Μέτωπο της Αριστεράς για την ανατροπή της λιτότητας και των μνημονίων
Η ΛΑΕ βαδίζει προς την 1η Συνδιάσκεψή της μέσα σε συνθήκες απολύτως κρίσιμες για την Αριστερά, το εργατικό κίνημα, την κοινωνική αντίσταση.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ βυθίζεται με ταχύτητα μέσα στον μνημονιακό βούρκο. Ένα κόμμα που χτίστηκε (με τις οργανώσεις του, τους ανθρώπους του, τα σύμβολα και τα μέσα προπαγάνδας του κ.ο.κ.) μέσα από μια μακρά και σκληρή περίοδο αντιμνημονιακής - αντινεοφιλελεύθερης - αντικαπιταλιστικής πάλης των εργαζομένων και των λαϊκών δυνάμεων, έχει σήμερα περάσει στην υπηρεσία της ντόπιας κυρίαρχης τάξης, των ευρωηγεσιών, των δανειστών. Αυτό το ολοφάνερο πλέον γεγονός, ενώ είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι ενισχύοντας τις καθεστωτικές δυνάμεις θα κατορθώσει να βγάλει το «σύστημα» από την κρίση, είναι –για την ώρα τουλάχιστον– ικανό να προκαλεί βαθιά σύγχυση στις δυνάμεις της αντίστασης: ένας ολόκληρος κόσμος βυθίζεται στην απογοήτευση, δεν διακρίνει ελπίδα και προοπτική, παραμερίζει μπροστά στα μεγάλα καθήκοντα της σύγκρουσης για την ανατροπή της μνημονιακής επίθεσης. Τέτοια σκληρά μεσοδιαστήματα δεν είναι άγνωστα, ούτε καν σπάνια στην ταξική πάλη. Σε τέτοιες περιόδους έχει μεγάλη σημασία οι οργανωμένες δυνάμεις της Αριστεράς να κρατήσουν τις γραμμές τους. Να στηρίξουν αποφασιστικά τους αγώνες, να εξηγούν τα πολιτικά αδιέξοδα, να ανοίγουν δρόμους για την εργατική και λαϊκή αντίσταση, που αναπόφευκτα θα επανέλθει με μαζικές διαστάσεις και ορμητικό τρόπο (το «ξαφνικό» ξέσπασμα του κινήματος στη Γαλλία είναι, για τους δύσπιστους, μία από τις πρόσφατες αποδείξεις...).
Η ΛΑΕ έχει μέχρι σήμερα κρατηθεί μέσα σε αυτόν τον προσανατολισμό. Με προβλήματα, με καθυστερήσεις (πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς;), αλλά επιμένοντας στην πολιτική της ανατροπής των μνημονίων από τη σκοπιά της εργαζόμενης πλειοψηφίας και στην προοπτική της ευρύτερης σοσιαλιστικής απελευθέρωσης. Οι επιθέσεις που διαρκώς δέχεται η ΛΑΕ από το «υπόγειο» του Μαξίμου είναι η καλύτερη απόδειξη.
Κατά τη γνώμη μας η 1η Συνδιάσκεψη της ΛΑΕ οφείλει να επιβεβαιώσει και να ενισχύσει αυτόν τον προσανατολισμό, να επεξεργαστεί και να διευκρινίσει, στο μέτρο του δυνατού, τα κρίσιμα πολιτικά προβλήματα γραμμής, να χτίσει ένα πλαίσιο κοινής δράσης και πολιτικής συλλειτουργίας που θα επιτρέψει τη συσπείρωση ενός μεγάλου μέρους της ριζοσπαστικής αντιμνημονιακής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Πρόγραμμα
Τις μέρες αυτές δόθηκε στη δημοσιότητα η πρόταση του ΠΣ της ΛΑΕ για τις προγραμματικές θέσεις. Πρόκειται για έναν «συμβιβασμό», με αναπόφευκτα αδιευκρίνιστα σημεία, αλλά συμβιβασμό προωθητικό: η κατεύθυνση αυτή μπορεί να κρατήσει τη ΛΑΕ στο ύψος των περιστάσεων. Στις σημερινές συνθήκες αυτό δεν είναι λίγο, και γι’ αυτό οι δυνάμεις μας θα στηρίξουν την προγραμματική πρόταση, διευκρινίζοντας ασφαλώς όπου είναι αναγκαίο τη δική μας πολιτική και διατηρώντας το δικαίωμα τροπολόγησης μέχρι και την ίδια τη Συνδιάσκεψη.
Η ΛΑΕ ορίζει τον εαυτό της ως μέτωπο της ριζοσπαστικής αντιμνημονιακής Αριστεράς. Η θέση αυτή έχει προφανή σημασία και ως προς την επιλογή των δυνάμεων που μπορεί να απευθυνθεί η ΛΑΕ για τη διεύρυνσή της, αλλά και αντιστρόφως ως προς την περιγραφή δυνάμεων που δεν είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτές στη ΛΑΕ.
Οι προγραμματικές θέσεις περιγράφουν μια συνεκτική μεταβατική πολιτική.
Αυτή αρχίζει από το κρίσιμο πεδίο της αναγκαίας πολιτικής της αντιλιτότητας, επιχειρώντας να ενσωματώσει το σύνολο των αιτημάτων των αγώνων της τάξης μας σε όλη την τρέχουσα ιστορική περίοδο, με εμβληματικά σημεία τους μισθούς, τις συντάξεις, τις κοινωνικές δαπάνες, την αντι-«ελαστικότητα» στις εργασιακές σχέσεις. Πρόκειται για πεδίο που ενώ θα έπρεπε να είναι αυτονόητο, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί: γιατί στην εποχή της νεοφιλελεύθερης επιθετικότητας του κεφαλαίου δεν σπανίζουν οι φωνές, ακόμα και μέσα στην Αριστερά, που «υποβαθμίζουν» αιτήματα μεγάλου τμήματος των ζωντανών ανθρώπων, προκειμένου να προβάλουν κάποιο φαεινό «σχέδιο» ανασυγκρότησης της χώρας, συναινετικής διεξόδου από την κρίση κ.ο.κ. Όλοι οι σύντροφοι-ισσες του Κόκκινου Δικτύου θα επιμείνουμε ότι οι αγώνες της τάξης μας προσδιορίζουν προγραμματικές δεσμεύσεις, καθοριστικές για τη διαμόρφωση της πολιτικής τακτικής και της στρατηγικής της ΛΑΕ.
Ένα δεύτερο πεδίο της μεταβατικής «αντίληψης» προκύπτει μέσα από την πείρα που ήδη έχουμε, με σκληρό τρόπο, αποκτήσει. Η πολιτική της αντιλιτότητας δεν μπορεί να επιβληθεί, αν δεν επιλυθούν κάποιοι κρίσιμοι «ενδιάμεσοι» πολιτικοί και κοινωνικοί «κόμποι»: Η στάση πληρωμών στους δανειστές, που οδηγεί στην απονομιμοποίηση-διαγραφή του χρέους. Η εθνικοποίηση των τραπεζών και η κατάργηση των νεοφιλελεύθερων «ελευθεριών» του κεφαλαίου. Το σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων και η επανακρατικοποίηση των ιδιωτικοποιημένων ΔΕΚΟ, Οργανισμών και δημόσιων χώρων. Η επαναφορά της ισχύος των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και η ενίσχυση των μορφών εργατικού-λαϊκού ελέγχου στην οικονομία και την παραγωγή. Όμως σήμερα γνωρίζουμε ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν είναι συμβατό με τις ανοχές του ευρώ και την πολιτική των ευρωηγεσιών. Η έξοδος από την ευρωζώνη και η απαρχή μιας συστηματικής πολιτικής αντίστασης-ρήξης με τη συνολικότερη ΕΕ έχει γίνει «λυδία λίθος» για την αξιοπιστία κάθε προγράμματος αντιλιτότητας. Το ΚΔ έχει υποστηρίξει αυτήν την επιλογή, υπογραμμίζοντας ότι η έξοδος από το ευρώ αποτελεί αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για την υλοποίηση του προγράμματός μας. Που σημαίνει ότι για την Αριστερά παραμένει το κολοσσιαίο καθήκον να δώσει στην έξοδο από την ευρωζώνη και τη σύγκρουση με την ΕΕ το δικό της αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, σε σύγκρουση με τις πολιτικές του οικονομικού εθνικισμού και του προτεξιονισμού, που ήδη εμφανίζονται σε ευρωπαϊκά κόμματα της λαϊκής Δεξιάς ή, χειρότερα, της ακροδεξιάς.
Στις προγραμματικές θέσεις της ΛΑΕ έχει ενταχθεί ο αντιρατσισμός και στην περίοδο της δραματικής προσφυγικής κρίσης αποδείχθηκε η ειλικρίνεια σε αυτήν την επιλογή. Σωστά η ΛΑΕ συνδέει την αναγκαία αλληλεγγύη στους πρόσφυγες με τα γενικότερα αντιιμπεριαλιστικά αντιπολεμικά καθήκοντα στην περιοχή. Όμως θα χρειαστεί μεγαλύτερη προσοχή σε δύο σημεία: α) η αλληλεγγύη στους πρόσφυγες δεν είναι δυνατόν να συναρτάται (και τελικά να υποβαθμίζεται...) με οποιοδήποτε πρόσχημα που προκύπτει από γεωπολιτικές «αναλύσεις» β) η αλληλεγγύη στους πρόσφυγες πρέπει να ενταχθεί σε ένα σαφέστερο αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό πλαίσιο πολιτικής και να εμπεδωθούν ως αδιαπραγμάτευτες «αξίες» για την Αριστερά ο αντιεθνικισμός, ο αντισεξισμός κ.ο.κ.
Συμμαχίες
Όλα αυτά τα κριτήρια είναι καθοριστικά, μεταξύ άλλων, στο καυτό ζήτημα των συμμαχιών. Η ΛΑΕ, σωστά, αναφέρεται σε ένα ευρύτερο «μέτωπο» για την αναγκαία φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση, με βάση τους στόχους του προγράμματός της. Εμείς θεωρούμε ότι το «μέτωπο» αυτό αφορά κυρίαρχα τις δυνάμεις της πολιτικής Αριστεράς, των «εργατικών» κομμάτων και οργανώσεων. Έχουμε συστηματικά υποστηρίξει την ανάγκη μιας συγκροτημένης τακτικής συμμαχιών προς την πλευρά του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Προς την κατεύθυνση αυτή θεωρούμε σημαντικές τις πρωτοβουλίες που πρέπει να αναλάβει η ΛΑΕ προς τις δυνάμεις που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ (Πλεύση Ελευθερίας, Δικτύωση ΡιζΑ κ.ά.). Γνωρίζουμε τις πικρίες που έχουν συσσωρεύσει μέσα στους αγωνιστές-ριες της Αριστεράς οι μάχες που δόθηκαν (ή αυτές που δεν δόθηκαν) τους σκληρούς μήνες της κρίσης στον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως θεωρούμε ότι αυτές οι πικρίες πρέπει να πολιτικοποιηθούν: το καλύτερο έδαφος και για την κριτική-αυτοκριτική της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ είναι η συγκέντρωση δύναμης για να συνεχιστεί σήμερα η μάχη για την ανατροπή των μνημονίων, νέων και παλιών.
Κανονισμός Λειτουργίας
Πέρα από το προγραμματικό πεδίο, η ΛΑΕ οφείλει να τακτοποιήσει το «καταστατικό» της, να θεσπίσει κανόνες που θα εγκαθιστούν μια δημοκρατική και πολιτικά αποτελεσματική λειτουργία των οργανώσεων και των μελών της.
Στην εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έχει αναδειχθεί ως καθοριστικό το ζήτημα της ομαλής σχέσης μεταξύ των οργανώσεων που συμμετέχουν στο «μέτωπο» και του πολύτιμου ανένταχτου δυναμικού. Η σχέση αυτή μπορεί να διαφυλαχθεί μόνο με μια δέσμη μέτρων.
Αφενός η διακριτότητα των οργανώσεων πρέπει να διαφυλαχθεί, αλλά ταυτόχρονα να υποστηριχθεί σε ένα ελάχιστο επίπεδο: στο δικαίωμα να μπορούν να υποστηρίζουν την άποψή τους στη διαδικασία της Συνδιάσκεψης, ακόμα και αν δεν έχουν εκλέξει αντιπροσώπους (π.χ. με 2 «αριστίδην» εκπροσώπους). Όμως, πέρα από αυτό το ελάχιστο επίπεδο, οι κανόνες οφείλουν να λογοδοτούν κυρίως στην ώσμωση και στη συλλειτουργία οργανωμένων και ανένταχτων στα πλαίσια του «μετωπικού» σχηματισμού: αρχή «1 μέλος – 1 ψήφος», αποφάσεις διά πλειοψηφίας (και σοβαρές αποφάσεις δι’ ενισχυμένης πλειοψηφίας), «αυτοπρόσωπη» κατοχύρωση της έννοιας του μέλους, έμφαση στη λειτουργία των τοπικών και κλαδικών οργανώσεων, έμφαση στη σημασία της πολιτικής συζήτησης, προτεραιότητα στην αναζήτηση συναινέσεων, θέσπιση ανακλητότητας κ.ο.κ.
Σε όλα αυτά είναι φανερό ότι ο παράγοντας-κλειδί είναι η ενίσχυση των τοπικών και κλαδικών οργανώσεων. Στην εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ είχαμε την εξουδετέρωση των πρωτοβάθμιων οργανώσεων μέσα από την υπερδιόγκωση των «ενδιάμεσων» οργάνων (Νομαρχιακές και Θεματικές Επιτροπές) που, από τη στιγμή που συνδυάστηκαν με τα κοινοβουλευτικά «όργανα» (τμήματα, ΚΕΠΕ), αναίρεσαν κάθε αρμοδιότητα και εξουσία από τις Οργανώσεις Μελών. Θεωρούμε ότι στη ΛΑΕ οι Νομαρχιακές Επιτροπές θα πρέπει να περιοριστούν σε συντονιστικό ρόλο, ενώ οι Θεματικές αυστηρά σε ρόλο συμβουλευτικό και τεκμηρίωσης.
Συλλογική ηγεσία
Η αναγκαία δημοκρατική λειτουργία ολοφάνερα αφορά και την ηγετική λειτουργία. Πιστεύουμε ότι αυτή η συζήτηση για να γίνει ουσιαστικά θα πρέπει να διαχωριστεί από έναν αφηρημένο «αντιηγετισμό» και πολύ περισσότερο από την προσωποποίηση και τη στοχοποίηση. Τα ηγετικά όργανα (Πολιτικό Συμβούλιο και Πολιτική Γραμματεία) ορίζονται από τον Κανονισμό και –παρά τους μεγάλους αριθμούς που επιλέχθηκαν κυρίως για να λυθούν προβλήματα αντιπροσωπευτικότητας...– θα πρέπει να έχουν ουσιαστική λειτουργία, χωρίς να ανεχθούν φαινόμενα υποκατάστασης. Για τη θέση τού κατά το νόμο «επικεφαλής» προτείνεται γραμματέας του ΠΣ, που εκλέγεται από το ΠΣ και όχι από το Συνέδριο και είναι ανακλητός με απόφαση διά πλειοψηφίας του ΠΣ.
Όμως το πιο ουσιαστικό γνώρισμα μιας δημοκρατικής ηγεσίας είναι η συλλογικότητα. Εμείς προτείνουμε έναν συνδυασμό κεντρικών «θέσεων» (π.χ. γραμματέας του ΠΣ, συντονιστής της ΠΓ, υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου) όπου θα ισχύει μια πλουραλιστική κατανομή για να ενισχύεται ο μετωπικός χαρακτήρας. Ανάλογα μέτρα θα πρέπει να έχουν ως στόχο τη συνειδητή (αυτο)πειθάρχηση του δημόσιου λόγου στον συμφωνημένο προγραμματικό λόγο στη ΛΑΕ.
Τέλος, «οξυγόνο» για κάθε συλλογική προσπάθεια είναι η ζωντανή πολιτική συζήτηση. Αυτή θα πρέπει να ενισχυθεί με όλα τα αναγκαία μέτρα. Ανάμεσά τους είναι η προστασία της συλλογικής και δημοκρατικής συζήτησης από την τάση προσωποποίησης και καταγγελτισμού-κανιβαλισμού, που (προσωρινά, ελπίζουμε) θρέφει το γενικό κλίμα. Όμως αυτό δεν μπορεί παρά να επαφίεται στην (αυτο)πειθάρχηση των μελών και στη λειτουργία των οργανώσεων.
Η ανάδειξη κάποιων ανάλογων κανόνων δημοκρατικής-συλλογικής συγκρότησης της ΛΑΕ θα είναι θεμέλιο και για την αναγκαία διεύρυνσή της. Που αποτελεί προϋπόθεση για να μπορέσει να ολοκληρώσει νικηφόρα τις δεσμεύσεις της.