυρκαγιές όμως δεν είναι το μοναδικό αποτύπωμα της κλιματικής κρίσης. Από πέρυσι έχει ανοίξει η συζήτηση σχετικά με τα ανησυχητικά επίπεδα ανομβρίας και λειψυδρίας. Τα τελευταία δύο χρόνια η μείωση των βροχών και των χιονοπτώσεων έχει προκαλέσει μείωση στα υδατικά αποθέματα των ταμιευτήρων που τροφοδοτούν την Αττική. Ο ταμιευτήρας του Ευήνου, μαζί με το Μόρνο, το Μαραθώνα και την Υλίκη αποτελούν τους τέσσερις ταμιευτήρες νερού, που τροφοδοτούν την Αττική με περισσότερα από 400 εκατ. κυβικά μέτρα νερού το χρόνο. Το υδροδοτικό σύστημα είναι σχεδιασμένο ώστε τα αποθέματα των ταμιευτήρων να μη μειώνονται. Τα τελευταία δύο έτη όμως, λόγω της ανομβρίας, τα αποθέματα μειώθηκαν από 1.158.127 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/8/2022 σε 703.339 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/08/2024, δηλαδή κατά μέσο όρο περίπου 225 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος.
Ενδεικτικές της κατάστασης είναι εικόνες που έδωσε στη δημοσιότητα το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών για την έκταση της τεχνητής λίμνης του Μόρνου. Όπως αναφέρεται σε σχετική ανάρτηση, παρατηρείται μείωση της έκτασής της τους τελευταίους μήνες λόγω της απουσίας βροχών, των υψηλών θερμοκρασιών και του πολύ ήπιου χειμώνα με τις περιορισμένες χιονοπτώσεις στα ορεινά. Με βάση τα δορυφορικά δεδομένα που επεξεργάστηκε η μονάδα meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, από τον ευρωπαϊκό δορυφόρο Sentinel-2, στις 16 Αυγούστου 2022 η συνολική έκταση της επιφάνειας της λίμνης ήταν περίπου 16.8 km², ενώ στις 21 Αυγούστου 2023 υπολογίστηκε περίπου στα 15.3 km². Φέτος, στις 20 Αυγούστου 2024 η έκταση της λίμνης υπολογίστηκε προσεγγιστικά στα 12.0 km². Την συγκεκριμένη χρονική περίοδο η έκταση της λίμνης είναι κατά 15-20% συρρικνωμένη σε σχέση με τη μέση τιμή από το 2010.
Την ίδια στιγμή, ακόμη πιο ζοφερή δείχνει η συνθήκη στα ελληνικά νησιά. Ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες όπου οι ανάγκες τους λόγω της τουριστικής κίνησης πολλαπλασιάζονται, η επάρκεια σε νερό δείχνει αμφίρροπη. Ήδη από την άνοιξη το φάσμα της λειψυδρίας πλανιέται πάνω από πολλά νησιά, όπως τη Νάξο, τη Μύκονο, την Κύθνο, τη Σέριφο, όπου τα φράγματα έχουν στεγνώσει. Η ανεπάρκεια νερού συχνά οδηγεί στην υπεράντληση υδάτων μέσω γεωτρήσεων, όπως στη Λέσβο, στη Λήμνο, στη Χίο, στη Σάμο κ.α., οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν φτάσει ακόμη και κάτω από τη στάθμη της θάλασσας. Η κατάσταση δείχνει εφιαλτική και αν δεν ακολουθηθεί μια πολιτική που πραγματικά να ιεραρχεί τις ανάγκες των κατοίκων πάνω από τα τουριστικά success stories και τα κέρδη των επιχειρηματιών με τις πισίνες.
Πολιτικές ευθύνες
Όλα τα παραπάνω δεν κατέβηκαν από τον ουρανό. Είναι δημιουργήματα της ανεξέλεγκτης ανθρώπινης δράσης εντός του ασύδοτου καπιταλιστικού πλαισίου. Εκείνου που επί δεκαετίες έχει αφήσει σε διεθνές επίπεδο τους καπιταλιστές να κερδοσκοπούν με κάθε τρόπο επιβαρύνοντας το κλίμα και τον πλανήτη συνολικά. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια η επιστημονική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για όσα έρχονται, αλλά η αλαζονεία των πολιτικών ηγεσιών σε παγκόσμιο επίπεδο την αγνοεί πλήρως. Μόνο η φωνή των διεθνών περιβαλλοντικών κινημάτων, φέρνει στη δημόσια σφαίρα το ζήτημα της κλιματικής κρίσης. Γι’ αυτό και είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτά τα κινήματα να δυναμώσουν και στην Ελλάδα τώρα που η κατάσταση έχει αποκτήσει πολύ επικίνδυνα χαρακτηριστικά. Είναι πολύ σημαντικό το εργατικό κίνημα και η Αριστερά να ιεραρχήσουν ψηλά στην ατζέντα τους τα ζητήματα της κλιματικής κρίσης και του περιβάλλοντος. Η σύνδεση του ταξικού λόγου με την περιβαλλοντική ανησυχία είναι το σημείο κλειδί στην αντιμετώπιση της κατάστασης.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη για ακόμη μια φορά έδειξε πολύ μικρή μπροστά στις μεγάλες προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπη. Από την αρχή του καλοκαιριού τα φιλικά διακείμενα ΜΜΕ, παρήγαγαν σωρηδόν ρεπορτάζ για την «ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού» μπροστά στους κινδύνους πυρκαγιών. Το αποτέλεσμα ήταν να φτάσει η φωτιά μέχρι το Χαλάνδρι. Η αλήθεια είναι ότι λόγω και των προηγούμενων καταστροφικών πυρκαγιών σε ολόκληρη τη χώρα, έχει αναβαθμιστεί μερικώς ο πυροσβεστικός στόλος, όμως σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί για να αντιμετωπίσει τέτοιου μεγέθους φαινόμενα και καταστάσεις. Δεν αρκούν μόνο τα drones για να προλάβεις πυρκαγιές που εξαπλώνονται με απίστευτη ταχύτητα. Χρειάζονται κατάλληλες επενδύσεις σε διαμόρφωση αντιπυρικών ζωνών, δημιουργία πυροσβεστικών σταθμών, προσλήψεις μόνιμων πυροσβεστών, αγορά νέων ελικοπτέρων, αεροσκαφών και πυροσβεστικών οχημάτων.
Πέραν όμως των κατασταλτικών μηχανισμών απέναντι στον κίνδυνο της φωτιάς, χρειάζεται η υιοθέτηση μιας συνολικότερης περιβαλλοντικής πολιτικής απέναντι στις απειλές της κλιματικής κρίσης. Μιας πολιτικής που δε θα βασίζεται στην πράσινη ανάπτυξη των καπιταλιστών, αλλά στον πραγματικό σεβασμό του περιβάλλοντος. Δεν τρέφουμε την αυταπάτη ότι οποιαδήποτε αστική κυβέρνηση θα ενσωματώσει πλήρως μια τέτοια πολιτική. Αναγνωρίζουμε όμως την ανάγκη το εργατικό κίνημα και η Αριστερά να πιέσουν σε αυτή την κατεύθυνση. 
Η απάντηση στη λειψυδρία δεν είναι οι νέες αναθέσεις σε εργολάβους για ΑΠΕ και γεωτρήσεις, αλλά η προτεραιοποίηση των αναγκών των κατοίκων και οι δημόσιες επενδύσεις ώστε κοινωνικά αγαθά όπως το νερό να μην είναι είδη πολυτελείας. Η απάντηση στις καταστροφικές πυρκαγιές δεν είναι η ατομική ευθύνη και ο καθαρισμός των οικοπέδων, αλλά ένα συνολικό κρατικό επιχειρησιακό πλάνο που θα μπορεί να περιορίζει και να ελέγχει τη φωτιά. Όλα τα παραπάνω όμως δεν είναι αυτονόητα. Απαιτούν την εγρήγορση και την κινητοποίηση της εργατικής τάξης για να σώσει τον εαυτό της. Βρισκόμαστε πλέον σε αυτό το σημείο: Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου.

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία