Δημιουργία Κέντρου Αγώνα για μαζική και ριζοσπαστική αντεπίθεση

Φωτογραφία

Με την ψήφιση του 4ου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τα εξωφρενικά αντιλαϊκά του μέτρα διαφοροποιείται σημαντικά η σχέση του κόμματος της πρώην ριζοσπαστικής αριστεράς με μεγάλα κοινωνικά ακροατήρια που συνειδητοποιούν όχι μόνο τι τα περιμένει, αλλά και τι έχει ήδη συμβεί.

Ημερ.Δημοσίευσης
Συντάκτης
Κατερίνα Γιαννούλια

Η επιτυχία των κινητοποιήσεων ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, 17 & 18 Μάη, με τη Γενική Απεργία και το απογευματινό συλλαλητήριο, συνίσταται στο ότι ένα διευρυμένο δυναμικό επανεμφανίστηκε στο δρόμο. Παρουσιάστηκαν άνθρωποι που είχαν να απεργήσουν και να διαδηλώσουν από πριν το 2015, είτε γιατί περίμεναν μέχρι τώρα κάτι διαφορετικό, δίνοντας  περιθώρια στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είτε γιατί παρέμεναν αδρανοποιημένοι από το σοκ της προδοσίας.
Μετά από πολύ καιρό, σε απεργιακή κινητοποίηση βρέθηκαν με πανό και οργανωμένη παρουσία περισσότερα σωματεία, από αρκετούς εργατικούς χώρους.
Τα μέτρα, η ρητορική και η στάση των κυβερνητικών στελεχών είναι τέτοια, που επισπεύδουν τη λήξη της αναμονής και του «πένθους» από έναν κρίσιμο αριθμό ανθρώπων που επανακάμπτουν κι εμφανίζονται σε διάφορα μέτωπα αντίστασης, από τη Νέα Φιλαδέλφεια και του Γουδή, μέχρι τη Γενική Απεργία και το απογευματινό συλλαλητήριο.
Η ποιοτική διαφορά των κινητοποιήσεων 17 & 18 Μάη είχε διαφανεί νωρίτερα, όταν περιοδείες και συνελεύσεις οργανώθηκαν σε πάρα πολλούς εργατικούς χώρους ακόμα και από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αλλά και με πολιτικές αποφάσεις από όλη την αριστερά (ΚΚΕ, ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κλπ).
Κρατούμενο είναι ότι, προς το παρόν, η αγανάκτηση του κόσμου εκφράζεται όταν καλούν σε  κινητοποιήσεις οι ΑΔΕΔΥ-ΓΣΕΕ, παρά την αντίφαση ότι αντιμετωπίζονται απαξιωτικά από τα ίδια τα μέλη τους, τους ‘κανονικούς’ εργαζόμενους.
Συνέχεια των αγώνων
Η επανεμφάνιση κόσμου σε κεντρικές κινητοποιήσεις, αλλά και οι πολλοί, διάσπαρτοι, αμυντικοί αγώνες, του τελευταίου διαστήματος, θέτουν το ερώτημα «πώς θα συνεχίσουμε;»
Η αστάθεια του καπιταλισμού σε μια παρατεταμένη κρίση, τα εξωπραγματικά, αντιλαϊκά μέτρα, η αποξενωμένη, πλέον, κυβέρνηση από τα ακροατήριά της και η εξασθένηση των σχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ με τον ίδιο του τον κόσμο, συνθέτουν ένα περιβάλλον δύσκολο μεν, με ευκαιρίες δε, για την ανασύνταξη του κινήματος.
Υπάρχει περίπτωση νέας, μαζικής αμφισβήτησης των μνημονιακών πολιτικών των κυβερνήσεων-ΕΕ-ΔΝΤ και επανεμφάνισης λαϊκών αγώνων που θα ταρακουνήσουν το σύστημα.
Οι δυνατότητες για ριζοσπαστική και μαζική πολιτική ταυτόχρονα υπάρχουν και δεν είμαστε ‘καταδικασμένοι’ να διαλέξουμε ή το ένα ή το άλλο, δηλαδή ή να κάνουμε εκπτώσεις στη διατύπωση αιτημάτων και να συμβιβαστούμε, ή να ακολουθήσουμε το μοναχικό δρόμο της υπερ-επαναστατικής ρητορικής χωρίς περίπτωση εφαρμογής, όμως.
Για να συμβεί αυτό, όμως, απαιτείται συγκέντρωση δυνάμεων από οποιοδήποτε μέτωπο αντίστασης παρουσιάζεται. 
Έχουμε ανάγκη από ένα ‘κέντρο υποδοχής’ των αγωνιστών και αγωνιστριών που επιμένουν μαχητικά, συλλογικά και αριστερά, για να αναδιοργανωθούμε και να αντεπιτεθούμε.
Η πρόσφατη εμπειρία μας δείχνει ότι η συνεργασία των συνδικαλιστικών δυνάμεων της αριστεράς (ΠΑΜΕ, ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ, ΜΕΤΑ) στο τελευταίο συνέδριο της ΑΔΕΔΥ, στο θέμα της ένταξης των συμβασιούχων κάθε μορφής στα συνδικάτα, απέδωσε, φτάνοντας το 70% των συνέδρων να το υπερψηφίζει. 
Εξίσου καλή έκβαση έχει η αντίστοιχη συνεργασία των αριστερών δυνάμεων στο δημόσιο, στην «αξιολόγηση» των υπαλλήλων, που, για δεύτερη φορά σε 3 χρόνια, απορρίπτεται με μαζικό και συλλογικό τρόπο από τους εργαζόμενους, την ώρα που αποτελεί προαπαιτούμενο από τους ‘θεσμούς’.
Ευθύνες και υποχρεώσεις
Οι ευκαιρίες υπάρχουν παράλληλα με τις δυσκολίες κινητοποιήσεων.
Αν η αριστερά ήθελε, στην ΑΔΕΔΥ θα υπήρχε πολύ διαφορετικό τοπίο, αφού μόνο η συνεργασία ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ-ΜΕΤΑ θα τις έφερνε στην πρώτη θέση κι αν προστίθετο και το ΠΑΜΕ, το κλίμα για κινητοποιήσεις θα ήταν πολύ πιο ευνοϊκό. Με ευθύνη του κυριότερου πόλου των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ δεν επετεύχθη η συγκεκριμένη συνεργασία, αφήνοντας την πρώτη θέση στη ΔΑΚΕ και αρκετές έδρες στον κυβερνητικό συνδικαλισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο συμβαίνει αυτό το διάστημα και στα συνέδρια που επίκεινται σε ΟΛΜΕ & ΔΟΕ, αφήνοντας τις ευκαιρίες να χάνονται κι επιλέγοντας την απλή καταγραφή δήθεν πιο επαναστατικών και ‘καθαρών’ δυνάμεων, χωρίς καμιά περίπτωση νίκης του ταξικού αντίπαλου στην αληθινή ζωή.
Το ίδιο συνέβη και στις κινητοποιήσεις της Πρωτομαγιάς και της Γενικής Απεργίας στις 17/5, που και πάλι η επιλογή του μεγαλύτερου σχηματισμού των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν για ξεχωριστή συγκέντρωση και πορεία, θυμίζοντας τις πρακτικές του ΠΑΜΕ, σε πολύ μικρότερο επίπεδο, βέβαια.
Όσο για το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ, έχοντας παραιτηθεί από τη διεκδίκηση ανατροπής των ταξικών συσχετισμών και αποδεχόμενα την ‘υπερίσχυση’ του αστικού στρατόπεδου, επιχειρούν να ‘σώσουν’ το Κόμμα και να το συντηρήσουν στην ‘κατάψυξη’, μακριά από τους σύγχρονους αγώνες που θα μπορούσαν να ξεκινήσουν από τώρα και με μεταβατικούς στόχους, να προσπαθήσουν να αντιστρέψουν την κατάσταση υπέρ του κόσμου της δουλειάς.
Η υπερ-λιτότητα, τα μέτρα, τα μνημόνια, η ξετσίπωτη μεροληψία υπέρ των μεγάλων καπιταλιστών, αλλά και η επιμονή ενός σοβαρού μαχητικού δυναμικού εργατικών και πολιτικών αγωνιστών και αγωνιστριών που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, εξακολουθεί να πιέζει, ωστόσο και κανείς δεν μπορεί να αποφύγει το ερώτημα τι θα κάνει γι’ αυτό. 
Η χρησιμότητα του Κέντρου Αγώνα είναι σχεδόν αυταπόδεικτη, αφού όλες οι δυνάμεις της αριστεράς (πολιτικές και συνδικαλιστικές) παραδέχονται παντοιοτρόπως και με έμφαση ότι από τις υπαρκτές ηγεσίες των συνδικάτων δεν περιμένουμε κάτι ελπιδοφόρο.
Ανάγκη συντονισμού
Επιπλέον, στην περίοδο σοκ που διανύει το κίνημα, οι αποσπασματικοί αγώνες άμυνας που αναπτύσσονται κι επιμένουν εντυπωσιακά, τόσο σε εργατικούς χώρους (ΠΟΕ-ΟΤΑ, ειδική αγωγή στα σχολεία, εργολαβικοί στα νοσοκομεία, ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ, «αξιολόγηση» στο δημόσιο), όσο και σε κοινωνικά πεδία (Ν. Φιλαδέλφεια κόντρα σε κυβέρνηση-ΜΕλισσανίδη, Μητροπολιτικό Πάρκο στου Γουδή, πλειστηριασμοί λαϊκής περιουσίας) δεν μπορούν να διατηρηθούν και να μεγαλώσουν, ούτε να συνενωθούν αυθόρμητα και αυτόματα.
Ακόμα και οι πρόσφυγες στα λεγόμενα ‘κέντρα φιλοξενίας’ δείχνουν σημάδια διάθεσης να κινητοποιηθούν και να διεκδικήσουν στοιχειώδη αιτήματα, αλλά δεν έχουν τη δύναμη να το κάνουν αυτό μόνοι τους.
Η δημιουργία ενωτικού Κέντρου Αγώνα όλων όσων δρουν σε συνδικαλιστικό, αντιρατσιστικό, κοινωνικό επίπεδο, θα δώσει τη μαζική δυνατότητα αμφισβήτησης της ακραία νεοφιλελεύθερης πολιτικής από την πλευρά της ριζοσπαστικής αριστεράς, στερώντας ταυτόχρονα και την όποια δυνατότητα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί η ακροδεξιά και οι φασίστες, που συνεχίζουν να καραδοκούν.
Η πρωτοβουλία για ένα μαζικό Κέντρο Αγώνα επείγει και οφείλει να είναι συνειδητή πολιτική απόφαση όλων όσων ισχυρίζονται ότι λογοδοτούν στο εργατικό κίνημα και υπερασπίζονται τα συμφέροντά του. 
Η επίτευξη αυτού του στόχου-εργαλείου για τις σημερινές συνθήκες μπορεί να γίνει μόνο με ειλικρινείς προσπάθειες από όλους, με ισότιμη συμμετοχή όλων των δυνάμεων. 
Οι διάφορες απόπειρες συντονισμών, πρωτοβουλιών και όποιων συλλογικοτήτων υπάρχουν ήταν χρήσιμες, αποτέλεσαν διέξοδο για αρκετό κόσμο, ήδη στρατευμένο κι ενταγμένο, ωστόσο. Έχουν πιάσει τα όριά τους, δεν μπορούν να μετεξελιχθούν περαιτέρω και δεν αποτελούν πόλο συσπείρωσης ενός ευρύτερου και διαθέσιμου δυναμικού που συνεχίζει να παράγεται. 
Ένα Κέντρο Αγώνα, που θα προσφέρει σοβαρό εναλλακτικό πόλο διοργάνωσης συλλογικών αγώνων, θα χτιστεί με υλικά την εμπιστοσύνη του μεγαλύτερου μέρους της βάσης και μπορεί να ξεκινήσει από τώρα, με πρωτοβουλία σωματείων, κινήσεων και υπογραφές συνδικαλιστών που θα καλούν σε μια πρώτη συνέλευση.   

Φύλλο Εφημερίδας

Κατηγορία