Η εκλογή του Μουσταφά Ακκιντζί στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων το 2015 έδωσε νέα πνοή στις διαπραγματεύσεις για τη λύση του κυπριακού.
Μέχρι και τον Ιούλη του 2017 -οπότε και οι συνομιλίες κατέρρευσαν στη διάσκεψη του Κραν Μοντανά- η προοπτική της λύσης πυροδότησε σοβαρές κοινωνικές διεργασίες και στις δύο πλευρές του συρματοπλέγματος. Οι δικοινοτικές συγκεντρώσεις ήταν πυκνές ενώ ζήσαμε και την εμπειρία των πιο μαζικών συγκεντρώσεων για την εργατική πρωτομαγιά εδώ και δεκαετίες. Πολλές χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν ξανά και ξανά στο γήπεδο της Τσετίνκαγια στην πράσινη γραμμή και διαδήλωσαν με ενθουσιασμό ενάντια στη λιτότητα και τον εθνικισμό.
Είναι αλήθεια ότι το κίνημα υπέρ της επανένωσης του νησιού έκανε μεγάλη προσπάθεια για να πετύχει τους στόχους του, μια προσπάθεια όμως που υπονομεύτηκε από δύο βασικά προβλήματα. Καθ’ όλη τη διάρκεια των συνομιλιών η αριστερά δεν επιχείρησε αποφασιστική παρέμβαση ούτε στο περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων με στόχο τη διαμόρφωση ενός διακριτού σχεδίου λύσης με ταξικούς όρους (π.χ. επιβολή κοινού πλαισίου για τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα) αλλά ούτε και στις μεθόδους πάλης ενάντια στις πολιτικές σκληρής λιτότητας που εφαρμόζονται και στις δυο πλευρές του συρματοπλέγματος (π.χ. με δικοινοτικές απεργίες). Με βασική ευθύνη του ΑΚΕΛ, του μεγαλύτερου κόμματος της ρεφορμιστικής αριστεράς στο νησί, η πρωτοβουλία των κινήσεων ανατέθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά στην κυβέρνηση Αναστασιάδη. Όταν, λοιπόν, ο Αναστασιάδης έκανε (επι)στροφή στον εθνικισμό με αποτέλεσμα το ναυάγιο του Κραν Μοντανά, ο κόσμος του κινήματος επαναπροσέγγισης βρέθηκε εκτεθειμένος.
Πώς διαμορφώνεται
η κατάσταση σήμερα;
Για να απαντηθεί συνοπτικά αυτό το ερώτημα ίσως είναι χρήσιμη η καταγραφή των συμπερασμάτων μιας πολύ πρόσφατης πολιτικής εκδήλωσης στη Λεμεσό με θέμα το κυπριακό και στην οποία συμμετείχαν οι αρχηγοί των τριών μεγαλύτερων ε/κ κομμάτων: ο πρόεδρος του κυβερνώντος Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗΣΥ) Αβέρωφ Νεοφύτου, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ Άντρος Κυπριανού και ο πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος (ΔΗΚΟ) Νικόλας Παπαδόπουλος.
Ο Νεοφύτου ξεκίνησε την ομιλία του προσπαθώντας (ανεπιτυχώς είναι η αλήθεια) να διασκεδάσει τις εντυπώσεις που έχουν δημιουργηθεί από το μπαράζ κινήσεων Αναστασιάδη μεταξύ των οποίων οι παρασκηνιακές απευθείας συνομιλίες με τον Τούρκο ΥΠΕΞ Τσαβούσογλου για λύση εκτός του συμφωνημένου πλαισίου Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, οι «τροχιοδεικτικές» δηλώσεις – προτάσεις για «χαλαρή ομοσπονδία» που ουσιαστικά σκιαγραφούν λύση δύο κρατών αλλά και η έμμεση παραδοχή αυτού του σχεδίου. Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις της Τουρκίας στη γεώτρηση της ιταλικής ΕΝΙ, ο Αναστασιάδης ανέφερε πως «εάν επιλέγουν να προστατεύσουν τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων σε μια ανεξάρτητη οντότητα, τότε θα πρέπει να περιοριστούν εις όσα αναλογούν στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της εν λόγω παρανόμου οντότητας». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως είχε και το κλείσιμο του προέδρου του ΔΗΣΥ ο οποίος έκανε την εκτίμηση πως το κυπριακό θα λυθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο το αμέσως επόμενο διάστημα και πως σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να διατηρηθεί το ισχύον καθεστώς.
Η ομιλία του προέδρου του ΑΚΕΛ συνόψισε όλη την πολιτική του κόμματος του στο κυπριακό. Ενώ ξεκίνησε αναδεικνύοντας την ευθύνη του Αναστασιάδη για το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων αλλά και τη θανάσιμη απειλή για την ειρήνη που σηματοδοτεί η οριστική διχοτόμηση, ο Κυπριανού απέδωσε την κύρια ευθύνη στην τουρκική αδιαλλαξία χωρίς να κάνει καμία αναφορά στην καταφανώς επιθετική συμμαχία των ε/κ αστών με τα αιμοσταγή καθεστώτα του Ισραήλ και της Αιγύπτου, μια συμμαχία που μόνο την ειρήνη, την ασφάλεια και την ευημερία του κυπριακού λαού δεν εγγυάται. Αντιθέτως, το ΑΚΕΛ φαίνεται να στηρίζει αυτή τη συνεργασία. Επιπλέον, φανέρωσε για μια ακόμη φορά τη λογική της ανάθεσης που διέπει τον ίδιο και την ηγεσία του κόμματός του μην προτείνοντας καμία δράση για το σπάσιμο του αδιεξόδου από τα κάτω.
Τέλος, ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ -και γιός του πρώην προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου- υποστήριξε πως το διαχρονικό λάθος της ε/κ πολιτικής ηγεσίας είναι η υποχωρητικότητα στην αδιαλλαξία της Τουρκίας που δεν σέβεται το διεθνές δίκαιο και πως η μόνη λύση είναι η άσκηση κάθε είδους πίεσης στην τουρκική πλευρά μέχρι να υποχωρήσει. Σε αυτή την κατεύθυνση χαιρέτισε εμφατικά τη συμμαχία με τα καθεστώτα του Ισραήλ και της Αιγύπτου (αξίζει εδώ να σημειωθεί πως σε αντίθεση με τα όσα χρέωσε στην Τουρκία, η στάση των δύο αυτών καθεστώτων απέναντι στο διεθνές δίκαιο δεν φάνηκε να τον απασχολεί ούτε στο ελάχιστο).
Ο άξονας
Η αδιάλλακτη στάση που κράτησε ο Αναστασιάδης -σε αγαστή συνεργασία με τον τότε Έλληνα Υπ.Εξ. Κοτζια- στις διαπραγματεύσεις στο Κραν Μοντανά καθώς και η πολιτική που ακολούθησε η κυπριακή κυβέρνηση στη συνέχεια μπορεί να ερμηνευθεί στη βάση αυτής ακριβώς της εκτίμησης της ε/κ αστικής τάξης: ότι η Τουρκία “βρίσκεται στη γωνία” έχοντας ανοιχτά πολλαπλά εσωτερικά και εξωτερικά μέτωπα και στο ταυτόχρονο ποντάρισμα στις δυνατότητες που προκύπτουν από τη συμμετοχή στον ιμπεριαλιστικό άξονα Κύπρου - Ισραήλ - Αιγύπτου -Ελλάδας με την υποστήριξη των ΗΠΑ.
Πριν λίγες μέρες πραγματοποιήθηκε η 5η τριμερής σύνοδο Κορυφής Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, με στόχο την υπογραφή συμφωνίας για την κατασκευή του αγωγού East Med, που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από την Ανατολική Μεσόγειο στην Ευρώπη. Για πρώτη φορά στις εργασίες της τριμερούς συμμετείχε και ο Αμερικανός πρέσβης στο Ισραήλ, Ντέιβιντ Φρίντμαν, ο οποίος εξέφρασε την αμέριστη υποστήριξη των ΗΠΑ και του προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, στην κατασκευή του αγωγού East Med. Επιπλέον, η κυβέρνηση Αναστασιάδη υπολογίζει στην υποστήριξη και άλλων μεγάλων δυνάμεων. Μέχρι στιγμής στις γεωτρήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ εκτός της ExxonMobil (ΗΠΑ) έχουν εμπλακεί ενεργειακοί κολοσσοί όπως η ΕΝΙ-Cogas (Ιταλία-Ν. Κορέα) και η Τotal (Γαλλία).
Αυτές οι κινήσεις έχουν οδηγήσει σε σοβαρές εξελίξεις και στο στρατιωτικό-διπλωματικό επίπεδο. Ήδη η κυπριακή κυβέρνηση έχει υπογράψει συμφωνία με τη Γαλλία με βάση την οποία οι γαλλικές ένοπλες δυνάμεις απέκτησαν μόνιμη στρατιωτική παρουσία στη Μέση Ανατολή καθώς μπορούν να χρησιμοποιούν, οποιαδήποτε στιγμή, τα στρατιωτικά λιμάνια και τα αεροδρόμια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παράλληλα συνεχίζονται -και μάλιστα με αυξανόμενο ρυθμό- οι κολοσσιαίες στρατιωτικές ασκήσεις με τις «συμμαχικές δυνάμεις» της Αιγύπτου και του Ισραήλ. Μόλις τον περασμένο Νοέμβρη πραγματοποιήθηκε η στρατιωτική επιχείρηση «Μέδουσα 7» με τη συμμετοχή Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου που περιλάμβανε τη συμμετοχή και των ειδικών δυνάμεων «σε ρόλο εκπαίδευσης των αεροσκαφών για την άμυνα και κοινές επιθέσεις εναντίον εχθρικών στόχων» ενώ πριν λίγες μέρες οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο μιας ακόμη τετραμερούς στρατιωτικής άσκησης στην Ανατολική Μεσόγειο με τη συμμετοχή Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ-ΗΠΑ.
Είναι σαφές πως αυτή η στρατηγική -ειδικά όταν εφαρμόζεται σε μια ήδη επικίνδυνα στρατιωτικοποιημένη περιοχή- ρίχνει λάδι στη φωτιά και έρχεται σε σύγκρουση με το κυρίαρχο αφήγημα περί «αμυνόμενης Κύπρου» απέναντι στην «τουρκική επιθετικότητα». Γιατί είναι αλήθεια ότι η τουρκική ηγεσία κινείται με γνώμονα τα συμφέροντα της τάξης που εκπροσωπεί. Η αλήθεια αυτή όμως ισχύει με το παραπάνω και για τη δική μας πλευρά.
Μέτωπο ειρήνης
Στις σημερινές συνθήκες όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στη γειτονιά μας και στοίχισης της μεγαλύτερης μερίδας των κομμάτων σε εθνικιστικές θέσεις υπάρχει ο κίνδυνος ο κόσμος της εργασίας να βρεθεί μπροστά σε αποπροσανατολιστικά και εκβιαστικά διλήμματα. Αυτή την εφιαλτική προοπτική οφείλουμε να αντιπαλέψουμε. Είναι αναγκαίο να εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια συντονισμού και πρωτοβουλιών κοινής δράσης. Η αποστροφή της συντριπτικής πλειοψηφίας της κυπριακής κοινωνίας στην πιθανότητα πολέμου καθώς και το κίνημα ενάντια στην οριστική διχοτόμηση του νησιού που αναπτύχθηκε το προηγούμενο διάστημα αποτελούν την καλύτερη βάση για να φτιαχτεί άμεσα ένα πλατύ αντιπολεμικό-αντιεθνικιστικό μέτωπο ειρήνης που τόσο χρειαζόμαστε.