Από την τελευταία μέρα του Σεπτέμβρη, η ρωσική πολεμική αεροπορία εξαπολύει καθημερινά βομβαρδισμούς σε συριακό έδαφος. Η στρατιωτική αυτή επέμβαση αναμένεται να διαρκέσει για τουλάχιστον 3-4 μήνες, σύμφωνα με τη Μόσχα.
Πρόκειται για σημείο καμπής. Η κυβέρνηση Πούτιν είναι γνωστό ότι στήριξε με κάθε μέσο το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ από την πρώτη στιγμή (με πόρους, όπλα, τεχνογνωσία), αλλά τώρα αναλαμβάνει η ίδια μια ανοιχτή στρατιωτική επέμβαση, και μάλιστα όχι στην «αυλή» της, αλλά στη Μέση Ανατολή.
Η επιστροφή της «αρκούδας» σε αυτήν την κρίσιμη για τον διεθνή ανταγωνισμό περιοχή, για πρώτη φορά ύστερα από δεκαετίες, είναι ένα τεράστιο βήμα προς τα εμπρός για τον ρωσικό ιμπεριαλισμό στην παγκόσμια σκακιέρα. Αν μέχρι σήμερα οι κινήσεις του είχαν χαρακτήρα «ανασύνταξης», μετά την κατάρρευση της θέσης του τη δεκαετία του ’90, και έναν χαρακτήρα στα όρια μεταξύ επίθεσης (διεκδίκηση του παλιού του ρόλου στην ανατολική Ευρώπη) και άμυνας (απέναντι στην «περικύκλωσή» του από το ΝΑΤΟ), αυτή είναι η πρώτη «επιθετική» κίνηση της Μόσχας.
Είναι μια πρωτοβουλία που έγινε εφικτή χάρη σε μια σειρά συγκυριών.
Το ένα είναι η αντοχή του Άσαντ (που έγινε εφικτή χάρη στην κινητοποίηση της Χεζμπολά, των σιιτικών παραστρατιωτικών οργανώσεων από το Ιράκ και το Αφγανιστάν και την καθοδήγηση των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης).
Ένα δεύτερο είναι η αποτυχία των δυτικών ιμπεριαλιστικών κρατών να συγκροτήσουν ένα δικό τους ισχυρό και αξιόπιστο «πεζικό» στον συριακό εμφύλιο.
Σε αυτό το φόντο προστίθεται ο παράγοντας που «άλλαξε όλους τους υπολογισμούς», η ανεξέλεγκτη δράση του Ισλαμικού Κράτους που απειλεί κάθε προσπάθεια «σταθεροποίησης» στην περιοχή.
Όλα αυτά δίνουν τη δυνατότητα στη Ρωσία σήμερα να παρέμβει αποφασιστικά υπέρ του Άσαντ, χωρίς να μπορούν οι δυτικές κυβερνήσεις να αντιπαρατεθούν (πραγματικά και όχι φραστικά) σε αυτήν την επιλογή, καθώς έχουν ιεραρχήσει τον πόλεμο ενάντια στο ΙΚ ως βασική προτεραιότητα και δεν έχουν κάποιο «δικό τους παίχτη» στη Συρία.
Η Μόσχα αξιοποιεί την ισλαμοφοβική και τρομοϋστερική προπαγάνδα που καλλιέργησαν οι ίδιες οι δυτικές κυβερνήσεις: Είναι χαρακτηριστικό το ότι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ευλόγησε τον πόλεμο, κηρύσσοντας μια χριστιανική «τζιχάντ». Είναι επίσης χαρακτηριστική η αμηχανία της γαλλικής κυβέρνησης: Κατήγγειλε πως «μας κατηγορούν για την άνοδο της τρομοκρατίας αυτοί που δεν κάνουν τίποτε για την αντιμετώπισή της, ενώ εμείς πολεμάμε στη Μέση Ανατολή». Την επόμενη μέρα η Ρωσία μπήκε στον πόλεμο και άρχισε τις αεροπορικές επιδρομές, και τώρα η γαλλική κυβέρνηση κατηγορεί τους Ρώσους που κάνουν αυτό για το οποίο τους εγκαλούσε ότι... δεν κάνουν μέχρι μία μέρα πριν.
Ανταγωνισμοί
Όλες οι μεγάλες δυνάμεις είναι ενωμένες στο στόχο τους να αντιμετωπιστεί η απειλή του ΙΚ. Αλλά εξαπολύοντας πόλεμο εναντίον του, όλες στην πραγματικότητα προσπαθούν να διασφαλίσουν ή να ενισχύσουν τα συμφέροντά τους στη γεωστρατηγικά πολύτιμη περιοχή.
Γι’ αυτό και ενώ έχουν βρεθεί να πολεμούν από κοινού (όλοι βομβαρδίζουν το ΙΚ), διεξάγουν έναν αστείο επικοινωνιακό πόλεμο. Γέμισαν τα δυτικά ΜΜΕ από ειδήσεις για νεκρούς αμάχους από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς και για επιθέσεις και σε άλλες ένοπλες ομάδες εκτός του ΙΚ. Το ότι η Μόσχα το αρνείται μας αφήνει αδιάφορους. Κάθε πολεμική εκστρατεία έχει τέτοια καταστροφικά αποτελέσματα, κι είναι ένας από τους πολλούς λόγους που στεκόμαστε εναντίον των βομβαρδισμών. Αλλά είναι υποκρισία των δυτικών ΜΜΕ να μετράνε άμαχους νεκρούς και να κατηγορούν τη Ρωσία πως «δεν πολεμά μόνο το ΙΚ», όταν έχουν περάσει στο βρόντο οι ίδιες ακριβώς καταγγελίες για τα αποτελέσματα των βομβαρδισμών του «συνασπισμού» που έχουν συγκροτήσει οι ΗΠΑ –τόσο σε θανάτους αμάχων όσο και σε πλήγματα σε άλλες ένοπλες ομάδες εκτός του ΙΚ. Είναι εξίσου αστείος ο σκυλοκαβγάς για το ποια «αντιτρομοκρατική» συμμαχία είναι καλύτερη από τις δύο. Και οι δύο ρημάζουν με βόμβες τη Συρία, δίχως να τους καίγεται καρφί για τις ζωές των αμάχων ή τις επιθυμίες του συριακού λαού. Ή οι καταγγελίες προς τη Μόσχα ότι με τον πόλεμο «ενισχύει τον εξτρεμισμό»: Αυτό το έχουν ήδη κάνει οι ΗΠΑ με τον πόλεμο στο Ιράκ κι έπειτα με τους βομβαρδισμούς κατά του ΙΚ στη Συρία, όλοι μαζί ρίχνουν νερό στο μύλο της αφήγησης του ΙΚ ότι πολεμά εναντίον «όλων των άπιστων σταυροφόρων».
Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί ενισχύουν τη θέση της Μόσχας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Χτυπώντας και τις άλλες ένοπλες ομάδες εκτός του ΙΚ, η Ρωσία επιχειρεί να καταστήσει τον Άσαντ μοναδικό «παίχτη» στη Συρία, ενάντια σε κάθε άλλη δύναμη, είτε πρόκειται για ένοπλες αντικαθεστωτικές ομάδες είτε για οργανώσεις που υποστηρίζονται από άλλες περιφερειακές δυνάμεις όπως η Σαουδική Αραβία.
Βομβαρδίζοντας το ΙΚ, αναδεικνύεται σε εναλλακτικό «εγγυητή της σταθερότητας». Είναι χαρακτηριστικό ότι η ιρακινή κυβέρνηση έσπευσε να συντονιστεί με τη Μόσχα και να καλωσορίσει ενδεχόμενη εμφάνιση ρωσικών βομβαρδιστικών και στον δικό της εναέριο χώρο.
Οι ΗΠΑ δείχνουν αυτήν τη στιγμή να «ανέχονται» τη ρωσική παρέμβαση. Οι συζητήσεις για επιχειρησιακό συντονισμό για να αποφευχθούν «εμπλοκές» στον συριακό εναέριο χώρο, αλλά και η αναζωπύρωση των διπλωματικών συναντήσεων για την εξεύρεση «πολιτικής λύσης» είναι ενδεικτικές, πέρα από τις φραστικές καταγγελίες ενάντια στη «ρωσική μονομέρεια».
Οι μεγάλες δυνάμεις ταλαντεύονται ανάμεσα στον νέο «Ψυχρό Πόλεμο» και την αναγκαία συνεννόηση για τον κοινό στόχο της «σταθερότητας» στην περιοχή. Εν τω μεταξύ, αδιάφορες για τη μοίρα των Σύρων, έχουν γεμίσει τον ουρανό της Μέσης Ανατολής με βομβαρδιστικά τη στιγμή που ισχυρίζονται πως κόπτονται για την ειρήνη.