Το ταραχώδες φθινόπωρο της κεντροαριστεράς 

Φωτογραφία

Προς διάλυση ο ΣΥΡΙΖΑ - Μάχη για την ηγεσία στο ΠΑΣΟΚ
 

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Σπύρος Αντωνίου

Η  χαοτική κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ και η χαμηλής έντασης εσωκομματική μάχη στο ΠΑΣΟΚ, συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, τονίζοντας ακόμα περισσότερο τα αδιέξοδα του λεγόμενου «προοδευτικού» χώρου. 
Η προσπάθεια να καταγράψει κάποιος τα δρώμενα στο ΣΥΡΙΖΑ, όπου τα δεδομένα αλλάζουν με την ώρα, αποτελεί άσκηση υπομονής και διάθεσης πολύτιμου χρόνου. Το χαμηλότατο επίπεδο της σύγκρουσης (χωρίς το παραμικρό πολιτικό επίδικο), το διαδικτυακό «μαλλιοτράβηγμα», οι ατελείωτοι φραξιονισμοί και διαξιφισμοί, οι αγωγές και οι απειλές μεταξύ στελεχών, γέμισαν τις αυγουστιάτικες ειδήσεις. Πρόκειται για το τελευταίο στάδιο απαξίωσης, ενός κόμματος που οδηγείται με γρήγορους ρυθμούς προς τον πλήρη εκφυλισμό και τη σημαντική συρρίκνωση της εκλογικής του δύναμης. 
Το διαλυτικό τοπίο, ένα χρόνο μετά την εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη, φέρνει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να ελέγχει τη μειοψηφία της κοινοβουλευτικής ομάδας και σε ανοιχτή σύγκρουση με την ομάδα Τσίπρα (τους αποκαλούμενους «87»), καθιστώντας μια νέα διάσπαση το πιθανότερο σενάριο, ακόμα και πριν το καταστατικό συνέδριο του Οκτωβρίου. Συνέδριο που θα έχει χαρακτήρα ίδρυσης ενός νέου πολιτικού φορέα, απολύτως ελεγχόμενου από τον Στέφανο Κασσελάκη και τους ακολούθους του. Ένα κόμμα μικρότερο, χωρίς πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική σκηνή. 
Οι προεδρικοί δεν επιθυμούν προσφυγή στην κάλπη. Οι δημοσκοπήσεις, που φέρνουν τον ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ τρίτης και πέμπτης θέσης στην κατάταξη των κομμάτων και το κακό εκλογικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, δεν προμηνύουν καλό τέλος για τον «σωτήρα» που δήθεν θα κέρδιζε τον Μητσοτάκη. Η αναβάπτιση του Κασσελάκη στην κάλπη, εν μέσω απόλυτου διχασμού, δεν θα είναι καθόλου εύκολη υπόθεση και κρύβει πολλές παγίδες. Παρόλο που οι αντίπαλοί του, είναι επίσης για γέλια και για κλάματα. 
Με τη διαγραφή της Αθήνας Λινού, ο Παύλος Πολάκης πήρε αυτό που ήθελε, κάνοντας λόγο για «δικαίωση». Ο εκφραστής της πιο λαϊκίστικης πτέρυγας παραμένει ένας αυτόνομος και ανεξέλεγκτος παράγοντας, με ισχυρά ερείσματα στο κοινό των «κασσελίστας» και όχι μόνο. Ο μέχρι πρότινος στρατηγός του Κασσελάκη, βρίσκεται πλέον απέναντι από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και θέτει ευθέως θέμα ηγεσίας, χωρίς να έχει διάθεση συμβιβασμού με τον πρόεδρο. Σε περίπτωση που διεξαχθούν εσωκομματικές εκλογές, υποψήφιος θα είναι πιθανότατα και ο ευρωβουλευτής Νικόλας Φαραντούρης. 
Τις επόμενες ημέρες και με το βλέμμα στην Κεντρική Επιτροπή στις 7 και 8 Σεπτεμβρίου θα αποσαφηνίσουν τη στάση τους και οι «87» της λεγόμενης εσωκομματικής αντιπολίτευσης. Για να περάσει η πρόταση μομφής κατά του προέδρου και να προχωρήσει η νέα εκλογή ηγεσίας από τη βάση, απαιτείται το 50%+1 των ψήφων των μελών της Κεντρικής Επιτροπής. Οι «87» αριθμούν πάνω από 100 μέλη, αλλά η πρόταση φαίνεται να βρίσκει ανταπόκριση και σε στελέχη πέραν της φράξιας Τσίπρα. Μεγάλος είναι και ο αριθμός των στελεχών που θα μπορούσαν να συνταχθούν τελικά με τον Παύλο Πολάκη. 
Βέβαια όλο αυτό το συνονθύλευμα διαφορετικών ομάδων και ατόμων, πέρυσι τέτοιο καιρό μάζευε ψήφους για τον Κασσελάκη και φυσικά δεν έχει καμία διαφορετική πολιτική πρόταση, πέρα από τη στήριξη της «υγιούς επιχειρηματικότητας» και την υπηρέτηση του «εθνικού συμφέροντος». 
Το βασικό στήριγμα του Κασσελάκη από την παλιά φρουρά, παραμένει ο Νίκος Παππάς, που αναβαθμίστηκε σε πρόεδρο της Κ.Ο. στη θέση του Σ. Φάμελλου, εξαργυρώνοντας έτσι τη στήριξή του. Αν οι βουλευτές που έχουν συνυπογράψει το αρχικό κείμενο των 87 αποχωρήσουν, μοιραία ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί στην τρίτη θέση κοινοβουλευτικά, παραχωρώντας τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο ΠΑΣΟΚ.
Στην Κουμουνδούρου δείχνουν προς τον τέως πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρας, ως υποκινητή της εσωκομματικής κόντρας. Σε αυτόν άλλωστε χρεώνουν την άρνηση της Π. Τσαπανίδου και των επιλαχόντων, να μη δεχτούν την έδρα στη βουλή, για να βρεθεί στα έδρανα ο Κασσελάκης, μετά την παραίτηση του βουλευτή Επικρατείας Όθωνα Ηλιόπουλου. Η αυτονόμηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ από τον προκάτοχό του έχει λάβει διαστάσεις «πατροκτονίας» και η ανάδειξη εσωτερικών εχθρών σε προϋπόθεση επιβίωσης του «αδιαμεσολάβητου» στην αρχηγία.  
Η αρχή έγινε στο συνέδριο-οπερέτα του Φλεβάρη, όπου ο Τσίπρας ζήτησε να πάει το κόμμα ξανά σε εκλογή αρχηγού. Πρόταση που ηττήθηκε από το σώμα, που χειροκροτούσε με πάθος τον Στέφανο και αποδοκίμαζε τη Γεροβασίλη. Μετά ήρθαν οι κατηγορίες για «μαύρα ταμεία» την περίοδο Τσίπρα και τώρα ο Κασσελάκης ζητά από πρώην πρωθυπουργό να τοποθετηθεί δημόσια και όχι μέσω τρίτων: «Αν θέλει, μπορεί να τοποθετηθεί ο ίδιος για τα τεκτενόμενα στον χώρο μας, χωρίς “κύκλους” και “διαρροές”. Καθαρά και ανοικτά, όπως τοποθετήθηκε την ημέρα έναρξης του συνεδρίου μας τον Φεβρουάριο και η τοποθέτησή του απαντήθηκε από το συνεδριακό σώμα». Είναι φανερό ότι η νέα ηγεσία θέλει να τελειώνει εντελώς με την εποχή Τσίπρα, ενώ ο τελευταίος βλέπει τον εαυτό του σε ρόλο «εγγυητή» των διεργασιών ανασύνθεσης της Κεντροαριστεράς. 
Η εικόνα διάλυσης του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εξηγηθεί εύκολα με πολιτικούς όρους, γιατί πολύ απλά το κόμμα αυτό δεν παράγει καμία πολιτική, πόσο μάλλον αριστερή, εδώ και χρόνια. Όπως σωστά επισημαίνει και ο Χ. Λάσκος σε άρθρο του στην ΕΦ.ΣΥΝ. (Πολιτική; Ποια πολιτική; -27/8):  «Από την κωλοτούμπα κι έπειτα το κόμμα του Τσίπρα δεν παρήγε πολιτική, εφάρμοζε σε όλα τα ουσιώδη το πρόγραμμα Μέρκελ - Σόιμπλε. Καμιά πολιτική συζήτηση, επομένως, δεν είχε σημασία. Η πολιτική ως δημιουργία εξαφανίστηκε ολοκληρωτικά. Όλοι συμφωνούσαν σε όλα, όπως προείπα. Δεν θα μπορούσε, συνεπώς, να ανακαλύψουν και πάλι την πολιτική στον τελευταίο χρόνο. Γι’ αυτό και είναι αδύνατο να αναλύσουμε την κατάσταση με αληθινά πολιτικούς όρους». 
ΠΑΣΟΚ
Σε φάση εσωστρέφειας (λογικό σε ένα βαθμό λόγω του χαρακτήρα της διαδικασίας) είναι και το ΠΑΣΟΚ που μπαίνει στην τελική ευθεία της προεκλογικής εκστρατείας των υποψήφιων προέδρων, 50 χρόνια από την ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη. 
Νίκος Ανδρουλάκης, Παύλος Γερουλάνος, Άννα Διαμαντοπούλου και Χάρης Δούκας αποτελούν, σύμφωνα με τα δημοσκοπικά ευρήματα, τους τέσσερις υποψηφίους που θα κονταροχτυπηθούν για την είσοδό τους στον δεύτερο γύρο των εσωκομματικών εκλογών του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, με σκοπό τη διεκδίκηση της προεδρίας της Χαριλάου Τρικούπη, τον Οκτώβρη. Οι υποψήφιοι πρόεδροι του ΠΑΣΟΚ, συνεχίζουν τις περιοδείες τους, χωρίς να παραβλέπουν και στις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. 
Ειδικά ο Χ. Δούκας που πλασάρεται ως θερμότερος υποστηρικτής της σύγκλισης των «προοδευτικών» δυνάμεων, φέρνοντας ως παράδειγμα τη νίκη του στο δήμο της Αθήνας και χτίζει την καμπάνια του με το βλέμμα στην επόμενη μέρα της κεντροαριστεράς. Η Α. Διαμαντοπούλου από την πλευρά της προβάλλει τη μεγάλη κυβερνητική εμπειρία (με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα στα υπουργεία που υπηρέτησε ή ως Επίτροπος στην ΕΕ), θέλοντας να εκφράσει τη «δεξιά τάση» του ΠΑΣΟΚ που άφησε πίσω του ο Α. Λοβέρδος. 
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, έχοντας το πλεονέκτημα της προεδρίας των τελευταίων δύο ετών (με τη μικρή έστω άνοδο των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ) και τον έλεγχο του κομματικού μηχανισμού, παραμένει το φαβορί της κούρσας. Αλλά κάθε πρόβλεψη παραμένει επισφαλής, όσο είναι ρευστό το εκλογικό σώμα που θα πάρει μέρος στην διαδικασία. Απαντώντας στην κριτική που δέχεται αναφέρει ότι «δεν υπάρχουν μάγοι και μαγικές συνταγές που “εκτοξεύουν” τα ποσοστά», φέρνοντας το παράδειγμα του Στέφανου Κασσελάκη, βέλη που ξεκάθαρα στοχεύουν τον Χάρη Δούκα. 
Αντιστρόφως, τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ, κοιτούν με προσοχή και στον ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά το κομμάτι που επιθυμεί τη δημιουργία ενιαίου δημοκρατικού φορέα. Κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε βέβαια να ξεπεραστούν οι παρούσες ηγεσίες και μια σειρά άλλες υπερβάσεις και πρωτοβουλίες, ώστε για να υπάρξει ανασύνθεση του χώρου της κεντροαριστεράς. Πράγματα καθόλου εύκολα, χωρίς να υποτιμάμε την ανάγκη του συστήματος για έναν «νεοφιλελευθερισμό με ανθρώπινο πρόσωπο» (πέρα από τα παιχνίδια με την ακροδεξιά), απέναντι στη Δεξιά του αποδυναμωμένου Μητσοτάκη. 
Έλλειμμα
Είτε μιλάμε για τις διαρκείς εσωκομματικές συγκρούσεις στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε για το ΠΑΣΟΚ που βρίσκεται σε διαδικασία εκλογής ηγεσίας, είναι σαφές ότι το βασικό πρόβλημα του «δημοκρατικού χώρου» είναι το έλλειμμα πολιτικής στρατηγικής. Η κρίση της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας είναι δομική και μοιάζει μη αναστρέψιμη, ειδικά όσο δεν μπορεί να πείσει ότι μπορεί να αποτελέσει εναλλακτική λύση, στο νεοφιλελεύθερο «μονόδρομο». 
Τι διαφορετικό (και πειστικό) προτείνουν, άλλωστε, από το Μητσοτάκη, οι «προοδευτικές δυνάμεις»; Έχουν απαντήσεις στα προβλήματα της κοινωνίας; Με άτολμα ημίμετρα και «ενδιάμεσες λύσεις», δεν φρενάρουν το κόστος ζωής και οι ανισότητες. Δεν αυξάνονται οι μισθοί και οι συντάξεις. Δεν αποτρέπεις την κατάρρευση του ΕΣΥ, και την κλιματική κρίση. Ούτε τη στοιχειώδη αντιπολίτευση, σε μια κυβέρνηση που φθείρεται ραγδαία, δεν μπορούν να ασκήσουν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Ούτε μια πρωτοβουλία σύγκρουσης με την εγκληματική πολιτική της ΝΔ δεν έχουν πάρει τα χρόνια της πρωτοκαθεδρίας της ΝΔ, όταν το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων πέφτει διαρκώς και η εργασιακή εκμετάλλευση έχει οδηγήσει σε αυξημένα περιθώρια κέρδους.
Tόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΠΑΣΟΚ συνθέτουν την εικόνα μιας ανύπαρκτης κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, αποτέλεσμα της συναίνεσης που προσφέρουν στις κύριες πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής και της καθεστωτικής τους προσαρμογής. Πώς μετά να εκφράσουν τις προσδοκίες του κόσμου για αλλαγή πολιτικής και βελτίωση της ζωής του; Το πολιτικό κενό και η ανάγκη δημιουργίας ενός πραγματικού αντίπαλου δέους, από τα αριστερά, παραμένουν…

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία